Η καλύβα του Μπαρμπα-Θωμά
Uncle Tom's Cabin
Η καλύβα του Μπαρμπα-Θωμά, (πρωτότυπος τίτλος στα αγγλικά: Uncle Tom's Cabin or, Life Among the Lowly) είναι βιβλίο της Αμερικανίδας συγγραφέως Χάριετ Μπίτσερ Στόου (Harriet Beecher Stowe). Εκδόθηκε στις 20 Μαρτίου του 1852 και είχε σημαντικό αντίκτυπο στην συμπεριφορά απέναντι στους Αφροαμερικανούς και τη δουλεία στις ΗΠΑ. Ειδικά στην τελευταία περίπτωση το μυθιστόρημα αυτό ενέτεινε τη διαμάχη μεταξύ Αμερικανικού Βορρά και Νότου, η οποία οδήγησε στον Αμερικανικό Εμφύλιο Πόλεμο.
Η Καλύβα του Μπαρμπα-Θωμά ήταν το πιο δημοφιλές σε πωλήσεις μυθιστόρημα του 19ου αιώνα (και το δεύτερο πιο δημοφιλές βιβλίο εκείνου του αιώνα μετά τη Βίβλο) και θεωρείται πως συνδαύλισε το αποσχιστικό κίνημα της δεκαετίας του 1850. Το πρώτο χρόνο της κυκλοφορίας του πουλήθηκαν 300.000 αντίτυπα μόνο στις ΗΠΑ. Ο αντίκτυπος του βιβλίου ήταν τόσο μεγάλος, ώστε όταν ο Αβραάμ Λίνκολν συνάντησε τη συγγραφέα στην αρχή του Αμερικανικού Εμφυλίου, λέγεται πως της είπε: "Ώστε αυτή είναι η μικρή κυρία που έκανε αυτόν τον μεγάλο πόλεμο".
Το έργο διαδραματίζεται στα μέσα του 19ου αιώνα, λίγα μόνο χρόνια πριν από την απελευθέρωση των Μαύρων της Αμερικής, που προκάλεσε εμφύλιο πόλεμο ανάμεσα στις Πολιτείες του Βορρά και του Νότου.
Σε μια φυτεία στην Πολιτεία του Κεντάκυ, ζούσε ένας νέγρος δούλος ο Μπαρμπα-Θωμάς, όπως τον φώναζαν όλοι. Ήταν πολύ καλός, ικανός, έξυπνος και τίμιος και τα αφεντικά του τον αγαπούσαν πολύ. Όμως ο ιδιοκτήτης της φυτείας, ο κ. Σέλμπυ, είχε χρέη. Για να ανταπεξέλθει ήταν υποχρεωμένος να πουλήσει μερικούς από τους δούλους του στον δουλέμπορο Χάλεϋ, έναν τύπο κακό και απάνθρωπο, που πίστευε ότι οι Μαύροι είναι ==εμπορεύσιμα== ζώα.
Ο Χάλεϋ διαλέγει τον Μπαρμπα-Θωμά και τον Χάρη, το μικρό αγοράκι μίας μαύρης, της Ελίζας. Με βαριά καρδιά, ο κ. Σέλμπυ παίρνει τα χρήματα που προσφέρει ο δουλέμπορος και υπογράφονται τα χαρτιά. Αλλά ο Σέλμπυ έχει σκοπό, μόλις εξοικονομήσει λεφτά να αγοράσει ξανά τον Μπαρμπα-Θωμά. Το ίδιο βράδυ, η Ελίζα τρέχει στην καλύβα που μένει ο Θωμάς με τη γυναίκα του και τα παιδιά του. Τον πληροφορεί ότι ο κύριός του τούς πούλησε σε δουλέμπορο και τον συμβουλεύει να φύγει μαζί της. Μα ο Θωμάς αρνείται καθώς δεν μπορεί να προδώσει την εμπιστοσύνη του αφέντη του.
Η Ελίζα φεύγει με το παιδί της. Καθώς είναι και οι δύο ανοιχτόχρωμοι σκέφτεται ότι ίσως τα καταφέρει να φτάσει σε Πολιτεία που δεν ισχύει το καθεστώς της δουλείας. Ο δουλέμπορος πληροφορείται την απόδραση και αρχίζει μία δραματική καταδίωξη. Στο μεταξύ, ο Χάλεϋ αλυσοδένει τον Θωμά, τον επιβιβάζει σε ποταμόπλοιο και τον πηγαίνει στη Νέα Ορλεάνη για να τον πουλήσει σε σκλαβοπάζαρο.
Με το ίδιο πλοίο ταξιδεύει ο κ. Σαιν-Κλαιρ με τη μικρή κόρη του Εύα. Ο Θωμάς σώζει την μικρή όταν σε μια στιγμή έπεσε από το ποταμόπλοιο και κινδύνευε να πνιγεί. Ο Σαιν-Κλαιρ σε ένδειξη ευγνωμοσύνης αγοράζει τον Θωμά από τον δουλέμπορο.
Ενώ συμβαίνουν όλα αυτά, η καταδίωξη της Ελίζας από τους ανθρώπους του Χάλεϋ συνεχίζεται. Μόνο που η Ελίζα στέκεται τελικά τυχερή. Την φιλοξενούν σ' ένα σπίτι που ο ιδιοκτήτης του είναι εναντίον της δουλείας. Γίνεται μάχη ανάμεσα στους δουλέμπορους και τους προστάτες της Ελίζας και στο τέλος η φτωχή μαύρη σώζεται και κερδίζει την πολυπόθητη ελευθερία.
Αντιθέτως ο Θωμάς στέκεται άτυχος καθώς ένα απροσδόκητο γεγονός στο αρχοντικό του Σαιν-Κλαιρ και μία σειρά από ατυχήματα ρίχνουν τον Θωμά στα χέρια ενός σκληρού και ρατσιστή αφέντη, ο οποίος αργότερα θα τον χτυπήσει μέχρι θανάτου.
Η Καλύβα του Μπαρμπα-Θωμά πρωτοεμφανίστηκε ως σειρά σε 40 εβδομαδιαίες συνέχειες στο περιοδικό Εθνική Εποχή, ένα περιοδικό κατά της δουλείας, και ξεκίνησε με το τεύχος της 5ης Ιουνίου του 1851. Εξαιτίας της δημοτικότητας της σειράς, ο εκδότης Τζον Jewett πρότεινε στη συγγραφέα τη μετατροπή της σειράς σε βιβλίο. Αν και η Στόου είχε επιφυλάξεις σχετικά με το αν κάποιος θα διάβαζε την Καλύβα του Μπαρμπα-Θωμά σε μορφή βιβλίου, τελικά συναίνεσε στην πρόταση.
Ολοσέλιδη εικονογράφηση από τον Billings Hammatt για την Καλύβα του Μπαρμπα-Θωμά (πρώτη έκδοση: Boston: John P. Jewett and Company, 1852). Η γκραβούρα δείχνει την Ελίζα να λέει στον Μπαρμπα-Θωμά ότι έχει πωληθεί και τρέχει μακριά για να σώσει το παιδί της.
Πεπεισμένος ότι το βιβλίο θα γίνει δημοφιλές, ο εκδότης πήρε την ασυνήθιστη (για την εποχή) απόφαση να προσθέσει έξι ολοσέλιδες γκραβούρες του Hammatt Billings στην πρώτη εκτύπωση[1] Εκδόθηκε σε μορφή βιβλίου στις 20 Μαρτίου 1852, και σχεδόν αμέσως εξαντλήθηκε. Ορισμένες άλλες εκδόσεις τυπώθηκαν σύντομα (όπως η πολυτελής έκδοση του 1853, η οποία διαθέτει 117 γκραβούρες του Billings)[2]
Κατά το πρώτο έτος δημοσίευσης, πουλήθηκαν 300.000 αντίτυπα του βιβλίου. Το βιβλίο έχει μεταφραστεί σε όλες τις κύριες γλώσσες του κόσμου, και τελικά έγινε το δεύτερο καλύτερο σε πωλήσεις βιβλίο μετά την Αγία Γραφή. [3] Ορισμένες από τις αρχικές του εκδόσεις είχαν εισαγωγή από τον James Sherman, έναν υπουργό Θρησκευμάτων στο Λονδίνο γνωστό για τις απόψεις του περι κατάργησης της δουλείας.
Η Καλύβα του Μπαρμπα-Θωμά "πούλησε" εξίσου καλά και στη Μεγάλη Βρετανία, με την πρώτη έκδοση του Λονδίνου να εμφανίζεται το Μάιο του 1852 και να ανέρχεται σε 200.000 αντίτυπα. [4] Σε λίγα χρόνια πάνω από 1,5 εκατ. αντίγραφα του βιβλίου κυκλοφόρησαν στη Μεγάλη Βρετανία, αν και οι περισσότερες από αυτές ήταν πειρατικά αντίτυπα (όπως και στις Ηνωμένες Πολιτείες).
Γειά σας και χαρά σας! ......... Λίγο πολύ όλοι την έχουμε την δόση μας και εγώ λίγο παραπάνω και επιπλέον μια δόση αυτοσαρκασμού ......... Ελπίζω να σας αρέσει το περιεχόμενο που δημιουργώ εδώ κάθε μέρα ...... Σας ευχαριστώ!
Κυριακή 21 Αυγούστου 2022
Η καλύβα του Μπαρμπα-Θωμά
Ένα παιδί μετρούσε τ' άστρα
Ένα παιδί μετρούσε τ' άστρα
Κατερίνα Γκαράνη
Αυτή η χώρα είναι ένα παιδί. Οι νόμιμοι εκλεγμένοι κηδεμόνες αυτού του παιδιού το κλείνουν σε ντουλάπα για να το τρομοκρατήσουν, σβήνουν πάνω του αναμμένα τσιγάρα για να γλεντήσουν και το πασάρουν για τις όποιες ορέξεις σε φίλους και γνωστούς με πολύ φθηνό αντίτιμο. Ίσα για να βγει ο μήνας σε ποτά και γλέντια.
Συχνά πυκνά το «παρκάρουν» όχι σε όποιον βρουν, αλλά στους ψηφοφόρους κουμπάρους τους, που πάντα καλύπτουν τον βασανισμό γιατί παίρνουν κι αυτοί το εξτραδάκι βγάζοντας και την ανάλογη αρρώστια τους για όσο κρατάει η φύλαξη.
Αυτό το παιδί έχει αποδείξει ότι είναι μοναδικό και ότι η αντοχή του είναι εξωπραγματική. Οι εκτός παιχνιδιού αυτού του εξευτελισμού και βιασμού είναι οι γείτονες που ξέρουν τι γίνεται, βλέπουν τι διαπράττεται, ακούν τα ουρλιαχτά αλλά αποφεύγουν να εμπλακούν. Ο πρώτος λόγος είναι ο φόβος των αντιποίνων που θα δεχθούν από την πλειοψηφική συμμορία αν η αλήθεια μαθευτεί. Ο δεύτερος, και χειρότερος λόγος, είναι ότι έχουν συνηθίσει τόσο αυτό που συμβαίνει, που αν λείψει θα είναι σαν να έφυγε ένας τοίχος του σπιτιού τους. Και αμέτοχοι και συμμέτοχοι στο έγκλημα.
Οι πατούσες αυτού του παιδιού μοιάζουν με τα ξεραμένα χωράφια των κάμπων που κανένας δεν κάνει πια τον κόπο να γυρίσει τα χώματα για να έχουν οξυγόνο οι ρίζες του να απλωθούν. Τα πόδια του ίδιοι οι κίονες των Ναών που μόνο κομμένα και δοσμένα στα ενεχυροδανειστήρια του κόσμου θα έχουν πια αξία αφού σώμα, όταν θα λείψουν, δεν θα έχουν να κρατήσουν . Το μελανιασμένο κορμί του ένα Αιγαίο γεμάτο χαρακιές από τον σχεδιασμό νέων συνόρων. Διαβήτες και μύτες μολυβιών πάνω σε έναν ανθρώπινο χάρτη περιφέρονται για το πόσο θα πάρει ο γείτονας με το αζημίωτο υπέρ των κηδεμόνων και του συρφετού υποστήριξής τους. Τα χέρια του, οι οροσειρές που το προστάτευαν από χτυπήματα και θύελλες εισβολέων, έχουν αρχίσει να φλέγονται και δίνονται αντιπαροχή στους οικείους των νόμιμων κηδεμόνων που μία βίλα θέλουν με θέα και ας ανήκει το οικόπεδο αλλού. Τα δάκτυλα του, οι νέοι, που θα το έσωναν γδέρνοντας ακόμη και με τα νύχια τους τους βιαστές, έχουν γίνει χειρότεροι από τους θύτες. Αυτό που έμαθαν να κάνουν είναι να διπλώνουν κομματικά ψηφοδέλτια σε εκλογές του παραδόξου την ώρα που διαπράττεται ένας ομαδικός βιασμός, μόνο και μόνο για να σώσουν το τομάρι τους, ξεχνώντας ότι ένα δάκτυλο από μόνο του είναι άχρηστο για όλους. Οι νέοι είναι φτιαγμένοι να αλλάζουν τον κόσμο, αλλά σε αυτή την χώρα-παιδί μεταλλάχτηκαν υπέρ της βόλεψης. Ακόμα και η ελπίδα σε αυτό τον τόπο είναι τελικά πουλημένη.
Όσο για το κεφάλι του παιδιού, έχει γίνει μια μάζα από τα απανωτά γρονθοκοπήματα για να βγάλουν μέσα από το κρανίο του τους αγνώστους νεκρούς που τα δώσαν όλα υπερασπίζοντάς το και αυτό από πείσμα δεν λέει να τους λησμονήσει. Την γλώσσα την έχουν κόψει από καιρό για να μην μιλά γιατί όσο μιλούσε την ώρα του βασανισμού του καταλάβαιναν, αν και κτήνη, ότι είναι ένα τίποτα μπροστά σε έναν Λόγο που αρθρώνεται χωρίς να βαρβαρίζει. Τα μάτια του τα έχουν βγάλει για να μην τους κοιτά, γιατί όσο τους κοιτούσε έβλεπαν την ομορφιά που καθρέφτιζε την δική τους ασχήμια. Μόνο τα αφτιά του έχουν αφήσει όχι από λύπηση αλλά για μαρτύριο. Να ακούει να περνούν οι γείτονες γελώντας απ’ έξω πηγαίνοντας στις δουλειές τους, και να ξέρει ότι ούτε αυτή την φορά δε θα είναι τυχερό.
Αυτή η χώρα παιδί που δεν το μεγαλώσαμε εμείς αλλά αυτό εμάς, δεν έχει συνηθίσει τον πόνο και κάθε λεπτό ζει με την ίδια ένταση τον βασανισμό. Έχει πάψει να ελπίζει ότι κάποιος θα δώσει το θνητό τομάρι του για μία αθάνατη ιδέα. Ξέρει ότι αργά ή γρήγορα τα ζωντανά μα ακρωτηριασμένα μέλη του θα είναι σε γυάλινες προθήκες ως τρόπαιο καλοπληρωτών πελατών. Το μόνο που κάνει, την ώρα που περνάνε οι στρατιές των νηστικών χορτάτων από πάνω του και όλοι εμείς οι αθώοι-ένοχοι έξω από το μανταλωμένο παράθυρό του, είναι να ακούει μέσα στις βρισιές και τα χάχανα έναν Ύμνο που κάποτε, κάποιοι τού είχαν τραγουδήσει σηκώνοντάς το ψηλά. Πολύ ψηλά. Μέχρι τ' άστρα.
http://simplemangreek.blogspot.com/2011/05/blog-post_18.html
Σάββατο 20 Αυγούστου 2022
20 Αυγούστου 1950
20 Αυγούστου 1950
Απαγωγή
της Τασούλας Πετρακογεώργη έξω από κινηματογράφο στην Κρήτη, από αδερφό
ενός βουλευτή, τον Κώστα Κεφαλογιάννη. Η απαγωγή προκαλεί κινητοποίηση
του στρατού στη Μεγαλόνησο και η κρίση τερματίζεται με την παράδοση των
δύο πρωταγωνιστών στη χωροφυλακή, στο χωριό Γαράζο την 1/9/1950, αφού
πριν ενώθηκαν με τα δεσμά του γάμου.
