Το Ταράξακος ο φαρμακευτικός (Taraxacum officinale), ο κοινός δανδελίων (συνήθως αποκαλείται απλά "δανδελίων" [dandelion] ή πικραλίδα), είναι ανθοφόρο ποώδες πολυετές φυτό της οικογένειας των Αστερίδων ή Συνθέτων (Asteraceae ή Compositae).
Μπορεί να βρεθεί να αναπτύσσεται στις εύκρατες περιοχές του κόσμου, στους χλοοτάπητες, τις παρυφές των δρόμων, τις διαταραγμένες όχθες, στις ακτές των υδάτινων δρόμων και άλλες περιοχές με υγρά εδάφη. Το T. officinale θεωρείται αγριόχορτο, ιδίως σε χλοοτάπητες και κατά μήκος των δρόμων, αλλά μερικές φορές χρησιμοποιείται ως ιατρικό βότανο και στην προετοιμασία τροφίμων. Το ταραξάκο, είναι γνωστό για τις κίτρινες κεφαλές του, με άνθη που μετατρέπονται σε στρογγυλά μπαλάκια από ασημί χρώματος θυσανωτούς καρπούς, οι οποίοι διασκορπίζονται στον άνεμο και που ονομάζονται τόσο στα Βρετανικά όσο και στα Αμερικανικά, "blowballs" ή "clocks".
Επιπρόσθετες ονομασίες
Άλλες ονομασίες του στην Ελλάδα είναι: ταραξάκο, ταράξακος, πικραλίδα, ραδίκι του βουνού, αγριοράδικο, μαρουλίδα, αγριομάρουλο, πικραφάνα ή πικραφάκη.
Στα αγγλικά το Taraxacum officinale, έχει πολλές κοινές ονομασίες (εκ των οποίων, ορισμένες δεν είναι πλέον σε χρήση), όπως blowball, lion's-tooth (δόντι-λιονταριού), cankerwort, milk-witch, yellow-gowan, Irish daisy, monks-head, priest's-crown και puff-ball· άλλες κοινές ονομασίες περιλαμβάνουν, faceclock, pee-a-bed, wet-a-bed, swine's snout, white endive (λευκό αντίδι) και wild endive (άγριο αντίδι).
Ετυμολογία
Φύλλο πικραλίδας (Taraxacum officinale).
Το 1753 ο Κάρολος Λινναίος, ονόμασε το είδος «Leontodon taraxacum». Το όνομα του γένους Taraxacum, πιθανώς προέρχεται από την αραβική λέξη Tharakhchakon, το οποίο αναφέρει και ο Πέρσης μουσουλμάνος ιατροφιλόσοφος του 11ου αιώνα Αβικέννας ή από την ελληνική λέξη «Ταρράξος» (Tarraxos), όπου και ήταν γνωστό κατά την αρχαιότητα.
Η ειδική ονομασία officinalis, αναφέρεται στην αξία του ως φαρμακευτικό φυτό και προέρχεται από τη λέξη opificina, αργότερα officina, που σημαίνει «εργαστήρι» ή «φαρμακείο».
Η κοινή ονομασία «δανδελίων» (dandelion), προέρχεται από τη γαλλική φράση dent de lion που σημαίνει «δόντι λιονταριού», το οποίο με τη σειρά του έχει την αφετηρία του στο λατινικό leontodon («λεοντόδους»), αναφορικά με το πριονωτού σχήματος φύλλωμα.
Το φυτό αναφέρεται επίσης και στο διάσημο βιβλίο βοτάνων Shennong pen Ts’ao (2700 π.Χ.), όπως και στο Tang Materia Medica, καθώς οι Κινέζοι χρησιμοποιούσαν το ταραξάκο τόσο ως τροφή όσο και ως φαρμακευτικό βότανο.
Περιγραφή
Κεφαλή σε πλήρη άνθιση.
