Τετάρτη 5 Ιουλίου 2023

Πράσινο Ακρωτήριο


Εθνόσημο

 

 

 

 

 

 

 Σημαία

 

5 Ιουλίου 1975
To Πράσινο Ακρωτήριο γίνεται ανεξάρτητο κράτος από την Πορτογαλία.

Πράσινο Ακρωτήριο

Το Πράσινο Ακρωτήριο (πορτογαλικά: Cabo Verde, προφέρεται: ˈkaβu ˈveɾðɨ), επισήμως Δημοκρατία του Κάμπου Βέρντε (πορτογαλικά: República de Cabo Verde, καθώς από τον Οκτώβριο του 2013 η χώρα ανακοίνωσε στον ΟΗΕ πως το επίσημο όνομα της δεν θα μεταφράζεται[4]), είναι μια νησιωτική χώρα της Δυτικής Αφρικής, δυτικά της Σενεγάλης, με έκταση 4.033 τ.χλμ. και πληθυσμό 563.198[1] κατοίκους, σύμφωνα με επίσημη εκτίμηση για το 2021.
Δημοκρατία του Πράσινου Ακρωτηρίου
República de Cabo Verde

Εθνικός ύμνος: Cântico da Liberdade (Πορτογαλικά)



Η θέση του Πράσινου Ακρωτηρίου (πράσινο)

Πρωτεύουσακαι μεγαλύτερη πόλη Πράγια
14°55′N 23°31′W / 14.917°N 23.517°W

Επίσημες γλώσσες Πορτογαλικά1

Πολίτευμα Δημοκρατία
Πρόεδρος
Πρωθυπουργός Ζόρζε Κάρλος Φονσέκα
Ουλίσες Κορέια ε Σίλβα
Ανεξαρτησία
• Από την Πορτογαλία
• Ισχύον Σύνταγμα
5 Ιουλίου 1975

1 Ομιλείται και η τοπική γλώσσα Κρεολική του Πράσινου Ακρωτηρίου

Το όνομα της πρωτεύουσας είναι Πράια (αναφέρεται επίσημα Πράγια). Το νησί βρίσκεται στην περιοχή Μακαρονησία (αποτελείται από δέκα νησιά και άλλα πιο μικρά νησιά) στα βόρεια του Ατλαντικού Ωκεανού. Τα μέχρι πρότινος ακατοίκητα νησιά ανακαλύφθηκαν και εποικίστηκαν από τους Πορτογάλους τον 15ο αιώνα. Η χώρα πήρε την ονομασία της από το Cap-Vert (που σημαίνει Πράσινο Ακρωτήριο), σήμερα στη Σενεγάλη, στο δυτικότερο άκρο της ηπειρωτικής Αφρικής.

Γεωγραφία
Τα νησιά

Τα δέκα μεγαλύτερα νησιά είναι: Μπράβα, Φόγκο, Σαντιάγο, Μάιο, Μπόα Βίστα, Σαλ, Σάο Νικολάου, Σάο Βισέντε, Σάντο Αντάο και Σάντα Λουσία. Τα νησιά έχουν τραχιά μορφολογία και είναι ηφαιστειογενή. Το Φόγκο αποτελεί ενεργό ηφαίστειο και είναι το μοναδικό στο αρχιπέλαγος. Ο ηφαιστειακός κώνος στο Φόγκο φθάνει σε ύψος τα 2.829μ. στην Πίκο ντο Κάνου. Δέκα κύρια νησιά και γύρω στις οκτώ νησίδες απαρτίζουν το αρχιπέλαγος. Τα κυριότερα νησιά είναι:
Μπαρλαβέντος (βόρεια συστάδα νησιών)
Νησί Σάντο Αντάο
Νησί Σάο Βισέντε
Νησί Σάντα Λουσία
Νησί Σάο Νικολάου
Νησί Σαλ
Νησί Μπόα Βίστα
Σοταβέντος (νότια συστάδα νησιών)
Νησί Μάιο
Νησί Σαντιάγο
Νησί Φόγκο
Νησί Μπράβα

Οι νησίδες είναι οι Branco και Razo.
Κλίμα
Το κλίμα των νησιών είναι τροπικό και επηρεάζεται από τους ζεστούς και ξηρούς αληγείς ανέμους. Η ξηρασία αποτελεί σημαντικό πρόβλημα στο νησί σε αρκετά σημεία του αρχιπελάγους. Η βλάστηση επίσης είναι φτωχή.

Η απομόνωση των ειδών στο Πράσινο Ακρωτήριο, καθώς η απόστασή του είναι 500 χιλιόμετρα από την υπόλοιπη Αφρική είχε αποτέλεσμα την ύπαρξη ενδημικών ειδών χλωρίδας και πανίδας, πολλών από αυτά να απειλούνται με εξαφάνιση. Στα ενδημικά πτηνά συμπεριλαμβάνονται το Alexander's Swift (Apus alexandri), Raso Lark (Alauda razae), Cape Verde Warbler (Acrocephalus brevipennis) και Iago Sparrow (Passer iagoensis), ενώ στα ερπετά συμπεριλαμβάνεται το γιγάντιο γκέκο (σαύρα) του Πρασίνου Ακρωτηρίου (Tarentola gigas).

Ο Κάρολος Δαρβίνος καταγράφει τη γεωλογική σύσταση του εδάφους, του κλίματος, της πανίδας και της χλωρίδας των νησιών στο πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου του The Voyage of the Beagle (Το Ταξίδι του Μπιγκλ).
Ιστορία

Το νησί ήταν ακατοίκητο (χρησιμοποιείτο από αλιείς της Σενεγάλης) όταν έφτασαν οι Πορτογάλοι το 1456 και έγινε τμήμα της Αυτοκρατορίας τους (η προσάρτηση έγινε το 1495). Σημαντική υδάτινη οδός, εξαιτίας της γεωγραφικής θέσης του, το Πράσινο Ακρωτήριο αποτέλεσε επίσης τόπο με φυτείες ζαχαροκάλαμου και έπειτα σημαντικό κέντρο δουλεμπορίου. Η δουλεία καταργήθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα. Το 1951 η χώρα έγινε υπερπόντια επαρχία της Πορτογαλίας.

Το 1975, χάρη στις προσπάθειες εν μέρει του Αφρικανικού Κόμματος για την Ανεξαρτησία της Γουινέας και του Πράσινου Ακρωτηρίου (Partido Africano da Independência da Guiné e Cabo Verde, PAIGC), ήρθε η πολυπόθητη ανεξαρτησία, στις 5 Ιουλίου. Πρώτος πρόεδρος ανέλαβε ο Αριστίντες Περέιρα, ο οποίος επέβαλε μονοκομματικό σύστημα διακυβέρνησης. Έπειτα από την ανεξαρτησία, το PAIGC επεχείρησε να ενοποιήσει το Πράσινο Ακρωτήριο με τη Γουινέα-Μπισσάου. Οι προσπάθειες αυτές ανακόπηκαν από το στρατιωτικό πραξικόπημα στη δεύτερη χώρα, το 1980.

Το PAICV (προσκείμενο στο PAIGC) κυβέρνησε στο νησιωτικό κράτος μέχρι τη διεξαγωγή δημοκρατικών εκλογών, το 1991, οι οποίες είχαν αποτέλεσμα την κυβερνητική αλλαγή. Την αλλαγή του καθεστώτος είχαν ζητήσει οι ίδιοι οι εκλογείς, οι οποίοι ενέκριναν τροποποίηση του Συντάγματος σε δημοψήφισμα, το 1990. To Κίνημα για τη Δημοκρατία (Movimento para a Democracia)(MPD) κέρδισε σε εκείνες τις εκλογές και επανεξελέγη το 1996, με αρχηγό τον Κάρλος Βέιγκα στην πρωθυπουργία και τον Αντόνιο Μοντέιρο στην προεδρία του κράτους. Το PAICV επέστρεψε στην εξουσία το 2001, για να επανεκλεγεί το 2006.