20 Αυγούστου 1950: Η απαγωγή της Τασούλας – Ένας έρωτας που παραλίγο να προκαλέσει εμφύλιο στην Κρήτη
Το
καλοκαίρι του 1950 και πιο συγκεκριμένα στις 20 Αυγούστου 1950, η Κρήτη
απειλείται με αιματοκύλισμα. Αφορμή μία. . . απαγωγή.
Ο Κώστας,
αδελφός του βουλευτή του Λαϊκού Κόμματος Μανόλη Κεφαλογιάννη, «κλέβει»
στο Ηράκλειο την όμορφη Τασούλα, κόρη του βουλευτή των Φιλελευθέρων,
Γιώργη Πετρακογιώργη, ενώ έβγαινε από τον κινηματογράφο «Οασις»
συνέχεια https://agonaskritis.gr/
Το
καλοκαίρι του 1950, η Κρήτη απειλείται με αιματοκύλισμα. Αφορμή μία. . .
απαγωγή. Ο Κώστας, αδελφός του βουλευτή του Λαϊκού Κόμματος Μανόλη
Κεφαλογιάννη, «κλέβει» στο Ηράκλειο την όμορφη Τασούλα, κόρη του
βουλευτή των Φιλελευθέρων, Γιώργη Πετρακογιώργη. Πάνω από χίλιοι
οπλοφόροι, οπαδοί του Πετρακογιώργη, ετοιμάζονται να επιτεθούν σε
ισάριθμους οπλισμένους Ανωγειανούς, οπαδούς του Κεφαλογιάννη, για να
πάρουν πίσω την Τασούλα. Ο εμφύλιος πόλεμος είναι ορατός. Ο απαγωγέας με
την Τασούλα κρύβονται σε σπηλιές του Ψηλορείτη ενώ ο πρωθυπουργός
Σοφοκλής Βενιζέλος, για να προλάβει το αιματοκύλισμα, κηρύσσει στην
Κρήτη Στρατιωτικό Νόμο, επιβάλλει αυστηρή λογοκρισία στον Τύπο και
αναστέλλει την ισχύ εννέα άρθρων του Συντάγματος. . . Πάνω από δύο
χιλιάδες χωροφύλακες και στρατιώτες χτενίζουν τον Ψηλορείτη για να βρουν
τον Κώστα και την Τασούλα, χωρίς αποτέλεσμα. . . (ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ
ΣΤΟ ΟΠΙΣΘΟΦΥΛΛΟ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ)
συνέχεια
https://www.politeianet.gr/books/9789604222902-
Ιστορία του Βυζαντίου
Ιστορία του Βυζαντίου πηγή εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ 18-2-2007
Της ΜΑΙΡΗΣ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΙΔΟΥ
Byzantinus αντί Constantinopolitanus
Οι κάτοικοι του Βυζαντίου ουδόλως γνώριζαν ότι ζούσαν στη "βυζαντινή περίοδο"
Cyril Mango (επιμ.)
Ιστορία του Βυζαντίου
Μετάφραση Όλγα Καραγιώργου
Επιμέλεια ελληνικής έκδοσης Γιασμίνα Μωυσείδου
Εκδόσεις Νεφέλη 2006
σελ. 448
Για τον Έλληνα που γαλουχήθηκε με γενναίες δόσεις αρχαιογνωσίας , η
βρετανική ματιά των δώδεκα πανεπιστημιακών αυτού του βιβλίου είναι
εξαγνιστική, καθ'ότι για πρώτη φορά παιγνιώδης. Αλλά και για τους
ιστορικούς ανά τον κόσμο, που προσπαθούν εδώ και καιρό να ανατρέψουν τη
διάσημη ρήση του ποιητή Yeats " Μεγαλιώδες Βυζάντιο [...] όπου τίποτα
δεν αλλάζει", ο Mango επιφυλάσσει ευχάριστες εκπλήξεις.
Ιδού πώς
γίνεται αυτό : κατ΄αρχάς η Κωνσταντινούπολη παρέμεινε ως η "Βασιλεύουσα
Πόλη" όχι για τους επόμενους 11, αλλά 16 αιώνες, αν συνυπολογίσουμε και
τους πέντε αιώνες υπό του οθωμανούς σουλτάνους Ήδη σημειώσαμε μαζί με
τον Mango μια επιμήκυνση των ορίων της υπό εξέτασιν περιόδου. Έπειτα οι
διάδοχοι του Κων/νου συνέχισαν να θεωρούν τους εαυτούς τους ως τους
νόμιμους αυτοκράτορες της Ρώμης, ακριβώς όπως και οι υπήκοοί τους
συνέχισαν να αυτοαποκαλούνται "Ρωμαίοι", ακόμη και όταν είχαν προ πολλού
πάψει να χρησιμοποιούν τη λατινική γλώσσα... Και αυτό διήρκεσε
περισσότερο απ' όσο φανταζόμαστε. Ακόμη και ο Μιχαήλ Ψελλός, τον 11ο
αιώνα, έγραψε στο δικό του εγχειρίδιο Ιστορίας ότι " ο Αύγουστος ,
περισσότερο και από τον Κωνσταντίνο, ήταν το πρόσωπο-κλειδί, καθώς η
βασιλεία του συνέπεσε με την ενσάρκωση του Χριστού, το κεντρικό συμβάν
της παγκόσμιας ιστορίας" . Θεωρούσε δηλ. τον εαυτό του απόγονο των
Ρωμαίων. Παρ' όλα αυτά, γνωρίζουμε ότι η παιδεία του Ρωμαίου Μιχαήλ
Ψελλού ήταν ελληνική. Ο Mango από την πλευρά του θα το θέσει αλλιώς: " Η
διεκδίκηση της Ρωμαϊκότητας άρχισε να φθίνει μόνο κατά την εποχή των
Σταυροφοριών, όταν η Ανατολική Εκκλησία και η Δύση αναγκάστηκαν να
έρθουν σε σταδιακά αυξανόμενη, αν και άμοιρη αισθημάτων, επαφή, Για τους
Δυτικούς το Βασίλειο της Κωνσταντινούπολης ήταν όχι μόνο ξεκάθαρα
ελληνικό αλλά και σχισματικό. Από την άλλη πλευρά, ορισμένοι έλληνες
διανοούμενοι ανέδρασαν οικειοποιούμενοι τη δόξα της Αρχαίας Ελλάδας.
"Το βασίλειο της Κωνσταντινουπόλεως το οποίο είχε πάψει να υφίσταται
από το 1453, χρειαζόταν ένα ιδιαίτερο όνομα και έτσι προέκυψε το επίθετο
byzantinus
Ήταν λιγότερο βαρύγδουπο από το Constantinopolitanus
και είχε έναν ευχάριστο 'κλασικό' τόνο" . Ήταν επί οθωμανικής
κατάκτησης, που άρχισε να γίνεται λόγος για scriptores byzantini,
historia byzantina, αν και η πιο πρώιμη εκτεταμένη βυζαντινή ιστορία με
συγγραφέα κάποιον ονόματι Louis Cousin (1672-4) έφερε τον τίτλο Historie
de Constantinople. Το πρώτο αγγλικό βιβλίο που έφερε στον τίτλο του τη
λέξη Byzantine ήταν, σύμφωνα με την έρευνα του Mango, το 1853 , στα
χρόνια του νεοσύστατου ελληνικού κράτους!
Κατόπιν τούτων, οι
συγγραφείς του έργου ξεπερνούν εν τάχει τεράστιες συγκρούσεις. Τα
κεφάλαια καλύπτουν χρονολογικές περιόδους, από την Ανατολική Ρωμαϊκή
Αυτοκρατορία ως τον Ελληνοφραγκικό πολιτισμό, αλλά εξετάζουν περισσότερο
τις εκφάνσεις της καθημερινής ζωής, των γραμμάτων και της τέχνης. Και
στέκονται σε συγκεκριμέενα παραδείγματα προσώπων για να εξηγήσουν πώς
ένα συνοθύλευμα εθνοτήτων αυτοπροσδιοριζόταν μέσω μιας αυτοκρατορίας σε
διάφορες στιγμές της καθημερινότητας : "Στην περίπτωση του Κεκαυμένου,
για παράδειγμα, έχουμε ένα συνταξιούχο στρατιωτικό αρμενογεωργιανής
καταγωγής μ' ένα φαινομενικά καθ' όλα ελληνικό όνομα ("ο Καμένος")...".
Όσον αφορά το Ισλάμ, φαινόταν ότι μπορούσε να επιτύχει το ίδιο, αλλά
δεν τα κατάφερε. Όπως σημειώνει ο Robert Hoyland στο τέταρτο κεφάλαιο
αυτού του βιβλίου : " Η ένταξη στους κόλπους του Ισλάμ μιάς τεράστιας
ποικιλίας λαών, από τόσο διαφορετικές φυλές και με τόσο διαφορετικές
θρησκευτικές και φιλοσοφικές πεποιθήσεις, προσέδωσε εξαιρετική
ποικιλομορφία και ζωντάνια στον αναδυόμενο μουσουλμανικό κόσμο και έφερε
το Βυζάντιο αντιμέτωπο με έναν νέο και σφριγηλό πολιτισμό που έπερνε
σάρκα και οστά στις ίδιες τις πρώην επαρχίες του " . Όμως το Βυζάντιο
παραμένει το μόνο οργανωμένο κράτος δυτικά της Κίνας που διέθετε
αδιάλειπτη ιστορική παρουσία από την αρχαιότητα μέχρι την αυγή της
σύγχρονης εποχής και δεν κατακερματίστηκε όπως η αυτοκρατορία των
Αββασιδών. Ίσως τελικά ο όρος byzantinous να κρύβει πολλά μυστικά ακόμη.
papag@dolnet.gr
Παρασκευή 19 Αυγούστου 2022
ΓΙΑ Τ' ΟΝΕΙΡΟ ΠΩΣ ΝΑ ΜΙΛΗΣΩ
ΓΙΑ Τ' ΟΝΕΙΡΟ ΠΩΣ ΝΑ ΜΙΛΗΣΩ
Το πρωί της 9ης Μαρτίου 1944, εδολοφονήθη με περίστροφον ο φοιτητής της
Νομικής Άγγελος Νοταράς, εις τον περίβολον της Αγίας Φωτεινής
Ιλισού..." Λίγα χρόνια αργότερα, από ένα απρόβλεπτο παιχνίδι της μοίρας,
μια νέα και ανήσυχη γυναίκα, η Ροδή Σιμωνέτη, ανακαλύπτει τη φωτογραφία
του Άγγελου. Το βλέμμα του τη μαγνητίζει. Η μυστηριώδης μορφή του τη
σαγηνεύει. Θέλει να μάθει τα πάντα γι αυτόν. Να αναστήσει το παρελθόν
του. Ερωτευμένη πλέον μαζί του, ξεκινά έναν αγώνα για να βρει τον
εκτελεστή του. Βαδίζει πάνω στα ματωμένα ίχνη της Ιστορίας, σκαλίζει
μνήμες και αρχεία και αποκρυπτογραφεί μεθοδικά την προσωπικότητα του
Άγγελου. Με ασίγαστο το πάθος της έρευνας, θα γνωρίσει ονειροπόλους αλλά
και δολοφόνους, αγίους αλλά και αμαρτωλούς, μέχρι που το νήμα της
σκοτεινής αυτής υπόθεσης θα την οδηγήσει σε πρόσωπα και καταστάσεις που
δεν μπορούσε καν να υποψιαστεί...
Ξεφυλλίζοντας τη σιωπή
Ξεφυλλίζοντας τη σιωπή
Δε λέω πως δεν έχεις δίκιο να πικραίνεσαι.
Γέμισε ο τόπος σαλτιμπάγκους, που ξεπουλούν στους πάγκους τους το μέλλον σου.
Γέμισε ο τόπος καταπατητές, που μεταμφιεσμένοι σε σωτήρες ακολουθούν σαν τα σκυλιά τα βήματά σου.
Δε λέω πως δεν έχεις δίκιο να μπλοκάρεις.
Σου σερβίρουν σε κονσέρβες αποφάσεις που δε διάλεξες.
Ψάχνουν μεθοδικά να σε απελάσουν από την ψυχή σου.
Να κρεμάσουν τα σχέδια σου ανάποδα, σαν νυχτερίδες,στους πασσάλους που οριοθέτησαν τον ορίζοντά σου.
Δε λέω πως δεν έχεις δίκιο να φρικάρεις.
Όμως κρατήσου. Μην αφεθείς.
Τα πέντε πράγματα που κρύβεις μέσα σου, υπεράσπισέ τα.
Κάτι θα γίνει. Δεν μπορεί.
Η ζωή ποτέ δεν περιφρόνησε τους εραστές της.Και κάτι άλλο.
Ίσως πιο ποιητικό.
Φύτεψε άνθη στις ρωγμές της πίκρας σου.
Κι ύστερα βρες ένα μικρούλι ξέφωτο και κάθισε, ν 'απολαύσεις τ άρωμά τους.
Α! Κι αν θέλεις μην ξεχάσεις πως υπάρχουν πάντα κάποιοι που αξίζει να τους
προσφέρεις ένα σου χρυσάνθεμο! . . .
Απόσπασμα από το «Ξεφυλλίζοντας τη σιωπή» Αλκυόνης Παπαδάκη.
Πέμπτη 18 Αυγούστου 2022
της Πέτρας και της Αγάπης Ιστορίες
''Η
Αγάπη κι ο Πόλεμος λένε ωραίες ιστορίες. Αλλά τις λένε βιαστικά,
λαχανιασμένα. Εγώ μόνο, η Πέτρα, λέω τις ιστορίες καλά και σωστά, όπως
πρέπει να τις λέει κανείς. Και οι δικές μου ιστορίες είναι για πάντα.''
(απόσπασμα από το βιβλίο) Διαβάστε περισσότερα στο http://paramythitis.blogspot.gr/2012/06/blog-post_07.html
Ιστορίες που τις είπε η Πέτρα
Αναρτήθηκε από Παραμυθητής
Το παιδικό βιβλίο ''Ιστορίες που τις είπε η Πέτρα'',
είναι ένα παραμύθι
που αναφέρεται στη μυθολογία και την αρχαιότητα.
Μπορεί να αφηγηθεί ιστορίες η Πέτρα και η Αγάπη;
Και γιατί την ίδια ιστορία την διηγούνται διαφορετικά;
Με ένα εξαιρετικό εύρημα η συγγραφέας Μαρία Αγγελίδου μας παρουσιάζει
τον μύθο που περικλείει την Κνωσσό,
τον λαβύρινθο, τον Μινώταυρο
με την ιστορία του Μινωϊκού Πολιτισμού.
Αυτός ο τρόπος γοητεύει τους ενήλικες
καθώς παρουσιάζει, θα έλεγα,
με ρομαντισμό και απλότητα τον μύθο και την ιστορία.
Ταυτόχρονα καταφέρνει με αυτό το συνδυασμό να παρουσιάσει στα παιδιά ένα πολυδιάστατο θέμα.
Κατά τη γνώμη μου η προσέγγιση της είναι πρωτότυπη
και δίκαια χαρακτηρίζεται ως ένα ιστορικό παραμύθι.
Η Αγάπη κι ο Πόλεμος λένε ωραίες ιστορίες.
Αλλά τις λένε βιαστικά, λαχανιασμένα.
Εγώ μόνο, η Πέτρα, λέω τις ιστορίες καλά και σωστά, όπως πρέπει να τις λέει κανείς.
Και οι δικές μου ιστορίες είναι για πάντα.(απόσπασμα από το βιβλίο)
Το κείμενο πλαισιώνει η αριστουργηματική εικονογράφηση της Φωτεινής Στεφανίδη,
καθώς πρόκειται για πραγματικά έργα τέχνης.
Tο βιβλίο Ιστορίες που τις είπε η Πέτρα,
τιμήθηκε με το
Βραβείο Εικονογραφημένου Παιδικού Βιβλίου 2012, από το Περιοδικό Διαβάζω.
