Σάββατο 15 Οκτωβρίου 2022

Μάτα Χάρι (1876 – 1917)

 

Μάτα Χάρι (1876 – 1917)

Η πιο διάσημη κατάσκοπος του κόσμου γεννήθηκε στην Ολλανδία, στις 7 Αυγούστου του 1876, με το όνομα Μαργκαρίτ Γκερτρούντι Ζελ. Το ερωτικό της ταμπεραμέντο φάνηκε από πολύ νωρίς, όταν εκδιώχθηκε από το σχολείο της, επειδή συνελήφθη να ερωτοτροπεί με τον διευθυντή. Στα 18 της παντρεύτηκε έναν σκωτσέζο αξιωματικό του Ναυτικού, με τον οποίο απέκτησε δύο παιδιά, όμως χώρισε 12 χρόνια αργότερα, λόγω του άστατου χαρακτήρα της.

Το 1905 αναζήτησε την τύχη της στο Παρίσι, όπου εργάστηκε ως χορεύτρια σε καμπαρέ της εποχής και γρήγορα απέκτησε μεγάλη φήμη, με το όνομα Μάτα Χάρι (Mata Hari), που σε ινδονησιακή διάλεκτο σημαίνει «μάτι μιας νέας αυγής».

Κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, οι Γάλλοι της προσέφεραν ένα εκατομμύριο φράγκα για να αξιοποιήσει το διεθνές δίκτυο εραστών της, κατασκοπεύοντας τους Γερμανούς. Για το σκοπό αυτό πραγματοποίησε πολλά ταξίδια στην Ευρώπη και κατά την τελευταία αποστολή της στην Ισπανία, αποπλάνησε τον γερμανό στρατιωτικό ακόλουθο, προκειμένου να του εκμαιεύσει απόρρητα σχέδια. Εκείνος με τη σειρά του υπονόησε μέσω τηλεγραφήματος στους δικούς του ότι η Μάτα Χάρι αποδέχθηκε να δουλεύει για όφελος της Γερμανίας.

Αν και αυτό δεν αποδείχθηκε ποτέ, με την επιστροφή της στο Παρίσι συνελήφθη από τις γαλλικές μυστικές υπηρεσίες, δικάστηκε με συνοπτικές διαδικασίες και στις 15 Οκτωβρίου του 1917 εκτελέστηκε ως διπλή πράκτορας και υπεύθυνη για το θάνατο χιλιάδων στρατιωτών.

Το όνομα Μάτα Χάρι (στα ινδονησιακά «ήλιος») ήταν ψευδώνυμο της Ολλανδής Μαργαρίτα Τσέλε (πλήρες όνομα Margaretha Geertruida "Grietje" Zelle MacLeod, 7 Αυγούστου 1876 - 15 Οκτωβρίου 1917) που υπήρξε σπουδαία χορεύτρια ινδικών χορών, εταίρα, αλλά και φημισμένη κατάσκοπος στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η Μαργαρίτα Τσέλε είχε παντρευτεί αρχικά τον λοχαγό του ολλανδικού αποικιακού στρατού Ροδόλφο ΜακΛάουντ, τον οποίο αργότερα διαζεύχθηκε. Στη συνέχεια επέστρεψε από τις Ολλανδικές Ινδίες στην Ευρώπη, όπου άρχισε να εμφανίζεται στα σημαντικότερα κοσμικά κέντρα διασκέδασης στο Παρίσι καθώς και σε άλλες πρωτεύουσες της Ευρώπης, ως Ινδή χορεύτρια με το όνομα Μάτα Χάρι. Έχοντας ολλανδικό διαβατήριο, λόγω της ουδετερότητας της χώρας, μπορούσε σ΄ όλη τη διάρκεια του πολέμου να μετακινείται ελεύθερα από τη μία χώρα στην άλλη.
Τελικά το 1917 συνελήφθη από τους Γάλλους με την κατηγορία του διπλού κατασκόπου κατά συρροή, προσάπτοντας της ευθύνες για το θάνατο 50.000 Γάλλων στρατιωτών. Τελικά καταδικάστηκε σε θάνατο και εκτελέστηκε στις 15 Οκτωβρίου 1917, στην περιοχή της Βιγκένας. Σύμφωνα, ωστόσο, με το συγγραφέα Russel Warren Howe η Τσέλε υπήρξε, πιθανότατα, θύμα σκευωρίας, καθώς πολλά από τα στοιχεία που παρουσιάσθηκαν στη δίκη της ήταν χαλκευμένα, ενώ αγνοήθηκαν άλλα, που ενδεχομένως θα οδηγούσαν στην αθώωσή της.

Κυριακή 9 Οκτωβρίου 2022

Ζεκάρια Σίτσιν

ΤΟ ΧΑΜΕΝΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΕΝΚΙ - ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ κ ΠΡΟΦΗΤΕΙΕΣ ΕΝΟΣ ΕΞΩ

Ο Ζεκάρια Σίτσιν (Zaxariya Sitçin, 11 Ιουλίου 1920 - 9 Οκτωβρίου 2010) ήταν Αμερικανός συγγραφέας ο οποίος μέσω των βιβλίων του προέβαλλε τη θεωρία των λεγόμενων «αρχαίων αστροναυτών».

Γεννήθηκε στο Μπακού, Σοβιετική Ένωση, και μεγάλωσε στην Παλαιστίνη. Έμαθε τα Σουμεριακά και τα αρχαία και σύγχρονα εβραϊκά. Σπούδασε στο Λονδίνο την Ιστορία της Οικονομίας και εργάστηκε ως δημοσιογράφος και εκδότης στο Ισραήλ.

Κατά τον Σίτσιν υπάρχει ένας υποθετικός πλανήτης στο σύμπαν ο οποίος ονομάζεται Νιμπίρου (πλανήτης της διασταυρώσεως) από τον οποίο επισκέφτηκαν τη Γη πριν από αρκετά χρόνια (450.000 κατά τον ίδιο) οι θεοί των Σουμερίων, οι Αννουνάκι (σουμεριακά κείμενα) ή Νεφιλίμ (κατά τη Βίβλο). Ισχυρίζεται ότι οι θεοί από τον Νιμπίρου μετέτρεψαν γενετικά το ανθρώπινο είδος σε Homo Sapiens για να το χρησιμοποιούν ως δούλου με γενετική τροποποίηση του Homo Erectus. Υποστηρίζει ότι αυτά αναφέρουν οι περίφημες στήλες της Μεσοποταμίας των Σουμερίων. Εκφράζει τις απόψεις του μέσω της σειράς βιβλίων του Τα Χρονικά της Γης.

Παρασκευή 7 Οκτωβρίου 2022

Φίορο του Λεβάντε Εντγκαρ Αλλαν Ποε

 Ωραίο νησί, που από το πιο ομορφότερο λουλούδι ,

από τ’ αβρότερα το πλέον αβρόν όνομα πήρες,

τι θύμησες και μέσα από τι ώρες φωτοβόλες
στ΄αντίκρυσμα της ομορφιάς σου απάντεχα ξυπνάνε,

και τι σκηνές ευδαιμονίας βαθιάς πο΄χει σβηστεί,



και πόσες σκέψεις πόσωνε που θάφτηκαν ελπίδων,

και πόσες οπτασίες μιας κόρης οπού πια δε ζει,

που πάει, δε ζει πια στα χλωρά σου πάνω τα λιβάδια.

