Σειρά ΕΛΤΑ ΑΓΙΟ ΟΡΟΣ - Ι.Μ. Γρηγορίου βάσει ξυλογραφίας Γ.Μόσχου |
Σήμερα 12 Απριλίου
Οσίου Ακακίου Καυσοκαλυβίτου, Οσίας Ανθούσας
για μεγέθυνση ροδάκι να ανοίξει με φακό |
Γειά σας και χαρά σας! ......... Λίγο πολύ όλοι την έχουμε την δόση μας και εγώ λίγο παραπάνω και επιπλέον μια δόση αυτοσαρκασμού ......... Ελπίζω να σας αρέσει το περιεχόμενο που δημιουργώ εδώ κάθε μέρα ...... Σας ευχαριστώ!
Σειρά ΕΛΤΑ ΑΓΙΟ ΟΡΟΣ - Ι.Μ. Γρηγορίου βάσει ξυλογραφίας Γ.Μόσχου |
για μεγέθυνση ροδάκι να ανοίξει με φακό |
φωτο βικιπαίδεια |
Η Ιερά Πατριαρχική και Σταυροπηγιακή Μονή Εσφιγμένου είναι μία εκ των είκοσι μονών του Αγίου Όρους και κατατάσσεται δέκατη όγδοη (18η) στην ιεραρχική τάξη των αγιορείτικων μονών.
Η νόμιμη αδελφότητα διαμένει προσωρινά στις Καρυές με τον καθηγούμενο της μονής Αρχιμανδρίτη Βαρθολομαίο, καθώς οι κεντρικές εγκαταστάσεις της Μονής Εσφιγμένου κατέχονται παράνομα από μοναχούς καταληψίες.
Τοποθεσία
Η Ιερά Μονή Εσφιγμένου είναι παραθαλάσσια και βρίσκεται βόρεια και ανατολικά της Αθωνικής χερσονήσου.
Ιστορία
Με το όνομα Μονή του Εσφιγμένου υπήρχε ήδη Μονή από τον 10ο αιώνα και φαίνεται ότι βρισκόταν σε ακμή. Σύμφωνα με την παράδοση το μοναστήρι ιδρύθηκε από την αυτοκράτειρα Πουλχερία (408-450) και πολλοί από τους ιδρυτές μοναχούς προέρχονταν από το αρχικό μοναστήρι που είχε καταστραφεί από κατολίσθηση. Κατά τον 14ο αιώνα ηγούμενος του μοναστηριού είχε αναδειχθεί ο Γρηγόριος Παλαμάς. Επίσης εγκαταβίωσε σ' αυτό για κάποιο διάστημα ο Πατριάρχης Αθανάσιος Α΄. Ερημώθηκε πολλές φορές από πειρατικές επιδρομές, κυρίως εκ των Αγαρηνών, αλλά απέκτησε σημαντική δύναμη μετά τον 18ο αιώνα. Το καθολικό κτίστηκε το 1810 στη θέση παλαιότερου ναού που κατεδαφίστηκε, ενώ η τοιχογράφηση έγινε από τους Γαλατσάνους ζωγράφους το 1811 και 1818. Το μοναστήρι κατελήφθη από τους Τούρκους κατά την επανάσταση του 1821, όπου υπέστη από τους εισβολείς μεγάλες καταστροφές και το μεγαλύτερο μέρος της αδελφότητας εκτελέστηκε ή αναγκάστηκε να το εγκαταλείψει. Παλιότερο κτίριο της Μονής είναι η τράπεζα που διατηρεί τοιχογραφίες του 16ου-17ου αιώνα.
Εκτός από το καθολικό και την τράπεζα η Μονή διαθέτει μια πολύ καλή συλλογή βυζαντινών και μεταβυζαντινών εικόνων, από τις οποίες ξεχωρίζει η ψηφιδωτή εικόνα του Χριστού. Η βιβλιοθήκη περιλαμβάνει πολλά και σπάνια χειρόγραφα, ανάμεσα στα οποία ξεχωρίζει το υπ' αριθμόν 14 για τις σπάνιες μικρογραφίες του.
Μετά τη συνάντηση του Οικουμενικό Πατριάρχη Αθηναγόρα και του Πάπα Παύλου ΣΤ΄ στην Ιερουσαλήμ το 1965 οι μοναχοί της Εσφιγμένου έπαψαν να μνημονεύουν τον Πατριάρχη και το 1972 αποχώρησαν από την Ιερά Κοινότητα, το ανώτατο διοικητικό όργανο της αθωνικής πολιτείας, όπως επίσης διέκοψαν την επικοινωνία με τις υπόλοιπες αγιορείτικες μονές και τις ορθόδοξες εκκλησίες.
Άξια ενδιαφέροντος
Στη Μονή αυτή αξίζει να δουν οι επισκέπτες το καθολικό με τις τοιχογραφίες των Γαλατσάνων ζωγράφων (1811), στο σκευοφυλάκιο τμήμα της σκηνής του Ναπολέοντα Βοναπάρτη και στην ιστορική βιβλιοθήκη της Μονής τα σπάνια εικονογραφημένα χειρόγραφα. Όμως η κατάσταση των κειμηλίων, του αρχείου και της μονής εν γένει είναι άγνωστη, καθώς οι καταληψίες εμποδίζουν, παράνομα, την είσοδο στη μονή εκπροσώπων της αρμόδιας Εφορίας Αρχαιοτήτων του Υπουργείου Πολιτισμού.
Αδελφότητα
Το 2002 εξελέγη από την Ιερά Κοινότητα νέα αδελφότητα για να επανδρώσει το μοναστήρι, αλλά δεν έχει σταθεί δυνατόν να εγκαταβιώσει σε αυτό, λόγω της συνεχιζόμενης κατάληψης. Για τον λόγο αυτό εγκαταβιεί στις Καρυές.
Ο Ηγούμενος διετέλεσε έως την κοίμησή του το 2013 ο Αρχιμανδρίτης π. Χρυσόστομος Κατσουλιέρης. Από το 2013 ο εκλεγμένος ηγούμενος που εγκαθιδρύθηκε από την Ιερά Κοινότητα Αγίου Όρους είναι ο Αρχιμανδρίτης π. Βαρθολομαίος Γαζέτας.
Η εκλεγμένη από την Ιερά Κοινότητα του Αγίου Όρους αδελφότητα της Μονής, που λειτουργεί εκτός κεντρικού κτηρίου της μονής, απαρτίζεται από 23 συνολικά άτομα, μοναχούς και εξαρτηματικούς.
Κατάληψη μονής
Από το 1965 έως και σήμερα, οι παράνομα διαμένοντες στη μονή θεωρούνται σχισματικοί από το Οικουμενικό Πατριαρχείο και από κάθε τοπική ορθόδοξη εκκλησία και Πατριαρχείο, ενώ έχουν καταδικαστεί τελεσίδικα από την Ελληνική Δικαιοσύνη για πλειάδα αστικών και ποινικών αδικημάτων, μεταξύ των οποίων και για κατάληψη κτηρίων της μονής.
Οι καταληψίες παραμένουν παράνομα στο κεντρικό κτήριο της Μονής με επικεφαλής τον Μεθόδιο Παπαλαμπρακόπουλο, ο οποίος έχει επισήμως καθαιρεθεί παντός ιερατικού βαθμού και εκκρεμεί η απέλασή του από το Άγιο Όρος.