Τετάρτη 17 Αυγούστου 2022
”Στην οδό Ευμολπιδών”
Διήγημα του Ευάγγελου Τζάνου-”Στην οδό Ευμολπιδών” (ebook)
Ευάγγελος Τζάνος –
“Στην οδό Ευμολπιδών”
(εκδ. Αρχίγραμμα)
Με χαρά σας παρουσιάζουμε το πρώτο καθαρόαιμο ebook των ανοικτών εκδόσεων “Αρχίγραμμα”, ένα διήγημα που σε ταξιδεύει στην παλιά Αθήνα, του συγγραφέα Ευάγγελου Τζάνου.
Από τον σύνδεσμο πηγή μπορείτε να διαβάσετε ή να κατεβάσετε το εν λόγω διήγημα
πηγή : http://arxigramma.wordpress.com/2012/07/23/%CE%B4%CE%B9%CE%AE%CE%B3%CE%B7%CE%BC%CE%B1-%CF%84%CE%BF%CF%85-%CE%B5%CF%85%CE%AC%CE%B3%CE
"διακοπή ρεύματος"
"διακοπή ρεύματος"
H δολοφονία του επιχειρηματία Νοσφεράτου και του αποκαλούμενου "Μεγάλου Στόχου" αλλά και η γνωριμία του με τον καθηγητή Ρωμαίο, αναστατώνει τη ζωή του Στέφανου, ενός κατά τα άλλα συνηθισμένου φοιτητή στην Αθήνα. Παράλληλα δίνει νέο νόημα στη θεώρηση του για την αναγκαιότητα του ένοπλου αντάρτικου των πόλεων. Την ίδια ώρα η ανασκόπηση της ζωής του μικρού "συγγραφέα", με τα προσωπικά του βιώματα και οι οικογενειακές μνήμες εμπλέκονται έντεχνα με ανατριχιαστική δράση, έρωτα και έντονο... λυρισμό. Ποιος είναι ο θύτης και ποιο το θύμα; Τρία διαφορετικά πλοκάμια μιας πλεξούδας, σ ένα ενιαίο και θανάσιμο αγκάλιασμα που περνούν στη σφαίρα του ονείρου μετά τη... "διακοπή ρεύματος".
Τρίτη 16 Αυγούστου 2022
«Τα Ελληνικά Μουσικά Όργανα»
Εταίρα με άρπα και συμποσιαστής.
Χρονολογείται στα 430-420 π.Χ.
Τα ελληνικά μουσικά όργανα έτσι όπως εξελίχθηκαν σε μια μακρά χρονική
διαδρομή 4.000 χρόνων από το 2000 π.Χ. μέχρι το 2.000 μ.Χ περιλαμβάνει ο
συλλογικός τόμος «Ελληνικά Μουσικά Όργανα», που εξέδωσε το Τελλόγλειο
Ιδρυμα Τεχνών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και
παρουσιάστηκε χθες στο Μέγαρο Μουσικής.
Τα ελληνικά μουσικά όργανα έτσι όπως εξελίχθηκαν σε μια μακρά χρονική
διαδρομή 4.000 χρόνων από το 2000 π.Χ. μέχρι το 2.000 μ.Χ περιλαμβάνει ο
συλλογικός τόμος «Ελληνικά Μουσικά Όργανα», που εξέδωσε το Τελλόγλειο
Ιδρυμα Τεχνών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και
παρουσιάστηκε χθες στο Μέγαρο Μουσικής. Στο έργο αυτό φιλοξενούνται
πρωτότυπες μελέτες από διαφορετικές προσεγγίσεις, δηλ. το βλέμμα της
αρχαιολογίας και αρχαιογνωσίας, της φιλολογίας, της κατασκευής, του ήχου
που εκπέμπουν, της ακουστικής τους και των αλλαγών που έχουν υποστεί
ανά τους αιώνες και τις εποχές.
«Τα Ελληνικά Μουσικά
Όργανα» είναι το αποτέλεσμα πενταετούς έρευνας του Αρχείου Μουσικής
Εικονογραφίας και Φιλολογικών Πηγών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου
Θεσσαλονίκης, η οποία ολοκληρώθηκε με την επιστημονική επίβλεψη της
καθηγήτριας του Τμήματος Μουσικών Σπουδών Αλεξάνδρας Γουλάκη-Βουτυρά,
που είναι και γενική γραμματέας του ΔΣ στο Τελλόγλειο Ιδρυμα.
«Για πρώτη φορά εξετάζεται το ζήτημα της παρουσίας και της χρήσης των
μουσικών οργάνων στον ελλαδικό χώρο -υπογραμμίζουμε το «ελληνικών» γι΄
αυτό απουσιάζουν το πιάνο, το βιολί και άλλα όργανα που έρχονται από τη
Δύση- σε τέτοιο χρονικό εύρος, από τα προϊστορικά χρόνια έως τον 20ό
αιώνα. Δεν πρόκειται για μια συνεχή περιγραφή της ιστορίας τους, αλλά
σημαντικοί ειδικοί επιστήμονες συναφών κλάδων από τον διεθνή χώρο
αντιμετωπίζουν το θέμα από διαφορετική σκοπιά κάθε φορά, τη
μουσικολογική, την ιστορική του διάσταση, την εικονογραφική, τη
φιλολογική, την κατασκευαστική», δήλωσε η κ. Βουτυρά, προσθέτοντας ότι
για το λεύκωμα αυτό εργάστηκαν γνωστοί και καταξιωμένοι αρχαιολόγοι,
μουσικολόγοι, ιστορικοί, φιλόλογοι κ.ά.
Το βιβλίο
χωρίζεται σε 12 κεφάλαια, καθένα από τα οποία βλέπει τα ελληνικά μουσικά
όργανα από την πλευρά του συγγραφέα. Έτσι καταγράφονται οι φάσεις της
πορείας τους στον χρόνο, αλλά και οι μεταλλάξεις τους (σχήμα, ήχοι που
εκπέμπουν, μουσικές ανάγκες και τάσεις της εποχής) ανά τους αιώνες.
Πηγή: Έθνος
Διαβάστε περισσότερα Ἔρρωσο: 4.000 χρόνια ελληνικά μουσικά όργανα http://erroso.blogspot.com/2013/03/4000_13.html#ixzz2NdKspHjd
Δευτέρα 15 Αυγούστου 2022
Η «χαμένη Ατλαντίδα» του Μ. Καραγάτση
Η «χαμένη Ατλαντίδα» του Μ. Καραγάτση
Μια περιπετειώδης ιστορία φαντασίας γραμμένη στη διάρκεια της Κατοχής
ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ: 15/08/2012 09:03
Μπέκος Γρηγόρης
πηγή : http://www.tovima.gr/books-ideas/article/?aid=470874
Ο Μ. Καραγάτσης |
Το 1940, ανήμερα το Δεκαπενταύγουστο, η Ελλάδα συγκλονίζεται από τον απρόκλητο τορπιλισμό του καταδρομικού «Έλλη» στο λιμάνι της Τήνου από την Ιταλία του Μουσολίνι. «Το καλοκαίρι του 1942, το ελληνικό υποβρύχιο "Νηρηΐς" βρισκόταν σε αποστολή περιπολίας στον Ατλαντικό Ωκεανό, όχι μακριά από το Γιβραλτάρ» και την «ημέρα περιπολούσε εν καταδύσει». Μια νύχτα όμως «ακούστηκε μακριά ο βόμβος ενός αεροπλάνου»…
Οι γερμανικές βόμβες είχαν βρει το στόχο τους. Οι ναύτες τότε παίρνουν διαταγή από τον κυβερνήτη, τον υποπλοίαρχο Γιάννη Ρεΐζη, να κλείσουν τις υδατοστεγείς πόρτες που χωρίζουν το κεντρικό διαμέρισμα του υποβρυχίου από την πλώρη και την πρύμνη. «Κλείσατε φράκτας και πώματα ασφαλείας!» τους φωνάζει.
Όσοι ξεμένουν στα μέρη του υποβρυχίου που προοδευτικά πλημμυρίζουν «καταλαβαίνουν πως ήρθε η ώρα να πεθάνουν». Αλλά «θα πεθάνουν σαν Έλληνες! Στέκονται όρθιοι σε στάση προσοχής. Και με φωνή σταθερή τραγουδούν τον εθνικό μας ύμνο. Κι όταν πια το νερό έφτασε κοντά στο στόμα τους, όταν δηλαδή ήρθε η στιγμή του θανάτου, φώναξαν όλοι μαζί "Ζήτω η Ελλάδα!" και πνίγηκαν»…
«Πέθαναν σαν πραγματικά Ελληνόπουλα για το μεγαλείο της γλυκιάς πατρίδας» γράφει ο Μ. Καραγάτσης στο διήγημά του «Ένας χαμένος κόσμος», το οποίο έγραψε στη διάρκεια της Κατοχής - γι' αυτό άλλωστε τούτος ο παθιασμένος, εμψυχωτικός τόνος. Πρόκειται για μια περιπετειώδη ιστορία φαντασίας για νεότερους κυρίως αναγνώστες, στα πρότυπα του Ιουλίου Βερν.
Το επταμελές πλήρωμα που παραμένει ζωντανό στο κεντρικό μέρος της «Νηρηΐδας» βυθίζεται ενενήντα ένα μέτρα (όπως λέει το μανόμετρο) κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας και φτάνει στον πάτο. Δεν μπορούν να κάνουν τίποτα. «Κι αυτούς τους περίμενε ο φοβερότερος θάνατος που υπάρχει: η ασφυξία».
Ξαφνικά το σιδερένιο κήτος αναταράσσεται και αρχίζει σιγά σιγά να ανεβαίνει προς την επιφάνεια. Ο μοναδικός Άγγλος της παρέας, ο ανθυποπλοίαρχος Ρέτζιναλντ Ντένις, που συμβούλεψε τους υπόλοιπους να χαλαρώσουν και να πιουν λίγο ουίσκι πριν εγκαταλείψουν για πάντα τον μάταιο τούτο κόσμο, λέει «παράξενος χταπόδος, σηκώνουν ολόκληρος υποβρύκιος!». Κατά τα λοιπά, ενσαρκώνει τον ορθολογισμό απέναντι στον αυθόρμητο συναισθηματισμό των Ελλήνων.
Ο ναύτης Ανδρέας Καρράς αναλαμβάνει - με μια μάσκα οξυγόνου - να διαλευκάνει το ευχάριστο μυστήριο ώσπου αντικρίζει έκπληκτος δυο «παράξενα όντα», που όπως γράφει ο Καραγάτσης ήταν «δυο άνδρες μέτριοι στο ανάστημα, μελαχρινοί, ντυμένοι με ωραιότατες χλαμύδες», δυο Άτλαντες αίφνης.
Η επιχείρηση διάσωσης του πληρώματος ολοκληρώνεται επιτυχώς. Τώρα «βρίσκονταν στη μυθική Ατλαντίδα, που βυθίστηκε στη θάλασσα το 2136 π.χ., από ένα λάθος του σοφού Καλλιστίνου, που είχε ανακαλύψει τη διάσπαση του ατόμου. Αν όμως η Ατλαντίδα βυθίστηκε, οι κάτοικοί της - οι Άτλαντες - δεν πνίγηκαν. Και τούτο επειδή από τότε γνώριζαν επιστημονικά μέσα για να ζει ο άνθρωπος στο νερό».
Η ξεχωριστή, υποθαλάσσια και πρωτοποριακή αυτή πολιτεία τους καταπλήσσει με τα θαυμαστά επιτεύγματά της. Εκείνοι όμως θέλουν να φύγουν, να επιστρέψουν στους αγαπημένους τους, εν ολίγοις στο παρόν τους -όσο σκληρό κι αν είναι. Τα πράγματα περιπλέκονται όταν ο γέρος «Άρχων της Σοφίας» δεν τους επιτρέπει να φύγουν επειδή υποτίθεται ότι θα μαρτυρήσουν στον έξω κόσμο την ύπαρξη της Ατλαντίδας και θα την θέσουν σε κίνδυνο. Αρχίζουν έτσι να καταστρώνουν σχέδια διαφυγής. Ένας μόνο θα καταφέρει να δραπετεύσει - ένας ερωτευμένος.
Το διήγημα αυτό του Μ. Καραγάτση πρωτοδημοσιεύτηκε σε συνέχειες, με εικονογράφηση του Θ. Ανδρεόπουλου στο εβδομαδιαίο περιοδικό «Ελληνόπουλο» (7 Σεπτεμβρίου 1946 έως 21 Δεκεμβρίου 1946, τχ. 71-86). Το «Ελληνόπουλο», ήταν ένα «εβδομαδιαίο περιοδικό για αγόρια και κορίτσια» και κυκλοφορούσε από τον εκδοτικό οίκο Δημητρίου Δημητράκου.
Την επανέκδοση αυτή της «Εστίας» (με εικονογράφηση του Νίκου Καμπασελέ) συνοδεύει ένα κατατοπιστικό επίμετρο του Παναγιώτη Σφαλαγκάκου (υποψήφιος διδάκτωρ στο Πανεπιστήμιο του Μπέρμιγχαμ που εκπονεί διατριβή πάνω στη θεματική των μυθιστορημάτων του Καραγάτση) το οποίο βοηθά τον αναγνώστη να εντάξει το διήγημα στο λογοτεχνικό σύμπαν αυτού του «γεννημένου παραμυθά».
«Η σχέση του Καραγάτση με την ιστορία και τη μυθολογία ήταν βαθιά και στενή» γράφει ο ίδιος υπογραμμίζοντας, μεταξύ άλλων, ότι ο συγγραφέας «επιχειρεί να χτίσει μια γέφυρα που θα ενώνει τη σύγχρονη Ελλάδα με την αρχαία». Το ενδιαφέρον ωστόσο είναι ότι οι Έλληνες της ιστορίας «μπορεί να είναι απόγονοί τους, ωστόσο δεν παύουν να τους βλέπουν ως εχθρούς ή ως εμπόδιο» τους Άτλαντες οι οποίοι συμβολίζουν μια πολύ βαριά κληρονομιά.
«Μήπως τελικά το παραμύθι εξιστορεί την περιπέτεια του ελληνισμού, ο οποίος έχει καταφέρει να επιβιώσει - έστω και «πάρα τρίχα» - τόσες φορές; Αν είναι έτσι, αυτή η πτυχή καθιστά το διήγημα ακόμα πιο επίκαιρο στις μέρες μας» καταλήγει.
Ένας χαμένος κόσμος
Μ. Καραγάτσης
Εικονογράφηση Νίκος Καμπασελέ
Επίμετρο Παναγιώτης Σφαλαγκάκος Εκδόσεις της Εστίας, 2012, σελ. 87, τιμή 11 ευρώ
Κυριακή 14 Αυγούστου 2022
Τα χαϊκού μιας μέρας κ μιας νύχτας
Xάικου είναι ένα σύντομο ποίημα με καθορισμένα όρια που ωθεί την ποιητική έκφραση σε τέτοια πυκνότητα, λιτότητα και αφαιρετική διαύγεια ώστε να συμπυκνώνει το νόημα του κόσμου στο σύμπαν των 17 συλλαβών. Ποιητικός ιμπρεσιονισμός μέσω της δύναμης της εικόνας , αίσθηση στιγμής(έννοια του χρόνου), ένωση με τη φύση και την πνευματικότητα. ‘’ Εδώ, στο ποίημα του ανατέλλοντος ηλίου, βασιλεύει η διαφάνεια μέσω του υπαινιγμού, η σαφήνεια μέσω της αφαίρεσης, η αμεσότητα της ζωής και της φύσης (στην αέναη κίνηση και σχέση τους) μέσω της ποιητικής εικόνας που, αν και μερική, ολοκληρώνει το ολόκληρο, το καθ' όλου του κόσμου’’, κατά τον Ηλία Μέλιο.