“Δε ζεί πια”. Αλλοι μου, η μαγική φαρμακερή αυτή λέξη

τ ΄αλλαζει όλα : Οι χάρες σου για μένα σβήσαν πια,

κ ΄η θύμησή σου πάει πια …”Καταραμένη χώρα”.

Θα ΄ναι για μένα εδώ και μπρός
ο ανθόσπαρτος γιαλός σου,

ω υακίνθινο νησί, ω πορφυρένιο Τζάντε,

“Ιζόλα ντ ΄Ορο, Φίορο του Λεβάντε”.

Εντγκαρ Αλλαν Ποε
19 Ιανουαρίου 1809 - 7 Οκτωβρίου 1849

ανθοδέσμη (φ.Μ.Κυμάκη)
ανθοδέσμη (φ.Μ.Κυμάκη)

Έντγκαρ Άλλαν Πόε

 

Ο Έντγκαρ Άλλαν Πόε (Edgar Allan Poe, 19 Ιανουαρίου 1809 - 7 Οκτωβρίου 1849) ήταν Αμερικανός ποιητής και πανέξυπνος τρελός. Υπήρξε ένας από τους κύριους εκπροσώπους του αμερικανικού ρομαντισμού. To λογοτεχνικό του έργο είχε σημαντική επίδραση στην παγκόσμια λογοτεχνία, αποτελώντας θεμέλιο λίθο για την εξέλιξη σύγχρονων λογοτεχνικών ειδών, όπως η αστυνομική λογοτεχνία ή οι ιστορίες τρόμου και φαντασίας.

Ο Πόε γεννήθηκε το 1809[2] στη Βοστώνη και οι γονείς του ήταν ηθοποιοί. Ο πατέρας του, Ντέηβιντ Πόε, εγκατέλειψε την οικογένεια του τον Ιούλιο του 1811 ενώ πέθανε πέντε μήνες αργότερα, στις 11 Δεκεμβρίου. Η μητέρα του, Ελίζαμπεθ Άρνολντ Χόπκινς, υπέφερε από φυματίωση και πέθανε στις 8 Δεκεμβρίου του 1811, ενώ ο Πόε ήταν μόλις δύο ετών. Μετά το θάνατο της μητέρας του, έζησε στο σπίτι του επιτυχημένου εμπόρου καπνού Τζον Άλλαν και μεγάλωσε στην πόλη Ρίτσμοντ της Βιρτζίνια.

Το 1815, η οικογένεια Άλλαν μετακόμισε στη Σκωτία και την Αγγλία, όπου έζησαν συνολικά για πέντε χρόνια. Στο διάστημα αυτό, ο Πόε φοίτησε σε δύο αγγλικά σχολεία κοντά στην πόλη του Λονδίνου. Μετά την επιστροφή του στο Ρίτσμοντ, εγγράφτηκε στο Πανεπιστήμιο της Βιρτζίνια, το 1826, όπου παρέμεινε μόνο για ένα χρόνο. Ήρθε σε σύγκρουση με τον πατριό του, εξαιτίας οικονομικών χρεών που ανέπτυξε μέσω της χαρτοπαιξίας, κατά την περίοδο φοίτησης του. Τελικά ο Πόε εγκατέλειψε το σπίτι των Άλλαν και κατατάχθηκε το 1827 στον αμερικανικό στρατό, πιθανότατα για λόγους οικονομικής επιβίωσης. Στην αίτηση κατάταξής του δήλωσε το όνομα Έντγκαρ Α. Πέρι, αναφέροντας επίσης ως ηλικία τα 22 χρόνια ενώ ήταν δεκαοχτώ ετών. Τον ίδιο χρόνο δημοσίευσε το πρώτο του βιβλίο, μία ποιητική συλλογή με τίτλο Ταμερλάνος και άλλα Ποιήματα.

Το 1829, εκδόθηκε το δεύτερο ποιητικό βιβλίο του Al Aaraaf, ενώ παράλληλα έκανε αίτηση εγγραφής στην στρατιωτική ακαδημία του Ουέστ Πόιντ (West Point), με την υποστήριξη του πατριού του. Εκεί θεωρείται πως ήρθε για πρώτη φορά σε επαφή με το έργο άλλων ρομαντικών ποιητών, ενώ σύντομα ανέπτυξε εκ νέου οικονομικά χρέη. Υπήρξε σκόπιμα αμελής ως προς τα καθήκοντά του[3] γεγονός που οδήγησε τελικά στην απόλυσή του. Αμέσως μετά, ο Πόε μετακόμισε στη Βαλτιμόρη όπου έζησε με την θεία του Μαρία Κλεμ και την πρώτη του ξαδέλφη Βιρτζίνια Ελίζα Κλεμ. Προκειμένου να συντηρείται οικονομικά, ξεκίνησε να γράφει πεζά κείμενα υποβάλλοντας συμμετοχή σε λογοτεχνικούς διαγωνισμούς. Το 1833, βραβεύτηκε για το διήγημά του Μήνυμα στο μπουκάλι, γεγονός που του εξασφάλισε μία πρώτη αναγνώριση σε ένα περιορισμένο τοπικό λογοτεχνικό κύκλο.

Το Δεκέμβριο του 1835, άρχισε να εργάζεται ως συντάκτης στην εφημερίδα Southern Literary Messenger (Λογοτεχνικός Αγγελιοφόρος του Νότου), στο Ρίτσμοντ. Την ίδια περίοδο παντρεύτηκε τη δεκατριάχρονη ξαδέρφη του, η οποία στο πιστοποιητικό του γάμου τους, αναφερόταν ψευδώς πως ήταν είκοσι ενός ετών.

Το 1838 εκδόθηκε η Αφήγηση του Άρθουρ Γκόρντον Πυμ (The Narrative of Arthur Gordon Pym) ενώ το καλοκαίρι του επόμενου χρόνου, ο Πόε μετακόμισε στη Φιλαδέλφεια, όπου ξεκίνησε να εργάζεται ως βοηθός συντάκτη στο περιοδικό Burton's Gentleman's Magazine. Δημοσίευσε αρκετά άρθρα, διηγήματα και κριτικές απολαμβάνοντας ολοένα και μεγαλύτερη φήμη. Το ίδιο διάστημα, εκδόθηκε η δίτομη συλλογή έργων του Tales of the Grotesque and Arabesque (Ιστορίες του Γκροτέσκου και του Αραβουργήματος), η οποία αν και δεν αποτέλεσε σημαντική εμπορική επιτυχία, επαινέθηκε από την κριτική και θεωρείται σήμερα ορόσημο στην ιστορία της αμερικανικής λογοτεχνίας. Ο Πόε εγκατέλειψε τη θέση του μετά από περίπου ένα χρόνο και ανέλαβε χρέη βοηθού συντάκτη στο περιοδικό Graham's Magazine.

Στις 20 Ιανουαρίου του 1842, η σύζυγός του έδειξε για πρώτη φορά δείγματα πως έπασχε από φυματίωση και υπό το βάρος της ασθένειάς της, ο Πόε κατέφυγε στο ποτό. Εγκατέλειψε εκ νέου την θέση του στο Graham's Magazine και επέστρεψε στη Νέα Υόρκη όπου εργάστηκε για ένα σύντομο χρονικό διάστημα στην εφημερίδα Evening Mirror και ως συντάκτης στην έκδοση του Broadway Journal. Στις 29 Ιανουαρίου του 1845 εκδόθηκε το ποίημα του Το Κοράκι, ένα από τα πιο γνωστά έργα του και το οποίο του πρόσφερε μεγάλη αναγνώριση, γεγονός που τον βοήθησε επίσης να αυξήσει το ισχνό του εισόδημα δίνοντας διαλέξεις. Ανατυπώθηκε σε αρκετές εφημερίδες και περιοδικά, ωστόσο ο ίδιος ο Πόε δεν αποκόμισε οικονομικά οφέλη από το ίδιο το έργο εξαιτίας της έλλειψης νόμων περί πνευματικών δικαιωμάτων.