Το 2011 εξελέγη νέος πρόεδρος ο Ζόρζε Κάρλος Φονσέκα, ο οποίος επανεξελέγη το 2016.
Δημογραφία

Οι απόγονοι των εποίκων Ευρωπαίων, που ήταν οι Πορτογάλοι, απαρτίζουν τον σημερινό πληθυσμό των νησιών, αλλά και οι απόγονοι των δούλων, οι οποίοι είχαν μεταφερθεί από τη Γουινέα και κυρίως κατάγονται από τη Σενεγάλη, τη Γκάμπια και τη Γουινέα-Μπισσάου. Το 70% του πληθυσμού είναι Κρεολοί και το υπόλοιπο είναι Αφρικανοί. Πολύ μικρό ποσοστό είναι Ευρωπαίοι (Ολλανδοί, Άγγλοι, Γάλλοι κ.λπ.). Στον πληθυσμό συμπεριλαμβάνονται Άραβες, Εβραίοι και Κινέζοι (του Μακάο), όπως επίσης και Αφροβραζιλιάνοι. Αξιοσημείωτο είναι ότι μεγάλος αριθμός κατοίκων της χώρας ζουν στο εξωτερικό, όπως οι ΗΠΑ (μισό εκατομμύριο), η Πορτογαλία (80.000), η Ανγκόλα (45.000), το Σάο Τομέ και Πρίνσιπε και άλλες χώρες. Το προσδόκιμο ζωής στο σύνολο του πληθυσμού, σύμφωνα με εκτιμήσεις του 2019 του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας ήταν 74,0 χρόνια (69,9 χρόνια οι άνδρες και 77,9 οι γυναίκες).
Θρησκεία

Οι περισσότεροι κάτοικοι είναι Χριστιανοί. Η θρησκεία τους είναι Ρωμαιοκαθολική (90%), με αρκετούς να ανήκουν στο προτεσταντικό δόγμα και μία μερίδα να ακολουθεί τις ανιμιστικές δοξασίες. Επίσης, υπάρχουν 2.030 Μάρτυρες του Ιεχωβά και 10.796 Μορμόνοι της Εκκλησίας του Ιησού Χριστού των Αγίων των Τελευταίων Ημερών. Λίγοι ακολουθούν την Πίστη Μπαχάι, τον Βουδισμό και το Ισλάμ.
Γλώσσα

Η επίσημη γλώσσα είναι η πορτογαλική, ενώ ομιλείται ως εθνική γλώσσα η Κρεολική (κριούλο), η οποία αποτελεί κράμα πορτογαλικών και δυτικοαφρικανικών στοιχείων.

Οι ηφαιστειακές εκρήξεις του Φόγκο (όπως αυτή του 1680) και οι επιδημίες, δεν άφησαν περιθώρια για αύξηση του πληθυσμού. Ωστόσο, το προσδόκιμο ζωής είναι σήμερα ένα από τα υψηλότερα της Αφρικής.

Οι σημαντικότερες πόλεις της χώρας, εκτός από την Πράια, είναι η Μιντέλο (στο Σάο Βισέντε) και η Σάο Φιλίπε.

Το πολίτευμα της χώρας είναι Προεδρική Δημοκρατία. Δικαίωμα ψήφου χορηγείται στους πολίτες από την ηλικία των 18 ετών και άνω.

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είναι Αρχηγός Κράτους και έχει δικαίωμα να διεκδικήσει μέχρι και δεύτερη θητεία. Η νομοθετική εξουσία ασκείται τόσο από την κυβέρνηση όσο και από την Εθνοσυνέλευση της χώρας, η οποία αποτελείται από 72 μέλη, τα οποία εκλέγονται με καθολική ψηφοφορία για πενταετή θητεία. Η Δικαιοσύνη ασκείται ανεξάρτητα.
Διεθνείς σχέσεις

Η χώρα ασκεί παραδοσιακά αδέσμευτη εξωτερική πολιτική και διατηρεί καλές σχέσεις με όλες τις χώρες. Για το λόγο αυτό η χώρα έχει επιλεγεί για διεξαγωγή σημαντικών διεθνών συνεδρίων.
Άμυνα

Η στρατιωτική θητεία στη χώρα δεν είναι υποχρεωτική, ωστόσο υπάρχει η υποχρέωση για παροχή υπηρεσιών και στρατολόγηση επί 14μηνο. Οι Ένοπλες Δυνάμεις έχουν την ονομασία Επαναστατικές Ένοπλες Δυνάμεις του Λαού (FARP). Ηλικία στράτευσης είναι τα 18 χρόνια. Υπάρχουν Στρατός και Ακτοφυλακή (με πτέρυγες στην Αεροπορία).
Οικονομία

Η ανεπάρκεια πλουτοπαραγωγικών πηγών έχει αρνητικό αντίκτυπο στη χώρα. Έτσι, η οικονομία στηρίζεται εν μέρει στον τουρισμό και στις υπεράκτιες εταιρείες, αλλά και στην εξωτερική βοήθεια. Επίσης, οι δημόσιες υπηρεσίες έχουν μεγάλο μερίδιο στο εισόδημα. Το 2000, το 30% του πληθυσμού ζούσε υπό το όριο της φτώχειας. Οι κάτοικοι καλλιεργούν πατάτες, φασόλια, μανιόκα, ζαχαροκάλαμο, καφέ, κακάο, κίκι και καπνό. Η ξηρασία αποτελεί μεγάλο πρόβλημα για τη χώρα. Η εκτροφή βοοειδών και η αλιεία είναι λιγότερο ανεπτυγμένες στο κράτος. Στα νησιά Σαλ και Μάιο εξορύσσεται αλάτι, ενώ ο βιομηχανικός τομέας περιορίζεται στην κατάψυξη των ψαριών και την κατασκευή πορσελάνης.

Το Πράσινο Ακρωτήριο έχει εμπορικούς εταίρους την Πορτογαλία, τη Γερμανία, την Ισπανία και την Ολλανδία. Εισάγει κυρίως καύσιμα και βιομηχανικά προϊόντα. Νομισματική μονάδα της χώρας είναι το εσκούδο. Ως το 1999 ήταν συνδεδεμένο με το εσκούδο Πορτογαλίας και στη συνέχεια με το Ευρώ.

Τα τελευταία χρόνια η οικονομία του νησιού παρουσίασε σημάδια ανάκαμψης ώστε σήμερα κατατάσσεται στις χώρες με μεσαία ανάπτυξη και ο ΟΗΕ την κατατάσσει στις αναπτυσσόμενες χώρες. Από την εποχή της ανεξαρτησίας, η ανάπτυξη είναι σταθερή. To 2007 έγινε χώρα με μεσαία ανάπτυξη, αφήνοντας την κατηγορία των λιγότερο αναπτυσσόμενων κρατών. Ήταν η δεύτερη φορά που έγινε αυτό σε ένα κράτος.Σήμερα είναι σε υψηλή κατάταξη σε σχέση με τις υπόλοιπες αφρικανικές χώρες στον κατάλογο (125η το 2017).