Πιστή στη μακραίωνη παράδοση των χαϊκού, η Ρένα Πετροπούλου-Κουντούρη, σε μια μέρα και σε μια νύχτα, εξετάζει τον ανθρώπινο βίο, στοχεύοντας στη συνθηκολόγηση με το αναπόφευκτο. Τα ερωτήματα, παρ’ όλη τη συνθηκολόγηση, εξακολουθούν να τίθενται, με τον ακαριαίο τρόπο του χαϊκού. Με κρατάς απ’ το χέρι. Δε μετάνιωσα που περίμενα χρόνια * * * * Δεν μυρίζει πια, το νυχτολούλουδό μου. Είναι θλιμμένο. * * * * Αχ ουρανέ μου, ντύσου μ’ εκείνο το μπλε της προσδοκίας * * * Τα βήματά σου, σαν πέταλα λουλουδιού ξεδιπλώνονται * * * * Μέρες και νύχτες γερνώ περιμένοντας τον ερχομό σου* * * *Συρματόπλεγμα, δεν έχει η αγάπη. Φτερούγες έχει.* * * * Η νύφη γέρνει. Πάει αλλού να δέσει το σανδάλι της.
( από Ρένα Πετροπούλου )
Σάββατο 13 Αυγούστου 2022
Μια άψογη δολοφονί
Μια άψογη δολοφονία
Τι συμβαίνει στο Οίκημα των μαθητευόμενων νοσοκόμων Νάιτινγκεϊλ; Την ώρα που επιχειρείται μια εργαστηριακή άσκηση μαθητευόμενων νοσηλευτριών, μια φοιτήτρια, μια Νάιτινγκεϊλ, δολοφονείται με άγριο τρόπο. Τον πρώτο φόνο ακολουθεί δεύτερος και τότε καλείται ο Άνταμ Νταλγκλίς να λύσει το μυστήριο. Και ενώ η ατμόσφαιρα γίνεται όλο και πιο επικίνδυνη, ακόμα και για τη ζωή του ίδιου του Νταλγκλίς, μια τρίτη, ακόμα πιο φρικτή, δολοφονία ακολουθεί τις δύο πρώτες. Η λύση αποκαλύπτεται μόνο στις τελευταίες σελίδες του βιβλίου και ξαφνιάζει. Η συγγραφέας προχωρεί πέρα από τα ερωτηματικά που δημιουργεί ένα κλασικό αστυνομικό μυθιστόρημα. Οι χαρακτήρες, σχεδιασμένοι με εξαιρετική μαεστρία και εντελώς διαφορετικοί μεταξύ τους, περιγράφονται ως δυνάμει θύτες και θύματα. Έννοιες όπως ο έρωτας, η φιλία, το καθήκον, το δίκαιο και το άδικο συνεχώς τίθενται σε συνεχή αμφισβήτηση, ενώ η τελική λύση-κάθαρση έρχεται να ενσταλάξει μια αίσθηση αισιοδοξίας στον αναγνώστη για ένα λιγότερο ζοφερό μέλλον.
Το Παραμύθι της Βροχής
Το Παραμύθι της Βροχής
O Δημήτρης Στεφανάκης γράφει για το παραμύθι της βροχής ...
Το Παραμύθι της βροχής δεν είναι απλώς το δεύτερο βιβλίο της Τέσυς
Μπάιλα. Είναι πρωτίστως μια προσπάθεια της συγγραφέως να απογαλακτιστεί
από την γοητεία που ασκεί σε όλους μας το πρωτόλειο έργο – στη
συγκεκριμένη περίπτωση το Πορτραίτο της σιωπής. Εγκαταλείποντας τη
ρωμαλέα αθωότητα του Πορτραίτου η Μπάιλα αναζητά έναν εξωτικό προορισμό,
την Ιαπωνία των χρωμάτων και της παράδοσης, για να οικοδομήσει τον
«παραμυθένιο» της κόσμο. Αφήνει πίσω της τον αχρείαστο λυρισμό και τις
σατανικές συνωμοσίες του πεπρωμένου κι επιχειρεί να διηγηθεί τις
παράλληλες ιστορίες ανθρώπων που διαφέρουν ως προς την καταγωγή και την
κουλτούρα.
Σ’ ένα περιβάλλον ανατολίτικης ρέμβης και ηρεμίας η
Χριστίνα, η βασική ηρωίδα, συναντά το μυθιστορηματικό της alter ego, την
Χιρόκο. Η υπαρξιακή αγωνία της σύγχρονης γυναίκας γίνεται έτσι ένα
νόμισμα με δύο όψεις, τη στιγμή που ο σιωπηρός υποβολέας του
μυθιστορήματος, ο Τοσίο προσφέρει στον αναγνώστη δροσερές φέτες
ανατολικής φιλοσοφίας. Η Μπάιλα φροντίζει να καρυκεύσει τις σκέψεις της
με αντίστοιχες θέσεις της αρχαιοελληνικής φιλοσοφίας, δημιουργώντας κι
εδώ ένα δίπολο. Ταυτόχρονα πλουτίζει τον διάκοσμό της με στιγμιότυπα από
την ιαπωνική ζωή. Μας ξεναγεί έτσι σ’ ένα κόσμο όπου τα αρώματα, οι
ήχοι, οι γεύσεις αποτελούν μέρος μιας τελετουργίας. Η καθημερινότητα
μοιάζει να διέπεται από ένα πρωτόκολλο. Τα ήθη και οι συνήθειες των
ανθρώπων μάς ξαφνιάζουν. Η τελική εντύπωση ανατρέπει την κυρίαρχη εικόνα
της τεχνοκρατικής Ιαπωνίας του σήμερα.
Στο τελευταίο μέρος του
βιβλίου πιάνει δουλειά η μοίρα. Μια φυσική καταστροφή είναι αρκετή για
να ξετυλίξει ακαριαία το νήμα της ζωής των ηρώων. Το κλίμα της
αφηγηματικής ηρεμίας ανατρέπεται κι όλα οδηγούνται σ’ ένα τέλος γεμάτο
αποκαλύψεις. Από λογοτεχνικής πλευράς Το Παραμύθι της βροχής είναι ένα
παραμύθι με καλό τέλος Αν υποθέσουμε πως κάθε βιβλίο αποτελεί
λογοτεχνικό στοίχημα, η Τέσυ Μπάιλα το έχει σίγουρα κερδίσει αφήνοντας
πολλές-πολλές υποσχέσεις για το μέλλον.
Δημήτρης Στεφανάκης
Το άρθρο έχει δημοσιευθεί στο Λογοτεχνικό Περιοδικό ΚΛΕΨΥΔΡΑ, τεύχος 2, με την άδεια του οποίου και αναδημοσιεύεται.
Παρασκευή 12 Αυγούστου 2022
" βιβλιοθεραπεία "
Στη θέση αυτή θα σας προτείνω κάποια βιβλία τα οποία έχουν δημιουργούς ανθρώπους που τις περισσότερες ώρες της ζωής τους τις πέρασαν πίσω από ένα γραφείο ή κισσέ σε κάποιο υποκ/μα Τράπεζας, εργαζόμενοι σε ένα τομέα πεζό και σκληρό αφού αφορά το χρήμα και που καμιά σχέση δεν έχει με πνευματικές και καλλιτεχνικές ανησυχίες.
πηγή: εφημερίδα ΤΡΑΠΕΖΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ φύλλο 106
ενότητα " βιβλιοθεραπεία "
Με τον καλό σας φίλο στην παραλία ή όπου αλλού - ένα καλό βιβλίο!
Σας προτείνουμε βιβλία συναδέλφων γιατί πρέπει να στηρίξουμε και το ... σπίτι μας. Άς διαβάσουμε , μή την πάθουμε κι εμείς όπως γνωστός πρώην υπουργός που βρέθηκε αδιάβαστος. Ευχές για ΚΑΛΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ και καλό διάβασμα.
1) Με τίτλο "Πεταλούδα στον ώμο" κυκλοφόρησε , επανακυκλοφόρησε (3η έκδοση) το μυθιστόρημα της συντ/χου Ε.Τ.Ε. Αλίκης Μελισσείδου - Σιαβελή
ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΦΗΒΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ
Ένα μυθιστόρημα σύγχρονου προβληματισμού που κρατά το ενδιαφέρον ως την τελευταία σελίδα.
Μέσα απ’ την αφήγηση του Μίλτου παρουσιάζονται νέοι της εποχής μας, σε μια προσπάθεια επιβεβαίωσης, σ’ επιλογές ζωής, σε αδιέξοδα. Οι σχέσεις μεταξύ τους, οι σχέσεις με τους μεγάλους, η θέση τους στην κοινωνία. Έντονα συναισθήματα, σκληρές αντιδράσεις, σκοτεινοί δρόμοι, άγονοι αγώνες…
… Ποιοι θα είναι οι νικημένοι και ποιοι οι νικητές; Ένα μυθιστόρημα σύγχρονου προβληματισμού που κρατά το ενδιαφέρον ως την τελευταία σελίδα.
Εκδότης : ΑΓΚΥΡΑ ISBN : 960-234-882-8
******
ΜΕΛΙΣΣΕΙΔΟΥ – ΣΙΑΒΕΛΗ AΛIKH
Γεννήθηκε στην Αθήνα, με μια ρίζα κρητικιά και μια πελοποννήσια. Σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και είναι πτυχιούχος του Τμήματος Γαλλικών Σπουδών και του Τμήματος Βυζαντινών και Νεοελληνικών Σπουδών. Γνωρίζει γαλλικά, αγγλικά και ιταλικά. Στα πρώτα μεταλυκειακά της χρόνια εργάστηκε ως υπάλληλος στην Εθνική Τράπεζα και κατόπιν διορίστηκε στην Ιδιωτική Μέση Εκπαίδευση ως καθηγητής φιλόλογος. Ασχολείται με επιμέλεια εκδόσεων, με συγγραφή λογοτεχνικών κειμένων για παιδιά και μεγάλους, με το παιδικό θέατρο. Είναι παντρεμένη και έχει ένα γιο. (2002) Πεταλούδα στον ώμο , ’Αγκυρα.
http://www.ellasnet.de/%CF%80%CE%B5%CF%84%CE%B1%CE%BB%CE%BF%CF%85%CE%B4
--------------------------------------------------------------
2) Ο Νότης Κύτταρης, συντ/χος συνάδελφος από την Ε.Τ.Ε μέσα από τις σελίδες του βιβλίου του "ΟΙ ΑΞΕΧΑΣΤΟΙ ΚΩΜΙΚΟΙ ΜΑΣ" Εκδόσεις Δρόμων ξεδιπλώνει το συγγραφικό του ταλέντο ακονίζοντας τη μαγική του γραφίδα.
Παρουσίαση
Οι Μεγάλοι μας κωμικοί, οι χαρισματικοί αυτοί τύποι, που κάθε μέρα, ελέω TV, έρχονται στα σπίτια μας, σαν δικοί μας άνθρωποι, της οικογένειας, για να μας χαρίσουν το γέλιο, τη χαρά, την αισιοδοξία, είχαν και την αθέατη πλευρά τους, την άγνωστη στο μεγάλο κοινό όψη τους. Στο βιβλίο αυτό θα γνωρίσουμε τη λαμπρή καλλιτεχνική τροχιά τους αλλά θ' ανοίξουμε και κάποιες μυστικές μέχρι τώρα πόρτες της πολυτάραχης ζωής τους, κάποιες άγνωστες σελίδες της προσωπικής ιστορίας τους. (. . .) (ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΣΤΟ ΟΠΙΣΘΟΦΥΛΛΟ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ)
Λεπτομέρειες
ISBN13 9789606940880
Εκδότης ΔΡΟΜΩΝ ΕΚΔΟΣΕΙΣ
Χρονολογία Έκδοσης Οκτώβριος 2010
Αριθμός σελίδων 248
Διαστάσεις 24x17
Επιμέλεια ΜΠΕΝΑΡΔΟΣ ΖΩΗΣ
Κωδικός Πολιτείας 1232-0150
Θέμα
ΤΕΧΝΗ - ΘΕΑΤΡΟ - ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ/ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ
http://www.politeianet.gr/index.php?page=shop.product_details&product_id=177845&option=com_virtuemart&Itemid=89&lang=el
-----------------------------------------------------
3) ΝΙΚΟΣ Κ. ΜΟΥΛΙΝΟΣ : η ζωή αστειεύεται
δέκα μικρές καθημερινές ιστορίες με πρωταγωνιστές τους δικούς μας ανθρώπους και από κοντά το γέλιο σύμβουλος και κριτής, αλλά και αιτία να αποκαλυφθούν κρυφές σκέψεις ή πονηρές επιδιώξεις.
Μια τοιχογραφία χαρακτήρων και γεγονότων που δεν επιδιώκει, βέβαια να αλλάξει τους κανόνες της καθημερινότητας, αλλά να υπογραμμίσει, όσο γίνεται,πόσο σοβαρή είναι η άλλη όψη, το αστείο, στη ζωή μας, αφού μπορεί να γίνει αφετηρία ακόμη και αλλαγής τοτ ταμπεραμέντου της κοινωνίας μας ! εκδόσεις Περίπλους
http://periplous.gr/ekdoseis-periplous/882
Για το Συγγραφέα:
O Ν.Κ. Μουλίνος γεννήθηκε στην Κέρκυρα. Σπούδασε οικονομικά. Εργάστηκε στην Ελληνική Τράπεζα Βιομηχανικής Αναπτύξεως, καθώς και ως οικονομικός Σύμβουλος ιδιωτικών επιχειρήσεων. Ασχολείται χρόνια με τη δημοσίευση άρθρων, διηγημάτων και χρονογραφημάτων σε εφημερίδες και περιοδικά.
Απόσπασμα από το βιβλίο:
Πολιτικός με το ζόρι! Πολυχρόνης από τον παππού του! Τραμπούκας το επίθετο!
Πολυχρόνης Τραμπούκας του Μενέλαου!
Μενέλαος «βγήκε» και το πρώτο παιδί του, που γεννήθηκε αγόρι.
– Έτσι είναι το σωστό, τον διαβεβαίωσαν οι «γνωρίζοντες» περί της τάξεως των οικογενεια-κών και κοινωνικών θεμάτων!
Κάποιες αντιρρήσεις της γυναίκας του, της Βούλας, πως το όνομα καλό μεν ήταν αλλά, βρε παιδί μου, μήπως να «έδιναν» ένα πιο μοντέρνο όνομα στο παιδί, έμειναν… αιωρούμενες και ξε-χασμένες, σαν τα τελευταία ψιλοκρεμασμένα φρούτα δέντρου στο λιβάδι της αδιαφορίας!
– Δε γίνεται, καλή μου! της είπε τρυφερά και ήρεμα και συμπλήρωσε πως αν το δεύτερο ήταν κι εκείνο αγόρι, θα της έκανε το χατίρι.
– Και να μη βγάλω τον πατέρα μου; διαμαρτυ-ρήθηκε –και μάλιστα έντονα– η Βούλα.
– Πεισίστρατο να λέμε το παιδί; τσαντίστηκε ο Πολυχρόνης.
– Γιατί, το Μενέλαος είναι καλύτερο; τον κάρ-φωσε για να συμπληρώσει με φανερή εκδικητική διάθεση. Μου θυμίζει τον μεγαλύτερο κερατά του κόσμου!
Για το επίθετo του, που μάλλον θα έπρεπε να είχε αλλάξει από χρόνια, δεν έγινε ποτέ –ούτε, βέβαια, επρόκειτο να γίνει– καμία συζήτηση! Αν δεν το πρόσεχες ή αν ήθελες να πουλήσεις εξυπ-νάδα, μπορούσες ν’ αλλάξεις το τελευταίo φωνή-εν και να προκαλέσεις ευχάριστη ατμόσφαιρα στον περίγυρο!
– Τραμπούκος είπατε; ρώταγε ο επιτηδευμένος αφελής.
Τον διόρθωνε ο Πολυχρόνης, κάνοντας πως συμ¬μεριζότανε το λάθος, ενώ μέσα του σηκωνό-ταν θυμός 7-8 μποφόρ!
Είχε, όμως, μεγαλώσει αλλιώς και είχε μάθει να ελέγχει τις αντιδράσεις του.
– Θα πρέπει να συγκρατείς το θυμό σου! Θα πρέπει να είσαι ευγενικός! Χρειάζεται να είσαι συνεπής και προσεκτικός, να είσαι τίμιος και σωστός! Άλλωστε, σωστός είσαι άμα τούτο, άμα κείνο, άμα το άλλο, κι έτσι τούτο κι έτσι το άλλο και τα λοιπά και τα λοιπά, που ξεπερνούσαν σε ύλη έναν παλιό τηλεφωνικό κατάλογο!