Τον Φεβρουάριο του 2017, βουλευτές της Χρυσής Αυγής συμμετείχαν σε συγκέντρωση διαμαρτυρίας υπέρ της κατοχής της από τους αντάρτες μοναχούς
Για Μεγέθυνση ροδάκι να ανοίξει με φακό |
φωτο βικιπαίδεια |
Βρίσκεται σε υψόμετρο 300 μέτρων από τη θάλασσα πάνω σε βράχο από γρανίτη. Η μονή είναι ένα από τα τολμηρότερα οικοδομήματα της βυζαντινής μηχανικής, καθώς αποτελεί ένα επταώροφο πυργωτό κτίριο. Το Καθολικό της μονής είναι αφιερωμένο στη Γέννηση του Χριστού.
Καθηγούμενος της Ιεράς Μονής είναι ο Αρχιμανδρίτης Ελισσαίος Σιμωνοπετρίτης.
Ιστορία
Η Μονή Σίμωνος Πέτρας στο Άγιον Όρος, χτισμένη σε υψόμετρο 300 μέτρων πάνω από την ακτή. Στα αριστερά, διακρίνεται και το παρακείμενο υδραγωγείο
Η ίδρυσή της οφείλεται στον Όσιο Σίμωνα, που ασκήτεψε στα μέσα του 13ου αιώνα σε σπήλαιο κοντά στη μονή, ο οποίος σε όραμα διείδε τη μελλοντική της ανοικοδόμηση. Στην αρχή της άσκησής του, από τους πολλούς χρόνους, που έμεινε συνολικά μέσα στο στενό και υγρό σπήλαιο, άκουσε μία φωνή, που ήταν η φωνή της Παναγίας, για να κτίσει την μονή πάνω στον απέναντι κωνικό βράχο. Στην αρχή δίστασε να το κάνει, αλλά στη συνέχεια, μετά και πάλι από το άκουσμα της φωνής της Παναγίας για δεύτερη και τρίτη φορά, που η φωνή της Θεοτόκου ήταν πιο επιτακτική, ξεκίνησε να κτίζει το μοναστήρι (το έτος 1257), το οποίο μετά από την υπόδειξη της Παναγίας ονομάστηκε Νέα Βηθλεέμ, προς τιμήν της Γεννήσεως του Χριστού, γι αυτό και εορτάζει στις 25 Δεκεμβρίου (με το παλαιό ημερολόγιο, όπως όλες οι μονές του Αγίου Όρους).
Κατά τα έτη 1365 - 1371 η μονή ανακαινίστηκε και επεκτάθηκε από τον Σέρβο ηγεμόνα των Σερρών Ιωάννη Ούγγλεση. Το 1581 καταστράφηκε από πυρκαγιά στην οποία σκοτώθηκε μεγάλος αριθμός μοναχών. Τότε ο ηγούμενος της μονής, Ευγένιος, ταξίδεψε στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες για τη διενέργεια εράνου. Ο τότε ηγεμόνας της Βλαχίας Μιχαήλ ο Γενναίος ενδιαφέρθηκε για το μοναστήρι και του δώρισε σημαντική ακίνητη περιουσία, καθώς και τα ποσά για την ανοικοδόμηση της μονής. Η Μονή κάηκε συνολικά τρεις φορές. Τη σημερινή της μορφή την πήρε μετά την τελευταία μεγάλη πυρκαγιά του 1891.
Μικρασιατική Μονή
Η πλειοψηφία των μοναχών της Μονής Σίμωνος Πέτρας ήταν Μικρασιάτες επί 150 έτη, καθιστώντας την Μικρασιατική Μονή. Ο πρώτος Μικρασιάτης ηγούμενος ήταν ο Σεραφείμ από τα Αλάτσατα της Μικράς Ασίας (1796-1863). Ακολούθησαν στη διαδοχή της ηγουμενίας ο Νεόφυτος (+1907) και μετέπειτα ο Ιωαννίκιος (+1919) αμφότεροι Μικρασιάτες από τα Αλάτσατα
Την περίοδο 1920-1931 διετέλεσε καθηγούμενος της Μονής ο Όσιος Ιερώνυμος Σιμωνοπετρίτης ο Μικρασιάτης]. Επόμενος καθηγούμενος - κληθείς από τη μονή Διονυσίου - διακόνησε ο Καισάριος έως το 1940, καταγόμενος από τα Βουρλά της Μικράς Ασίας. Τον διαδέχθηκε ο επίσης Βουρλιώτης Χαραλάμπης ο οποίος εκοιμήθη το 1973. Από τότε έως το 2000 διετέλεσε ηγούμενος ο Αιμιλιανός, μικρασιατικής καταγωγής, μεγάλος θεολόγος και πολυγραφότατος συγγραφέας.
Η Μονή Σίμωνος Πέτρας από τη θάλασσα.
Κτίσματα Μονής
Στον πρώτο όροφο της ανατολικής πτέρυγας στο ηγουμενείο, βρίσκεται το παρεκκλήσι της Αγίας Μαρίας Μαγδαληνής, της οποίας το αριστερό χέρι σώζεται άφθαρτο και ενίοτε σε θερμοκρασία ανθρώπινου χεριού εδώ και πολλούς αιώνες. Toν Νοέμβριο του έτους 1888 ο Καθηγούμενος Αρχιμανδρίτης Νεόφυτος Μολάκας με συνοδεία τον Ιερομόναχο Διονύσιο και τον μετέπειτα διάδοχό του στην ηγουμενεία Ιεροδιάκονο Ιωαννίκιο ταξίδεψαν για τη Ρωσία για να συγκεντρώσουν βοήθεια για το Μοναστήρι. Πήραν μαζί τους αργυρό κιβώτιο, που περιείχε τον Tίμιο Σταυρό, την αριστερά χείρα της Αγίας Μαγδαληνής, μέρος της Αγίας θεοπρομήτορος Άννης και μέρος του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Παντελεήμονος. Όταν στις 28 Μαΐου 1891 έφθασαν στο Ροστόβ, και ενώ την ίδια ημέρα θα αναχωρούσαν από την Οδησσό για το Άγιον Όρος, μετά μεγάλης λύπης έλαβαν, μέσω των Pώσων αδελφών του εκεί Μετοχίου της Μονής Αγίου Παντελεήμονος, τηλεγράφημα από τους πατέρες της Σιμωνόπετρας, που τους πληροφορούσε ότι κάηκε όλο το μοναστήρι. Στις 29 Νοεμβρίου 1892 επανήλθαν στο Μοναστήρι, μετά από απουσία τεσσάρων ετών (20-21.11.1888 έως 29.11.1892).
Στο δεύτερο όροφο βρίσκεται το παρεκκλήσι του Αγίου Χαραλάμπους. Στη μεσαία πτέρυγα, κάτω από την τράπεζα, βρίσκεται το παρεκκλήσι του Αγίου Γεωργίου. Το παρεκκλήσι του Κοιμητηρίου της μονής Σίμωνος Πέτρας βρίσκεται νοτιοανατολικά, έξω από τα τείχη της και τιμάται στην Κοίμηση της Θεοτόκου. Ένα άλλο παρεκκλήσι του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου βρίσκεται στη νεώτερη τέταρτη πτέρυγα, που άρχισε, κατόπιν εγκρίσεως του Kέντρου Αγιορειτικής Κληρονομίας (ΚεΔAK), που εδρεύει στη Θεσσαλονίκη, να κτίζεται το έτος 1996 και ολοκληρώθηκε το έτος 2000.