Στις 18 Δεκεμβρίου του 2007 εγκρίθηκε η αίτηση για εισδοχή του Πράσινου Ακρωτηρίου στον ΠΟΕ. Με βάση το πακέτο ένταξης η χώρα υποχρεώνεται να εισαγάγει νέο Τελωνειακό Κώδικα και να θεσπίσει νομοθεσία για την παραβίαση πνευματικών δικαιωμάτων, καθώς επίσης και νομοθεσία για διπλώματα ευρεσιτεχνίας.

To Πράσινο Ακρωτήριο έγινε το 153ο μέλος του ΠΟΕ, στις 23 Ιουλίου του 2008
Μεταφορές και επικοινωνίες

Η χώρα έχει 10 αεροδρόμια (εκτ. 2008), με ένα διεθνές αεροδρόμιο να βρίσκεται στο Σαλ. Η πρωτεύουσα αποτελεί το σημαντικότερο λιμάνι. Ο εμπορικός στόλος αριθμεί 8 πλοία, εκ των οποίων τα δύο είναι ξένης ιδιοκτησίας. Η χώρα δε διαθέτει σιδηροδρομικό δίκτυο. Η οδήγηση γίνεται στα δεξιά.

Σε ό,τι αφορά τις τηλεπικοινωνίες, λειτουργούν 22 ραδιοφωνικοί σταθμοί (όλοι στα FM) και ένας τηλεοπτικός. Το 2007 το νησιωτικό κράτος διέθετε 344 παροχείς υπηρεσιών Διαδικτύου. Οι χρήστες του Διαδικτύου υπολογίζονταν το 2005 σε 29.000.
Πολιτισμός και τουριστικά αξιοθέατα

Οι παραλίες του Σάο Τιάγκο προσελκύουν πολλούς τουρίστες, ενώ από το 1997 λειτουργεί στην πρωτεύουσα Εθνογραφικό Μουσείο. Σε πολλά κτήρια της χώρας η αφρικανική παράδοση έχει εξοβελιστεί από την αποικιοκρατική επιρροή. Στην παλιά πρωτεύουσα, τη Σιδάδε Βέλια, ο επισκέπτης μπορεί να δει τα ερείπια της Μονής του Αγίου Φραγκίσκου, τον καθεδρικό ναό και πάνω από την πόλη το Βασιλικό Φρούριο του Αγίου Φιλίππου (χρονολογείται από το 1593).

Στον τομέα του πολιτισμού η χώρα μπορεί να καυχιέται για τη μουσική της παράδοση, η οποία επηρεάστηκε από τα πορτογαλικά "φάντος". Έτσι, το είδος της μελαγχολικής μουσικής μόρνα εκφράζει την έντονη μελαγχολία, γνωστή ως "Sodade". Το ομώνυμο τραγούδι της "ξυπόλητης ντίβας" Σεζάρια Έβορα, μαζί με την Ελευθερία Αρβανιτάκη καταδεικνύει αυτό το μουσικό είδος. Η Έβορα αποτέλεσε την καλύτερη πρέσβειρα για τη μουσική και τον πολιτισμό της νησιωτικής χώρας, καθώς από το 1988 έως το θάνατό της το 2011, έκανε διεθνή καριέρα.

Μάχη του Καβοφονιά στη Σάμο


5 Ιουλίου 1821
Οι Έλληνες επαναστάτες νικούν τους Οθωμανούς στη Μάχη του Καβοφονιά στη Σάμο.

Η μάχη του Καβοφονιά είναι μία από τις πρώτες μάχες κατά την Ελληνική Επανάσταση του 1821 που αν και υπήρξε ολέθρια για τους Τούρκους δεν είναι τόσο γνωστή. Στη πραγματικότητα η μάχη αυτή ήταν απόκρουση απόβασης, που δόθηκε ακριβώς στο ομώνυμο σήμερα ακρωτήριο της ΒΔ. Σάμου, πρώην ακρωτήριο Τζώρτζης ή Αγίας Παρασκευής, από το ομώνυμο παρεκκλήσιο που υπήρχε σ΄ αυτό, ακριβώς απέναντι από τον όρμο της Μυκάλης.
Η εξέλιξη των γεγονότων

Συγκεκριμένα στις 3 Ιουλίου του 1821 ο Οθωμανός στόλαρχος Καρά Αλή προσπάθησε ν΄ αποβιβάσει στρατεύματα στη Σάμο προκειμένου να την κυριεύσει αν και τελούσε υπό την προστασία του Σουλτάνου. Μετά όμως την πρώτη αυτή αποτυχία προσποιούμενος την αποχώρηση διέταξε δύο ημέρες μετά στις 5 Ιουλίου απόβαση γεμίζοντας 40 περίπου λέμβους με γενίτσαρους και Αζάπηδες, τις οποίες και κατεύθυνε προς το εν λόγω ακρωτήριο, προκειμένου να προβεί στη συνέχεια σε κυκλοτερή επίθεση.

Παρακολουθώντας όμως οι Σαμιώτες οπλαρχηγοί τις κινήσεις του Καρά Αλή αντελήφθησαν το σχέδιό του και έσπευσαν στο σημείο εκείνο ο Καπετάν Σταμάτης Γεωργιάδης (χιλίαρχος), με τον Λυκούργο Λογοθέτη μαζί με 50 περίπου Σαμιώτες και 24 Κρητικούς από τα Σφακιά υπό τον Χατζηγιώργη Μουριανό, όπου και επέπεσαν με ορμή και λύσσα στους Οθωμανούς που προσπαθούσαν να βγουν στη ξηρά με συνέπεια να τους σκοτώσουν σχεδόν όλους, που αποπειράθηκαν την απόβαση, περί τους 700.

Ο όλεθρος αυτός κατά ένα μεγάλο μέρος οφείλονταν αφενός στη παντελή έλλειψη ναυτοσύνης των επιβατών των λέμβων, όπου στη προσπάθειά τους ν΄ αλλάξουν σημείο απόβασης προκειμένου να σωθούν σημειώθηκε ανατροπή των λέμβων, και αφετέρου στην άγνοια κολύμβησης. Παρά ταύτα 12 γενίτσαροι κατάφεραν να βγουν και για πολλές ώρες αμύνονταν σθεναρά από ένα σπήλαιο που είχαν καταφύγει μέχρι που έπεσαν και αυτοί μαχόμενοι.

Η έκβαση αυτής της μάχης ήταν επόμενο να επιδράσει ευεργετικά στο ηθικό των Σαμίων μέχρι να καταπλεύσει ο ελληνικός στόλος που έδωσε τέρμα στην εκστρατεία εκείνη κατά της Σάμου. Από τότε το ακρωτήριο αυτό ονομάζεται Καβοφονιάς.

5 Ιουλίου 1316 η μάχη της Μανωλάδας



5 Ιουλίου 1316
Διεξάγεται η μάχη της Μανωλάδας όπου οι δυνάμεις του Δουκάτου της Βουργουνδίας νικούν εκείνες του Βασιλείου της Μαγιόρκας, για τον έλεγχο του Πριγκιπάτου της Αχαΐας

Η Μάχη της Μανωλάδας ήταν μάχη που έγινε στις 5 Ιουλίου 1316 στον κάμπο της Μανωλάδας. Η μάχη έγινε ανάμεσα στον στρατό του νόμιμου πρίγκιπα της Αχαΐας Λουδοβίκου της Βουργουνδίας και του Φερδινάνδου της Μαγιόρκας που διεκδικούσε το πριγκιπάτο για τον εαυτό του εκ μέρους της νεκρής συζύγου του Ισαβέλλα ντε Σαμπράν.