Τον Ιανουάριο του 1847, η σύζυγός του Βιρτζίνια πέθανε και τον επόμενο χρόνο, ο Πόε αρραβωνιάστηκε την ποιήτρια Σάρα Έλεν Ουίτμαν. Ο προγραμματισμένος τους γάμος τελικά δεν πραγματοποιήθηκε, πιθανότατα εξαιτίας των προβλημάτων του Πόε με το ποτό. Σύμφωνα με μία άλλη εκδοχή, η μητέρα της Ουίτμαν είχε σημαντική συμβολή στη διάλυση της σχέσης τους. Με βάση την αλληλογραφία του Πόε, εκείνης της περιόδου, γνωρίζουμε ότι επιχείρησε να αυτοκτονήσει, από υπερβολική δόση λάβδανου. Αργότερα, ο Πόε επέστρεψε στο Ρίτσμοντ όπου αραβωνιάστηκε την Σάρα Ελμίρα Ρόυστερ και μαζί όρισαν ως ημερομηνία του γάμου τους την 17η Οκτωβρίου του 1849.

Ο θάνατός του
Ο τάφος του Πόε στη Βαλτιμόρη

Σύμφωνα με επιστολή του προς την Μαρία Κλεμ στις 18 Σεπτεμβρίου του 1849, ο Πόε θα πραγματοποιούσε ένα ταξίδι στη Φιλαδέλφεια, προκειμένου να συναντήσει την ποιήτρια Λέον Λάουντ, με αφορμή την επιμέλεια της έκδοσης ενός τόμου με έργα της. Ανακαλύφθηκε σε παραληρηματική κατάσταση στους δρόμους της Βαλτιμόρης από έναν περαστικό, ο οποίος μετά από σχετική υπόδειξη του Πόε, έστειλε επιστολή στον Δρ. J. E. Snodgrass, ενημερώνοντας τον σχετικά. Ο Snodgrass έλαβε την επιστολή στις 3 Οκτωβρίου και την ίδια ημέρα φρόντισε, μαζί με τον θείο του Πόε, Χένρυ Χέρινγκ, για την μεταφορά του Πόε στο νοσοκομείο, όπου τελικά πέθανε στις 7 Οκτωβρίου. Καθώς δεν κατάφερε κατά τη διάρκεια της νοσηλείας του να συνέλθει επαρκώς, ο ίδιος δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει πώς είχε οδηγηθεί στην κατάσταση του. Όταν βρέθηκε, φορούσε ρούχα που πιστεύεται ότι δεν του ανήκαν ενώ επανειλημμένα πρόφερε το όνομα Ρέυνολντς κατά την διάρκεια της τέταρτης νύχτας που έμεινε στο νοσοκομείο. Σύμφωνα με επιστολή του ιατρού Δρ. John J. Moran που εξέτασε τον Πόε στο νοσοκομείο, προς την θεία του, οι τελευταίες του λέξεις ήταν "Lord help my poor soul" ("Κύριε βοήθησε την φτωχή ψυχή μου").

Η πραγματική αιτία θανάτου του Πόε παραμένει ένα αμφιλεγόμενο ζήτημα και δεν υπάρχει μία οριστική θέση, καθώς ουδέποτε υπήρξε ή βρέθηκε ένα επίσημο πιστοποιητικό θανάτου. Ο Δρ. J. E. Snodgrass, ο οποίος γνώριζε προσωπικά τον Πόε και βρέθηκε μαζί του στις τελευταίες του ημέρες, βεβαίωνε πως ο θάνατός του ήταν απόρροια αλκοολισμού [4]. Αντίθετα, ο Δρ. John Moran, θεωρούσε πως ο θάνατός του δεν σχετιζόταν με χρήση κάποιου είδους τοξικής ουσίας [5]. Τόσο τα γραπτά του Snodgrass όσο και του Moran, με θέμα τις τελευταίες ημέρες ζωής του Πόε, περιέχουν σημαντικές αντιφάσεις με αποτέλεσμα να αντιμετωπίζονται εν γένει με δυσπιστία από τους μελετητές και βιογράφους του συγγραφέα. Πληθώρα άλλων θεωριών έχουν προταθεί επίσης, μεταξύ αυτών πιθανή σύφιλη, επιληψία, δηλητηρίαση, δολοφονία ή λύσσα [6], θεωρίες όμως που δεν επιβεβαιώνονται μέχρι σήμερα από επίσημα ιατρικά έγγραφα ή αναφορές.

Η ταφή του έγινε στις 8 ή 9 Οκτωβρίου και ο τάφος του βρίσκεται στη Βαλτιμόρη, όπου αποτελεί ένα ιδιαίτερο αξιοθέατο της περιοχής. Από το 1949, κάποιος ανώνυμος επισκέπτης επισκέπτεται τον τάφο του στις 19 Ιανουαρίου, αφήνοντας τρία κόκκινα τριαντάφυλλα και ένα μπουκάλι κονιάκ στη μνήμη του.

Την ημέρα της ταφής του Πόε, μία νεκρολογία δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα New York Tribune, υπογεγραμμένη με το ψευδώνυμο Ludwig, το οποίο όπως αποκαλύφθηκε αργότερα ανήκε στον εκδότη και επιμελητή ανθολογιών, Ρούφους Ουίλμοτ Γκρίζγουολντ. Η νεκρολογία ανέφερε στην εισαγωγή της: "O Έντγκαρ Άλλαν Πόε είναι νεκρός. Πέθανε στη Βαλτιμόρη προχθές. Η ανακοίνωση αυτή θα τρομάξει αρκετούς, αλλά λίγοι θα νιώσουν θλίψη για το γεγονός." [7] και θεωρείται απόρροια της εχθρότητας που είχε καλλιεργηθεί μεταξύ του Πόε και του Γκρίσγουολντ.

160 χρόνια μετά το θάνατό του, στις 12 Οκτωβρίου του 2009 έγινε η κηδεία του ομοιώματος του ποιητή, με τιμές, στη Βαλτιμόρη[8].


Το πρόβλημα της βιογραφίας του

Για τη ζωή και την προσωπικότητα του Πόε υπάρχουν αρκετές πληροφορίες, συχνά αντιφατικές, ωστόσο ελάχιστα γεγονότα μπορούν να επιβεβαιωθούν ή να επαληθευτούν μέσα από επίσημες πρωτογενείς πηγές ή έγγραφα. Πολλά βιογραφικά στοιχεία για τον Πόε βρίσκονταν ή και παραμένουν υπό καθεστώς αμφισβήτησης, όπως η ημερομηνία γέννησής του, τα αίτια του θανάτου του, η ημέρα ταφής του, οι θρησκευτικές του πεποιθήσεις καθώς και άλλες σκοτεινές πλευρές της ζωής του, όπως η σχέση του με το ποτό ή άλλες ναρκωτικές ουσίες.