Η Μονή έχει ιστορική βιβλιοθήκη με αξιόλογα βιβλία, σκευοφυλάκιο, συλλογές ανθιβόλων και χαρακτικά της αγιορείτικης πινακοθήκης της. Μάλιστα έχει εκδόσει κατά καιρούς η ίδια, ή διάφοροι εκδοτικοί οίκοι, βιβλία που επιμελήθηκαν Σιμωνοπετρίτες πατέρες.
Εορτές
Η Μονή εορτάζει στις 25 Δεκεμβρίου, τη Γέννηση του Χριστού. Στις 28 Δεκεμβρίου εοορτή του κτίτορα Οσίου Σίμωνα. Επίσης εορτάζει στις 22 Ιουλίου, γιορτή της Αγίας Μαρίας Μαγδαληνής, η οποία τιμάται ως συνκτητόρισσα της Μονής. Τέλος, εορτάζει και στις 9 Μαΐου τη μνήμη του Οσίου Ιερωνύμου Σιμωνοπετρίτου του Μικρασιάτου.
Εξαρτήματα
Σε συνάρτηση με το πράσινο της απότομης βουνοπλαγιάς και τον αρσανά
Η Μονή Σίμωνος Πέτρας έχει στις Καρυές, τα εξής εξαρτήματά της, δηλαδή διάφορα οικοδομήματα που στεγάζουν είτε Κελλιά, είτε άλλες υπηρεσίες:
α) Το Αντιπροσωπείο (Κονάκι) της, που είναι αφιερωμένο στους Αγίους Πάντες,
β) 5 Κελλιά:
το Κελλί του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, που βρίσκεται κάτω από την Αθωνιάδα Σχολή, κοντά στον λάκκο του Άδειν,
το Κελλί του Αγίου Νικολάου του Καπρούλη,
το Κελλί του Αγίου Μηνά, με τήν θαυματουργή του εικόνα,
το Κελλί του Τιμίου Σταυρού, ενώ στην πλατεία των Καρυών βρίσκεται επίσης
το Κελλί του Αγίου Γεωργίου, επονομαζόμενο του Καλαθά. Ιδρύθηκε τον 14ο αιώνα και στεγάζει στο ισόγειο καταστήματα.
γ) Επίσης το κτίριο που στεγάζονται οι υπηρεσίες του OTE, δίπλα από τον πάνσεπτο ιερό ναό του Πρωτάτου, ανήκει στην ιδιοκτησία της μονής. Αγοράσθηκε ως Κελλί εκκλησιαστικό το έτος 1367 παρά της Μεγάλης Mέσης από τον κτίτορα Ιωάννη Oύγγλεση και αφιερώθηκε στη Μονή Σίμωνος Πέτρας. Ήταν το πρώτο Αντιπροσωπείο της μονής μέχρι του έτους 1621, οπότε και μέχρι τα μέσα του 19ου αι. παραχωρήθηκε σε εξαρτηματικούς μοναχούς. Έκτοτε ενοικιάζεται σε επαγγελματίες ιδιώτες.
Στην ευρύτερη περιοχή της μονής συναντούμε το ιδιαίτερα αξιόλογο Κελλί του Αγίου Νικολάου-Δοντά στα όρια της μονής Ξηροποτάμου, που από το 1368 αποτελεί το αγρόκτημα της μονής. Η Μονή έχει γύρω από την περιοχή της και άλλα Καθίσματα, όπως: α) το Κάθισμα του Αγίου Σίμωνα που βρίσκεται δίπλα στο σπήλαιο, όπου ασκήτεψε ο κτήτορας της μονής όσιος Σίμων. β) Το Κάθισμα του Αγίου Ιωάννη Θεολόγου, νότια της μονής προς τη θάλασσα. γ) το Kάθισμα της Αγίας Τριάδας, πάνω ακριβώς από εκείνο του Αγίου Σίμωνος,
δ) το Κάθισμα του Αγίου Σάββα, νοτιοανατολικά της μονής, στο μέσο του καλντεριμιού προς τον αρσανά,
ε) το Kάθισμα Παναγίτσα, που βρίσκεται νοτιοανατολικά της μονής, μέσα στο ρέμα, στα όρια με την Μονή Γρηγορίου και, τέλος,
στ) το Kάθισμα του Αγίου Μοδέστου - Καραβασαρά, που βρίσκεται λίγο πιο πάνω από το λιμανάκι της Δάφνης, όπου και οι παλαιοί αμπελώνες και ελαιώνες της μονής. Στην περιοχή του δάσους υπάρχει το Δασονομείο, με την εκκλησία του Αγίου Δημητρίου, και ένα Ησυχαστήριο: το Κουρτζίδικο , κτίσμα του 19ου αιώνα, που βρίσκεται στα όρια Ιβήρων - Ξηροποτάμου-Σιμωνόπετρας, ένα άλλο Ησυχαστήριο είναι και το Καλαμίτσι, δίπλα ακριβώς στη θάλασσα, κοντά στο Kάθισμα του Αγίου Μοδέστου. Στον αρσανά της Σιμωνόπετρας βρίσκεται ο παλαιός Πύργος και η εκκλησία του Αγίου Νικολάου.
Μετόχια
Η Μονή έχει και εκτός Αγίου Όρους τα εξής Μετόχια:
α) το Μετόχι του Αγίου Χαραλάμπους στη Θεσσαλονίκη,
β) το Μετόχι της Αναλήψεως του Κυρίου στον Βύρωνα Αττικής,
γ) το Μετόχι των Αγίων Αρτεμίου και Αντύπα στη Σίφνο,
δ) το Μετόχι της Παναγίας της Τρύγης στο Προπούλι Λήμνου, με την θαυματουργή εικόνα της Παναγίας,
ε) το Ιερό Ησυχαστήριο του Οσίου Νικοδήμου στον Πεντάλοφο Γουμένισσας, όπου φυλάσσεται η εικόνα της Παναγίας της Μικρασιάτισσας από το Ικόνιο της Μικράς Ασίας και
στ) στην Γαλλία το Μετόχι του Αγίου Αντωνίου, νότια της πόλης Λυών.
Από την Μονή της Σιμωνόπετρας εξαρτώνται πνευματικά και τα εξής γυναικεία Μετόχια:
ζ) το Ιερό Κοινόβιο Ευαγγελισμού Ορμύλιας Χαλκιδικής,
η) το Μετόχιον της Αγίας Σκέπης στο Solan, στα νότια της Γαλλίας και
θ) το Μετόχιον της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος στην περιοχή Terasson Γαλλίας.
Το σύνολο των μοναζουσών στα τρία αυτά Μετόχια ανέρχεται στις 140-150 αδελφές.
Μοναστική δύναμη
Η Μοναστική δύναμη της Μονής, σύνολο μοναχών, δοκίμων και των εντός Αγίου Όρους εξαρτηματικών αδελφών, κυμαίνεται σήμερα περίπου στα 85 άτομα.