Η μάχη της Μανωλάδας
Χρονολογία 5 Ιουλίου 1316
Τόπος Ηλεία, Πελοπόννησος
Έκβαση Νίκη του Λουδοβίκου της Βουργουνδίας
Ηγετικά πρόσωπα

Λουδοβίκος της Βουργουνδίας
Φερδινάνδος της Μαγιόρκας

Δυνάμεις

Βουρβόνοι, Βυζαντινοί
Ισπανοί


Ο Φερδινάνδος έφτασε στην Γλαρέντζα στα μέσα του 1315 όπου προσπάθησε να την καταλάβει χωρίς επιτυχία. Στην συνέχεια προχώρησε στο εσωτερικό της Ηλείας καταλαμβάνοντας την πρωτεύουσα του πριγκιπάτου την Ανδραβίδα. Την ίδια χρονιά έφτασε και ο Λουδοβίκος στην Πελοπόννησο περνώντας πρώτα από την Βενετία για να ζητήσει βοήθεια. Η γυναίκα του Ματθίλδη του Αινώ που ήρθε πρώτη στην Ρωμανία ζήτησε και κέρδισε την βοήθεια του Ιωάννη Ορσίνη και του βαρώνου της Χαλανδρίτσας που αρχικά είχε υποσχεθεί βοήθεια στον Φερδινάνδο.

Ο Φερδινάνδος βλέποντας αυτό επιτέθηκε στην Χαλανδρίτσα χωρίς να καταφέρει να την καταλάβει. Εν τω μεταξύ ο Λουδοβίκος έφτασε στην Πελοπόννησο με τον Βουργουνδικο στρατό του και λαμβάνοντας σημαντική στρατιωτική βοήθεια από τους Ρωμαίους του Μυστρά προχώρησε να βρει τον Φερδινάνδο.

Οι δύο στρατοί συναντήθηκαν στον Κάμπο της Μανωλάδας, ο στρατός του Φερδινάνδου έσπασε την πρώτη γραμμή των Βουργουνδών που διοικούνταν από τον Ιωάννη Ορσίνη. Δεν κατάφερε όμως να σπάσει τη δεύτερη γραμμή που διοικούνταν από τον ίδιο τον Λουδοβίκο, στην προσπάθεια μάλιστα αυτή πέφτει από το άλογο του και σκοτώνεται. Βλέποντας το στράτευμα του την απώλεια του αρχηγού τους καταρρακώθηκε το ηθικό τους και υποχώρησαν προς την Γλαρέντζα.

Ανάμεσα στους αιχμάλωτους από τον στρατό του Φερδινάνδου ήταν και ο Ιωάννης Β΄ ντε Νιβελέ βαρώνος του Γερακίου που εκτελέστηκε επί τόπου σαν προδότης. Την επόμενη ημέρα έφτασαν και οι ενισχύσεις των Καταλανών και μετά από δέκα ημέρες οι ενισχύσεις από την Μαγιόρκα ωστόσο σύντομα υποχώρησαν. Ο Λουδοβίκος δεν χάρηκε για πολύ την νίκη του αφού πέθανε μετά από έναν μήνα.

Τρίτη 4 Ιουλίου 2023

Μάχη της Σπλάντζας

 

 


Η Μάχη της Σπλάντζας ήταν πολεμική εμπλοκή της επανάστασης του 1821 με νικηφόρα έκβαση για τους Έλληνες. Έγινε στις 4 Ιουλίου 1822 και κόστισε τη ζωή του Κυριακούλη Μαυρομιχάλη. Τα τέσσερα πλοία των Ελλήνων μαζί με τον Κυριακούλη Μαυρομιχάλη έφτασαν στην Σπλάντζα και βγήκαν έξω ο Κυριακούλης και οι άνδρες του. Οι Σουλιώτες όταν ειδοποιήθηκαν έστειλαν αρκετούς άνδρες για να τον συνοδεύσουν και να τον προστατεύσουν, επειδή οι Τούρκοι είχαν και αυτοί μάθει τον ερχομό των πλοίων και πορεύονταν με 3.000 στρατό υπό τον Κεχαγιάμπεη για να τους αποκρούσει. Στις 4 Ιουλίου έφθασαν εκεί και επιτέθηκαν κατά των Μανιατών και των Σουλιωτών. Οι Έλληνες όμως αντιστάθηκαν γενναία και νίκησαν και έτρεψαν τους Τούρκους σε φυγή. Ο αρχηγός Κεχαγιάμπεης σκοτώθηκε. Ατυχώς σκοτώθηκε και ο Μαυρομιχάλης. Ως εκ τούτου, την επόμενη νύχτα μπήκαν όλοι στα καράβια και αναχώρησαν, οι δε Σουλιώτες επέστρεψαν πίσω.

2004 πετά η ομάδα

 4 Ιουλίου 2004

Τελικός Euro 2004. Μια από τις μεγαλύτερες εκπλήξεις στην ιστορία του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου. Ανεπανάληπτη και απρόσμενη επιτυχία στην Πορτογαλία για την Ελλάδα που κατακτά το τρόπαιο νικώντας 1-0 τη διοργανώτρια. Το νικητήριο γκολ για την Ελλάδα πέτυχε στο 57ο λεπτό με κεφαλιά ο Άγγελος Χαριστέας.

Τοιχογραφία σε νηπιαγωγείο (φ.Μ.Κυμάκη)
Τοιχογραφία σε νηπιαγωγείο (φ.Μ.Κυμάκη)

Επαμεινώνδας Έλληνας στρατηγός

 

4 Ιουλίου 362 π.Χ.  πέθανε: 

Επαμεινώνδας Έλληνας στρατηγός 

Σκίτσο του Επαμεινώνδα
Βοιωτάρχης
Περίοδος εξουσίας
371 π.Χ. – 369 π.Χ.
367 π.Χ. – 362 π.Χ.

ΕθνικότηταΈλληνας
Γέννηση418 π.Χ., Θήβα
Θάνατος4 Ιουλίου 362 π.Χ. (56 ετών), Μαντίνεια Αρκαδίας

ΜάχεςΜάχη των Λεύκτρων
Μάχη της Μαντινείας

Ο Ρωμαίος ρήτορας Μάρκος Τύλλιος Κικέρων τον χαρακτήρισε ως «πρώτο άνδρα της Ελλάδας». Αλλά, παρά το γεγονός ότι ο Επαμεινώνδας άλλαξε τον πολιτικό χάρτη της Ελλάδος, έπληξε καίρια τη στρατιωτική δύναμη της Σπάρτης και ανύψωσε τη Θήβα σε ηγέτιδα δύναμη του ελληνικού χώρου, το έργο του ιδίου δεν επιβίωσε. Εικοσιτέσσερα χρόνια μετά τον θάνατό του, ο Φίλιππος Β΄ κατανίκησε τους Θηβαίους και τους συμμάχους τους στη μάχη της Χαιρωνείας και τρία χρόνια αργότερα ο Αλέξανδρος Γ΄ εκμηδένισε τη δύναμη της Θήβας και ισοπέδωσε την πόλη. Παρ' όλα αυτά, ο Επαμεινώνδας παρουσιάζεται από τους σύγχρονούς του ως ιδεαλιστής και ελευθερωτής.

