Πέμπτη 31 Μαρτίου 2022

Σήμερα 31 Μαρτίου Αγίου Υπατίου Ιερομάρτυρος

Μαρίνα Ηρακλείου
 Σήμερα 31 Μαρτίου Αγίου Υπατίου Ιερομάρτυρος

για μεγέθυνση ροδάκι να ν ανοίξει με φακό

Ὁ Ἅγιος Θεόφιλος ὁ Μάρτυρας καὶ οἱ σὺν αὐτῷ μαρτυρήσαντες ἐν Κρήτῃ

Ὁ Ἅγιος Θεόφιλος μαρτύρησε μὲ τὴν οἰκογένειά του στὴν Κρήτη. Στὸ α’ στιχηρὸ τοῦ Ἑσπερινοῦ ὑπάρχει πληροφορία περὶ τοῦ μαρτυρίου τῆς συζύγου του: «…καὶ νυμφῶνος θείου ἐχώρησας ἔνδον, νενυμφευμένην τῷ Χριστῷ διὰ βασάνων τοῦ σώματος τὴν σύζυγον ἀγόμενος…». Στὸ α’ τροπάριο τῆς γ’ Ὠδῆς τοῦ Κανόνος γίνεται λόγος περὶ μαρτυρίου καὶ τῶν τέκνων του. Προφανῶς ἔχουμε περίπτωση οἰκογενειακοῦ μαρτυρίου ἀνάλογο πρὸς ἐκείνου τοῦ Ἁγίου Μεγαλομάρτυρος Εὐσταθίου († 20 Σεπτεμβρίου) καὶ τοῦ Ἁγίου Ἑσπέρου († 2 Μαΐου). Πιθανότατα οἱ Ἅγιοι μαρτύρησαν κατὰ τὴν ἐποχὴ τῶν διωγμῶν τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας.  https://www.synaxarion.gr/gr/sid/2502/sxsaintinfo.aspx

Σουσαμόπιτα Αλεξανδρουπόλεως

Μια συνταγή της Σαρακοστής απο τη συλλογη της Μαίρης Παναγάκου απο ένα παλιό ένθετο φυλλαδιο.

Σουσαμόπιτα από την Αλεξανδρούπολη

ΥΛΙΚΑ ΓΙΑ 20-25 ΚΟΜΜΑΤΙΑ:
1/2 κιλό φύλλο κρούστας για γλυκά/
1/2 κιλό σουσάμι καλά καβουρδισμένο/
1 1/2 φλ. τσ. σησαμέλαιο/
1 κ. γλ. κανέλλα σε σκόνη/
1/2 κ. γλ. γαρίφαλο σε σκόνη/
3 κ.σ. φρυγανιά τριμμένη/
2 κ.σ. σουσάμι για γαρνιτούρα/

Υλικά για το σιρόπι:
2 φλ. τσ. ζάχαρη
2 φλ. τσ. νερό
1 φλ. τσ. μέλι
2 κ.σ. κονιάκ
1 ξύλο κανέλλας και 5-6 γαριφαλάκια

ΤΡΟΠΟΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ

1 . Καβουρδίζουμε σε αντικολλητικό τηγάνι το σουσάμι και αφήνουμε να καβουρδιστεί αρκετά. Όταν κρυώσει, το ανακατεύουμε με τα μυρωδικά και τη φρυγανιά, 

2. Αλείφουμε με σησαμέλαιο ένα ταψί Νο 30 και απλώνουμε 3 φύλλα κρούστας αλειμμένα
επίσης με σησαμέλαιο το καθένα. Απλώνουμε λίγο από το μείγμα επάνω τους και συνεχίζουμε, με άλλο ένα φύλλο, το λαδώνουμε και πασπαλίζουμε με λίγο ακόμα από το μείγμα του σουσαμιού.

 3. Συνεχίζουμε με φύλλο, μείγμα, εναλλάξ μέχρι να τελειώσουν τα υλικά. Τελειώνουμε με 3 φύλλα αλειμμένα με σησαμέλαιο μεταξύ τους.

4. Με κοφτερό μαχαίρι χαράζουμε την πίτα σε κομμάτια και τη ραντίζουμε με λίγο νερό για να γίνει τραγανό το φύλλο. Βάζουμε σε κατσαρολάκι το σησαμέλαιο να κάψει καλά. Ρίχνουμε το καυτό σησαμέλαιο στην επιφάνεια της σουσαμόπιτας, Θα πρέπει το φύλλο να ασπρίσει τη στιγμή που θα το ρίξουμε. Πασπαλίζουμε με το ακαβούρδιστο σουσάμι.