Οι εκτός Αγίου Όρους εξαρτηματικοί μοναχοί που διαβιούν στα Μετόχια της Μονής ανέρχονται περίπου στα 40 άτομα. Έτσι η συνολική δύναμη των εντός και εκτός Αγίου Όρους μοναχών ανέρχεται στους 120-130 μοναχούς.
Τοποθεσία
Βρίσκεται περί το μέσον και επί της αριστερής ακτής της Χερσονήσου. Απέχει γύρω στις 2,30 ώρες από τη Δάφνη και γύρω στα 45 λεπτά έντονα ανηφορικού δρόμου από το λιμανάκι (αρσανά) της μονής.
Η άφιξη του Λόρδου Βύρωνα στο Μεσολόγγι ελαιογραφία Θ. Βρυζάκη |
Η πόλη χτίστηκε στην περίοδο της τουρκοκρατίας και αναπτύχτηκε σημαντικά στους τελευταίους αιώνες της σκλαβάς. Η ονομασία της πόλης, σύμφωνα με την άποψη του Σπ. Τρικούπη, προέρχεται από το μέσο και λόγγος- άλλη άποψη υποστηρίζει ότι η ονομασία προέρχεται από το δαλματικό Messo Laghi, που σημαίνει λιμνοχώρι. Πάντως οι πρώτοι κάτοικοι ήταν Δαλματοί πειρατές • αργότερα εγκαταστάθηκαν στην περιοχή, και στη σημερινή συνοικία Καλύβια, οι κάτοικοι του χωριού Χίλια Σπίτια, εξαιτίας της καταστροφής του οικισμού τους. Η κύρια ασχολία των κατοίκων αυτών ήταν η ναυτιλία και η αλιεία- Αρχικά η πόλη ήταν στην κυριαρχία των Ενετών- το 1700 και μετά από συμφωνία του σουλτάνου Μουσταφά και των Ενετών, πέρασε στην οθωμανική αυτοκρατορία.
Συχνές ήταν οι εξεγέρσεις των Μεσολογγιτών. Το 1770, κατά την Επανάσταση του Ορλόφ, οι Μεσολογγίτες ξεσηκώθηκαν, Οι Τούρκοι αποχώρησαν από το Μεσολόγγι, όπου σχηματίστηκε κυβέρνηση από τους Παναγιώτη Παλαμά, Ανδρέα Καλογεράκη και Αναστάσιο Γουλιμή, μέχρι που έφτασαν αλβανικά στίφη, που πυρπόληων την πόλη και κρέμασαν τους αρχηγούς της εξέγερσης. Με την πυρπόληση καταστράφηκαν αρκετά κτήρια ανάμεσα στα οποία και η Παλαμαϊκή Σχολή. Η πόλη ανοικοδομήθηκε γρήγορα και από το 1804 ως το 1820 ήταν κάτω από την εξουσία του Αλή πασά των Ιωαννίνων. Στο διάστημα αυτό έγινε το μικρό στο νησί Βασιλάδι και η εκβάθυνση της λιμνοθάλασσας από το Βασιλάδι μέχρι το Αιτωλικό. Το 1820 κυριεύτηκε από τον Μπαμπά πασά.
Η επανάσταση των Μεσολογγιτών κατά των Τούρκων κηρύχτηκε στις 20 Μαΐου του 1821, με πρωταγωνιστές τον προύχοντα και φιλικό Αναστάσιο Παλαμά και τον αρματολό του Ζυγού Δημήτρη Μακρή και με συνεργάτες τους Ιωάννη Τρικούπη, Θανάση Ραζηκώτσικα και Συμεών Τρικούπη (γιατρό). Αρχικά τη διοίκηση της πόλης ανέλαβε ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος και την αρχηγία των στρατευμάτων ο Μάρκος Μπότσαρης Αρκετοί ήταν οι φιλέλληνες που έφτασαν στην πόλη ( Ιταλός Δάνα, Πολωνός Μιρζέβσκι, Ελβετός Σεβαλιέ, Γερμανός Νόρμαν κά.) έφτασαν και ενισχύσεις από την Κεφαλλονιά με το Σταύρο Πανά και από την Πελοπόννησο με τους Γενναίο Κολοκοτρώνη, Κυριακούλη Μαυρομιχάλη και Γιατράκο. O στρατός αυτός κατευθύνθηκε στην Ήπειρο για ενίσχυση του εκεί αγώνα και μετά την ήττα του Πέτα και το θάνατο του Μαυρομιχάλη, ξαναγύρισε οτο Μεσολόγγι για να οχυρώσει την πόλη και να αποκρούσει τα τουρκικά στρατεύματα που κατευθύνονταν στην Πελοπόννηοο. Στις 20 Μαΐου 1822, τα ελληνικά στραγιωτικά σώματα κατόρθωσαν να αποκρούσουν με επιτυχία την επίθεση του τουρκοαιγυπτιακού στόλου με το Γιουσούφ πασά στο Βασιλάδι, και μετά από αντεπίθεση του Δημήτρη Μακρή με 800 αγωνιστές, εξανάγκασαν τον εχθρό να επιστρέψει στις βάσεις του.
Τον Ιούνιο του 1823 τοποθετήθηκε έπαρχος ο Κωνσταντίνος Μεταξάς. Την εποχή αυτή ο πληθυσμός της πόλης έφτανε τις 6.000, από τους οποίους οι 1ΟΟΟ ήταν πολεμιστές. Ανακαινίστηκε στο μεταξύ και το οχύρωμα από το Μιχαήλ Κοκκίνη και το Σταύρο Κουτζούκη. Ως πολεμικός φροντιστής είχε διοριστεί ο Μήτρος Δεληγεώργης. Το Γενάρη του 1824 αποβιβάστηκε στην πόλη ο λόρδος Βύρωνας.