Το ταραξάκον το φαρμακευτικόν (Taraxacum officinale), φύεται από γενικά μη διακλαδισμένες κεντρικές ρίζες και παράγει ένα έως πάνω από δέκα μίσχους, οι οποίοι συνήθως είναι ύψους 5–40 εκ., αλλά ορισμένες φορές έως και 70 εκ. υψηλοί. Οι μίσχοι μπορεί να χρωματιστούν μωβ, είναι σε όρθια θέση ή χαλαροί και παράγουν κεφαλές ανθέων, που κατέχονται ως υψηλοί ή υψηλότεροι από το φύλλωμα. Το φύλλωμα, μπορεί να αυξάνεται σε όρθια θέση ή να εξαπλούται οριζοντίως· τα φύλλα έχουν μίσχους οι οποίοι είναι είτε αφτέρωτοι είτε στενο-φτέρωτοι. Οι μίσχοι, μπορεί να είναι λείοι ή αραιά καλυμμένοι με κοντές τρίχες. Τα φυτά έχουν γαλακτώδες λατέξ και τα φύλλα, είναι όλα βασικά· κάθε ανθοφόρο στέλεχος, στερείται βρακτίων και έχει μια ενιαία κεφαλή άνθους. Οι κίτρινες κεφαλές των ανθέων, στερούνται δοχείου βρακτίων και όλα τα άνθη, τα οποία ονομάζονται ανθύλλια, είναι ταινιόστενα και αμφιφυλόφιλα. Σε πολλές γενεαλογίες, οι καρποί παράγονται κυρίως από απόμιξη, παρά το γεγονός, ότι τα άνθη του τα επισκέπτονται πολλά είδη εντόμων.
Τα φύλλα έχουν μήκος 5-45 εκ. και πλάτος 1-10 εκ. και λογχοειδή στη βάση, επιμήκη ή αντωοειδούς σχήματος, με τις βάσεις σταδιακά να στενεύουν προς τον μίσχο. Τα περιθώρια των φύλλων είναι συνήθως αβαθή λοβοειδή έως βαθιά λοβοειδή και συχνά σκισμένα ή οδοντωτά με αιχμηρά ή αμβλύς οδόντες.
Οι επικάλυκες (calyculi) (βράκτια δομής, σχήματος κυαθίου [κυπέλλου], τα οποία συγκρατούν τα ανθύλλια), αποτελούνται από 12 έως 18 τμήματα: κάθε τμήμα είναι αντανακλώμενο και ενίοτε γλαυκά. Τα λογχοειδούς σχήματος βράκτια είναι σε δύο σειρές, με τις κορυφές σε σχήμα να στενεύουν σε ένα σημείο (acuminate). Τα πλάτους 14-25 χιλιοστά involucres (ένα σπονδύλωμα ή ρόδακας των βρακτίων που περιβάλλουν μια ταξιανθία (ειδικά ένα capitulum) ή στη βάση του σκιάδιου), είναι πράσινα σε σκούρο πράσινα ή καφέ-πράσινα, με τις άκρες σκούρες γκρι ή μωβ. Τα ανθύλλια αριθμούν 40 έως πάνω από 100 ανά κεφαλή, που έχουν στεφάνες άνθους που είναι κίτρινες ή πορτοκαλί-κίτρινου χρώματος.
Οι καρποί καλούνται κυψέλαι, κυμαίνονται στο χρώμα από πράσινο λαδί ή καφέ λαδί έως κιτρινωπό έως γκριζωπό, είναι λογχοειδούς σχήματος στη βάση και μήκους 2-3 χιλ. με λεπτές μύτες. Οι καρποί έχουν 4 έως 12 νευρώσεις οι οποίες έχουν αιχμηρές ακμές. Το μεταξένιο χνούδι φυτών, που σχηματίζει τα αλεξίπτωτα, είναι λευκά έως ασημί-λευκού χρώματος και πλάτους γύρω στα 6 χιλ. Τα φυτά έχουν συνήθως 24 ή 40 ζεύγη χρωμοσωμάτων, αλλά ορισμένα φυτά έχουν 16 ή 32 χρωμοσώματα.
Ταξινομική
Ώριμος καρπός.
Πικραλίδες της Βόρειας Αμερικής
Η ταξινομική του γένους Taraxacum, είναι περίπλοκη λόγω απομικτών και πολυπλοειδών γενεαλογιών, όπου η ταξινομία και ονοματολογική κατάσταση του Ταραξάκου του φαρμακευτικού (Taraxacum officinale), δεν έχει ακόμη επιλυθεί πλήρως. Η ταξινομική του γένους αυτού, έχει περιπλακεί από την αναγνώριση των πολυάριθμων ειδών, υποειδών και μικροειδών. Π.χ. Η χλωρίδα της Γερμανίας του Rothmaler, αναγνωρίζει περίπου 70 μικροείδη. Τα φυτά που εισήχθησαν στη Βόρεια Αμερική, είναι τριπλοειδή τα οποία αναπαράγονται με υποχρεωτική γαμετοφυτική απόμιξη. Ορισμένες αρχές, αναγνωρίζουν τρία υποείδη, του Ταραξάκου του φαρμακευτικού (Taraxacum officinale) συμπεριλαμβανομένου: Taraxacum officinale υποείδος ceratophorum (Ledeb.) Schinz πρώην Thellung, το οποίο συνήθως αποκαλείται «κοινή πικραλίδα» (common dandelion), «σαρκώδης πικραλίδα» (fleshy dandelion), «κερατώδης πικραλίδα» (horned dandelion) ή «τραχιά πικραλίδα» (rough dandelion). Είναι εγγενές στον Καναδά και τις δυτικές ΗΠΑ. Ορισμένες πηγές το κατατάσσουν ως το είδος, Taraxacum ceratophorum.