Αυτά γενικώς, γιατί ειδικώς είχε ακόμα μερι-κά κεφάλαια αυτός ο κατάλογος!
– Η ζωή, Πολυχρόνη παιδί μου, είναι άνοστη• δεν ωριμάζει και δεν τρώγεται! Πρέπει να ωριμά-σεις εσύ, για να μπορείς να τη φας!
Κι ο Πολυχρόνης ζητούσε εξηγήσεις για τις «ωριμότητες», γιατί ήταν ακόμα ανώριμος και άγουρος.
– Εφόδια! Χρειάζεσαι εφόδια! Δε γίνεται αλλι-ώς! τον διαβεβαίωναν.
Αμ, έλα που γίνεται και αλλιώς! Ποιός είπε πως δεν γίνεται αλλιώς! Γίνεται και παραγίνεται, αρκεί να έχεις τύχη! Όπως ο Γρηγόρης απέναντι, πού ’χει καναρινί αυτοκίνητο και γκόμενες γιατί ο πατέρας του είναι μεγαλομανάβης, κι από εφό-δια… τρεις φορές στην ίδια τάξη, στη Δευτέρα Γυμνασίου! Αλλά είπαμε, έχει τύχη!
Ο Πολυχρόνης σπούδασε λογιστική σε ιδιωτι-κή σχολή, γιατί δεν τα κατάφερε να μπει στο Πα-νεπιστήμιο. Από κοντά αγγλικά και γαλλικά, με ολίγη που λέμε, και βγήκε ένα πρωί στη ζωή (τώ-ρα γιατί βγαίνουμε στη ζωή πρωί κι όχι μεσημέρι ή βράδυ, δεν το εξήγησε κανένας μέχρι σήμερα) κεφάτος, αλλά ανήξερος! Γιατί αν ήξερε, όπως λέει τώρα που περάσανε τα χρό¬νια, θα πήγαινε κατά το Άγιο Όρος να βρει στόχο και σκοπό και να ’χει μία πισινή, καλού-κακού, για την ημέρα της κρίσης!
Μετά τα εφόδια, ο Πολυχρόνης ξαναρώτησε:
– Τώρα τι κάνω;
– Δουλειά!
Βρήκε σε μία μεγάλη πολυεθνική εταιρεία. Βο-ηθός! Όχι πρώτος βοηθός. Δεύτερος βοηθός. Στε-νοχωρέθηκε κομματάκι!
– Δεν πειράζει! Κάνε υπομονή και δούλευε! Σι-γά–σιγά θ’ ανέβεις και στην ιεραρχία!
– Θα προλάβω; ρώταγε αμήχανος.
Πέρασε καιρός κι ο Πολυχρόνης ξαναρώτησε.
– Τώρα τι κάνω;
– Βρίσκεις μία καλή κοπέλα και παντρεύεσαι.
Έτσι ήρθε στη ζωή του η Βούλα!
Πήγαινε στην Κέρκυρα για να δει το νησί κι είδε τη Βούλα! Στη διαδρομή Ηγουμενίτσα-Κέρ-κυρα, καλοκαιράκι, βγήκε στο κατάστρωμα και κοίταζε το κύμα που άνοιγε για να περάσει το καράβι. Εκεί, λοιπόν, ήρθε η Βούλα, το τυχερό του που λένε! Κι όλα έγιναν σύμφωνα με τη συν-ταγή του κεραυνοβόλου έρωτα – στην αρχή συ-ναντήθηκαν τα βλέμματά τους, μετά το «σπρώ-ξανε» με χαμόγελα, το ξαναγυρίσανε στο αμίλητο με υπονοούμενα και συνέχισαν με «ματιές» παρατεταμένης διάρκειας, ώσπου ο Πολυχρόνης ρώτησε:
– Στην Κέρκυρα πάτε;
Αμ, στη Κέρκυρα πήγαινε! Αφού το πλοίο πήγαινε στη Κέρκυρα, πού αλλού να πήγαινε δη-λαδή;
Κι έτσι ο Πολυχρόνης πήρε τη Βούλα κι ένα διαμέρισμα 80 τετραγωνικών προίκα• στο Βύρω-να μεν, κοντά στο Νέο Παγκράτι δε, στα όρια. Και επιδόθηκαν στα γνωστά και μη εξαιρετέα, μιμούμενοι τον περίγυρο και νομίζοντας ότι πρωτοπορούν.
Ο Πολυχρόνης βρήκε και δεύτερη δουλειά. «Κράταγε» βιβλία, γράφοντας και καταχωρώντας οικονομικές πράξεις. Η Βούλα σπίτι, δίκην ESKI¬MO• να πλένει, να καθαρίζει, να μαγειρεύει και, πα¬ράλληλα, να μεγαλώνει τα δυο τους παιδιά! Ένα αγόρι, ένα κορίτσι.
Κάποια στιγμή, η Βούλα διαμαρτυρήθηκε.
– Δεν αντέχω άλλο!
– Δηλαδή; απόρεσε ο Πολυχρόνης.
– Θέλω να βγω έξω από το σπίτι!
– Να βγεις!
– Πού να πάω; ρώτησε αναψοκοκκινισμένη.
– Εσύ θες να βγεις, εσύ να διαλέξεις… Πήγαινε στη λαϊκή!
– Χτες πήγα!
– Ε! τότε πήγαινε στον Εθνικό Κήπο! της πρότε-ινε εναλλακτικά.
– Τι να κάνω; απόρησε.
– Ξέρω ’γω. Να φυτέψεις πατάτες!
Κι η ζωή τράβηξε, όπως ορίζει το καταστατι-κό του καθενός μας, την ανηφόρα, την κατηφό-ρα, το ίσιωμα… Διαδρομή να γίνεται, σκέφτεται ο «μετρητής» του χρόνου κι όλα καλά κι όλα μέλι-γάλα! Τα παιδιά τα μεγαλώνανε με όλα τα απα-ραίτητα – καλούτσικο σχολείο, ιδιωτικό, αγγλικά, γαλλικά, πιάνο, μπαλέτο για τη μικρή και τένις για το νεαρό.
Πήρανε και σκύλο! Τον ονόμασαν Κόσπυ• έτσι τους άρεσε!
– Δε χωράμε πια στο διαμέρισμα! διαμαρτυρή-θηκε μία μέρα η Βούλα.
– Να διώξουμε το σκύλο! βρήκε λύση ο Πολυχ-ρόνης.
– Μεγαλώσανε και τα παιδιά! Θέλουμε κι άλλο χώρο. Να μπορεί να έρθει και κανένας άνθρωπος της προκοπής σπίτι μας, να ανέβουμε κοινωνικά κομ¬ματάκι, επανήλθε η Βούλα.
Το πήρανε με… χο¬ντρό δάνειο το μεγάλο το σπίτι, μετακομίσανε όλο χαρά και περηφάνια και κάθε Κυριακή στην Εκκλησιά προσεύχονταν να είναι όλοι καλά, αλλά κάτι περισσότερο ο Πο-λυχρόνης για να δου¬λεύει και να πληρώνουν το δάνειο… κι όλα στο καλύτερο!
Στο μεταξύ, ο Πολυχρόνης είχε ανέβει τα σκαλοπάτια της ιεραρχίας. Ήταν πλέον Αναπ-ληρωτής Υποδιευθυντής!
Ένα απόγευμα ήρθε από τη δουλειά σπίτι βα-ρύς! Αμίλητος! Κάτι από συννεφιασμένη Κυριακή του Τσιτσάνη.
– Τι έχεις; Τι σου συμβαίνει; απόρησε η Βούλα
– Άκουσα στο γραφείο κάτι για απολύσεις!
– Κι εσένα τι σε νοιάζει; Εσένα δε σε απολύουν! Εσύ είσαι ο στυλοβάτης της εταιρείας! Γιατί να σε διώξουν, παιδί μου! Έχουν πολλούς σαν κι εσέ-να; σχολίασε γεμάτη τρυφερότητα.
Ο Πολυχρόνης δε μίλησε. Τι να της έλεγε; Ότι τα πράγματα τον τελευταίο καιρό είχαν αλλάξει; Ότι ο καινούργιος που ανάλαβε ήθελε να αλλάξει το… οργανόγραμμα της εταιρείας, να το κάνει πιο λιτό, πιο ευέλικτο, για να γίνει περισσότερο αποτελεσματικό και ότι έπρεπε να κόψει μερικούς και ανάμεσα στους κομμένους συμπεριλαμβανότανε κι ο Πολυχρόνης; Κι ότι του το είπε, εμπιστευτικά, η ιδιαιτέρα του γενικού, μέσες-άκρες, δηλαδή, γιατί κάτι άκουσε, αλλά δεν ήταν και σίγουρη… Κι ότι ήθελε ο Γενικός να προωθήσει νέους και να διώξει τους μεγάλους;
– Χρειαζόμαστε ανανέωση! κυκλοφορούσε το νέο σλόγκαν στους διαδρόμους.
Αυτή η λέξη του είχε «κάτσει» καρφί στην καρδιά και στο νου, αλλά το κρατούσε μέσα του. Σήμερα, όμως, ένιωθε πιο βαρύς και πιο κουρασμένος. Ζήτησε έναν καφέ, άναψε τσιγάρο ύστερα από πολύ καιρό κι αρνήθηκε να φάει, αυτός που…
– Τόσο σοβαρά είναι τα πράγματα; ρώτησε η Βούλα.
– Είναι! έκανε ανόρεκτα.
Ήπιε τον καφέ, έγειρε στο καναπέ… κι απο-κοιμήθηκε.
Πενηντάριζε ο Πολυχρόνης. Κάτι μήνες ακό-μα και τα καβατζάριζε τα πενήντα.
– Δεν είναι κι άσχημα! παρηγοριότανε στον καθρέφτη.
Μάλλον κοντός. Μάλλον παχουλός. Μάλλον στρογγυλλομούρης. Με δύο μεγάλα, καφετί μά-τια που χαμογελούσαν συνέχεια, φανερώνοντας άνθρωπο καλό, ήσυχο, τίμιο, ηθικό! Φαγάς, όμως, ήτανε! Και καλοφαγάς ήτανε! Προτιμούσε τα γλυκά μανιωδώς, ας είχε και ζάχαρο! Δεν κάπνιζε όμως. Αυτό καλό ήτανε!
Οι φιλοδοξίες του μετρημένες και από όνειρα μόνο στον ύπνο του – καλή ώρα όπως τώρα που τον «πήρε» στον καναπέ… [...]
Συγγραφέας: ΝΙΚΟΣ Κ. ΜΟΥΛΙΝΟΣ
Έτος έκδοσης: 2011
ISBN: 978-960-438-116-6
Σελίδες: 232
Τιμή:14,00
ΑΠΟΚΤΗΣΤΕ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ «BOOKS AND THE CITY»
Πέμπτη 11 Αυγούστου 2022
Η χήρα του Πειραιά
Η χήρα του Πειραιά
Στα 1910, η Λάουρα Αλφιέρι-Ρώμα εγκαθίσταται στον Πειραιά, μετά την απώλεια του ανθρώπου που αγάπησε περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο στη ζωή της. Ψάχνει το παρελθόν του, αναζητεί τα ίχνη του σε κάθε μέρος του σπιτιού, νιώθει την αύρα του στον κήπο, ακολουθεί τη σκιά του στους δρόμους του Πασαλιμανιού. Σε μια πόλη όμως μαγική και απρόβλεπτη τα πάντα μπορούν να συμβούν, και η περίφημη "Χήρα του Πειραιά" θα βιώσει μια συναρπαστική περιπέτεια, καθώς η μοίρα θα τη φέρει μπροστά σε αλλεπάλληλες ανατροπές. Κοντά της, άνθρωποι που ζουν τις δικές τους μικρές ή μεγάλες ιστορίες, από τα αρχοντικά της Καστέλας μέχρι τα πορνεία της Τρούμπας: η Ωραία Δαρδανέ, η καλοσυνάτη Μαρία-Βηθλεέμ, ο γιατρός Αλέξανδρος Σινόπουλος, ο εφοπλιστής Νικηφόρος Μάξιμος και άλλοι πολλοί, που συμπληρώνουν αυτή την εντυπωσιακή τοιχογραφία εποχής. Στο νέο και άγνωστο για εκείνη κόσμο, η Λάουρα θα κυνηγήσει τον εαυτό της, αλλά και θα κυνηγηθεί από αυτόν. Θα αναρωτηθεί αν υπάρχει δεύτερη ευκαιρία, θα ταξιδέψει από το σκοτάδι στο φως και, τελικά, θα ανακαλύψει ότι η μεγαλύτερη ευτυχία είναι η αγάπη για τη ζωή. Η συνέχεια του μπεστ σέλερ "Η ξυπόλυτη των Αθηνών" σε ένα αυτοτελές μυθιστόρημα που μας λυτρώνει.https://www.politeianet.gr
Τετάρτη 10 Αυγούστου 2022
Το Μυθιστόρημα των Τεσσάρων
Το Μυθιστόρημα των Τεσσάρων
Το Μυθιστόρημα των Τεσσάρων είναι ένα μυθιστόρημα που γράφτηκε το 1958 από τέσσερις εκπροσώπους της Γενιάς του ’30, τους Άγγελο Τερζάκη, Στράτη Μυριβήλη, Ηλία Βενέζη και Μ. Καραγάτση.
Εμπνευστής του μυθιστορήματος ήταν ο Γιάννης Μαρής και σύμφωνα με μαρτυρίες οι συγγραφείς πείσθηκαν να συμμετάσχουν στην απόπειρα μετά από αρκετές αμφιβολίες. Όρος της συμφωνίας ήταν να μην υπάρχει καμία συνεννόηση των συγγραφέων σχετικά με την εξέλιξη της πλοκής: ο κάθε συγγραφέας θα συνέχιζε την αφήγηση από εκεί που την άφησε ο προηγούμενος εκμεταλλευόμενος με όποιον τρόπο ήθελε το υλικό των προηγουμένων ενοτήτων. Η δημοσίευση του έργου θα γινόταν στην εφημερίδα Ακρόπολις σε οκτώ εβδομαδιαίες συνέχειες και η σειρά θα καθοριζόταν με κλήρωση, ενώ ο τίτλος δόθηκε κατόπιν προτάσεων των αναγνωστών της εφημερίδας.
Οι συνέχειες του μυθιστορήματος δημοσιεύθηκαν από τις 2 Μαρτίου 1958 έως τις 26 Απριλίου 1958 και η σειρά των συγγραφέων ήταν η εξής: Μυριβήλης, Καραγάτσης, Τερζάκης, Βενέζης για τον πρώτο κύκλο των τεσσάρων εβδομάδων και αμέσως ακολούθησε ο δεύτερος κύκλος με την ίδια σειρά.
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ
Στρατής Μυριβήλης: «…Εμείς οι Έλληνες αγέλη, κύριε λοχαγέ; Είμαστε μόνο ένας φτωχός λαός, φτωχός και περήφανος και τίμιος μέσα σε όλη την ιστορία του, που πολέμησε με τα νύχια και με τα δόντια για την λευτεριά και για την αξιοπρέπεια του ανθρώπου…»
Μ. Καραγάτσης " Ο άνθρωπος πολλές φορές στη ζωή του, βρίσκεται αναγκασμένος να εκστομίσει την απειλή. Είναι η παρόρμηση, τα αφάρπαγμα της οργισμένης στιγμής, που συσκοτίζει το νου· που εξουδετερώνει το Υπερεγώ, το σφυρηλατημένο από τον αταβισμό αιώνων πολιτισμού, από καλλιέργεια και υποταγή στις κοινωνικές συνθήκες. Και φέρνει στην επιφάνεια το πρωτόγονο Εγώ, που ελλοχεύει ύπουλα στα κύτταρά μας· που μας το μετέδωσε, ανάμεσα από αναρίθμητες γενιές, με τα χρωματοσώματά του, ο απώτατος πρόγονός μας, ο τρωγλοδύτης, ο κτηνάνθρωπος· εκείνος που για να επιβιώσει, ν’ αναπαραχθεί και να κυριαρχήσει, άλλον τρόπο απ’ το φονικό δεν ήξερε. Την εκστομίζουμε την απειλή· κι η πρόθεσή μας είναι, εκείνη τη στιγμή, συνεπής με τα λόγια μας. Εκείνη τη στιγμή… Τις πιότερες φορές το πρόσκαιρα παραμερισμένο Υπερεγώ επανέρχεται και μα ξανατοποθετεί στα πλαίσια της υποκειμενικής και αντικειμενικής ασφάλειας που μας προσφέρει ο πολιτισμός. Κι η απειλή απομένει απειλή…
Α. Τερζάκης: «…Όμως η νεαρή ηλικία, η ηρωική ηλικία, κάποτε περνάει. Και τότε βλέπουμε πως δεσμέψαμε τη ζωή μας, της χαράξαμε την πορεία της σε μια εποχή που έβλεπε τον κόσμο με το δικό της, το ρομαντικό πρίσμα. Αργότερα όλα, ανεπαίσθητα μα σταθερά, αλλάζουν. Και είναι πια αργά να κάνουμε πίσω».