Μέχρι το 1875, η κύρια βιογραφία του Πόε ήταν έργο του εκδότη Ρούφους Ουίλμοτ Γκρίζγουολντ. Επίκεντρο της γνωριμίας τους υπήρξε αρχικά η έκδοση μίας ανθολογίας του Γκρίσγολντ, The Poets and Poetry of America (1842) για την οποία ο Πόε έγραψε μία – μάλλον αρνητική – κριτική κατά παραγγελία του ίδιου του Γκρίζγουολντ, την οποία ο Πόε εξέλαβε ως μορφή δωροδοκίας. Η σχέση τους ψυχράνθηκε ακόμα περισσότερο λίγους μήνες αργότερα, όταν δημοσιεύτηκε μία νέα αρνητική κριτική, στις 28 Ιανουαρίου του 1843, σε τεύχος της Saturday Museum. Η κριτική αυτή περιείχε προσωπικές επιθέσεις κατά του Γκρίζγουολντ, ο οποίος θεώρησε πως αποτελούν έργο του Πόε, αν και στην πραγματικότητα είχαν γραφτεί από τον φίλο του Πόε, Χένρυ Χιρστ. Το 1845, ο Γκρίζγουολντ ξεκίνησε μία νέα ανθολογία πεζών κειμένων (The Poets and Poetry of America), στην οποία θα χρησιμοποιούσε και έργα του Πόε, γεγονός που συνδυάστηκε με μία προσωρινή βελτίωση στις σχέσεις τους. Ωστόσο, η αρνητική κριτική του Γκρίζγουολντ στην παρουσίαση του έργου του Πόε μέσα στην ανθολογία, προκάλεσε την αντίδραση του τελευταίου, ο οποίος δημοσίευσε μία ανάλογη αρνητική κριτική για το σύνολο της ανθολογίας.
Εικονογράφηση του Γκουστάβ Ντορέ για το Κοράκι

Μετά το θάνατό του Πόε, η εχθρική σχέση τους έγινε εμφανής μέσα από τη νεκρολογία που έγραψε ο Γκρίζγουολντ την ημέρα της ταφής του. Επιπλέον, ο Γκρίζγουολντ ανέλαβε το ρόλο του εκτελεστή της λογοτεχνικής κληρονομιάς του, αν και δεν υπάρχει απόδειξη πως κάτι τέτοιο ήταν επιθυμία του ίδιου του συγγραφέα. Ο Γκρίζγουολντ έπεισε την Μαρία Κλεμ να του παραδώσει τις επιστολές και τα χειρόγραφα του Πόε, προκειμένου να επιμεληθεί την έκδοση μίας συλλογής έργων του. Παράλληλα, έγραψε μία σύντομη βιογραφία του Πόε, την οποία περιέλαβε σε μεταγενέστερο τόμο της συλλογής αυτής, και μέσα από την οποία περιέγραφε τον Πόε ως αλκοολικό, διεφθαρμένο και συστηματικό χρήστη ναρκωτικών ουσιών. Η πρώτη αυτή βιογραφία περιείχε μία αισθητά διαφορετική εικόνα για τον Πόε, σε σύγκριση με ανάλογα βιογραφικά κείμενα της ίδιας περιόδου, καθώς και στοιχεία που σήμερα θεωρούνται ανακριβή. Ένας κύκλος φίλων του Πόε αντέδρασε στην δημοσίευση της βιογραφίας του Γκρίζγουολντ, ωστόσο αυτή διαδόθηκε και αναδημοσιεύτηκε ευρέως, αποτελώντας την βάση για μεταγενέστερες βιογραφίες. Θεωρείται πως μέχρι σήμερα, ορισμένες ανακριβείς ή υπερβολικές αναφορές του Γκρίσγουολντ γύρω από την προσωπικότητα του Πόε, έχουν επικρατήσει. Η βιογραφία του Τζον Χένρυ Ίνγκραμ το 1875, υπήρξε πιο ισορροπημένη και με μεγαλύτερη συμπάθεια απέναντι στον Πόε, επισημαίνοντας παράλληλα τις ανακρίβειες του Γκρίζγουολντ. Αργότερα, με τη βοήθεια της Σάρα Έλεν Ουίτμαν και άλλων φίλων του Πόε, ο Ίνγκραμ επέκτεινε τη βιογραφία του εκδίδοντας ένα δίτομο έργο.

Έργο και αποδοχή

Το έργο του Έντγκαρ Άλλαν Πόε είχε σημαντική επιρροή τόσο στην αμερικανική όσο και στην παγκόσμια λογοτεχνία, αποτελώντας το θεμέλιο λίθο για σύγχρονα είδη όπως η αστυνομική λογοτεχνία και οι ιστορίες τρόμου ή φαντασίας. Θεωρείται πρωτοπόρος στο είδος του αστυνομικού μυθιστορήματος, το οποίο ανέπτυξε μέσα από τις τρεις ιστορίες του με ήρωα τον Ογκύστ Ντυπέν (Auguste Dupin), μεταξύ αυτών Οι Δολοφονίες της Οδού Νεκροτομίου. Τα έργα αυτά αποτέλεσαν πηγή έμπνευσης για τις μεταγενέστερες ιστορίες του Άρθουρ Κόναν Ντόυλ, με κεντρικό ήρωα τον Σέρλοκ Χολμς. Η φήμη του Πόε υπήρξε αρκετά μεγάλη τόσο στην Αμερική όσο και στην Ευρώπη. Αμερικανοί λογοτέχνες που εκτιμούσαν το έργο του και επηρεάστηκαν από αυτό, ήταν ο Ουώλτ Ουίτμαν, ο Χ. Φ. Λάβκραφτ, ο Γουίλιαμ Φώκνερ, καθώς και ο Χέρμαν Μέλβιλ. Αντιθέτως, ο Μαρκ Τουαίην υπήρξε αυστηρός κριτής του, όπως και ο ποιητής Τ. Σ. Έλιοτ, ο οποίος ωστόσο εκτιμούσε το κριτικό του έργο. Ιδιαίτερα σημαντική επίδραση είχε το έργο του Πόε στη γαλλική λογοτεχνία και ειδικότερα στον γαλλικό συμβολισμό. Ο Κάρολος Μπωντλαίρ μετέφρασε σχεδόν το σύνολο των πεζών του κειμένων, καθώς και αρκετά ποιήματα του. Σε επαφή με το έργο του ήρθε και ο ποιητής Στεφάν Μαλλαρμέ, ο οποίος επίσης μετέφρασε έργα του, ενώ αφιέρωσε δικά του ποιήματα στον Πόε. Επηρέασε σημαντικά και τον Ιούλιο Βερν, ο οποίος έγραψε ένα δοκίμιο για το έργο του, Poe et ses oeuvres (Ο Πόε και τα έργα του), ενώ το μυθιστόρημα του Η Σφίγγα των Πάγων (Le Sphinx des glaces), αποτελούσε συνέχεια της Αφήγησης του Άρθρουρ Γκόρντον Πυμ του Πόε. Ενδεικτικό της επίδρασης του Πόε στη Γαλλία, είναι επιπλέον το γεγονός πως οι ζωγράφοι Εντουάρ Μανέ και Γκουστάβ Ντορέ φιλοτέχνησαν αναπαραστάσεις έργων του. Σε μετεγενέστερη περίοδο, ο Πωλ Βαλερύ και ο Μαρσέλ Προυστ υπήρξαν επίσης θαυμαστές του. Με αφετηρία τη Γαλλία, έργα του μεταφέρθηκαν στην υπόλοιπη Ευρώπη. Στην Αγγλία, μεταξύ των λογοτεχνών που τα εκτίμησαν, υπήρξαν ο Άλγκερνον Σουίνμπουρν και ο Όσκαρ Ουάιλντ.