Το 1825 0 Κιουταχής πήρε εντολή από το σουλτάνο να καταλάβει το Μεσολόγγι. Χωρίς να συναντήσει αντίσταση, ο Τούρκος πασάς έφτασε με 20 ΟΟΟ στρατό, στις 20 Απριλίου 1825, μπροστά οτο Μεσολόγγι και άρχισε την πολιορκία. Η φρουρά της πόλης αριθμούσε 3000 πολεμιστές, οι οποίοι με ενισχύσεις άλλων οπλαρχηγών της περιοχής έφτασαν τις 4.000. Υπήρχαν κοι 8,000-9.000 γυναικόπαιδα. Στη διάθεσή τους οι Έλληνες είχαν 8 προμαχώνες και 48 κανόνια. Η δύναμη των Τούρκων, μετά την ενίσχυση του τουρκικα) στόλου, έφτασε τις 30.000, γεγονός που τους επέτρεπε να κάνουν συνεχείς επιθέσεις, από ξηρά και θάλασσα. Η θέση των πολιορκημένων άρχισε να γίνεται δύσκολη ως τον Ιούλιο του 1825, οπότε έφτασε ο Μιαούλης με τρόφιμα και πολεμοφόδια, Επιχείρησαν έξοδο και προξένησαν μεγάλες ζημιές στον εχθρό. O Κιουταχής βρέθηκε σε δύσκολη θέση (έλλειψη τροφών, επιδημίες κ λπ,) και αποσύρθηκε στους πρόποδες του Ζυγού, περιμένοντας ενισχύσεις. Πράγματι έφτασε ο Ιμπραήμ με 15,000 άντρες και κοντά στον Κιουταχή, στον οποίο δήλωσε ειρωνικά ότι θα καταλάβει το «μικρό αυτό φράχτη σε 15 μέρες». Διέταξε γενικό αποκλεισμό και άρχισε επιθέσεις με βομβαρδισμούς, χωρίς όμως αποτέλεσμα. Στη συνέχεπ ζήτησε τη συνεργασία και του Κιουταχή και άρχισαν πιο συντονισμένες επιθέσεις. Στο μεταξύ ο Μιαούλης κατόρθωσε ξανά να εφοδιάσει την πόλη με τρόφιμα και πολεμοφόδια Οι εχθροί κατόρθωσαν να καταλάβ0υν το Βασιλάδι και το Ντολμά, στην προσπάθειά του όμως ο Κιουταχής να καταλάβει την Κλείσοβα απέτυχε, πληγώθηκε ο ίδιος και σκοτώθηκε ο Χουσεϊν με 1200 Αιγύπτιους. Η θέση των πολιορκημένων έγινε πολύ δύσκολη o Μιαούλης δεν κατόρθωσε να τους ξαναφέρει ενισχύσεις. Οι τροφές σώθηκαν και αναγκάστηκαν να τρέφονται με τα μεταφορικά τους ζώα, ακόμα και με σκύλους, γάτες, ποντικούς, σκουλήκια, φύκια κ λπ. Είχαν καταντήσει σκελετοί, πολλοί πέθαιναν στους δρόμους από δυσεντερίες και άλλες ασθένειες, Όμως, καμιά συζήτηση δε γινόταν για παράδοση ή συνθηκολόνηση.
Ό,τι δεν πέτυχε ο τουρκοαιγυπτιακός στρατός με τα όπλα πέτυχε με τον αποκλεισμό. Οι αρχηγοί της φρουράς, στις 6 Απριλίου 1826, μετά αό σύσκεψη (πρόεδρος o επίσκοπος Ρωγών Ιωσήφ) αποφάσισαν ομόφωνα την Έξοδο, ορίζοντάς την για τις 10 Απριλίου• θα έμεναν στην πόλη 600 άρρωστοι το γέρο Πρόκριτο Χρίστο Καψάλη, αποφασισμένοι να πεθάνουν. Τα μεσάνυχτα της 10ης Απριλίου (ξημερώνοντας των Βαΐων), 3.000 πολεμιστές και γυναικόπαιδα βγήκαν από το φρούριο χωρισμένοι σε 3 σώματα, αρχηγούς το Νότη Μπότσαρη, τον Κίτσο Τζαβέλα και το Δημήτρη Μακρή, με κατεύθυνση τα στρατόπεδεα του Καραϊσκάκη και του Κ Μακρή. Το σχέδιο, γνωστό στους Τούρκους, απέτυχε. Ενώ δεν είχαν βγει ατό την πόλη όλοι οι Μεσολογγίτες, δέχτηκαν επίθεση Σώθηκαν τελικά 1.300 (μεταξύ τους 13 γυναίκες και 3 παιδιά), Πολλοί, από σύγχυση, γύρισαν στην πόλη, όπου αποδεκατίστηκαν. Την τραγωδία επισφράγισε ο γερο-Καψάλης με την ανατίναξη της πυριτιδαποθήκης. Την επομένη το απόρθητο Μεσολόγγι ήταν ένας σωρός από ερείπια, όπου κείτονταν χιλιάδες πτώματα των «ελεύθερων πολιορκημένων»,
Η πτώση του Μεσολογγιού ισοδυναμούσε με νίκη η διεθνής κοινή γνώμη θαύμασε την άμυνα και την απελπισμένη Έξοδο και τονώθηκε το φιλελληνικό ρεύμα Διάσημοι καλλιτέχνες και ποιητές αποθανάτισαν την Έξοδο όπως ο Ουγκό, ο Γκέτε. ο Ντελακρουά ο Δαβίδ ντ Ανζέ ο Ευγένιος ντε Λανσάκ κ.α.
Το Μεσολόγγι παραδόθηκε στους Έλληνες στις 2 Μαΐου 1829. οι διασκορπισμένοι ΝΕοολογγίτες ξαναγύρισαν και την ανοικοδόμησή του. Συστήθηκε ως δήμος το 1835 και από το 1937 ονομάζεται Δήμος της ιεράς πόλεως Μεσολογγίου». Η σφραγίδα του δήμου έχει για σήμα τη Νίκη στις επάλξεις του φρουρίου.
πηγή εγκυκλοπαίδιεια Επιστήμη & Ζωή
Ο
Νίνο Ρότα (Giovanni "Nino" Rota Rinaldi, 3 Δεκεμβρίου 1912 - 10
Απριλίου 1979) ήταν Ιταλός συνθέτης. Έχει γίνει γνωστός για την μουσική
που έγραψε για την ταινία Ο Νονός, αλλά και για την μακροχρόνια
συνεργασία του με τον Φεντερίκο Φελίνι.
Γεννημένος στο Μιλάνο
από γονείς μουσικούς, άρχισε από μικρή ηλικία τις σπουδές του στο ωδείο
της πόλης. Μετά από λίγα χρόνια ο δάσκαλος του τον έπεισε να πάει για
σπουδές στην Φιλαδέλφεια των Ηνωμένων Πολιτειών, κάτι που ο ίδιος
έπραξε. Εκεί έμεινε για τρία χρόνια όπότε επέστρεψε στην Ιταλία.
Την πρώτη μουσική για ταινία έγραψε το 1933 για το Treno Popolare του Ραφαέλο Ματεράτσο. Μετά από περίπου 20 χρόνια γνώρισε τον Φεντερίκο Φελίνι και από εκεί ξεκινάει μια συνεργασία που κράτησε για περίπου 30 χρόνια. Έγραψε μουσική για ταινίες όπως το "Λα Στράντα", το Γλυκιά ζωή" , το "8 1/2", το "Βατερλώ" , το "Ρωμαίος και Ιουλιέτα" και για τον "Νονό".
Υπήρξε και καθηγητής, αφού το 1937 ξεκίνησε να διδάσκει Αρμονία και σύνθεση στο Ωδείο Νικολό Πιτσίνι στο Μπάρι, όπου και προήχθη σε διευθυντής 13 χρόνια μετά.
Τιμήθηκε με Όσκαρ για τη μουσική του στον Νονό ΙΙ το 1975.
Έχει γράψει μουσική για πάνω από εκατό ταινίες αλλά και για δέκα όπερες, πέντε μπαλέτα και αρκετές συμφωνικές συνθέσεις.
Ήταν φίλος με τον Μάνο Χατζιδάκι, ο οποίος τον θαύμαζε πολύ.
Χαρακτηριστικά, είχε δηλώσει για εκείνον: «Θαυμαστά συνθέτει ολόκληρες
σειρές από πρωτοφανέρωτες οικείες μελωδίες, που εξαρχής δεθήκανε με τα
φελινικά οράματα και φτιάξαν μία από τις πιο θαρραλέες και μαγικές
στιγμές του κόσμου αυτού που ζούμε».