5. Προθερμαίνουμε τον φούρνο στους 180 βαθμούς πάνω-κάτω και ψήνουμε για 15'. Μετά χαμηλώνουμε τη θερμοκρασία στους 130 βαθμούς για 30' ακόμα, μέχρι να ροδίσει καλά.

Βγάζουμε το ταψί και αφήνουμε τη σουσαμόπιτα να κρυώσει. 6. Ετοιμάζουμε το σιρόπι. Βάζουμε σε κατσαρόλα το νερό με τη ζάχαρη και τα μυρωδικά να βράσει για 5-6 λεπτά και μετά ρίχνουμε το μέλι. Βράζουμε γιο ακόμα 2-3', ξαφρίζοντας αν χρειαστεί και προσθέτουμε το κονιάκ. Αφήνουμε 5' να αρωματιστεί το σιρόπι και σιροπιάζουμε με το ζεστό σιρόπι.

Σερβίρουμε το ιδιαίτερο αυτό θρακιώτικο γλυκό με σπιτικό λικέρ, αρωματικό τσάι ή παγωμένη σπιτική λεμονάδα.

Ένα φώς στο νησί της Κλαίρ Μποναφέ

Γύρισε τη ράχη στην ακτή που δε διακρινόταν πια, και στράφηκε κατα τη δύση, οσφραινόμενος τον άνεμο που ερχόταν από τ' ανοιχτά τον μαστίγωνε κι έπαιρνε από πάνω του το φόβο. Και όπως πήγαινε με βημα αργό, θαμπωμένος από τον ήλιο που έγερνε στον ορίζοντα αισθάνθηκε να ξεθωριάζει μέσα του η ανάμνηση των χαοτικών, των άδειωι ημερών που τον χώριζαν από την προηγούμενη ζωή του. Δεν ήταν πα σε θέση να πει πόσες ώρες είχε περάσει στο Παρίσι, στην αίθουσα αναμονής του σταθμού της Λιόν, μέχρι να μπει σε κάποιο από τα λίγα τρένα που έφευγαν, πόσοι Γερμανοί στρατιώτες και Γάλλοι αστυνομικοί είχαι ξεφυλλίσει το διαβατήριό του, πόσες μέρες ταξίδευε όρθιος σ έναν ασφυκτικά γεμάτο διάδρομο ή μισοκοιμόταν μαζί με άλλους ταξιδιώτες σ ένα παγκάκι ενός μικρού, επαρχιακού σταθμού, και άλλα. Όλα είχαν μεμιάς βυθιστεί μέσα σ' ένα απροσπέλαστο παρελθόν, κι ένιωθε ανάλα φρος, υπέροχα ελεύθερος, σαν ταξιδιώτης του παλιού καιρού, με μοναδική αίσθηση αυτήν της αστραφτερής θάλασσας και του μισοφέγγαρου που πρόβαλλε στον ουρανό.

Πραγματικά, λίγο παρακάτω ήταν σαν να μην είχε γίνει πόλεμος. όχι μόνο γι' αυτόν, τον Ξαβιέ Σέθιεφ, μα και για όλους τους εξορίστους που έπαιρνε μαζί του στ' ανοιχτά το Τοξότης. «Το φρούριο του Ιφ•, το φρούριο του Ιφ!» τσίριξε μια φωνή την ώρα που κάποιο χέρι
έδειχνε μια δαντελωτή σιλουέτα, μακριά. Ακούστηκαν γέλια, φωνές, κάποιοι περίεργοι ήρθαν και γραπώθηκαν από το παραπέτο, λες κι επρόκειτο για θαύμα. Κανείς δεν έμενε στη θέση του, και παρά τον όγκο του, το πλήθος μετατοπιζόταν χωρίς τσαλαπατήματα, ολοφάνερα μεθυσμένο από την προοπτική να περάσει την πρώτη νύχτα μεσοπέλαγα. Όλοι έμοιαζαν να έχουν ξεχάσει την παραφροσύνη της σιαχώρησης, από τη στιγμή που τους βόλεψαν ανά δύο, τέσσερις κι έξι  στις καμπίνες, και τους σύστησαν να χρησιμοποιούν το νερό μόνο πέντε λεπτά τη μέρα. («Και να θεωρείτε πως είστε τυχεροί που το δικαιούστε ακόμη!» είχε φωνάξει ένας γερο-καμαρότος, αγανακτισμένος από τις διαμαρτυρίες τους. «Διακόσια άτομα εκεί κάτω κοιμούνται πάνω στα ξύλα, και δεν έχουν καθόλου νερό!»)
...