Τρίτη 4 Οκτωβρίου 2022

Φρεντερίκ Ωγκύστ Μπαρτολντί



2 Αυγούστου 1834 γεννήθηκε:
Ωγκύστ Μπαρτολντί Γάλλος γλύπτης

Ο Φρεντερίκ Ωγκύστ Μπαρτολντί (Frédéric Auguste Bartholdi) (2 Αυγούστου 1834 – 4 Οκτωβρίου 1904) ήταν Γάλλος γλύπτης. Είναι επίσης γνωστός σαν Αμιλκάρ Χάζενφρατζ (Amilcar Hasenfratz), ψευδώνυμο που χρησιμοποιούσε στους εμπνευσμένους από αιγυπτιακά θέματα πίνακές του, προφανώς λόγω του φόβου του ότι η ενασχόλησή του με μία άλλη μορφή τέχνης θα τον αποσπούσε από τη γλυπτική.

Γεννήθηκε στο Κολμάρ της Αλσατίας. Αργότερα πήγε στο Παρίσι για να επεκτείνει τις σπουδές του στην αρχιτεκτονική αλλά και στη ζωγραφική.

Πέθανε από φυματίωση στο Παρίσι στις 4 Οκτωβρίου του 1904.
Το Άγαλμα της Ελευθερίας

Το έργο για το οποίο είναι γνωστότερος ο Μπαρτολντί είναι το Άγαλμα της Ελευθερίας, το οποίο δωρήθηκε το 1886 από τη Γαλλοαμερικανική Ένωση, που ιδρύθηκε από τον Εντουάρ ντε Λαμπουλέ, στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Υπήρξε έντονη φημολογία σε ολόκληρη τη Γαλλία ότι ο Μπαρτολντί φιλοτέχνησε το πρόσωπο του αγάλματος με βάση τη μητέρα του και το σώμα με βάση την ερωμένη του. Πριν ξεκινήσει την κατασκευή του αγάλματος, ταξίδεψε στη Νέα Υόρκη και επέλεξε ο ίδιος το λιμάνι της Νέας Υόρκης ως θέση του αγάλματος.

Μπρούτζινο προσχέδιο του Αγάλματος της Ελευθερίας, ύψους περίπου 1,5 μέτρου

Το 1879, ο Μπαρτολντί απέκτησε δίπλωμα ευρεσιτεχνίας για το Άγαλμα της Ελευθερίας. Αυτό κάλυπτε την πώληση μικρών αντιγράφων του αγάλματος. Τα έσοδα από την πώληση των αγαλματιδίων βοήθησαν στο να συγκεντρωθούν τα χρήματα για την ανέγερση του μεγάλου αγάλματος.

Le 2 août 1834 est né : Auguste Bartholdi sculpteur français Frédéric Auguste Bartholdi (2 août 1834 - 4 octobre 1904) était un sculpteur français. Il est également connu sous le nom d'Amilcar Hasenfratz, un pseudonyme qu'il a utilisé pour ses peintures d'inspiration égyptienne, apparemment de peur que la poursuite d'une autre forme d'art ne le détourne de la sculpture. Il est né à Colmar, en Alsace. Plus tard, il se rend à Paris pour approfondir ses études d'architecture ainsi que de peinture. Il meurt de tuberculose à Paris le 4 octobre 1904. La statue de la Liberté L'œuvre pour laquelle Bartholdi est le plus connu est la Statue de la Liberté, offerte en 1886 par l'Union franco-américaine, fondée par Édouard de Labouillet, aux États-Unis d'Amérique. Il a été largement répandu dans toute la France que Bartholdi a modelé le visage de la statue sur sa mère et le corps sur sa maîtresse. Avant de commencer la construction de la statue, il s'est rendu à New York et a lui-même choisi le port de New York comme emplacement de la statue. En 1879, Bartholdi obtient un brevet pour la Statue de la Liberté. Cela couvrait la vente de petites répliques de la statue. Le produit de la vente des statuettes a permis de récolter les fonds nécessaires à la construction de la grande statue.

Τετάρτη 28 Σεπτεμβρίου 2022

Χέρμαν Μέλβιλ

 

Χέρμαν Μέλβιλ

Ο Χέρμαν Μέλβιλ (Αγγλικά: Herman Melville, 1 Αυγούστου 1819 – 28 Σεπτεμβρίου 1891) ήταν Αμερικανός συγγραφέας, περισσότερο γνωστός για το κλασικό του έργο «Μόμπυ Ντικ».
Ο Χέρμαν Μέλβιλ γεννήθηκε στη Νέα Υόρκη την 1η Αυγούστου 1819[1] ως το τρίτο παιδί των Άλλαν και Μαρία Γκάνσφουρτ Μέλβιλ. Ο πατέρας του, Allan Melvill (το όνομα έγινε "Melville" μετά το θάνατό του[2]) ήταν επιχειρηματίας ενώ η μητέ
ρα του (το γένος Ganesvoort) καταγόταν από παλιά Ολλανδική οικογένεια με εξέχουσα θέση στην περιοχή. Αν και ο πατέρας του ήταν ένας πολύ αισιόδοξος άνθρωπος, η "θετική" αυτή στάση που είχε απέναντι στη ζωή σπάνια τον οδηγούσε σε επιχειρηματικές επιτυχίες. Ως αποτέλεσμα, η οικογένεια Melville αναγκαζόταν να εξαρτάται οικονομικά και να λαμβάνει υποστήριξη από τον στενό συγγενικό κύκλο. Ο Χέρμαν Μέλβιλ πήγε σχολείο στην Ακαδημία Όλμπανι από τον Οκτώβριο του 1830 έως τον Οκτώβριο του 1831 και ξανά από τον Οκτώβριο του 1836 έως τον Μάρτιο του 1837[3] και μετά έγινε γραφιάς και δάσκαλος.

Ο πατέρας του τελικά χρεωκόπησε και πέθανε όταν ο Χέρμαν ήταν μόλις δώδεκα ετών[4], αναγκάζοντάς τον να εγκαταλείψει το σχολείο για να βοηθήσει την οικογένεια. Έτσι ο Μέλβιλ, έφηβος ακόμα, μπάρκαρε σ' ένα εμπορικό καράβι όπου δούλεψε ως καμαρότος μεταξύ Νέας Υόρκης και Λίβερπουλ. Όταν ξαναγύρισε στην Αμερική, εργάστηκε πάλι ως δάσκαλος για ένα διάστημα. Ο πόθος του όμως για περιπέτειες δεν έσβησε κι έτσι μια μέρα τα παράτησε όλα και πήγε ως ναύτης στο φαλαινοθηρικό "Ακούσνε".

Τον Ιούλιο του 1842, κι αφού έμεινε 18 μήνες στο "Ακούσνε", ο Μέλβιλ πήδηξε ένα πρωί από το καράβι ενώ ήταν αγκυροβολημένο στις νήσους Μαρκέζας του Νότιου Ειρηνικού Ωκεανού. Η σκληρή ζωή πάνω στο φαλαινοθηρικό και η επιθυμία του να εξερευνήσει τα νησιά, ήταν οι αιτίες που τον έσπρωξαν σ' αυτή τη φυγή.