Τον Φεβρουάριο του 1995, ιδρύθηκε το Ίδρυμα Nino Rota στο πολιτιστικό ίδρυμα Giorgio Cini στη Βενετία, που ειδικεύεται στα έργα Ιταλών συνθετών του 20 αιώνα. Στο Ψηφιακό Αρχείο του περιλαμβάνονται επιστολές, αποσπάσματα ειδήσεων, εικόνες και κριτικές.
Έχει μια κόρη, τη Νίνα Ρότα, καρπός της σχέσης του με την επίσης Ιταλίδα πιανίστρια Μάγκντα Λονγκάρι.
Ο
Πάπας Γρηγόριος ΙΓ΄ (Papa Gregorio XIII, 7 Ιανουαρίου 1502 – 10
Απριλίου 1585), κοσμικό όνομα Ούγος Μπονκομπάνι (Ugo Boncompagni), ήταν
πάπας από το 1572 έως το 1585. Ήταν ο πάπας που στις 5 Οκτωβρίου του
1582 αποφάσισε να διορθώσει το ημερολόγιο, διατάζοντας η συγκεκριμένη
ημερομηνία να ονομαστεί 15 Οκτωβρίου 1582.
Το νέο αυτό Ημερολόγιο, το οποίο προς τιμήν του ονομάστηκε Γρηγοριανό, το υιοθέτησαν αμέσως οι Ρωμαιοκαθολικές χώρες, αλλά οι Ορθόδοξες και κάποιες Διαμαρτυρόμενες, για λόγους καθαρά θρησκευτικούς, αντέδρασαν.
Στην Ελλάδα το νέο αυτό
ημερολόγιο καθιερώθηκε με νόμο στις 16 Φεβρουαρίου του 1923 και η
συγκεκριμένη ημερομηνία ονομάστηκε 1 Μαρτίου 1923, αλλά η Εκκλησία
αντέδρασε, με αποτέλεσμα, όταν έφτασε η 25η Μαρτίου, να επέλθει σύγχυση
και να χρειαστεί να χωριστεί η Εορτή της Εθνεγερσίας απ' αυτή του
Ευαγγελισμού. Μετά από πιέσεις της Πολιτείας όμως αναγκάστηκε κι αυτή να
συμμορφωθεί και στις 10 Μαρτίου του 1924, που ονομάστηκε 23 Μαρτίου
1924, το εκκλησιαστικό Ημερολόγιο συνταυτίστηκε με το πολιτικό, χωρίς
όμως τη μετακίνηση του Πασχαλίου Κύκλου, ο οποίος εξακολουθεί να
εξαρτάται από το Ιουλιανό Ημερολόγιο.
Νεότητα
Ο Ούγος
Μπονκομπάνι γεννήθηκε στη Μπολόνια τον Ιανουάριο του 1502, γόνος
επιφανούς οικογένειας αστών της πόλης. Σπούδασε νομικά στο φημισμένο
πανεπιστήμιο της γενέτειράς του και το 1530 έγινε διδάκτορας. Στη
συνέχεια, από το 1531 έως το 1539, δίδαξε στο ίδιο πανεπιστήμιο έχοντας
για μαθητές του σημαντικές φυσιογνωμίες, όπως τον καρδινάλιο Αλεσάντρο
Φαρνέζε, τον Ρέτζιναλντ Πόουλ και τον Κάρλο Καρδινάλιο Μπορρομέο. Στην
ηλικία των σαράντα ετών περίπου χειροτονήθηκε ιερέας. Προτού
χειροτονηθεί είχε αποκτήσει παράνομο γιο. συνέχεια στη βικιπαίδεια
Σειρά ΕΛΤΑ ΑΓΙΟ ΟΡΟΣ-Μ.Σίμωνος Πέτρας βάσει ξυλογραφίας Γ.Μόσχου |
για μεγέθυνση ροδάκι να ανοίξειμε φακό |
φωτο βικιπαίδεια |
Άλλες ονομασίες με τις οποίες φέρεται σε παλαιότερα έγγραφα είναι "Λαύρα των Μελανών", "Λαύρα του κυρού Αθανασίου", "Λαύρα του αγίου Αθανασίου", "Μεγάλη Λαύρα", ή και απλώς "Λαύρα" που σημαίνει τύπος μοναστηριού με χαλαρή κοινοβιακή ζωή.
Στην Μονή της Λαύρας είναι και η κατοικία του Θεοφιλεστάτου Επισκόπου Ροδοστόλου Χρυσοστόμου.
Καθηγούμενος της Ιεράς Μονής είναι ο Αρχιμανδρίτης Πρόδρομος Λαυριώτης. Επί δεκαετία εγκαταβίωσε ως μοναχός στη Μονή ο Μικρασιάτης Μητροπολίτης Τρίκκης Διονύσιος Χαραλάμπους (1907-1970), που ως αντιστασιακός ιερέας κρατήθηκε σε Ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης.[3][4]
Τοποθεσία
Βρίσκεται λίγο βορειότερα του νοτιοανατολικού άκρου της χερσονήσου του Άθω, πάνω σ΄ ένα πλάτωμα βράχου. Απέχει 1,5 ώρα από τις Καρυές με αυτοκίνητο και γύρω στις 7 ώρες πεζοπορία, ενώ από την ακτή περίπου 20 λεπτά, όπου και βρίσκεται ο αρσανάς της μονής.
Στην είσοδο της μονής υπάρχει ελικοδρόμιο.
Το μοναστήρι είναι πολύ μεγάλο, με οχυρωματικούς πύργους, με προβολικούς οχετούς, τις "ζεματίστρες" στις εισόδους της μονής από όπου έριχναν καυτό λάδι για να αντιμετωπίζουν τις επιδρομές των πειρατών, κατά ιδία αρχιτεκτονική εφαρμογή των κάστρων. Ακόμα, έξω βρίσκεται ένας νερόμυλος, καλλιέργειες (λαχανικά) και το κοιμητήριο, ενώ ψηλά στο βουνό το ασκηταριό του Αγ. Αθανασίου.
Ίδρυση
Ο Άγιος Αθανάσιος ο Αθωνίτης
Το κυπαρίσσι του Άγ. Αθανασίου του Αθωνίτη (2007). Λέγεται ότι η ηλικία του ξεπερνά τα 1000 χρόνια.
Η μονή ιδρύθηκε πάνω στο σημείο που πιθανολογείται ότι ήταν η αρχαία πελασγική πόλη Ακρόθωσι, από τον Άγ. Αθανάσιο τον Αθωνίτη το 963 μ.Χ., που ο ίδιος, με την ακολουθία του, έκτισε στην αρχή το τετράπλευρο τείχος, στη συνέχεια το καθολικό της Μονής και τέλος τις σειρές των κελιών, κατά προτροπή και χρηματοδότηση του φίλου του, αυτοκράτορα του Βυζαντίου, Νικηφόρου Φωκά. Μία ερμηνεία για τη στάση αυτή του αυτοκράτορα είναι η φιλοσοφία του για το μοναχισμό. Τον προτιμούσε σε απόκρημνα και δύσβατα μέρη. Συνηγορούν προς αυτό τόσο η απαγόρευσή του για την ίδρυση μονών σε αγροτικές περιοχές, όσο και η βαριά φορολογία στην εκκλησιαστική περιουσία. Λέγεται επίσης ότι επιθυμούσε σφόδρα να εγκαταλείψει αργότερα τον θρόνο και να μονάσει στη Μεγίστη Λαύρα. Βεβαίως, μπορεί να υπάρχουν και άλλες ερμηνείες. Εκείνο που είναι σίγουρο είναι πως δεν πρόλαβε να πραγματοποιήσει τον πόθο του να μονάσει, καθώς δολοφονήθηκε, ενώ κοιμόταν, από την γυναίκα του Θεοφανώ και τον ανιψιό του Ιωάννη Τσιμισκή, μετέπειτα αυτοκράτορα, και όπως αναφέρει η παράδοση, βρέθηκε να κοιμάται πάνω σε ένα μοναχικό ράσο.