Ηλίας Βενέζης: Η γη που έχει πρασινίσει παίρνει το φως και το ταξιδεύει απάνω της, κύμα. Οι κολόνες του αρχαίου ναού παίρνουν το φως, και στέλνοντάς το αδιάκοπα πίσω, στη γαλάζια ατμόσφαιρα, το κάνουν δόνηση και διάρκεια. Είναι ένας αέναος ρυθμός, μια μυστική λειτουργία, πράξη οργανική, αναπόδραστη, για την τελείωση της ομορφιάς. Μέσα από τις κολόνες κοιταγμένο, χαμηλά, το πέλαγο, χρυσό απ’ το φως, ταξιδεύει την αιωνιότητά του. Πιο πίσω φαίνεται η Σαλαμίνα, τα βουνά της Πελοποννήσου, ύλη πια αποπνευματωμένη, όπως γίνεται το κάθε τι στην Ελλάδα. …-Θέ μου, μέσα σε τόση ομορφιά γιατί ο άνθρωπος ξεστράτισε τόσο;…».
Επίκτητος - Εγχειρίδιο
Επίκτητος - Εγχειρίδιο. Σύνοψη της στωϊκής φιλοσοφίας και ηθικής
Το Εγχειρίδιο αποτελεί απάνθισμα και σύνοψη των Διατριβών και ομιλιών του Επίκτητου. Αποτελείται από πενηντα-τρείς παραγράφους ή κεφάλαια. Συντάχθηκε από τον Φλάβιο Αρριανό, μαθητή του φιλοσόφου, και θεωρείται μία από τις σημαντικότερες και ασφαλέστερες πηγές για την μελέτη της ηθικής φιλοσοφίας της Στοάς.
Μέσα στις σελίδες του Εγχειριδίου γίνεται αμέσως αντιληπτή η θαρραλέα απόπειρα του Επίκτητου να επιβάλλει την φιλοσοφία στην ψυχολογία, να εξηγήσει και να καθοδηγήσει λογικά όλες τις δράσεις και τις εκφάνσεις του ψυχικού κόσμου, ν' αναλύσει με τον ήρεμο και λογικά σκεπτόμενο νου όλα όσα πολύ αργότερα θα προσπαθούσε να διερευνήσει η επιστημονική ψυχολογική ανάλυση, και να προβάλει την απάθεια ως ύψιστη φιλοσοφική αρετή, μια απάθεια που πλησιάζει περισσότερο προς την ψυχική γαλήνη ή την ψυχραιμία ή την αταραξία, παρά προς την παντελή έλλειψη παθών ή την αναισθησία ή την αδιαφορία.
"Aπό τα πράγματα άλλα βρίσκονται στην εξουσία μας και άλλα όχι. Στην εξουσία μας βρίσκονται η αντίληψη, η επιλογή, η επιθυμία, η άρνηση, με ένα λόγο όσα είναι δικά μας έργα. Δεν βρίσκονται στην εξουσία μας το σώμα, η περιουσία, η φήμη, τα αξιώματα, με έναν λόγο όσα δεν είναι δικά μας έργα. Οσα βρίσκονται στην εξουσία μας είναι φύσει ελεύθερα, ακώλυτα και ανεμπόδιστα. Οσα δεν βρίσκονται στην εξουσία μας είναι ασθενή, δουλωμένα, υποκείμενα σε εμπόδια, αλλότρια. Να θυμάσαι πως, αν θεωρήσεις τα φύσει δουλωμένα ως ελεύθερα και τα αλλότρια ως δικά σου, θα πέσεις σε εμπόδια, θλίψεις, ταραχές, θα κατηγορείς θεούς και ανθρώπους. Αν, αντίθετα, θεωρήσεις πως μόνο το δικό σου είναι δικό σου και πως το αλλότριο είναι αλλότριο -όπως πραγματικά είναι -, ποτέ δεν θα σ εξαναγκάσει κανείς, δεν θα σ εμποδίσει κανείς, δεν θα μεμφθείς κανέναν, δεν θα κατηγορήσεις κανένα, δε θα κάνεις τίποτα χωρίς τη θέληση σου, δεν θα σε βλάψει κανείς και δεν θα έχεις έχθρους, αφού ούτε τίποτα βλαβερό να πάθεις θα υπάρχει. Επιθυμώντας, λοιπόν, τόσο σπουδαία πράγματα, να έχεις κατά νου ότι δεν πρέπει να επιδοθείς σ αυτά καταβάλλοντας μέτρια προσπάθεια, αλλά να εγκαταλείψεις τα μεν εντελώς και να αναβάλλεις προς το παρόν τα άλλα. Αν όμως επιθυμείς και τούτα και συνάμα τα αξιώματα και τα πλούτη, θα συμβεί να μην αποκτήσεις ούτε καν τα τελευταία, λόγω του ότι επιθυμείς και τα πρώτα. Σε κάθε περίπτωση θ αποτύχεις όσο αφορά τα πρώτα, με τα οποία - και μόνο με αυτά- αποκτώνται η ελευθερία και η ευδαιμονία. Ν ασκείσαι, λοιπόν, στο ν απαντάς σε κάθε σκληρή εξωτερική παράσταση ως εξής : "Είσαι απλή παράσταση και καθόλου αυτό που παρουσιάζεσαι να είσαι". Στη συνέχεια να την ελέγχεις και να την υποβάλλεις σε δοκιμασία σύμφωνα με τους κανόνες τούτους που έχεις. Πρώτος και σπουδαιότερος είναι ο σχετικός με το αν η παράσταση αφορά τα πράγματα που βρίσκονται ή όχι στην εξουσία μας. Αν αφορά κάποιο από αυτά που δεν βρίσκονται στην εξουσία μας, να έχεις έτοιμη πρός χρήση την απάντηση: "Δεν έχει σχέση με μένα". Πηγή: http://www.ellinikoarxeio.com/2010/05/blog-post_1823.html#ixzz22OuKp1aa
«Η Ελληνική ιδιαιτερότητα, Τόμος Β΄, Η Πόλις και οι νόμοι»
«Η Ελληνική ιδιαιτερότητα, Τόμος Β΄, Η Πόλις και οι νόμοι»
Η Φιλία και ο Έλεος - Κορνήλιος Καστοριάδης
Το κείμενο του άρθρου αποτελεί απόσπασμα σεμιναρίου (1983) του Κορνήλιου Καστοριάδη, το οποίο έχει συμπεριληφθεί στο εξαιρετικό βιβλίο «Η Ελληνική ιδιαιτερότητα, Τόμος Β΄, Η Πόλις και οι νόμοι» (εκδ. «Κριτική. Επιστημονική Βιβλιοθήκη», Αθήνα, 2008, μετάφραση: Ζωή Καστοριάδη.)
Θα έβλεπα δύο πολύ σημαντικά στοιχεία, που χαρακτηρίζουν τις διαπροσωπικές σχέσεις στην Ελλάδα και εκφράζονται με τις λέξεις φιλία και έλεος. Ας αρχίσουμε από την πρώτη. Ο Αριστοτέλης, ο οποίος είναι παραδόξως ο κατ’ εξοχήν φιλόσοφος της κλασικής πόλης, θα τη συζητήσει δια μακρών. Έχουμε συνηθίσει, μετά από τους Ρωμαίους, να μεταφράζουμε αυτή τη λέξη ως «amitié» («φιλική σχέση»), καθόλου δόκιμη απόδοση. Η φιλία προέρχεται από το ρήμα φιλώ, που σημαίνει αγαπώ. Όχι αγαπώ ερωτικά, αν και αυτό το νόημα είναι επίσης δυνατό. Η φιλία είναι το γένος, που σαν επιμέρους είδη του έχει τις διάφορες μορφές συναισθημάτων, που μπορούν να συνδέσουν τα άτομα. Και στην ελληνική πόλη, η φιλία έχει πολύ σημαντικές θεσμικές πτυχές. Βεβαίως, πρόκειται κυρίως για τη φιλική σχέση μεταξύ ανδρών, συχνά βάσει άτυπων πολιτικών συνδέσμων που ονομάζονται εταιρείαι, ενώ ο Πλάτων, όπως και ο Αριστοτέλης, θα πουν δικαίως, ότι η φιλία είναι κατ’ εξοχήν ο τύπος σχέσης, που μπορεί να ευδοκιμήσει και να αναπτυχθεί σε μια ελεύθερη κοινότητα και ότι μια τέτοια κοινότητα την προϋποθέτει.
Κατά κανόνα, η τυραννία δεν μπορεί να ανεχθεί τη φιλίαν (Πλάτων, «Πολιτεία», Ι, 576a, Αριστοτέλης, «Ηθικά Νικομάχεια», Θ, 1161a 30-35, 1161b 1-10). O τύραννος έχει κάθε συμφέρον να εμποδίσει την, ανεξάρτητα από αυτό τον ίδιο, δημιουργία ισχυρών δεσμών μεταξύ των ανθρώπων, που θα μπορούσαν να ευνοήσουν τον αγώνα εναντίον της εξουσίας του και, εν πάση περιπτώσει, τη σύσταση μέσα στην κοινωνία ενός κέντρου αναφοράς που διαφεύγει του ελέγχου του. Μπορούμε να δούμε το πράγμα από μια μακιαβέλεια σκοπιά -δεν λέω μακιαβελική-, θέτοντας το ερώτημα του πώς πρέπει να ενεργήσει ο τύραννος για να κυβερνήσει. Απάντηση: πρέπει να καταστρέψει τις φιλικές σχέσεις. Ας μεταθέσουμε το ερώτημα στην εποχή μας: τι χρειάζεται ένα ολοκληρωτικό καθεστώς για να εξασφαλίσει τη θέση του; Να διαρρήξει με κάθε τρόπο όλες τις ανεξάρτητες από αυτό σχέσεις μέσα στην κοινωνία, να καταφέρει να κονιορτοποιήσει το λαό και να καταστήσει μοναδικό κέντρο αναφοράς και ενοποίησης τους την ίδια την εξουσία.
Δεν είναι εξ’ άλλου τυχαίο το γεγονός ότι, πολύ συχνά, οι αφηγήσεις των τυραννοκτόνων φέρνουν στο προσκήνιο φίλους, όπως στο περίφημο παράδειγμα του Αρμόδιου και του Αριστογείτονος στην Αθήνα, οι οποίοι σκότωσαν τον Ίππαρχο, γιο του τυράννου Πεισίστρατου. Θα βρούμε και άλλους στη νότια Ιταλία... Επομένως, η πρώτη διαπροσωπική σχέση, που μετρά στην πολιτική ζωή της κοινότητας είναι η φιλία, θα επανέλθω.
Το δεύτερο στοιχείο, για να χρησιμοποιήσουμε τον όρο του Αριστοτέλη στον ορισμό της τραγωδίας, είναι ο έλεος -θα μπορούσαμε να πούμε επίσης η συμπάθεια-, δεν πρόκειται για οίκτο ή για κάπως δακρύβρεχτη συμπόνια, αλλά για το γεγονός ότι ο ένας μπαίνει στη θέση του άλλου και συμπάσχει, δηλαδή μεταφορικά, υφίσταται αυτό που κάνει τον άλλο να πάσχει, δεν μένει απαθής απέναντι στη δυστυχία του. Βρίσκουμε έτσι σε ένα λόγο του Δημοσθένη («Κατά Τιμοκράτους», 171,1) το απόσπασμα, όπου λέει, ότι κατά γενική ομολογία, πρέπει τους ασθενείς ελεείν, να επιδεικνύεται έλεος απέναντι στους αδύναμους, να λαμβάνεται υπόψη αυτό που τους συμβαίνει...
Η ιδέα, φυσικά, βρίσκεται ήδη στην Ιλιάδα. Σας θυμίζω τη σκηνή, στο τέλος του έπους, μεταξύ Αχιλλέως και Πριάμου. Βρίσκουμε εκεί όλο τον έλεον του κόσμου, ο καθένας μπαίνει στη θέση του άλλου, και μάλιστα με διάφορους τρόπους. Μπορούμε λοιπόν να συγκρατήσουμε από τη μια τη φιλίαν, και από την άλλη τον έλεον, ως τυπικά συναισθήματα, που αφορούν στις σχέσεις μεταξύ ατόμων. Το επαναλαμβάνω, έχουμε να κάνουμε εδώ, φυσικά, με μια άτυπη θέσμιση, κάτι σαν έθιμο, αλλά με την ισχυρή έννοια του όρου, δηλαδή αυτού, που κατά τα ειωθότα εφαρμόζεται στην πόλη.
Εδώ είναι αναγκαία μια παρέκβαση. Όταν μιλάμε για συναισθήματα, βρισκόμαστε αντιμέτωποι με ένα θεμελιώδες γεγονός, που αποτελεί επίσης κοινοτυπία – και τις κοινοτυπίες δεν τις πολυσκεφτόμαστε∙ τα συναισθήματα δεν λειτουργούν κατά παραγγελία. Μπορούμε, μέχρι ενός σημείου, να κατευθύνουμε την εξωτερική μας συμπεριφορά και να κυριαρχήσουμε στα συναισθήματα μας. Δεν είναι όμως δυνατό να τα αλλάξουμε επιβάλλοντας τη θέληση μας ή από απλό ηθικό καθήκον. Το περισσότερο που μπορούμε να κάνουμε είναι να τα διαμορφώσουμε κατά τη διάρκεια της ζωής μας, όπως λέει ο Αριστοτέλης στην αρχή του δεύτερου βιβλίου των «Ηθικών Νικομαχείων»: «Ουτ' άρα φύσει ούτε παρά φύσιν εγγίνονται αι αρεταί, αλλά πεφυκόσι μεν ημίν δέξασβαι αυτάς, τελειουμένοις δε δια του εθους». [Oι αρετές δεν υπάρχουν μέσα μας εκ φύσεως - ούτε όμως και είναι αντίθετη προς τη φύση μας η γένεσή τους μέσα μας; η φύση μας έκανε επιδεκτικούς στις αρετές, τέλειοι όμως σ' αυτές γινόμαστε με τη διαδικασία του έθους (1103a 25).]
Και ιδού ένα πολύ ωραίο ανέκδοτο: κάποιοι φίλοι του Σωκράτη γνώρισαν ένα διάσημο φυσιογνωμιστή, του έδειξαν από μακριά τον Σωκράτη και του ζήτησαν να περιγράφει το χαρακτήρα του. Εκείνος, αφού τον κοίταξε καλά, απάντησε, ότι είναι ευέξαπτος και ανίκανος για αυτοέλεγχο, φιλήδονος, ψεύτης κ.λπ.. Κατάπληξη και γέλια των φίλων, που τα μετέφεραν όλα στον Σωκράτη. Έτσι ακριβώς ήμουν, τους απαντά· έκτοτε άλλαξα τον εαυτό μου, τα ελαττώματα όμως αυτά παρέμειναν χαραγμένα στο πρόσωπο μου (Κικέρων, Τusculanes, IV, 37).