Για κάποιο διάστημα έζησε μαζί με τους ιθαγενείς Τύπη που, όπως είπε αργότερα ο ίδιος, ήταν καννίβαλοι. Δεν είναι ξεκαθαρισμένο αν ο Μέλβιλ υπήρξε φιλοξενούμενός τους ή αιχμάλωτός τους. Πάντως μία μέρα έφυγε από τα νησιά με μία αυστραλέζικη σκούνα. Η ιστορία της παραμονής του στις Μαρκέζας, περιγράφεται στο βιβλίο του "Τύπη", το οποίο ολοκλήρωσε το 1845 αλλά συνάντησε πολλές δυσκολίες για τη δημοσίευσή του[5].

Στη συνέχεια ακολούθησαν και άλλες περιπέτειες στη ζωή του Χέρμαν Μέλβιλ. Ο Μέλβιλ έγινε αρχηγός μίας ανταρσίας και αργότερα αλήτευε έναν χρόνο στην Ταϊτή. Την περιπέτειά του αυτή, την αναφέρει στο βιβλίο του "Όμοο".

Το 1843, ο Μέλβιλ πήγε στη Χαβάη, όπου έπιασε δουλειά σ' ένα γραφείο και σ' ένα βιβλιοπωλείο. Σύντομα όμως έφτασε στη Χονολουλού το παλιό του πλοίο, το "Ακούσνε", που έψαχνε για λιποτάκτες.
Φοβούμενος μήπως τον βρουν και τον ξαναπάρουν στο φαλαινοθηρικό, ο Μέλβιλ έσπευσε να μπει σε ένα αμερικάνικο πολεμικό πλοίο ως απλός ναύτης. Δεκατέσσερις μήνες αργότερα έφτασε στο λιμάνι της Βοστώνης.

Τότε άρχισε να ασχολείται σοβαρά με το γράψιμο. Μετά την έκδοση των βιβλίων του "Τύπη" και "Όμοο" έγινε διάσημος ως ο άνθρωπος που γλύτωσε από τους ανθρωποφάγους. Τα επόμενα έργα του ήταν τα "Μαρντί", "Κόκκινη Φλόγα" και "Το Άσπρο Σακάκι". Το τελευταίο είναι η περιγραφή της ζωής του πάνω στο αμερικανικό πολεμικό στο οποίο διαμαρτύρεται και κατακρίνει τις βαρβαρότητες και ιδιαίτερα το μαστίγωμα, το οποίο συνηθιζόταν τότε στα σκάφη του αμερικανικού ναυτικού.

Στις 4 Αυγούστου 1847, ο Μέλβιλ παντρεύτηκε την Ελίζαμπεθ Σω, κόρη του Lemuel Shaw, προέδρου του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Μασαχουσέτης και φίλου του πατέρα του από το κολλέγιο. Απέκτησαν μαζί 4 παιδιά: δύο αγόρια και δύο κορίτσια, ενώ αγόρασαν και ένα αγροτόσπιτο στο Πίτσφιλντ της Μασαχουσέτης. Εκεί γνώρισε και συνδέθηκε στενά με τον διάσημο συγγραφέα Ναθάνιελ Χόθορν. Σ' αυτόν αφιέρωσε ο Μέλβιλ το "Μόμπυ Ντικ", το οποίο εκδόθηκε το 1851.

Ακολούθησαν και άλλα του έργα όπως ο "Πιέρ", "Ο Έμπιστος" και ο "Μπίλι Μπαντ". Αλλά η φήμη του σαν συγγραφέα ξέπεσε τα τελευταία χρόνια. Το 1866 αναγκάστηκε να γίνει τελωνειακός στη Νέα Υόρκη για να ζήσει. Έμεινε σ' αυτή τη θέση 19 χρόνια.

Το 1878 εξέδωσε ένα ποίημά του με 16.000 στίχους σχετικά με την επίσκεψή του στους Αγίους Τόπους. Ο Χέρμαν Μέλβιλ πέθανε στις 28 Σεπτεμβρίου 1891 στη Νέα Υόρκη από καρδιακή διαστολή[6]. Τα βιβλία του είχαν σχεδόν ξεχαστεί απ' όλους. Μόνο αργότερα, το 1920, ανανεώθηκε το ενδιαφέρον το κοινού για τα έργα του Μέλβιλ. Σήμερα αναγνωρίζεται πλέον ως ένας από τους πιο διάσημους Αμερικανούς συγγραφείς και το βιβλίο του "Μόμπυ Ντικ" θεωρείται ένα από τα καλύτερα έργα του κόσμου.

Παρασκευή 23 Σεπτεμβρίου 2022

Πάμπλο Νερούδα

Pablo Neruda 1963.jpg

Πάμπλο Νερούδα Χιλιανός ποιητής

Ο Πάμπλο Νερούδα (Pablo Neruda, φιλολογικό ψευδώνυμο του Ρικάρδο Νεφταλί Ρέγιες Μπασοάλτο, Ricardo Eliécer Neftalí Reyes Basoalto, 12 Ιουλίου 1904 – 23 Σεπτεμβρίου 1973) ήταν Χιλιανός συγγραφέας και ποιητής. Σύμφωνα με τον Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, θεωρείται ο σημαντικότερος ποιητής του 20ού αιώνα . Το 1971 του απονεμήθηκε το Νόμπελ Λογοτεχνίας, γεγονός που προκάλεσε αντιδράσεις λόγω της πολιτικής του δραστηριότητας και των κομμουνιστικών του πεποιθήσεων. Εξέδωσε πληθώρα ποιητικών συλλογών ποικίλου ύφους, όπως ερωτικά ποιήματα, έργα που διέπονται από τις αρχές του σουρεαλισμού, ακόμα και κάποια που θα μπορούσαν να θεωρηθούν πολιτικά μανιφέστα. Τον Απρίλιο του 2013, 40 χρόνια μετά το θάνατό του, έγινε εκταφή της σορού του, με σκοπό να διακριβωθεί αν είχε πέσει θύμα δολοφονικής επίθεσης με δηλητήριο από πράκτορες του δικτατορικού καθεστώτος που κυβερνούσε τη Χιλή κατά το θάνατό του.

Πάμπλο Νερούδα

 

Πάμπλο Νερούδα

Ο Πάμπλο Νερούδα, φιλολογικό ψευδώνυμο του Νεφταλί Ρικάρντο Ρέγιες Μπασοάλτο (12 Ιουλίου 1904-23 Σεπτεμβρίου 1973) ήταν Χιλιανός συγγραφέας και ποιητής. Θεωρείται ο σημαντικότερος ποιητής του 20ού αιώνα στη Λατινική Αμερική]. Του απονεμήθηκε το 1971 το Νόμπελ Λογοτεχνίας, γεγονός που προκάλεσε αντιδράσεις λόγω της πολιτικής του δραστηριότητας. Εξέδωσε ποιητικές συλλογές ποικίλου ύφους, όπως ερωτικά ποιήματα, έργα που διέπονται από τις αρχές του σουρεαλισμού, ακόμα και κάποια που θα μπορούσαν να θεωρηθούν πολιτικό μανιφέστο.

Γεννήθηκε στις 12 Ιουλίου του 1904, στην πόλη Παράλ της Χιλής. Η μητέρα του πέθανε από φυματίωση ένα μήνα μετά τη γέννησή του κι έτσι ο πατέρας του, Χοσέ, σιδηροδρομικός υπάλληλος, μετακόμισε στην πόλη Τεμούκο, όπου ξαναπαντρεύτηκε.

Ξεκίνησε να γράφει ποίηση σε ηλικία 10 ετών, αλλά ο πατέρας του τον αποθάρρυνε κι έτσι άρχισε να υπογράφει τα έργα του το 1946 με το ψευδώνυμο Πάμπλο Νερούντα, υιοθετώντας το επώνυμο του γνωστού Τσέχου συγγραφέα και ποιητή Γιαν Νερούντα. Το μικρό του όνομα εικάζεται ότι το πήρε από το Γάλλο ποιητή Πωλ Βερλαίν.