Ιστορία
Μπαίνοντας από την κεντρική πύλη, στα αριστερά του θόλου που σχηματίζεται, βρίσκεται μια τοιχογραφία της Παναγίας. Κατά την παράδοση, κάποιος αλλόθρησκος την πυροβόλησε με τρεις σφαίρες (τα σημάδια των οποίων φαίνονται). Μία από αυτές εξοστρακίστηκε και τον πέτυχε στην καρδιά.
Στον περίβολο υφίσταται το παρεκκλήσι (ένα από τα 37 της μονής) της Παναγίας της Κουκουζελιώτισσας, όπου και η θαυματουργός εικόνα. Πήρε το όνομά της από τον Αγ. Ιωάννη τον Κουκουζέλη, περίφημος για την ψαλτική του ικανότητα και πρωτοψάλτης των ανακτόρων. Ποθώντας, όμως, τον μοναχικό βίο έφυγε κρυφά και ήρθε στη Μ. Λαύρα με άλλο όνομα για να μη τον βρει ο αυτοκράτορας και παριστάνοντας τον αγράμματο και αδαή. Ανέλαβε, αυτός ο μορφωμένος, ο αξιωματούχος, ο πολλά τιμώμενος, το διακόνημα του βοσκού. Όμως ο αυτοκράτορας, που είχε βάλει λυτούς και δεμένους, τον ανακάλυψε. Θαύμασε την ταπεινότητά του και δεν τον ανάγκασε να επιστρέψει στην Κωνσταντινούπολη. Έτσι, παρέμεινε στο μοναστήρι όπου έγινε πρωτοψάλτης. Κατά μία παράδοση, μία μέρα που έψελνε έμπροσθεν της εικόνας, κουράστηκε και νύσταξε. Τότε η Παναγία, από την εικόνα, μίλησε και του είπε: «Κουράγιο, συνέχισε και εγώ θα σε ανταμείψω». Και του έδωσε ένα χρυσό νόμισμα.
Το καθολικό της μονής είναι αρκετά μεγάλο. Θαυμάσια είναι η βαριά δίφυλλη ξύλινη θύρα που χωρίζει τη λιτή από τον κυρίως ναό, δωρεά του Φωκά, λάφυρο του από πολέμους. Ακόμα πιο θαυμάσιο είναι το ψηλό περίτεχνο τέμπλο.
Στο διπλανό κολλητό παρεκκλήσι βρίσκεται ο τάφος του Αγ. Αθανασίου, ο οποίος όμως δεν έχει ανοιχτεί ποτέ. Μια φορά πήγε ένας πατριάρχης Αλεξανδρείας, που ευλαβούταν πολύ τον Άγιο, να πάρει λείψανο από τον τάφο του. Μόλις όμως τον άνοιξε, κεραυνοί και αστραπές έβγαιναν από αυτόν. Από τότε κανείς δεν τόλμησε να τον ανοίξει. Το δε 1981 (σχετικά πρόσφατα) που το μοναστήρι από ιδιόρρυθμο (ο κάθε μοναχός ζούσε όπως ήθελε) άλλαξε σε κοινοβιακό (υπακοή στον ηγούμενο, κοινή προσευχή, τράπεζα κ.τ.λ.), στις εορτές, ενώπιον πολλών προσκυνητών, ο τάφος έβγαζε πολύ μύρο. Το παρεκκλήσι αυτό κάποτε ήταν αφιερωμένο στον Άγιο και το καθολικό στην Παναγία. Όμως παρουσιάστηκε η Παναγία στον ύπνο του ηγουμένου και τον διέταξε το Καθολικό να αφιερωθεί στη μνήμη του Αγίου Αθανασίου στις 5/7, ενώ το παρεκκλήσι αφιερώθηκε στους 40 μάρτυρες.
Η Τράπεζα βρίσκεται ακριβώς απέναντι από το Καθολικό, παρεμβαλλόμενης της φιάλης και ενός πανύψηλου και παμπάλαιου, όπως φαινόταν από τον κορμό, κυπαρισσιού το οποίο είναι πάνω από 1000 ετών, καθώς φυτεύτηκε από τον Άγιο Αθανάσιο, ο οποίος σκοτώθηκε μαζί με άλλους 6 μοναχούς πέφτοντας από μια σκαλωσιά το 1000 ή το 1001.
Η ακμή της Μεγίστης Λαύρας άρχισε από την ίδρυσή της, όπου στο τέλος του 10ου αιώνα είχε εκατόν εξήντα μοναχούς, ενώ τον 11ο αιώνα επτακόσιους.
Ο χρυσός αιώνας, όμως, της μονής θεωρείται ο 14ος αιώνας, κατά τον οποίο μόνασαν πολλοί άγιοι πατέρες μεταξύ των οποίων και ο μεγάλος ησυχαστής Γρηγόριος ο Παλαμάς. Κατά τη διάρκεια του 15ου αιώνα δέχθηκε πολλαπλές πειρατικές επιδρομές, και υπέστη καταστροφές, με αποτέλεσμα την υιοθέτηση του ιδιορρύθμου τρόπου λειτουργίας προκειμένου να λειτουργεί στοιχειωδώς. Οι μοναχοί της μονής, εκμεταλλευόμενοι την αναγνώριση ορισμένων ευνοϊκών προνομίων, κατάφεραν κατά το τέλος του 15ου αιώνα να αποκαταστήσουν κατεστραμμένα κτίρια και αγιογράφησαν εκ νέου το Καθολικό και τα παρεκκλήσια του.
Στις 25 Μαρτίου του 1575 η Μονή επανήλθε στο κοινοβιακό σύστημα με σιγίλλιο του Πατριάρχου Ιερεμία του Γ΄. Η νέα της ακμή συνοδεύτηκε με καταβολή φόρων για λογαριασμό και άλλων μονών και κράτησε μέχρι τα τέλη του 18ου αιώνα, οπότε περιέπεσε σε μαρασμό και αργότερα πάλι στην ιδιορρυθμία. Στα μέσα του 18ου αιώνα ιδρύθηκε στη Μονή το παλαιότερο τυπογραφικό εργαστήριο το οποίο λειτούργησε στον Ελλαδικό χώρο.
Εξαρτήματα
Κατά την έκρηξη της Ελληνικής επανάστασης η Λαύρα είχε 117 μοναστηριακούς μοναχούς και 448 εξαρτηματικούς ερημίτες, σκητιώτες και κελιώτες, που πολλοί από αυτούς συμμετείχαν ενεργά σ' αυτήν.