Σάββατο 1 Ιουλίου 2023

Ρόμπερτ Μίτσαμ

Robert mitchum.jpg

6 Αυγούστου 1917  γεννήθηκε: Ρόμπερτ Μίτσαμ Αμερικανός ηθοποιός

Ο Ρόμπερτ Μίτσαμ (Robert Charles Durman Mitchum, 6 Αυγούστου 19171 Ιουλίου 1997) ήταν Αμερικανός ηθοποιός του κινηματογράφου, σκηνοθέτης, συγγραφέας και συνθέτης. Ο Μίτσαμ έγινε γνωστός συμμετέχοντας σε διάφορα φιλμ νουάρ κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του '50 και '60, όπου ερμήνευε ρόλους αντιήρωα. Είναι γνωστός για τη συμμετοχή του στις ταινίες: Ήρωες του Κασίνο (Story of G.I. Joe, 1945), που του χάρισε την πρώτη και μοναδική του υποψηφιότητα για Όσκαρ, Διασταυρούμενα πυρά (Crossfire, 1947), Αμάρτημα του παρελθόντος (Out of the Past, 1949), Η Νύχτα του Κυνηγού (The Night of the Hunter, 1955), Μονομαχία στον Ατλαντικό (The Enemy Below, 1957), Αυτοί που δε ριζώνουν πουθενά (The Sundowners, 1960), Δυο Γίγαντες Συγκρούονται (Cape Fear, 1962) και Η Κόρη του Ράιαν (Ryan's Daughter, 1970).Το 1999, το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου τον κατέταξε στην 23η θέση στη λίστα με τους 25 μεγαλύτερους σταρ όλων των εποχών.[20]

Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων

 

 1 Ιουλίου 1828

Ιδρύεται η Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων. 

Η Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων (Σ.Σ.Ε.) είναι Ανώτατο Στρατιωτικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα (ΑΣΕΙ) του Ελληνικού Στρατού Ξηράς. Ιδρύθηκε στο Ναύπλιο την 1η Ιουλίου 1828 με διάταγμα του Ιωάννη Καποδίστρια ως σχολή αξιωματικών.

Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων
SSE logo.png
Έμβλημα της ΣΣΕ
Ενεργό1 Ιουλίου 1828
ΧώραFlag of Greece.svg Ελλάδα
ΤύποςΣτρατιωτική σχολή
ΥπαγωγήΓενικό Επιτελείο Στρατού
ΑρχηγείοΒάρη
ΡητόἌρχεσθαι μαθὼν ἄρχειν ἐπιστήσει
Διοίκηση
ΔιοικητήςΥποστράτηγος Χούπης Δημήτριος

Για αρκετό καιρό (1894-1982), έδρευε σε εγκαταστάσεις βόρεια του Πεδίου του Άρεως στην Αθήνα, όπου σήμερα στεγάζεται το Πρωτοδικείο Αθηνών, εκτός του παλαιού Διοικητηρίου, στο οποίο σήμερα στεγάζεται η Σχολή Εθνικής Άμυνας. Το 1982 μετακινήθηκε στο σημερινό της στρατόπεδο στη Βάρη. Εκεί βρίσκονται στρατώνες, σύγχρονες κτιριακές εγκαταστάσεις, υπαίθριοι χώροι εκπαίδευσης και αθλητισμού, καθώς και το Μουσείο της Σχολής.

Η φοίτηση στη Σχολή Ευελπίδων (μια από τις αποκαλούμενες «παραγωγικές σχολές» στην ορολογία των Ενόπλων Δυνάμεων) διαρκεί τέσσερα χρόνια και οι Ευέλπιδες αποφοιτούν με το βαθμό του Ανθυπολοχαγού. Τα τελευταία χρόνια η εγγραφή στη Σχολή ημεδαπών μαθητών ακολουθεί το σύστημα των πανελληνίων εξετάσεων παράλληλα με τεστ και αθλητικές επιδόσεις. Στην Σ.Σ.Ε. φοιτούν επίσης και αλλοδαποί μαθητές - στελέχη ξένων Ενόπλων Δυνάμεων.

Ίδρυση - Ιστορία

Το 1828 ο Ιωάννης Καποδίστριας θέλοντας να πλαισιώσει το Τακτικό Σώμα Στρατού με ικανά στελέχη, προχωρησε με διάταγμα στην ίδρυση στρατιωτικής σχολής την οποία και ονόμασε Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων. Ως πρότυπο έθεσε τη Γαλλική Πολυτεχνική Σχολή (École Polytechnique), δημιούργημα του Ναπολέοντα Α΄. Ανέθεσε την εποπτεία της συγκρότησης και οργάνωσης στον Βαυαρό Συνταγματάρχη Καρλ Βίλχελμ φον Χάιντεκ (Karl Wilhelm von Heideck, 1788–1861), ο οποίος ήταν εκείνη την εποχή διευθυντής του Τακτικού Στρατού. Ο ίδιος ο Καποδίστριας ονόμασε τους πέντε πρώτους μαθητές «Ευέλπιδες».

Την 1η Ιουλίου 1828 η Σχολή ιδρύεται στο Ναύπλιο με προσωρινό τίτλο «Λόχος των προγυμναστών», ενώ η διεύθυνσή της ανατίθεται στον Ιταλό υπολοχαγό Ρωμύλο ντε Σαντέλι, ο οποίος όμως αποδείχθηκε ανεπαρκής για ένα τέτοιο εγχείρημα. Έτσι, την ίδια χρονιά ο Καποδίστριας τον αντικαθιστά με τον Γάλλο λοχαγό του Πυροβολικού Ανρί Πωζιέ. Οι πρώτοι οκτώ Ανθυπολοχαγοί Πυροβολικού αποφοίτησαν το 1831, στους οποίους φόρεσε τις επωμίδες ο ίδιος ο Καποδίστριας. Το 1831 ο Καποδίστριας διορίζει στην θέση του διευθυντή της Σχολής τον Ρώσο Αντισυνταγματάρχη Πυροβολικού Νικόλαο Ραϊκόφ.

Στόχος της κυβέρνησης ήταν η σχολή να εκπαιδεύσει δημόσιους μηχανικούς οι οποίοι θα αναλάμβαναν κρατικά τεχνικά έργα και στην συνέχεια έργα για την οχύρωση της χώρας. Η διάρκεια της εκπαίδευσης καθορίστηκε στα 3 έτη. Το 1834 τα έτη σπουδών αυξήθηκαν στα 8 και προστέθηκαν περισσότερα μαθήματα, εισάγονται δε μαθητές ηλικίας από 12 ετών.

Την ίδια χρονιά η σχολή μεταφέρεται στην Αίγινα, στο κτίριο του Καποδιστριακού Ορφανοτροφείου, ενώ το 1837 στον Πειραιά, ακριβώς απέναντι από το Παλαιό Ταχυδρομείο, (σημερινό πολιτιστικό κέντρο) στο κτήριο που υφίσταται μέχρι σήμερα. Το 1840 αναλαμβάνει την διεύθυνση της σχολής ο Αντισυνταγματάρχης Σπύρος Μήλιος, ο πρώτος Έλληνας διευθυντής. Αμέσως εφαρμόζει νέο Κανονισμό Εσωτερικής Υπηρεσίας, αυξάνει σε 6 τα έτη φοίτησης και καθιερώνει γραπτές εισαγωγικές εξετάσεις.

Στις 11 Απριλίου του 1846 εκδηλώνεται ένοπλη στάση των Ευέλπιδων καταλαμβάνοντας τη Σχολή τους στον Πειραιά. Συνέπεια αυτής ήταν το προσωρινό κλείσιμο της Σχολής και η αποβολή των Ευέλπιδων, μεταξύ των οποίων ήταν και ο γιος του τότε υπουργού Στρατιωτικών. Αιτία της στάσης ήταν η ποιότητα του συσσιτίου και η εσωτερική αυστηρότητα. Τελικά η Σχολή άνοιξε στις 7 Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους με νέο αυστηρότερο κανονισμό.