Δεν πρέπει να ξεχάσουμε, ότι στην ελληνική αντίληψη -και ο Αριστοτέλης το αναφέρει ρητά- φιλία μόνο μεταξύ ίσων μπορεί να υπάρχει. Αυτό είναι εξάλλου που την ανάγει στο κατεξοχήν δημοκρατικό συναίσθημα, θα ήταν γελοίο, λέει, να φανταστούμε ότι δεσμοί φιλίας μπορούν να συνδέσουν ένα θνητό με τον Δία. Από την άλλη, το συναίσθημα αυτό απευθύνεται σε ό,τι αξιολογούμε θετικά στον άλλο. Αυτό μπορεί να φαίνεται αυτονόητο, αλλά μην ξεχνάτε ότι η χριστιανική θέση είναι εντελώς διαφορετική - θα επανέλθω επ' αυτού. Βλέπετε λοιπόν, ότι η φιλία εξαρτάται, κατά μία έννοια, από την πολιτική θέσμιση της πόλης, δεδομένου ότι η ίδια η πόλη θέτει τα άτομα ως ίσα, δημιουργώντας ως εκ τούτου τις συνθήκες για αυτό τον τύπο δεσμών. Και ταυτόχρονα η πόλη βεβαίως δίνει σε καθένα από τα μέλη της τη δυνατότητα να εξυψωθεί ώστε να γίνει άξιο φιλίας.
Υποθέστε τώρα, ότι η θεμελιώδης ηθική προτροπή σε μια κοινότητα είναι η αγάπη, όχι η ανοχή ή η λύπηση, αλλά η αγάπη των πάντων ανεξάρτητα από το τι είναι ο καθένας, επιπλέον δε, ότι πρέπει η αγάπη αυτή να επιδεικνύεται ακόμη περισσότερο, όταν το άτομο δεν αξίζει ηθικά. Σε αυτό ακριβώς έγκειται, όπως ξέρουμε, το περιεχόμενο της χριστιανικής προτροπής σε ό,τι αφορά τις ατομικές σχέσεις. Ο πραγματικός χριστιανικός ήρωας είναι αυτός, που μπορεί να φιλήσει τις πληγές των λεπρών ή ο Χριστός της παραβολής του Dostoevsky, ο οποίος φιλά στο στόμα τον Μέγα Ιεροεξεταστή, που μόλις του εξήγησε τις ορθολογικές φρικαλεότητες, που γνωρίζετε.
Φυσικά, δεν υπάρχει τίποτα παρόμοιο στον ελληνικό κόσμο. Η φιλία απευθύνεται στον άλλο στο βαθμό που ενσαρκώνει μια αξία, στο μέτρο που είναι καλός καγαθός, δηλαδή ένα ον «καλό και ωραίο». Όσο για τον έλεον, απευθύνεται σε όλο τον κόσμο, αλλά δεν πρόκειται για αγάπη. Είναι το γεγονός, ότι ο άλλος λαμβάνεται υπ’ όψη, η δυστυχία του μετρά και υπαγορεύει την ανάλογη δράση. Μπορεί να δείξει κανείς έλεον σε ένα λεπρό και να τον βοηθήσει χωρίς να τον αγαπά ούτε να αισθάνεται υποχρεωμένος να φιλήσει τις πληγές του.
Είναι αλήθεια, ότι βρίσκουμε στον ελληνικό πνευματικό κόσμο κάτι που σηματοδοτεί ταυτόχρονα ένα όριο και μια αλλαγή, και για το οποίο ελέχθη -κακώς- ότι προανήγγειλε το χριστιανισμό. Πρόκειται βεβαίως για τη θέση, που αποδίδει ο Πλάτων στον Σωκράτη, που προέρχεται πιθανότατα από τον Σωκράτη ως ιστορικό πρόσωπο και συνίσταται στην προτροπή του να μην απαντάς στο κακό με το κακό. Είναι προτιμότερο να υφίστασαι την αδικία παρά να τη διαπράττεις. Είναι όμως διαφορετικό να πεις: μην απαντάς στο κακό με το κακό, πράγμα που αφορά στη συμπεριφορά μας και εξαρτάται από εμάς, είναι, όπως λέει ο Αριστοτέλης, «εφ’ ημίν». Και είναι άλλο να λες: να αγαπάς αυτόν που σου κάνει κακό. Αυτή η προτροπή δεν αφορά στη συμπεριφορά, αλλά στο συναίσθημα και είναι καθ’ αυτή παράλογη, διότι κανείς δεν μπορεί να κυριαρχήσει τα συναισθήματα του. Δεν συζητώ καν για το αν πρέπει ή όχι να αγαπάμε αυτούς που κάνουν κακό. Αν θεωρήσουμε όμως τι συνεπάγεται αυτό, θα καταλήξουμε στο συμπέρασμα, ότι όσο περισσότερο ο τάδε έχει βασανίσει στο Άουσβιτς, τόσο περισσότερο θα πρέπει να αγαπηθεί! Πρόταση απολύτως απορριπτέα.
Εδώ έγκειται η διπλοπροσωπία ή η θεμελιώδης υποκρισία του χριστιανισμού. Υποκρισία όχι με την τρέχουσα, αλλά με την οντολογική έννοια. Αυτό που προτείνεται εδώ είναι ένα είδος ψευδούς απολύτου, δεδομένου ότι πρόκειται για απόλυτο απολύτως μη πραγματοποιήσιμο και επομένως ανύπαρκτο. Και ζούμε κάτω ακριβώς από την τερατώδη κυριαρχία αυτής της αδύνατης ηθικής εδώ και σχεδόν δεκαεπτά αιώνες, πράγμα που φέρνει, φυσικά, καταστροφικά αποτελέσματα, όπως ο ουσιώδης διχασμός στον εσωτερικό κόσμο των ατόμων, που ο Ηegel είχε πολύ καθαρά δει. Όταν μιλά για τη δυστυχή συνείδηση, αναφέρεται κατά μία έννοια στο χριστιανισμό, που επιβάλλει στο άτομο έναν κανόνα, στον οποίο δεν μπορεί ποτέ να υπακούσει.
Εν ολίγοις, υπάρχει θεμελιώδης διαφορά ανάμεσα σε μια ηθική, που λέει, ότι αυτός που κάνει το κακό (αυτό που θεωρώ, αυτό που θεωρούμε κακό) πρέπει παρά ταύτα να αντιμετωπίζεται ως άτομο, που δεν υποβιβάζεται εντελώς στο κακό που διαπράττει, ως άτομο, που μπορεί να αναπτύξει και άλλες δυνατότητες -αυτή η προτροπή έχει περιεχόμενο, δυνατότητα εφαρμογής, και αφορά σε μια συμπεριφορά, όχι σε συναισθήματα- και μια άλλη που λέει, ότι αυτόν που κάνει το κακό πρέπει να τον αγαπάς εξ’ ίσου, και μάλιστα περισσότερο από τους άλλους - πράγμα που καταλήγει σε μια ηθική η οποία, κυριολεκτικά, θα μας προέτρεπε να αγαπάμε τον Χίτλερ και τον Στάλιν. Σχηματοποιώ φυσικά, αλλά αυτή η εναλλακτική λύση είναι σαφώς παρούσα.
Η δεύτερη ηθική, η χριστιανική, της οποίας εξ’ άλλου θα μπορούσαμε να εντοπίσουμε τους προδρόμους στην Παλαιά Διαθήκη -η Καινή είναι από αυτή την άποψη λιγότερο ανακαινιστική απ' όσο θα ήθελε-, καταλήγει επομένως να μεταμορφώσει το άτομο σε αιώνιο ένοχο, που παραμένει πάντοτε ανεπαρκές απέναντι στον κανόνα. Είναι ως εκ τούτου καταδικασμένο να συμβιβάζεται διαρκώς με αυτό τον κανόνα, να ζει μέσα στον κομφορμισμό και στη διπλοπροσωπία, σχετικοποιώντας, ως μη όφειλε, τα πράγματα.
Όσο για το κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο, ο χριστιανισμός ξεκινά αγνοώντας το αναφανδόν: δεν μας αφορά, λένε τα ευαγγέλια, πάσα εξουσία εκ θεού, τα του Καίσαρος τω Καίσαρι (είναι η Προς Ρωμαίους Επιστολή) κ.λπ.. Έτσι καταλήγουμε αναγκαστικά σε μια σχάση, σε μια διάσπαση. Από τη μια ένας δημόσιος χώρος, θεσμισμένος, όπου ο Καίσαρ κάνει ό,τι έχει να κάνει και όπου, παρ' όλες τις συζητήσεις περί αυτού, δεν βλέπουμε με ποιο τρόπο θα μπορούσαν να εφαρμοστούν οι κανόνες της ηθικής: ο εξομολογητής του βασιλιά μπορεί βεβαίως να του επιβάλλει μια μετάνοια επειδή διέταξε τη σφαγή μερικών χιλιάδων υπηκόων του, όμως αυτό δεν αλλάζει σε τίποτα τη νομιμότητα του βασιλιά. Από την άλλη, ένας ιδιωτικός χώρος, όπου ισχύει αυτή η μη πραγματοποιήσιμη προτροπή του να αγαπάς τον πλησίον σου, όποιος κι αν είναι αυτός, περισσότερο από τον εαυτό σου. Ασφαλώς, μετά τη θέσμισή του, ο χριστιανισμός απέκτησε εξαιρετική πνευματική ευρύτητα, οικειοποιούμενος μεγάλο τμήμα της αρχαίας φιλοσοφίας και των μεθόδων της, οπότε τα προβλήματα εμφανίζονται πιο επεξεργασμένα, συμπεριλαμβανομένων και των πολιτικών και ενεργοποιείται μια ολόκληρη σοφιστεία.
Όλα αυτά τα βρίσκουμε, από κάποια στιγμή και μετά, στους Πατέρες της Εκκλησίας και στη συνέχεια στους θεολόγους του Μεσαίωνα. Και τα επιχειρήματα εξακοντίζονται προς όλες τις κατευθύνσεις: για να καταδικάσουν το φόνο του βασιλιά ή για να τον δικαιολογήσουν ή και τα δύο... επειδή έχει επανεισαχθεί στον δημόσιο χώρο κάτι σαν θείο φυσικό δίκαιο, που ο μονάρχης είναι παρά ταύτα υποχρεωμένος να σεβαστεί. Δεν επιτυγχάνεται όμως ποτέ μια συμφωνία, ένα μονοσήμαντο δόγμα. Παραμένει σε τελευταία ανάλυση αυτή η διπλοπροσωπία της θέσμισης, ανάμεσα σε μια πολιτική, που προέρχεται από την απλή πραγματικότητα και σε μια ηθική, που περιορίζεται στον ιδιωτικό βίο των ανθρώπων.
Όμως, το σημαντικό -αυτός εξάλλου είναι και ο λόγος, που επέμεινα σε αυτή την παρέκβαση- είναι, ότι δεν υπάρχουν στον αρχαίο ελληνικό κόσμο η διπλοπροσωπία, το ενσωματωμένο ψέμα στην πραγματική λειτουργία της κοινωνίας και στην παράσταση, που φτιάχνει η ίδια για τον εαυτό της και η οποία εξακολουθεί να υφίσταται από το Μεσαίωνα μέχρι τον σύγχρονο κόσμο μας. Θα μπορούσαμε μάλιστα να πούμε, ότι απουσιάζει από όλες τις ιστορικές κοινωνίες, με εξαίρεση τις μονοθεϊστικές. Οι ασιάτες δεσπότες δεν θα πουν κάτι και θα κάνουν κάτι άλλο. Στην Ελλάδα, στη Ρώμη, δεν θα πουν, ότι όλα τα ανθρώπινα όντα είναι ίσα για να επικυρώσουν στη συνέχεια τις υπάρχουσες ιεραρχίες. Δεν θα ισχυριστούν, ότι η δικαιοσύνη οφείλει, να προέχει στις σχέσεις μεταξύ πόλεων, θα πουν ότι αυτό που υπερισχύει στις σχέσεις μεταξύ πόλεων, αν δεν είναι ίσες, είναι η βία. Δεν θα βρούμε όμως αυτές τις εξωφρενικές καταστάσεις, στις οποίες έχουμε από τη μια μεριά ένα διεθνές δίκαιο, που υποτίθεται ότι εξασφαλίζει τη δικαιοσύνη στις σχέσεις μεταξύ Κρατών και από την άλλη παρεμβάσεις στη Νικαράγουα, στα νησιά Φόκλαντ, στο Αφγανιστάν κ.α., καταστάσεις στις οποίες το δίκαιο δεν παίζει απολύτως κανένα ρόλο. Εφιστώ την προσοχή σας σε αυτό το κεφαλαιώδες γεγονός: μία από τις συνθήκες ύπαρξης αυτού, που αποκαλούμε ιδεολογία -με την πραγματική έννοια του όρου και όχι με την έννοια που κολλά παντού, όπως στους αλθουσερικούς ή σε άλλους, που μιλάνε για ιδεολογία των Ελλήνων ή των Παπούα- είναι ακριβώς αυτός ο διχασμός ανάμεσα στο λέγειν και το πράττειν.
Μια τέτοια απόσταση ανάμεσα σε απατηλό λόγο και πραγματικότητα της κοινωνικής δράσης έχει σημαντικές προεκτάσεις. Μια πραγματική ηθική μόνο στα εφ’ ημίν, σε ό,τι εξαρτάται από εμάς, μπορεί να αναφέρεται. Και είναι ουσιώδες να αναγνωρίσουμε αυτόν ακριβώς το χώρο της ψυχικής ζωής, που ο άνθρωπος δεν ελέγχει – εξ’ άλλου δεν μπορούμε να δούμε στη συγκεκριμένη περίπτωση τί θα σήμαινε ο έλεγχος. Μπορούμε να ελέγξουμε τη συμπεριφορά, που προέρχεται από τα συναισθήματα, όχι όμως τα ίδια τα συναισθήματα. Κατά συνέπεια, κάθε ηθική προτροπή απευθυνόμενη στα συναισθήματα είναι παράλογη. Ακόμη μεγαλύτερος παραλογισμός είναι η προσπάθεια επιβολής αδύνατων ή αντιφατικών συναισθημάτων.
Όποιος αγαπά όλο τον κόσμο φυσικά δεν αγαπά κανένα. Και όποιος αγαπά αυτό που μισεί δεν μισεί τίποτα - αλλά όποιος δεν μισεί τίποτα δεν επενδύει τίποτα συναισθηματικά. Πράγμα, που οριακά είναι δυνατό, αλλά αποτελεί εξ ορισμού αποκλειστικότητα ορισμένων ατόμων, χριστιανών αναχωρητών στην έρημο ή οπαδών του βουδισμού. Και η ύπαρξη αυτών των περιθωριακών ατόμων, ερημιτών ή αγίων επιτρέπει ταυτόχρονα στην κοινωνία να δικαιολογείται και να ενοχοποιείται δίνοντας στον εαυτό της την απατηλή απόδειξη της δυνατότητας να πραγματωθεί το διακηρυσσόμενο ιδεώδες. Ο άγιος τάδε το καταφέρνει, άρα η ηθική μας δεν είναι παράλογη· εμείς όμως δεν έχουμε το απαιτούμενο ανάστημα, πρέπει επομένως να εξιλασθούμε, να γονυπετήσουμε, να συνεισφέρουμε στους εράνους για την ανοικοδόμηση του ιερού ναού κ.λπ. - και ταυτόχρονα, αναμφίβολα, να μάθουμε να εξαπατάμε.
Ίσως υπήρξε κάποια στιγμή στην ιστορία του χριστιανισμού, που αυτή η διπλοπροσωπία δεν είχε ακόμη εμφανιστεί: Αναφέρομαι στους δύο πρώτους αιώνες της εξάπλωσής του (τον 2ο και τον 3ο μ.Χ. αιώνα) περίοδο, για την οποία έχει κανείς την εντύπωση σε μεγάλο βαθμό, ότι αυτοί οι χριστιανοί είχαν πράγματι παραιτηθεί από την εγκόσμια ζωή και περίμεναν ανά πάσα στιγμή τη Δευτέρα Παρουσία, την επιστροφή του Χριστού επί της γης. Ως εκ τούτου, η επίγεια ζωή -συμπεριλαμβανομένης βεβαίως και της ζωής των πολιτικών θεσμών- έχανε κάθε σημασία, αφού ο Μεσσίας θα εμφανιζόταν από τη μια στιγμή στην άλλη.