Η γεωγραφική της έκταση είναι η μεγαλύτερη του Αγίου Όρους και είναι 72000 στρέμματα.
Όπως προκύπτει από το τηρούμενο από χιλιετίας βιβλίο επονομαζόμενο "Κουβαρά", στην ιστορική της διαδρομή εμόνασαν εντός της μονής είκοσι επτά πατριάρχες, 150 αρχιερείς, 168 ηγούμενοι, 3400 ιερομόναχοι, και 14000 μοναχοί.
Η μονή Μεγίστης Λαύρας έχει εικοσιένα Παρεκκλήσια εσωτερικά της μονής και πολλά άλλα εξωτερικά από τα οποία σημαντικότερα είναι του Προφήτου Ηλιού, Αγίου Γρηγορίου, Αγίας Παρασκευής και Αγιάσματος του Αγίου Αθανασίου, καθώς και ο κοιμητηριακός ναός των Αγίων Αποστόλων. Έχει, επίσης, τρεις Σκήτες, Καθίσματα, πολλά Κελιά και Ησυχαστήρια, συγκεντρωμένα ή διάσπαρτα σε διάφορες περιοχές της, καθώς και ερμητήρια σε δυσπρόσιτες περιοχές. Δύο είναι σε μορφή οικισμού, όπως η Σκήτη Αγίας Άννας και η Σκήτη Αγίας Τριάδος ή Σκήτη Καυσοκαλυβίων, τα οποία και βρίσκονται στη νοτιοδυτική πλευρά της Αθωνικής χερσονήσου. Η τρίτη είναι η Σκήτη Τιμίου Προδρόμου Μεγίστης Λαύρας σε μορφή ενιαίου κτιριακού συγκροτήματος και βρίσκεται επάνω από τον Ακράθω και η οποία είναι ρουμανική.
Τα Κελιά της Μονής Μεγίστης Λαύρας βρίσκονται στις περιοχές Προβάτα, Μορφωνού, Κερασιά, Άγιος Νείλος και στις Καρυές. Στις Καρυές έχει το αντιπροσωπείο που τιμάται στην Αγία Άννα, οκτώ Κελιά στα οποία διαμένουν συνολικά 10 μοναχοί, καθώς και τρία οικήματα και αρκετή δασική έκταση. Μέχρι το 1930 υπήρχαν και άλλα Κελιά της στη θέση της σημερινής πλατείας του Πρωτάτου, μεταξύ των οποίων εκείνο των Εκκλησιαστικών και του Τυπογράφου.
Τα Κελιά της Μονής αυτής έχουν προσδιορισμένη εδαφική έκταση, είναι εκατοντάδες, πλην όμως τα περισσότερα είναι ερειπωμένα. Από αυτά είναι κατοικήσιμα τα 60 και ήδη κατοικούνται τα 45 με 65 εξαρτηματικούς μοναχούς.
Η μονή Μεγίστης Λαύρας έχει δέκα Καθίσματα στην ευρύτερη περιοχή της. Από αυτά, τα επτά βρίσκονται κοντά στη μονή, μεταξύ των οποίων είναι το Κάθισμα των Αγίων Αρχαγγέλων ή Κουκουζέλη, όπου εμόνασε τον 14ο αιώνα ο μεγάλος μελωδός της Εκκλησίας Άγιος Ιωάννης Κουκουζέλης.
Στην περιοχή Βίγλα και κοντά στη Σκήτη Τιμίου Προδρόμου Μεγίστης Λαύρας βρίσκεται το Κάθισμα του Ακαθίστου ή Σπήλαιο του Αγίου Αθανασίου, όπου βρίσκεται το σπήλαιο του Αγίου Αθανασίου. Τέλος, σε απόσταση οκτώ χιλιομέτρων περίπου, βορειότερα της μονής και κοντά στη μονή Καρακάλου, βρίσκεται το Κάθισμα Αγίου Ευσταθίου ή Μυλοποτάμου.
Σήμερα η μονή Μεγίστης Λαύρας έχει εξήντα Ησυχαστήρια στις περιοχές Βουλευτήρια, Ησυχαστήριο Άγιος Βασίλειος, Βίγλα, Κατουνάκια και Καρούλια. Τα περισσότερα από αυτά, επειδή βρίσκονται σε άνυδρες τοποθεσίες, καλύπτουν τις ανάγκες τους με βρόχινο νερό και δεν διαθέτουν δική τους καλλιεργήσιμη έκταση.
Αρχιτεκτονική
Τα Καθολικό της Μεγίστης Λαύρας.
Σημειώνεται ότι το Καθολικό της Μονής της Μεγίστης Λαύρας αποτελεί το πρότυπο για όλα τα αγειορίτικα Καθολικά, με το οποίο και εγκαινιάσθηκε η αρχιτεκτονική τυπολογία του τρίκογχου Αθωνικού ναού, που φέρει, δηλαδή, τρεις κόγχες, την κεντρική του ιερού και άλλες δύο στο βόρειο και νότιο τοίχο του ναού, δίνοντας στο κτίσμα μια τριφυλόσχημη κάτοψη.
Μοναστική δύναμη
Η μοναστική δύναμη της Μονής, σύνολο μοναχών και εξαρτηματικών, κυμαίνεται σήμερα στα 320-330 άτομα.
Άξια ενδιαφέροντος
Στη Μονή αξίζει να δουν οι επισκέπτες τις τοιχογραφίες του Θεοφάνη του Κρητός, στο Καθολικό, που ανάγονται στο 1535 και στη Τράπεζα (1527), καθώς και τον τάφο του Αγίου Αθανασίου του Αθωνίτη, επίσης στο Καθολικό. Άξια, επίσης, ιδιαίτερου θαυμασμού είναι η "φιάλη", το πλούσιο σκευοφυλάκιο και το εικονοφυλάκιο, όπως επίσης και το ιστορικό "βαγεναριό" (= κελάρι) με τα τεράστια βαρέλια αποθήκευσης κρασιού ("παραβούτες").
Επιχειρηματική δραστηριότητα
Η Ιερά Μονή Μεγίστης Λαύρας συμμετέχει σε κοινοπραξία με την ελληνική κατασκευαστική εταιρεία ΕΝΤΕΚΑ σε ένα από τα μεγαλύτερα σχέδια για αιολικά πάρκα στο Αιγαίο, ισχύος 330 μεγαβάτ και ύψους 600 εκατ. ευρώ. Προβλέπεται η υποβρύχια διασύνδεση Λάρυμνας - Σκύρου και η δημιουργία 9 αιολικών πάρκων στο νησί, τα οποία θα αποτελούνται από 111 ανεμογεννήτριες, στο νότιο του άκρο, σε μια άγονη περιοχή, χωρίς οικισμούς.
Ωστόσο, η κυριότητα των εκτάσεων της μονής στο νότιο τμήμα του νησιού αποτελεί αντικείμενο διαμάχης με φορείς και κατοίκους, καθώς αναμένεται απόφαση των ανώτατων δικαστηρίων της χώρας.
Σειρά ΕΛΤΑ ΑΓΙΟ ΟΡΟΣ-Μ. ΜΕΓΙΣΤΗΣ ΛΑΥΡΑΣ βάσει ξυλογραφίας Γ.Μόσχου |
για μεγέθυνση ροδάκι να ανοίξει με φακό |