Το 1854 η Σχολή μεταφέρεται στην Αθήνα και στεγάζεται προσωρινά στο Μέγαρο της Δουκίσσης της Πλακεντίας (σημερινό Βυζαντινό Μουσείο) μέχρι το 1857. Το 1866 η διδασκαλία κατανέμεται σε πέντε έτη. Το 1867 διακόπηκε η λειτουργία της Σχολής και το 1870 επαναλειτουργεί με 7 χρόνια σπουδών. Το 1870 - 1882 δίνεται η δυνατότητα σε ιδιώτες να παρακολουθούν τις σπουδές και να αποφοιτούν με το δίπλωμα «Γεωμέτρου» (Πολιτικού Μηχανικού). Το 1882 η εκπαίδευση μειώθηκε στα 5 έτη και συμπεριλάμβανε δύο περιόδους, των φυσικομαθηματικών επιστημών και των στρατιωτικών επιστημών.

Στολές ευέλπιδων περί το 1885, από τον Πάνο Αραβαντινό. Έφιππος εικονίζεται ο τότε διοικητής της Σχολής, Πάνος Κολοκοτρώνης.

Το 1881-1885 διοικητής ανέλαβε ο Αντισυνταγματάρχης Πυροβολικού Πάνος Κολοκοτρώνης, υιός του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη. Η διοίκηση του αποτέλεσε σταθμό για την σχολή και γι' αυτό χαρακτηρίσθηκε και ως αναμορφωτής της. Το 1894 η σχολή εγκαταστάθηκε στην Αθήνα στην περιοχή του Πεδίου του Άρεως σε συγκρότημα κτιρίων, που κτίσθηκαν με δωρεά του Εθνικού Ευεργέτη Γεωργίου Αβέρωφ, ο οποίος είχε εντυπωσιαστεί από την πορεία της σχολής, αφού προηγουμένως είχε ξαναμεταφερθεί στον Πειραιά. Το 1898 διοικητής αναλαμβάνει ο Αντισυνταγματάρχης Πυροβολικού Νικόλαος Ζορμπάς.

Το 1911 και μέσα σε κλίμα αναδιοργάνωσης του στρατού με αφορμή τη επικείμενη αναμέτρηση της Ελλάδας με την Τουρκία, ήρθε Γαλλική στρατιωτική αποστολή με επικεφαλής τον στρατηγό Εϊντου ώστε να βοηθήσει στην οργάνωση της σχολής. Το 1912 διοικητής αναλαμβάνει ο Γάλλος Συνταγματάρχης Λ. Ζενέν (L. Genin). Για δεύτερη φορά χρησιμοποιείται ως πρότυπο τη Γαλλική Στρατιωτική Ακαδημία του Σεν Συρ (École de Saint Cyr). Συνέπεια αυτών ήταν να αποφασισθεί η εκπαίδευση των Ευελπίδων να γίνει συντομότερη δηλαδή λιγότερο θεωρητική και περισσότερο πρακτική ενώ έγινε και η συγχώνευση των σχολών Ευελπίδων και Υπαξιωματικών.

Στους Βαλκανικούς Πολέμους 1912-1913 η σχολή διέκοψε τη λειτουργία της για έξι μήνες λόγω επιστράτευσης και συμμετοχής των Ευελπίδων σε αυτόν.Το 1914 καθιερώνεται η λειτουργία «Προπαρασκευαστικού Λόχου Υποψηφίων Ευελπίδων» με διάστημα φοίτησης τους 10 μήνες, λειτούργησε στην Κέρκυρα για ένα έτος και στην συνέχεια μεταφέρθηκε στην Αθήνα στα κτίρια της ΣΣΕ οπού παρέμεινε για 6 έτη και μετά διαλύθηκε. Το 1915 τα δίδακτρα της σχολής καταργούνται και τα έξοδα λειτουργίας αναλαμβάνει το Δημόσιο. Με αυτήν την απόφαση σηματοδοτείται πλέον η εισαγωγή στην σχολή φοιτητών από διάφορα κοινωνικά στρώματα.

Κατά την Μικρασιατική εκστρατεία 1919-1922 όλοι οι Ευέλπιδες θα συμμετάσχουν στις στρατιωτικές επιχειρήσεις. Το 1920 η διάρκεια φοίτησης στη Σχολή γίνεται τριετής. Το 1924 η φοίτηση στη Σχολή Ευελπίδων αυξήθηκε στα 4 έτη και περιλάμβανε ακαδημαϊκά και στρατιωτικά μαθήματα πεδίου ενώ επαναδημιουργήθηκε η σχολή Υπαξιωματικών. Παράλληλα επανακαθιερώνεται η οικονομική εισφορά εκτός ορισμένων απαλλαγών. Το 1926 καθιερώνεται στην σχολή η δοκιμασία σε αθλήματα του στίβου.

Το 1928 εορτάζονται με επισημότητα τα 100 χρόνια από την ίδρυση της Σχολής. Το χρονικό διάστημα 1934 - 1940 η διάρκεια της φοίτησης είναι 3 έτη και υπάρχει ιδιαίτερη προπαρασκευή των φοιτητών αφού λόγω της διεθνούς κατάστασης διαφαινόταν ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος. Αυτή η προετοιμασία θα έχει ως αποτέλεσμα τα ηρωικά κατορθώματα στο μέτωπο και τιμώντας τον τίτλο τον οποίο τους απέδωσε ο Καποδίστριας ως «την καλή ελπίδα του έθνους». Το 1940 με την κήρυξη του Ελληνο-Ιταλικού Πολέμου, οι Ευέλπιδες είναι πανέτοιμοι και τοποθετούνται άμεσα στα πεδία μαχών ή σε οργανικές θέσεις. Στη σχολή παρέμειναν μόνο οι Ευέλπιδες Ι τάξης μαζί με τους εκπαιδευτές.
Στις 28 Μαϊου 1941 η σχολή αναστέλλει την λειτουργία της λόγω της εισβολής των Γερμανικών δυνάμεων και της συνθηκολόγησης του Τσολάκογλου με τους Γερμανούς, τους ηττημένους Ιταλούς και τους περί αυτών Αλβανούς και Βούλγαρους.
Στις 19 Οκτωβρίου 1944 η σχολή επαναλειτούργησε αμέσως μετά την απελευθέρωση με μαθητές τους Ευέλπιδες 1ης και 2ας τάξης που φοιτούσαν πριν από τον πόλεμο, διακόπτει ξανά λόγω της Κατοχής και λειτουργεί εκ νέου τον Αύγουστο του 1945 με την εισαγωγή της πρώτης μεταπολεμικής σειράς Ευελπίδων ύστερα από διαγωνισμό. Ο χρόνος φοίτησης περιορίστηκε λόγω της ανάγκης που είχε ο Ελληνικός Στρατός σε στελέχη 2 έτη για ιδιώτες και 6 μήνες για εθελοντές Ανθυπασπιστές και Υπαξιωματικούς. Το 1947 μετατρέπεται η σχολή, από Τάγμα Ευελπίδων σε Σύνταγμα Ευελπίδων, κατόπιν αποφάσεως εισαγωγής περισσότερων φοιτητών.
Το 1949, η φοίτηση στη Σχολή αυξήθηκε στα τρία χρόνια. Το 1961 η εκπαίδευση θεωρήθηκε ισότιμη με τα υπόλοιπα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα και φοίτηση στη Σχολή έγινε τέσσερα χρόνια. Από εκείνη την χρονιά έχουμε και Ευέλπιδες από άλλα Κράτη.