Taraxacum officinale υποείδος officinale, το οποίο συνήθως αποκαλείται «κοινή πικραλίδα» (common dandelion) ή «περιπλανώμενη πικραλίδα» (wandering dandelion).
Taraxacum officinale υποείδος vulgare (Lam.) Schinz & R. Keller, το οποίο συνήθως αποκαλείται «κοινή πικραλίδα» (common dandelion).
Τα δύο από αυτά, έχουν εισαχθεί και καθιερωθεί στην Αλάσκα και το τρίτο (υποείδος ceratophorum) είναι ιθαγενές εκεί.
Ευρωπαϊκές πικραλίδες
Διασπορά δια του ανέμου, των σπόρων της πικραλίδας.
Η πικραλίδα (Taraxacum officinale, (dandelion)) είναι ένα δυναμικό ζιζάνιο στην Ευρώπη, με διπλοειδείς σεξουαλικούς πληθυσμούς στις νότιες περιοχές και μερικώς επικαλυπτόμενους πληθυσμούς διπλοειδών φύλων και τριπλοειδών ή τετραπλοειδών απομικτών στις κεντρικές και βόρειες περιοχές. Αυτές οι Ευρωπαϊκές πικραλίδες, μπορούν να χωριστούν σε δύο ομάδες. Η πρώτη ομάδα αναπαράγεται σεξουαλικά, όπως κάνουν τα περισσότερα σπορόφυτα. Αυτή η ομάδα αποτελείται από πικραλίδες, οι οποίες έχουν διπλοειδές σύνολο χρωμοσωμάτων και είναι σεξουαλικά αυτο-ασυμβίβαστες. Η σεξουαλική αναπαραγωγή, συνεπάγεται μείωση του αριθμού σωματικών χρωμοσωμάτων, με μειωτική διαδικασία ακολουθούμενη από μια αποκατάσταση του σωματικού αριθμού των χρωμοσωμάτων με τη γονιμοποίηση. Οι διπλοειδείς πικραλίδες, έχουν οκτώ ζεύγη χρωμοσωμάτων και η μειωτική διαδικασία είναι τακτική, με το φυσιολογικό ζευγάρωμα των ομόλογων χρωμοσωμάτων κατά το στάδιο μετάφασης Ι, της μειωτικής διαδικασίας.
Η δεύτερη ομάδα αποτελείται από πολυπλοειδείς (ως επί το πλείστον τριπλοειδείς) απομίκτες, πράγμα που σημαίνει ότι αμφότερα ένα βιώσιμο έμβρυο, καθώς και ένα λειτουργικό ενδοσπέρμιο, σχηματίζονται χωρίς προηγούμενη γονιμοποίηση. Σε αντίθεση με τα σεξουαλικά διπλοειδή, η αντιστοίχιση των χρωματοσωμάτων στη μετάφαση Ι σε τριπλοειδείς απομίκτες, είναι έντονα μειωμένος. Ωστόσο, η αντιστοίχιση εξακολουθεί να είναι επαρκής, ώστε να επιτρέπει κάποιο ανασυνδυασμό μεταξύ ομόλογων χρωμοσωμάτων.
Οικολογία
Αγρός με πικραλίδες (Βαυαρία).
Το Taraxacum officinale είναι ιθαγενές στην Ευρώπη και την Ασία και αρχικά είχε εισαχθεί στην Αμερική ως καλλιεργούμενη τροφή. Έχει πλέον εγκλιματιστεί σε όλη τη Βόρεια Αμερική, Νότια Αφρική, Νότια Αμερική, Νέα Ζηλανδία, Αυστραλία και την Ινδία. Εμφανίζεται και στις 50 πολιτείες των ΗΠΑ όπως και στις περισσότερες επαρχίες του Καναδά. Σε ορισμένες περιοχές, όπως π.χ. στη Νότια Αφρική θεωρείται βλαβερό ζιζάνιο, και στη Βόρεια Αμερική, θεωρείται ότι είναι ενοχλητικό τόσο στα γκαζόν όπου υπάρχουν κατοικίες, όσο και στα γκαζόν τα οποία χρησιμοποιούνται για ψυχαγωγικούς λόγους. Είναι επίσης ένα σημαντικό ζιζάνιο στη γεωργία και προκαλεί σημαντική οικονομική ζημία λόγω της μόλυνσής του σε πολλές καλλιέργειες σε παγκόσμια κλίμακα.