Υπό αυτές τις συνθήκες, όταν τα άτομα ζουν μια ζωή, που μόνο κατ' όνομα είναι, ζωή, σε απόλυτη ετοιμότητα και με τις αποσκευές ανά χείρας για το ταξίδι στον άλλο κόσμο, είναι δυνατό να φανταστούμε εφαρμογή της χριστιανικής ηθικής που να μην αποτελεί διαρκή διπλοπροσωπία. Από τη στιγμή όμως που οι χριστιανοί εγκαθίστανται μόνιμα στη ζωή της κοινωνίας, και επομένως από τη στιγμή, όπου ο χριστιανισμός αναγνωρίζεται (το 313 μ.Χ., επί Κωνσταντίνου) και στη συνέχεια γίνεται η υποχρεωτική θρησκεία για όλους τους κατοίκους της Αυτοκρατορίας επί ποινή διώξεων (384, ψήφισμα του Θεοδόσιου), η διπλοπροσωπία βρίσκεται στην καρδιά της χριστιανικής θέσμισης της κοινωνίας και η κατάσταση αυτή προεκτείνεται μέχρι τις μέρες μας με τη διάσταση ανάμεσα σε ένα δικαιολογητικό λόγο και στην πραγματικότητα.
Συμπεραίνοντας, ας επανέλθουμε σε δύο στοιχεία της άτυπης θέσμισης της κοινωνίας στην αρχαία Ελλάδα, δηλαδή τον έλεον και τη φιλίαν. Διαβάστε σχετικά ή ξαναδιαβάστε αυτό το υπέροχο χωρίο των «Ηθικών Νικομαχείων» (Η, 1155a 23-29), όπου ο Αριστοτέλης λέει, ότι πρόκειται για τη σημαντικότερη αρετή, σημαντικότερη ακόμη και από τη δικαιοσύνη, σε βαθμό που οι νομοθέτες δικαίως ασχολούνται περισσότερο με τη φιλία, παρά με τη δικαιοσύνη. Φράση πολύ περίεργη, που θα έπρεπε να αναλυθεί σε βάθος, τόσο σε σχέση με το ιστορικό ανάφορο, το οποίο έχει κατά νου ο Αριστοτέλης, όσο και για την κατανόηση της σημασίας της.
Όπως και να 'χει το πράγμα, αντιμετωπίζει αρνητικά το γεγονός, ότι οι τύραννοι δεν συμβιβάζονται με τη φιλία μεταξύ πολιτών και προσθέτει, ότι αν η φιλία βασίλευε παντού στην πόλη, δεν θα υπήρχε ανάγκη δικαιοσύνης, διότι, όπως λέει η παροιμία, «τα πάντα είναι κοινά μεταξύ φίλων» («Ηθικά Νικομάχεια», Η, 1159 b 30). Χαράσσει έτσι ένα είδος προοπτικής - ορίου, ένα ιδεώδες, στο πλαίσιο του οποίου, ιδιαίτερα, το μεγάλο ερώτημα της διανεμητικής δικαιοσύνης (τι πρέπει να δοθεί σε ποιον;) δεν θα ετίθετο καν, δεδομένου, ότι δεν θα υπήρχε κανείς, που θα ήθελε να προστατεύσει τα αγαθά του ούτε θα είχε βλέψεις για τα αγαθά του άλλου, και όπου ακόμη και οι όροι «δικό μου» και «δικό σου» θα είχαν περιπέσει σε αχρησία.
Πηγή: http://www.ellinikoarxeio.com/2012/05/phelia-kai-eleos-kastoriadis.html#ixzz22c6N4mwO
"The Greek specificity, Volume II, The polis and the laws" Friendship and Mercy - Cornelios Kastoriadis The text of the article is an excerpt from a seminar (1983) by Cornelios Kastoriadis, which has been included in the excellent book "The Hellenic Specificity, Volume II, The Polis and the Laws" (published by "Critic. Scientific Library", Athens, 2008, translation: Zoe Kastoriadis.) I would see two very important elements that characterize interpersonal relationships in Greece and are expressed by the words friendship and mercy. Let's start from the first one. Aristotle, who is paradoxically the philosopher par excellence of the classical city, will discuss it at length. We have been accustomed, after the Romans, to translate this word as "amitié" ("friendly relationship"), a rendering not at all tentative. Friendship comes from the verb filo, which means to love. No I love romantically, although that meaning is also possible. Friendship is the genus, which, as its individual species, has the various forms of feelings that can connect individuals. And in the Greek city, friendship has very important institutional aspects. Of course, it is mainly about the friendly relationship between men, often based on informal political bonds called companies, while Plato, like Aristotle, would rightly say that friendship is the type of relationship par excellence that can thrive and developed in a free community and that such a community presupposes it. As a rule, tyranny cannot tolerate friendship (Plato, "Politeia", I, 576a, Aristotle, "Nicomachean Ethics", I, 1161a 30-35, 1161b 1-10). The tyrant has every interest in preventing, independently of himself, the creation of strong bonds between men, which could favor the struggle against his authority and, in any case, the establishment within society of a center of reference that eludes him. his control. We can look at it from a Machiavellian point of view - I do not say Machiavellian - by asking the question of how the tyrant must act in order to rule. Answer: it must destroy friendly relations. Let us shift the question to our time: what does a totalitarian regime need to secure its position? To break through in every way all independent relationships within society, to succeed in pulverizing the people and making the power itself the only center of reference and unification for them. It is no coincidence that, very often, the narratives of tyrant killers bring friends to the fore, as in the famous example of Armodius and Aristogeiton in Athens, who killed Hipparchus, son of the tyrant Peisistratus. We will find others in southern Italy... Therefore, the first interpersonal relationship that counts in the political life of the community is friendship, I will return to. The second element, to use Aristotle's term in the definition of tragedy, is mercy - we could also say sympathy - it is not pity or some kind of tearful compassion, but the fact that one puts himself in his place another and sympathizes, that is, metaphorically, he suffers what makes the other suffer, he does not remain indifferent to his misery. We thus find the passage in a speech by Demosthenes ("Against Timocrates", 171.1), where he says that according to the general confession, the sick should be shown mercy, mercy should be shown towards the weak, what happens to them should be taken into account... The idea, of course, is already in the Iliad. I remind you of the scene, at the end of the epic, between Achilles and Priam. We find there all the mercy of the world, each one taking the other's place, and indeed in various ways. So we can hold on the one hand friendship, and on the other hand, mercy, as typical feelings, concerning the relations between individuals. I repeat, we are dealing here, of course, with an informal institution, something like a custom, but in the strong sense of the term, that is, that which is generally applied in the city. A digression is necessary here. When we talk about emotions, we are faced with a fundamental fact, which is also a platitude – and platitudes we don't think much about; emotions don't work on demand. We can, up to a point, direct our outward behavior and master our emotions. But it is not possible to change them by imposing our will or by simple moral duty. The most we can do is to shape them during our lives, as Aristotle says at the beginning of the second book of the "Nicomachean Ethics": , finished by virtue". [Virtues do not exist in us by nature - nor is their genesis in us contrary to our nature? nature made us susceptible to the virtues, but we become perfect in them through the process of ethics ys (1103a 25).] And here is a very nice anecdote: some friends of Socrates met a famous physiognomy, showed him Socrates from afar and asked him to describe his character. He, after looking at him well, replied that he is quick-tempered and incapable of self-control, covetous, a liar, etc.. The friends were astonished and laughed, who conveyed all this to Socrates. That is exactly how I was, he answers them; since then I have changed myself, but these defects remained engraved on my face (Cicero, Tusculanes, IV, 37). We must not forget that in the Greek perception - and Aristotle mentions it explicitly - friendship can only exist between equals. This, moreover, reduces her to the preeminently democratic sentiment, it would be ridiculous, she says, to imagine that ties of friendship can bind a mortal to Jupiter. On the other hand, this feeling is addressed to what we evaluate positively in the other. This may seem obvious, but don't forget that the Christian position is completely different - I'll come back to that. So you see, friendship depends, in a sense, on the political establishment of the city, since the city itself sets individuals up as equals, thereby creating the conditions for this type of bond. And at the same time the city certainly gives each of its members the opportunity to elevate themselves to become worthy of friendship. Now suppose that the fundamental moral exhortation in a community is love, not tolerance or pity, but the love of all regardless of what each one is, and that this love should be displayed all the more when the person is not morally worthy. This, as we know, is precisely the content of the Christian exhortation regarding individual relationships. The real Christian hero is he, who can kiss the wounds of the lepers, or the Christ of Dostoevsky's parable, who kisses on the mouth the Grand Inquisitor, who has just explained to him the rational horrors, you know. Of course, there is nothing like it in the Greek world. Friendship is addressed to the other insofar as he embodies a value, insofar as he is a good good, i.e. a being "good and beautiful." As for mercy, it is for the whole world, but it is not about love. It is the fact that the other person is taken into account, his misery counts and dictates the corresponding action. One can show mercy to a leper and help him without loving him or feeling obliged to kiss his wounds. It is true that we find in the Greek spiritual world something that marks both a limit and a change, and which has been said - wrongly - to have heralded Christianity. This is of course the position that Plato attributes to Socrates, which probably originates from Socrates as a historical person and consists of his admonition not to return evil with evil. It is better to endure injustice than to commit it. But it is different to say: don't return evil with evil, something that concerns our behavior and depends on us, is, as Aristotle says, "ef'imin". And it is another thing to say: to love the one who harms you. This admonition is not about behavior, but about emotion and it is absurd in itself, because no one can dominate their emotions. I'm not even debating whether or not we should love those who do evil. But if we consider what this entails, we will come to the conclusion that the more so-and-so has suffered in Auschwitz, the more he should be loved! Absolutely unacceptable proposal. Herein lies the duplicity or fundamental hypocrisy of Christianity. Hypocrisy not in the current, but in the ontological sense. What is proposed here is a kind of false absolute, since it is an absolutely unrealizable and therefore non-existent absolute. And we have been living precisely under the monstrous rule of this impossible morality for almost seventeen centuries, which brings, of course, disastrous results, such as the essential division in the inner world of individuals, which Hegel had so clearly seen. When he speaks of the unhappy conscience, he refers in a sense to Christianity, which imposes on the individual a rule which he can never obey. In short, there is a fundamental difference between an ethics which says that he who does evil (what I consider, what we consider evil) must nevertheless be treated as a person, who is not entirely reduced to the evil he commits, as a person, which can develop other possibilities - this exhortation has content, applicability, and concerns a behavior, not feelings - and another that says that the one who does evil should be loved equally, and even more from others - which results in an ethics which would, quite literally, urge us to love Hitler and Stalin. I shape of course, but this alternative solution is clearly present. The second morality, the Christian one, the forerunners of which we could otherwise trace in the Old Testament - the New is in this respect less restorative than it would like - ends up therefore transforming the individual into an eternal sinner, who remains always insufficient against the norm. It is therefore doomed to constantly conform to this rule, to live in conformism and duplicity, relativizing, as it should not, things. As for the social and political level, Christianity begins by ignoring the obvious: it does not concern us, say the gospels, all authority from God, that of Caesar to Caesar (it is the Epistle to the Romans), etc.. Thus we necessarily end up in a fission, in a split. On the one hand a public space, institutionalized, where Caesar does what he has to do and where, for all the talk about it, we do not see how the rules of morality could be applied: the king's confessor can certainly to impose a penance on him for ordering the slaughter of a few thousand of his subjects, but this does not change the legitimacy of the king in any way. On the other hand, a private space, where this unrealizable exhortation to love your neighbor, whoever he may be, more than yourself applies. Of course, after its establishment, Christianity acquired extraordinary intellectual breadth, appropriating a large part of ancient philosophy and its methods, so that problems appear more elaborate, including political ones, and a whole sophistry is activated. We find all this, from a certain point on, in the Fathers of the Church and then in the theologians of the Middle Ages. And the arguments are thrown in all directions: to condemn the king's murder, or to justify it, or both... because something like divine natural law has been reintroduced into the public sphere, which the monarch is nonetheless bound to respect. But an agreement, an unequivocal doctrine is never reached. In the final analysis, there remains this duality of the establishment, between a politics that comes from simple reality and an ethics that is limited to people's private lives. But the important thing - and this is also the reason why I insisted on this digression - is that in the ancient Greek world there is no duplicity, the integrated lie in the real functioning of society and in the representation that it creates for itself and which still exists from the Middle Ages to our modern world. We could even say that it is absent from all historical societies, with the exception of monotheistic ones. The Asian despots will not say one thing and do another. In Greece, in Rome, they will not say that all human beings are equal to then validate the existing hierarchies. They will not claim that justice should prevail in relations between cities, they will say that what prevails in relations between cities, if they are not equal, is violence. But we will not find these extreme situations, in which we have on the one hand an international law, which is supposed to ensure justice in relations between States, and on the other hand interventions in Nicaragua, the Falkland Islands, Afghanistan, etc., situations in which law plays absolutely no role. I draw your attention to this capital fact: one of the conditions of existence of what we call ideology - in the true sense of the term and not in the sense that sticks everywhere, as with the Althusserians or others, who speak of the ideology of the Greeks or of the Papuans - it is exactly this division between saying and doing. Such a distance between illusory discourse and the reality of social action has important ramifications. A true morality can only be referred to in the eff'imin, in what depends on us. And it is essential to recognize this very area of mental life, which man does not control - moreover, we cannot see in this particular case what control would mean. We can control the behavior that comes from the emotions, but not the emotions themselves. Consequently, any moral exhortation addressed to the emotions is irrational. Even greater absurdity is the attempt to impose impossible or contradictory feelings. He who loves the whole world naturally loves no one. And he who loves what he hates hates nothing - but he who hates nothing invests nothing emotionally. Something that is marginally possible, but is by definition exclusive to certain individuals, Christian deserters or followers of Buddhism. And the existence of these marginal individuals, hermits or saints simultaneously allows society to justify and blame itself by giving itself the imperfect proof of the possibility of realizing the proclaimed ideal. Saint So-and-so succeeds, so our morality is not unreasonable; but we do not have the required stature, so we must atone, kneel, contribute to the fundraisers for the rebuilding of the holy temple, etc. - and at the same time, no doubt, learn to cheat. Perhaps there was a time in the history of Christianity when this duplicity had not yet appeared: I am referring to the first two centuries of its spread (the 2nd and 3rd centuries A.D.) a period of which one has the impression to a great extent , that these Christians had indeed renounced the worldly life and were waiting at all times for the Second Coming, the return of Christ on earth. Therefore, earthly life - including of course the life of political institutions - lost all meaning, since the Messiah would appear at any moment. Under these conditions, when individuals live a life, which is only in name, life, in full readiness and with baggage in hand for the journey to the other world, it is possible to imagine an application of Christian ethics that is not permanent duplicity. But from the moment when Christians settle permanently in the life of society, and therefore from the moment when Christianity is recognized (in 313 AD, under Constantine) and then becomes the obligatory religion for all the inhabitants of the Empire under penalty persecutions (384, resolution of Theodosius), duplicity is at the heart of the Christian establishment of society and this situation extends to our days with the dissociation between a justifying reason and reality. In conclusion, let us return to two elements of the informal establishment of society in ancient Greece, namely mercy and friendship. Read about it or re-read this wonderful passage in the Nicomachean Ethics (I, 1155a 23-29), where Aristotle says that this is the most important virtue, even more important than justice, inasmuch as legislators rightly concern themselves more with friendship, rather than justice. A very strange phrase, which should be analyzed in depth, both in relation to the historical reference, which Aristotle has in mind, and to understand its meaning. Be that as it may, he takes a negative view of the fact that tyrants are not reconciled to friendship between citizens and adds that if friendship reigned everywhere in the city, there would be no need for justice, because, as the saying goes, "the they are always common among friends" ("Nicomachean Ethics", H, 1159 b 30). It thus carves out a kind of perspective - a limit, an ideal, within which, in particular, the great question of distributive justice (what should be given to whom?) would not even be posed, given that there would be no one who would want to protect his own goods nor would he have a view to the goods of another, and where even the terms "mine" and "yours" would have fallen into disuse.