Στις 21 Απριλίου του 1967 οι Ευέλπιδες υπό τον Δ. Ιωαννίδη συμμετέχουν στο Πραξικόπημα της 21ης Απριλίου, αναπτυσσόμενοι από λόφο Στρέφη και φυλακές Αβέρωφ μέχρι λεωφόρο Πατησίων αποκόπτοντας τους δρόμους προς το κέντρο της Αθήνας. Το 1975 η σχολή δέχεται Ευέλπιδες από την Κυπριακή Δημοκρατία.

Το 1978 στις 21 Δεκεμβρίου η σχολή συμπλήρωσε 150 χρόνια παρουσίας η οποία εορτάσθηκε με μεγάλη λαμπρότητα.

Στις 2 Σεπτεμβρίου του 1982 η σχολή μεταστεγάσθηκε στο νέο σύγχρονο σημερινό της στρατόπεδο, που βρίσκεται νοτιοανατολικά των Αθηνών, στη Βάρη Αττικής σε έκταση 4.310 στρεμμάτων.

Το 1983 γίνεται η εισαγωγή φοιτητών με το σύστημα των Πανελλήνιων Εξετάσεων. Το 1991 μια σημαντική αλλαγή γίνεται, για πρώτη φορά στην ιστορία της η σχολή θα δεχτεί τις πρώτες γυναίκες Ευέλπιδες. Σήμερα η σχολή είναι ισότιμη με τα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα της χώρας.

Δευτέρα 26 Ιουνίου 2023

Άλφρεντ Ντέμπλιν



10 Αυγούστου 1878  γεννήθηκε: Άλφρεντ Ντέμπλιν Γερμανός συγγραφέας

Ο Άλφρεντ Ντέμπλιν (Bruno Alfred Döblin, 10 Αυγούστου 1878 - 26 Ιουνίου 1957) ήταν Γερμανός συγγραφέας και δοκιμιογράφος. Γεννήθηκε στο Στσέτσιν στις 10 Αυγούστου του 1878 και πέθανε στο Εμμερντίνγκεν (Emmendingen) της τότε Δυτικής Γερμανίας στις 26 Ιουνίου 1957). Θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του γερμανικού εξπρεσιονιστικού κινήματος[20], και εν γένει του γερμανικού ρομαντισμού. Ορισμένα από τα έργα του εκφράζουν το κλίμα και τα καλλιτεχνικά ρεύματα της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης. Το σημαντικότερο του έργο θεωρείται το μυθιστόρημα Μπερλίν, Αλεξάντερπλατς (Berlin Alexanderplatz).

Βιογραφία

Ο Ντέμπλιν μεγάλωσε από Εβραίους γονείς. Μετακόμισε με τη μητέρα του και τα αδέλφια του στο Βερολίνο όταν ήταν δέκα ετών και τους είχε εγκαταλείψει ο πατέρας του. Στα 16 του χρόνια έγραψε το πρώτο μυθιστόρημα με τίτλο "Το βιαστικό άλογο" (Jagende Rosse). Σπούδασε γενική Ιατρική στο πανεπιστήμιο Friedrich Wilhelm (σημερινό Πανεπιστήμιο Χούμπολτ), και ειδικεύτηκε στην ψυχιατρική στο Πανεπιστήμιο του Φράιμπουργκ. Ως ψυχίατρος ξεκίνησε την καριέρα του στην εργατική περιοχή του Βερολίνου Αλεξάντερπλατς. Λόγω της ανόδου του Ναζισμού στη Γερμανία μετακομίζει στη Γαλλία το 1933 και το 1940 στις ΗΠΑ και πιο συγκεκριμένα στο Λος Άντζελες, κέντρο των εξ ανάγκης μεταναστών της εποχής. Την ίδια εποχή γίνεται καθολικός. Επέστρεψε στη Δυτική Γερμανία μετά τον πόλεμο, όμως η συντηρητική μεταπολεμική Γερμανία τον απώθησε και επέστρεψε εκ νέου στο Παρίσι. Τα τελευταία του χρόνια σημαδεύτηκαν από κακή υγεία και οικονομικές δυσκολίες ενώ το λογοτεχνικό του έργο αντιμετωπίστηκε με σχετική αδιαφορία.
Η θεματογραφία του

Ο Άλφρεντ Ντέμπλιν μέσα από την υψηλή και πολυποίκιλη παραγωγή των έργων του, αναδεικνύει την κενότητα του σύγχρονου πολιτισμού και τον κίνδυνο κατάρρευσης του που ελλοχεύει ανά πάσα στιγμή. Η αγωνία του είναι να εξασφαλίσει μια κιβωτό σωτηρίας για τη βασανισμένη ανθρωπότητα, που εκφράζεται και απεικονίζεται από τους ήρωες του οι οποίοι συνήθως αντιπαρατίθενται μόνοι τους, απέναντι σε ένα αδυσώπητο και ισχυρό σύστημα εξουσίας. Το όπλο των ηρώων του, απέναντι στην αποσύνθεση του κόσμου που συνήθως οφείλεται στην υπερβολική δύναμη και εξουσία των ηγεμονικών δομών που στρέφονται στον ίδιο τους τον εαυτό, είναι η μη βία της ανωτερότητας του πνεύματος.
Σημαντικά έργα
Τα τρία άλματα του Βανγκ-Λουν, (Die Drei Sprunge des Wang-Lun), 1915
Βάλενσταϊν, (Wallensstein), 1920.
Βουνά, Θάλασσες και Γίγαντες (Berge, Meere, und Giganten), 1924. Επανεκδόθηκε ως Γίγαντες (Giganten) το 1932
Μπερλίν Αλεξάντερπλατς (Berlin Alexanderplatz), 1929.
Βαβυλώνια περιπλάνηση (Babylonische Wanderung), 1934.
Χωρίς Έλεος (Pardon wird nicht gegeben), 1935.
Η Γερμανική λογοτεχνία (Die deutsche Literatur), μελέτη, 1938.
Άμλετ ή η μακριά νύχτα τελειώνει (Hamlet oder Die lange Nacht nimmt ein Ende), 1956.
Εργογραφία στα Ελληνικά
Βερολίνο Αλεξάντερπλατς. Εκδόσεις ΟΔΥΣΣΕΑΣ (1982 & 2004). Μετάφραση: Παράσχης Μηνάς. ISBN 960-210-471-6, ISBN 978-960-210-471-2
Δεν υπάρχει συγνώμη γνωστό και ως Χωρίς Έλεος. Εκδόσεις ΑΓΡΩΣΤΙΣ. Μετάφραση: Αγγελίδου Μαρία. ISBN 9780007027019
Φωνές από τη Βαϊμάρη, (συλλογικό έργο). Εκδόσεις: ΥΨΙΛΟΝ. Μετάφραση: Γεράσιμος Λυκιαρδόπουλος. ISBN 9789601703008
Η δολοφονία μιας ανεμώνας. Εκδόσεις: Γράμματα