Η πικραλίδα είναι ένας κοινός αποικιστής των διαταραγμένων οικοτόπων, τόσο από τους άνεμο-εμφυσούμενους σπόρους και βλάστηση των σπόρων από την τράπεζα σπόρων. Οι σπόροι παραμένουν ζωντανοί στην τράπεζα σπόρων για πολλά έτη, με μια μελέτη να δείχνει τη βλάστηση ύστερα από εννέα χρόνια. Αυτό το είδος, είναι ένας κάπως εύκαρπος παραγωγός σπόρων, με 54 έως 172 σπόρους να παράγονται ανά κεφαλή και μόνο ένα φυτό, μπορεί να παράγει περισσότερους από 5.000 σπόρους ανά έτος. Εκτιμάται ότι περισσότεροι από 97.000.000 σπόροι/εκτάριο θα μπορούσαν να παράγονται ετησίως από ένα πυκνό βάθρο πικραλίδων. Όταν απελευθερώνονται, οι σπόροι μπορεί να εξαπλωθούν από τον άνεμο έως και αρκετές εκατοντάδες μέτρα μακριά από την πηγή τους. Οι σπόροι είναι επίσης ένας κοινός μολυντής στους σπόρους σοδειάς και κτηνοτροφικής. Τα φυτά προσαρμόζονται στα περισσότερα εδάφη και οι σπόροι, δεν εξαρτώνται από τις χαμηλές θερμοκρασίες πριν βλαστήσουν, αλλά δεν θα πρέπει να είναι σε βάθος μεγαλύτερο των 2,5 εκ. εντός του εδάφους.
Αν δεν είναι στην άνθιση, το είδος αυτό ενίοτε συγχέεται με άλλα, όπως τη Chondrilla juncea, η οποία έχει παρόμοιους βασικούς ρόδακες φυλλωμάτων. Ένα άλλο φυτό, το οποίο μερικές φορές αναφέρεται ως πικραλίδα φθινοπώρου (fall dandelion - Scorzoneroides autumnalis), είναι πολύ παρόμοιο με την πικραλίδα, αλλά, αργότερα παράγει «κίτρινους αγρούς».
Το T. officinale, έχει ένα αρχείο απολιθωμάτων το οποίο στην Ευρώπη, μας πηγαίνει πίσω στην εποχή των παγετώνων και τη μεσοπαγετωνική εποχή.
Χρήσεις
Ενώ η πικραλίδα θεωρείται από πολλούς κηπουρούς και ιδιοκτήτες γκαζόν, ως ένα αγριόχορτο, το φυτό έχει πολλές μαγειρικές και φαρμακευτικές χρήσεις. Τα άνθη του χρησιμοποιούνται για να φτιάξουν κρασί πικραλίδας, τα χόρτα χρησιμοποιούνται στις σαλάτες, οι ρίζες έχουν χρησιμοποιηθεί για να κάνουν ένα υποκατάστατο του καφέ (όταν ψήνονται και αλέθονται σε σκόνη) και το φυτό χρησιμοποιήθηκε από τους ιθαγενείς Αμερικανούς ως τροφή και φάρμακο.
Μαγειρική
Πιάτο από σοταρισμένα χόρτα πικραλίδας, με ρύζι Wehani.
Οι πικραλίδες συλλέγονται είτε άγριες είτε καλλιεργούνται σε μικρή κλίμακα, ως φυλλώδες λαχανικό. Τα φύλλα, μπορούν να καταναλωθούν είτε μαγειρεμένα είτε ωμά σε διάφορες μορφές, όπως σε σούπα ή σαλάτα. Είναι ίσως πιο κοντά σε χαρακτήρα, με τα πράσινα της μουστάρδας. Συνήθως τα νεαρά φύλλα και οι ανθοφόροι οφθαλμοί (τα μπουμπούκια) τρώγονται ωμά σε σαλάτες, ενώ τα μεγαλύτερης ηλικίας φύλλα μαγειρεύονται. Τα ακατέργαστα φύλλα έχουν μια ελαφρώς πικρή γεύση. Η σαλάτα πικραλίδας, συχνά συνοδεύεται με βραστά αυγά. Τα φύλλα είναι πλούσια σε βήτα-καροτένιο, βιταμίνη C και σίδηρο, περιέχοντας περισσότερο σίδηρο και ασβέστιο απ'ότι το σπανάκι.