Το 1921 μετακόμισε στην πρωτεύουσα, Σαντιάγο, για να σπουδάσει Γαλλική Φιλολογία. Κατά το διάστημα των σπουδών του, εξέδωσε δυο ποιητικές συλλογές: Crepusculario (1923) και Veinte poemas de amor y una cancion desesperada (Είκοσι ερωτικά ποιήματα και ένα απελπισμένο άσμα, 1924), συλλογή για την οποία έγινε περισσότερο γνωστός. Διαπιστώνοντας ότι τα έσοδά του από τα εκδιδόμενα έργα του δεν του αρκούσαν, αποφάσισε να μπει στο Διπλωματικό Σώμα, κάνοντας έτσι πολυάριθμα ταξίδια ανά τον κόσμο από το 1927 ως το 1935, ως πρόξενος στη Βιρμανία, στην Κεϋλάνη, στην Ιάβα, στη Σιγκαπούρη, στο Μπουένος Άιρες, στη Βαρκελώνη και τη Μαδρίτη.

Στην Ιάβα γνώρισε και παντρεύτηκε την Ολλανδέζα Μαρύκα Αντονιέτα Χάγκενααρ Βόγκελζανγκ, με την οποία χώρισε μετά από έξι χρόνια, κατά τη θητεία του στην Ισπανία. Εκεί, ερωτική του σύντροφος και μετέπειτα δεύτερη σύζυγός του υπήρξε επί δεκαέξι χρόνια η Αργεντίνα Δέλια ντελ Καρρίλ, είκοσι χρόνια μεγαλύτερή του.

Η εμπειρία του από τις άθλιες συνθήκες επιβίωσης των ανθρώπων στην Ασία, τα καταπιεστικά καθεστώτα και η φιλία του με το Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα τον οδήγησαν ακόμη πιο κοντά στον κομμουνισμό. Τα έργα του άρχισαν να γίνονται πιο πολιτικοποιημένα, με αποκορύφωμα το Κάντο Χενεράλ, το οποίο έχει μελοποιηθεί από το συνθέτη Μίκη Θεοδωράκη. Όταν ο Πρόεδρος Γκονζάλες Βιντέλα απαγόρευσε τον κομουνισμό στη Χιλή, βγήκε ένταλμα σύλληψης εις βάρος του. Για τέσσερις μήνες κρυβόταν στο υπόγειο κατοικίας στην πόλη Βαλπαραΐσο, αλλά κατάφερε να διαφύγει στην Αργεντινή και από εκεί στην Ευρώπη, όπου έζησε εξόριστος από το 1948 ως το 1952. Ανάμεσα στα μέρη που έζησε ήταν και το νησί Κάπρι της νότιας Ιταλίας, γεγονός από το οποίο είναι εμπνευσμένη η ταινία «Ο ταχυδρόμος»[2].

Κατά την εξορία του, γνώρισε και ανέπτυξε ερωτική σχέση με τη Χιλιανή τραγουδίστρια Ματίλντε Ουρούτια, η οποία αποτέλεσε τη "μούσα" του για τα έργα του. Μετά το τέλος της δικτατορίας επέστρεψε στη Χιλή, αφού είχε γίνει πλέον διάσημος παγκοσμίως από τα ποιήματά του. Μετά το δεύτερο διαζύγιό του, παντρεύτηκε τελικά με την Ουρούτια το 1966.

Το 1971, του απονεμήθηκε το Νόμπελ Λογοτεχνίας, το οποίο παρέλαβε όντας άρρωστος από καρκίνο. Βοήθησε το Σαλβαντόρ Αλιέντε στην προεκλογική του εκστρατεία, αλλά πέθανε στις 23 Σεπτεμβρίου 1973, λίγο μετά τη δολοφονία του Αλιέντε από τους πραξικοπηματίες του Πινοσέτ. Ο Πινοσέτ απαγόρευσε να γίνει δημόσιο γεγονός η κηδεία του Νερούντα, ωστόσο το πλήθος αψήφησε τη φρουρά και κατέκλυσε τους δρόμους, μετατρέποντας την κηδεία στην πρώτη δημόσια διαμαρτυρία ενάντια στη στρατιωτική δικτατορία της Χιλής. Το στρατιωτικό καθεστώς μέχρι το 1990 είχε απαγορεύσει τα έργα του ποιητή.
Από το ποιητικό του έργο ξεχωρίζουν:

«Crepusculario»
«Veinte poemas de amor y una canciσn desesperada»
«Residencia en la tierra»
«Tercera residencia»
«Canto general»
«Los versos del capitαn»
«Odas elementales»
«Extravagario»
«Memorial de Isla Negra» και
«Confieso que he vivido»

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Πέμπτη 22 Σεπτεμβρίου 2022

Η Ιστορική Μονή Παληανής

 

 Η Ιστορική Μονή Παληανής της Αρχιεπισκοπικής περιφέρειας του νησιού μας είναι αφιερωμένη στην κοίμηση της Υπεραγίας Θεοτόκου και είναι ένα από τα παλαιότερα μοναστήρια και ιδρύματα της Κρήτης.

Στη διάρκεια της Ιστορίας του νησιού, η Ιερά Μονή υπέστη αρκετές δοκιμασίες, καταστροφές και λεηλασίες από διάφορους εχθρούς. Η Ιερά Μονή της Κοιμήσεως της Υπεραγίας Θεοτόκου της Παληανής βρίσκεται έξω από το Βενεράτο, όπου λίγο πριν το τέλος του χωριού βρίσκεται η παράκαμψη για τη Μονή.

Η Ιερά Μονή Παληανής είναι μια από της αρχαιοτερες Μονές της Μεγαλονήσου. Η αρχη της κατασκευής της έγινε τον τέταρτο αιωνα σε σημείο όπου στους αρχαίους χρόνους υπήρχε ένας ναός της Αθηνάς. Σε γραπτές πηγές όμως εμφανίζετε από το έτος 668 και αναφέρεται ως Παλαιά Μονή, 

Στο σημείο το οποίο βρίσκεται υπήρχε δύσβατο και πυκνότατο δάσος το οποίο κάηκε μετά από μεγάλη πυρκαγιά. Στη προσπάθεια τους οι χωρικοί να σβήσουν τη φωτιά άκουσαν κάποιες φωνές.

Αφού κατάφεραν να σβήσουν τις φλόγες έτρεξαν στο σημείο που ακούστηκαν οι φωνές και βρήκαν στο εσωτερικό μιας βάτου την εικόνα της Θεοτόκου. Ιδιαίτερη ευλογία για την Ιστορική Μονή αποτελεί η "Αγία Μυρτιά", το ιερό αυτό δέντρο, όπου ενθρονίστηκε η θαυματουργός εικόνα της Θεοτόκου.

Σύμφωνα με την παραδοση η Αγια Εικόνα κλείστηκε μέσα στο κορμό του δέντρου που όσο και εάν την μετακινούσαν αυτή επέστρεφε στο ίδιο μέρος αγιάζοντας έτσι όπως λένε οι μοναχές το δέντρο αυτό. Αρκετοί είναι οι πιστοί οι οποίοι μέχρι και σημερα προσέρχονται για να προσευχηθούν και να προσκυνήσουν στο σημείο αυτό έχοντας αφήσει εκατοντάδες αφιερωματα. Άλλο ένα παράδοξο που θα συναπισετε είναι ότι θα δείτε διάφορα πουλιά να είναι στα γύρω δέντρα όμως στο συγκεκριμένο, στην «Αγία Μυρτιά" κανένα δε φωλιάζει.

 

Το μόνο σίγουρο, πηγαίνοντας στη Μονη θα ικανοποιηθείτε από τις προσπάθειες που έχουν κάνει εκεί οι μοναχές έτσι ώστε να είναι το Μοναστήρι όοο γίνετε πιο όμορφο όπως, σίγουρο είναι ακόμη πως δεν πρόκειται να φύγετε απο εκεί με άδεια χέρια, χωρίς να σας έχουν κεράσει μια καραμελίτσα ή ένα κομποσκοίνι από μια γιαγιούλα μοναχή που θα συναντήσετε στην είσοδο του Μοναστηριού.

Το Μοναστήρι μπορείτε να το επισκεφτείτε καθημερινά πρωί και απόγευμα και φυσικά την 24η Σεπτεμβρίου όταν πανηγυρίζει.

Τετάρτη 21 Σεπτεμβρίου 2022

Σερ Γουόλτερ Σκοτ

 


15 Αυγούστου 1771 γεννήθηκε: Γουόλτερ Σκοτ Σκωτσέζος συγγραφέας

Ο Σερ Γουόλτερ Σκοτ (Sir Walter Scott, 15 Αυγούστου 1771 - 21 Σεπτεμβρίου 1832) ήταν Σκωτσέζος μυθιστοριογράφος, θεατρικός συγγραφέας και ποιητής, ο οποίος θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους συγγραφείς όλων των εποχών. Έμεινε γνωστός ως κυρίαρχη προσωπικότητα των σκωτικών γραμμάτων, καθώς με τα ποιήματα και τα μυθιστορήματά του (ιδίως με τις σειρές Γουέιβερλι) δημιούργησε διαχρονικές εικόνες μίας ηρωικής άγριας περιοχής, όπου ξεχειλίζει ο ρομαντισμός των κλαν.

Ο Σκοτ ήταν ο πρώτος συγγραφέας που έγραφε στην αγγλική γλώσσα και γνώρισε μία πραγματικά διεθνή καριέρα κατά τη διάρκεια της ζωής του[7], έχοντας πολλούς αναγνώστες στην Ευρώπη, την Αυστραλία και τη Βόρεια Αμερική. Τα μυθιστορήματα και τα ποιήματά του διαβάζονται ακόμα και σήμερα, και πολλά από τα έργα του παραμένουν κλασικά έργα της Σκωτσέζικης και της Αγγλόφωνης λογοτεχνίας. Μεταξύ των διάσημων έργων του περιλαμβάνονται τα Ιβανόης, Ριχάρδος ο Λεοντόκαρδος, Ρομπ Ρόυ, Η Κυρά της Λίμνης, Γουέιβερλι, Η Καρδιά του Μιντλόθιαν κ.α.


Πίνακας περιεχομένων
1 Βιογραφία
1.1 Τα πρώτα χρόνια
1.2 Η συνάντηση του Σκοτ με τους Μπλάκλοκ και Μπερνς
1.3 Η αρχή της λογοτεχνικής καριέρας
1.4 Ποίηση
1.5 Μυθιστορήματα
1.6 Η εύρεση των κοσμημάτων του στέμματος
1.7 Οικονομικά προβλήματα και θάνατος
2 Άμποτσφορντ
3 Η κληρονομιά του Γουόλτερ Σκοτ
3.1 Μνημεία και εορτασμοί
3.2 Εμφανίσεις σε χαρτονομίσματα
3.3 Ο Σκοτ και η Εκπαίδευση στις Ηνωμένες Πολιτείες
3.4 Έργα του Σκότ στην όπερα
3.5 Αναφορές στον Σκοτ σε έργα άλλων συγγραφέων
4 Έργα
5 Σημειώσεις
6 Αναφορές
7 Εξωτερικοί σύνδεσμοι
Βιογραφία
Τα πρώτα χρόνια

Γιος ενός δικηγόρου, ο Γουόλτερ Σκοτ γεννήθηκε στην Παλιά Πόλη[8] του Εδιμβούργου το 1771. Όταν ήταν 2 ετών έπαθε πολιομυελίτιδα, γεγονός που του προκάλεσε παράλυση στο δεξί του χέρι και μία έντονη χωλότητα για όλη του τη ζωή. Ο πατέρας του, με την ελπίδα πως ο γιος του θα ξαναβρεί τις δυνάμεις του, τον έστειλε στη φάρμα του παππού του, στην αγροτική περιοχή Μπόρντερς. Παρά την αναπηρία του, ο μικρός Σκοτ έτρεχε διαρκώς έξω και έτσι ανάκτησε σιγά-σιγά όλη του την σωματική υγεία. Η θεία του, Τζέννυ, του έμαθε να διαβάζει και από αυτήν ο Σκοτ έμαθε επίσης ιστορίες και θρύλους που χαρακτήρισαν μεγάλο μέρος του έργου του. Τον Ιανουάριο του 1775 επέστρεψε στο Εδιμβούργο και το καλοκαίρι της ίδιας χρονιάς πήγε με τη θεία του, Τζέννυ, στο Μπαθ της Αγγλίας για να κάνει λουτροθεραπεία. Το χειμώνα του 1776 επέστρεψε στη φάρμα του παππού του.

Το 1778 ο Σκοτ επέστρεψε και πάλι στο Εδιμβούργο για να λάβει ιδιωτική εκπαίδευση ώστε να προετοιμαστεί για το σχολείο, και τον Οκτώβριο του 1779 γράφτηκε στο Βασιλικό Γυμνάσιο του Εδιμβούργου. Ο Σκοτ ήταν πλέον σε θέση να περπατήσει και να εξερευνήσει την πόλη και τη γύρω περιοχή. Μεγαλώνοντας απέκτησε καλοδεμένο σώμα και έγινε ένας εξαιρετικά γερός και δραστήριος νέος. Όλοι τον θεωρούσαν ατρόμητο καβαλλάρη και καλό παλαιστή. Οι βαθμοί του στο σχολείο άλλοτε ήταν από τους υψηλότερους και άλλοτε από τους χαμηλότερους κι αυτό γιατί, αν και είχε εξαιρετική μνήμη, θυμόταν μονάχα όσα τον ενδιέφεραν. Ο Σκοτ στράφηκε από νωρίς στη μελέτη της ιστορίας και της λαογραφίας ενώ στα αναγνώσματά του περιλαμβάνονταν ιπποτικά μυθιστορήματα, ποιήματα και ταξιδιωτικά βιβλία. Επίσης έμαθε να μιλά γερμανικά, γαλλικά και ιταλικά, για να μπορεί να διαβάζει τις ιστορίες των άλλων χωρών, ενώ έλαβε και ιδιαίτερα μαθήματα από τον Τζέιμς Μίτσελ στην αριθμητική και τη γραφή και από αυτόν έμαθε την ιστορία της Εκκλησίας της Σκωτίας. Αφού τελείωσε το σχολείο, στάλθηκε για έξι μήνες στη θεία του, Τζέννυ, στο Κέλσο προκειμένου να παρακολουθήσει το τοπικό σχολείο, όπου συνάντησε τους Τζέιμς και Τζον Μπαλαντάιν, οι οποίοι αργότερα έγιναν συνεργάτες του και τύπωσαν τα βιβλία του.