Τα άνθη πικραλίδας, μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να παρασκευάσουν κρασί πικραλίδας, για το οποίο υπάρχουν πολλές συνταγές. Τα περισσότερα από αυτά περιγράφονται με μεγαλύτερη ακρίβεια ως «πικραλιδαρωματισμένος οίνος», όπως κάποιο άλλο είδος χυμού ή εκχυλίσματος το οποίο χρησιμεύει ως το κύριο συστατικό. Επίσης, έχει χρησιμοποιηθεί σε ένα εποχικό είδος μπύρας η οποία ονομάζεται Pissenlit (η Γαλλική λέξη για την πικραλίδα, που κυριολεκτικά σημαίνει «βρέξε το κρεβάτι») και η οποία παρασκευάζεται από την «Brasserie Fantôme» στο Βέλγιο. Το «Dandelion and burdock» («Πικραλίδα και τρίβολος») είναι ένα ανθρακούχο αναψυκτικό, το οποίο είναι από καιρό δημοφιλές στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Άλλη μια συνταγή χρήσης του φυτού, είναι η μαρμελάδα από άνθη πικραλίδας. Στη Σιλεσία καθώς επίσης και σε άλλα μέρη της Πολωνίας και του κόσμου. Επίσης, τα άνθη πικραλίδας, χρησιμοποιούνται για να κάνουν ένα σιρόπι υποκατάστατο του μελιού, με την προσθήκη λεμονιού (αποκαλούμενο Μαϊό-μελο (May-honey)). Η ρίζα της φρυγμένης (ψημένης) και αλεσμένης πικραλίδας, μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως ένα μη καφεϊνούχο υποκατάστατο του καφέ.
Βοτανική ιατρική
Όταν εκριζωθεί η πικραλίδα, η ρίζα της μπορεί να παραμείνει στο έδαφος και έτσι να δημιουργηθεί ένα νέο φυτό.
Ιστορικά, η πικραλίδα ήταν περιζήτητη για μια ποικιλία από φαρμακευτικές ιδιότητες, καθώς περιέχει ένα μεγάλο αριθμό φαρμακολογικά δραστικών ενώσεων. Η πικραλίδα περιέχει φλαβονοειδή όπως λουτεολίνη, απιγενίνη και isoquercitrin (μια σαν την κουερσετίνη ένωση), καθώς επίσης καφεϊκό και χλωρογενικό οξύ. Η πικραλίδα περιέχει επίσης τερπενοειδή, τριτερπένια και σεσκιτερπένια. Η πικραλίδα έχει χρησιμοποιηθεί ως βοτανική θεραπεία στην Ευρώπη, τη Βόρεια Αμερική και την Κίνα. «Εμπειρική παραδοσιακή εφαρμογή της πικραλίδας σε ανθρώπους, ιδίως για τη θεραπεία πεπτικών διαταραχών, υποστηρίζεται από φαρμακολογικές έρευνες. Ορισμένα αποτελέσματα π.χ. σχετικά με πιθανή διουρητική δράση, είναι ακόμη αντιφατικά και απαιτούν ενδελεχή επανέρευνα».
Έχει χρησιμοποιηθεί στη βοτανική ιατρική για τη θεραπεία λοιμώξεων, προβλημάτων χολής (ως χολαγωγό) καθώς διεγείρει τις εκκρίσεις της χολής και κρατά τη χοληστερίνη σε χαμηλά επίπεδα.Τονώνει τις λειτουργίες του ήπατος, καθώς και ως ευστόμαχο τονωτικό.Το ταραξάκο έχει δύο ιδιαίτερα σημαντικές χρήσεις: να προάγει το σχηματισμό της χολής και να απομακρύνει από το σώμα το περίσσειο ύδωρ, σε οιδηματώδεις συνθήκες που προκύπτουν από προβλήματα στο ήπαρ.Ειδικότερα η ρίζα, επηρεάζει όλες τις μορφές των εκκρίσεων από το σώμα. Ενεργώντας στην αφαίρεση των δηλητηρίων από το σώμα, δρα ως τονωτικό καθώς επίσης και ως διεγερτικό.
Η ρίζα της πικραλίδας είναι ένα καταχωρημένο φάρμακο στον Καναδά, πωλούμενο κυρίως ως διουρητικό. Η πικραλίδα χρησιμοποιείται στη βοτανική ιατρική, ως ένα ήπιο καθαρτικό για την αύξηση της όρεξης και ως ένα πικρό φυτό για τη βελτίωση της πέψης. Το γαλακτώδες λατέξ του έχει χρησιμοποιηθεί ως κουνουπο-απωθητικό και ως λαϊκό φάρμακο, για τη θεραπεία των κρεατοελιών.
Με πολλή χαμηλή ή και καθόλου τοξικότητα, το T. officinale μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε καθημερινή βάση, ως αφέψημα όπως το τσάι.
Σαν αφέψημα, το ταραξάκο καταπολεμά τη δυσκοιλιότητα, είναι εξαιρετικό τονωτικό για το συκώτι και το βοηθά να απομακρύνει τις κάθε προέλευσης τοξίνες.
Γι'αυτό το λόγο το ταραξάκο βοηθάει αποτελεσματικά, ενώ συντελεί δραστικά και στην καύση των λιπών. Πρόκειται για φυτό με διουρητικές ιδιότητες που όμως δεν δημιουργεί απώλειες καλίου, όπως συμβαίνει με κάποια διουρητικά, καθώς περιέχει άφθονη ποσότητα και όσο το καταναλώνουμε, άλλο τόσο τροφοδοτεί τον οργανισμό μας.
Προετοιμασία - δοσολογία
Χρησιμοποιείται ολόκληρο το φυτό, πριν την ανθοφορία του, τα φύλλα κατά την ανθοφορία και η ρίζα μόνη της, το φθινόπωρο.
Έγχυση: Σε ένα φλιτζάνι βραστό νερό, εμβρέχονται 2 κτγ. από το φυτό ή τη ρίζα και πίνονται ημερησίως ½ έως 1 χλιαρό ή κρύο φλιτζάνι.
Αφέψημα: Λαμβάνονται 4 oz (113 γραμ.) και 2 pt. (1.140 ml)· σιγοβράζουν έως ότου μείνουν 570 ml και σουρώνονται. Λαμβάνονται 3 κτσ. έξη φορές ημερησίως.
Κρύο εκχύλισμα: Λαμβάνονται 2 κτγ. από το φυτό με 1 φλιτζάνι νερό· και αφήνονται για 8 ώρες.
Χυμός: Ως εαρινό τονωτικό, 1 κτγ. πιεσμένο χυμό από τα γαλακτοφόρα φύλλα. Μια έως τρεις φορές ημερησίως.
Θεραπεία ταραξάκο: Χρησιμοποιούνται 2 κτγ. φρέσκια ρίζα και φύλλα με ½ φλιτζάνι νερό· βράζονται σύντομα και κατόπιν σουρώνονται για 15 λεπτά. Λαμβάνεται ½ φλιτζάνι, πρωί και βράδυ. Επιπλέον, λαμβάνονται 1 έως 2 ποτήρια με νερό με 3 κτσ. (πιεσμένα από τη ρίζα και τα φύλλα) ανά ποτήρι. Τα φύλλα χρησιμοποιούνται για σαλάτα.
Λοιπά
Από τα άνθη, μπορούν να ληφθούν κίτρινα ή πράσινα χρώματα βαφής, αλλά, από τις ρίζες του φυτού, μπορεί να ληφθεί λίγο χρώμα.
Το T. officinale είναι τροφή για τις κάμπιες αρκετών λεπιδοπτέρων (πεταλούδες και νυχτοπεταλούδες), όπως η tortrix moth Celypha rufana.
Στη λαϊκή δεισιδαιμονία, λέγεται ότι αν κάποιος δει ταραξάκον στον ύπνο του, θα έχει κακοτυχία.
Τοξικότητα
Το Ταραξάκον το φαρμακευτικόν (Taraxacum officinale), έχει συνδεθεί με κρούσματα της ασθένειας των ίππων.
«Dandelion Root Project»
Το «Dandelion Root Project» ξεκίνησε το 2009, σε μια προσπάθεια να διερευνηθεί η αντικαρκινική δράση του εκχυλίσματος της ρίζας της πικραλίδας κατά των καρκινικών κυττάρων στο εργαστήριο (σε κύτταρα και σε ζωικά μοντέλα). https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%A4%CE%B1%CF%81%CE%AC