10. August 1878 Geboren: Alfred Deblin deutscher Schriftsteller Alfred Döblin (Bruno Alfred Döblin, 10. August 1878 - 26. Juni 1957) war ein deutscher Schriftsteller und Essayist. Er wurde am 10. August 1878 in Stettin geboren und starb am 26. Juni 1957 in Emmerdingen (Emmendingen) in der damaligen Bundesrepublik Deutschland. Er gilt als einer der wichtigsten Vertreter des deutschen Expressionismus[20] und der deutschen Romantik im Allgemeinen. Einige seiner Werke bringen das Klima und die künstlerischen Strömungen der Weimarer Republik zum Ausdruck. Als sein wichtigstes Werk gilt der Roman Berlin, Alexanderplatz (Berlin Alexanderplatz). Biografie Deblin wurde von jüdischen Eltern erzogen. Als er zehn Jahre alt war, zog er mit seiner Mutter und seinen Geschwistern nach Berlin, nachdem sein Vater sie verlassen hatte. Mit 16 Jahren schrieb er seinen ersten Roman mit dem Titel „Das rauschende Pferd“ (Jagende Rosse). Er studierte Allgemeinmedizin an der Friedrich-Wilhelms-Universität (heute Humboldt-Universität) und spezialisierte sich auf Psychiatrie an der Universität Freiburg. Er begann seine Karriere als Psychiater im Berliner Arbeiterviertel Alexanderplatz. Aufgrund des aufkommenden Nationalsozialismus in Deutschland übersiedelte er 1933 nach Frankreich und 1940 in die USA, genauer gesagt nach Los Angeles, damals ein Zentrum für Zwangseinwanderer. Gleichzeitig wird er Katholik. Nach dem Krieg kehrte er nach Westdeutschland zurück, aber das konservative Nachkriegsdeutschland verdrängte ihn und er kehrte wieder nach Paris zurück. Seine letzten Lebensjahre waren von schlechter Gesundheit und finanziellen Schwierigkeiten geprägt, während sein literarisches Werk relativ gleichgültig behandelt wurde. Sein Thema Alfred Deblin hebt durch die hohe und vielfältige Produktion seiner Werke die Leere der modernen Zivilisation und die jederzeit lauernde Gefahr ihres Zusammenbruchs hervor. Sein Bestreben ist es, der gequälten Menschheit eine Arche des Heils zu sichern, was durch seine Helden ausgedrückt und dargestellt wird, die normalerweise allein gegen ein unerbittliches und mächtiges Machtsystem stehen. Die Waffe seiner Helden gegen den Verfall der Welt, der meist auf die Übermacht und Autorität der sich gegen sich selbst wendenden hegemonialen Strukturen zurückzuführen ist, ist die Gewaltlosigkeit der Überlegenheit des Geistes. Bedeutende Werke Die drei Sprünge von Wang-Lun, (Die Drei Sprünge des Wang-Lun), 1915 Wallenstein, (Wallensstein), 1920. Berge, Meere und Giganten (Berge, Meere und Giganten), 1924. Wiederveröffentlicht als Giganten (Giganten) 1932 Berlin-Alexanderplatz (Berlin-Alexanderplatz), 1929. Babylonische Wanderung, 1934. Pardon wird nicht gegeben, 1935. Deutsche Literatur (Die deutsche Literatur), Studie, 1938. Hamlet oder Die lange Nacht nimmt ein Ende (Hamlet oder Die lange Nacht nimmt ein Ende), 1956. Ergographie auf Griechisch Berliner Alexanderplatz. ODYSSEAS-Veröffentlichungen (1982 & 2004). Übersetzung: Paraschis Minas. ISBN 960-210-471-6, ISBN 978-960-210-471-2 No Sorry alias No Mercy. AGROSTIS-Veröffentlichungen. Übersetzung: Angelidou Maria. ISBN 9780007027019 Stimmen aus Weimar, (Sammelwerk). Veröffentlichungen: YPSILON. Übersetzung: Gerasimos Lykiardopoulos. ISBN 9789601703008 Das Töten einer Anemone. Veröffentlichungen: Briefe

26 Ιουνίου 1886...

 





26 Ιουνίου 1886
Ο Ανρί Μουασάν απομονώνει για πρώτη φορά το στοιχείο φθόριο

Ο Φερντινάν Φρεντερίκ Ανρί Μουασάν (Ferdinand Frederick Henri Moissan, 28 Σεπτεμβρίου 1852 – 20 Φεβρουαρίου 1907) ήταν Γάλλος χημικός που τιμήθηκε με το Βραβείο Νομπέλ Χημείας το 1906 «για τη μελέτη και απομόνωση του στοιχείου φθόριο, και για τον ηλεκτρικό λέβητα που πήρε το όνομά του». Υπήρξε ο πρώτος Γάλλος χημικός στην Ιστορία που τιμήθηκε με το συγκεκριμένο Βραβείο.

Ο Μουασάν γεννήθηκε στο Παρίσι και ήταν γιος του Φρανσίς Φερντινάν Μουασάν, υπαλλήλου εταιρείας σιδηροδρόμων, και μιας ράφτρας, της Ζοζεφίν Αμεραλντίν (Joséphine Améraldine, πατρικό όνομα Mitel)[18]. Το 1864 η οικογένεια μετακόμισε στο Μω, όπου ο γιος πήγε στο γυμνάσιο. Το 1870 άφησε το σχολείο χωρίς τον απαραίτητο βαθμό για να εισαχθεί σε πανεπιστήμιο («grade universitaire»). Αντί γι' αυτό, άρχισε να εργάζεται σε έναν χημικό στο Παρίσι, όπου κατόρθωσε να σώσει έναν άνθρωπο που είχε δηλητηριαστεί με αρσενικό και αποφάσισε να ασχοληθεί με τη χημεία. Μαθήτευσε πρώτα στο εργαστήριο του Εντμόντ Φρεμύ και μετά σε αυτό τού Πιερ Πωλ Ντεεραίν (Pierre Paul Dehérain). Ο Ντεεραίν τον έπεισε να ακολουθήσει ακαδημαϊκή σταδιοδρομία. Ο Μουασάν πέρασε με τη δεύτερη φορά τις εξετάσεις του μπακαλωρεά για να μπει στο Α.Ε.Ι. École pratique des hautes études, το 1874. Στο μεταξύ έγινε φίλος με τον χημικό Αλεξάντρ Λεόν Ετάρ (Alexandre Léon Étard) και τον βοτανολόγο Βάσκ (Vasque).

Ο Ανρί Μουασάν δημοσίευσε την πρώτη του επιστημονική εργασία, για τον μεταβολισμό του διοξειδίου του άνθρακα και του οξυγόνου στα φυτά, με τον Ντεεραίν το 1874. Στη συνέχεια ωστόσο στράφηκε προς την ανόργανη χημεία: Η έρευνά του για τον πυροφορικό σίδηρο έγινε δεκτή με θετικά σχόλια από τους δύο επιφανέστερους Γάλλους ανόργανους χημικούς της εποχής, τους Ντεβίλ και Debray. Μετά την απόκτηση του διδακτορικού του το 1880, Ο Μουασάν δέχθηκε την προφορά μιας θέσεως σε εργαστήριο από τον φίλο του Λαντρέν. Το 1882 νυμφεύθηκε τη Λεονί Λυγκάν (Marie Léonie Lugan) και απέκτησαν ένα γιο το 1885. Εκείνη τη δεκαετία ο Μουασάν επικεντρώθηκε στη χημεία του φθορίου και ειδικότερα στην παραγωγή του ίδιου του φθορίου. Μη έχοντας δικό του εργαστήριο, χρησιμοποιούσε διάφορα εργαστήρια, όπως αυτό του Σαρλ Φριντέλ. Εκεί είχε πρόσβαση σε μία ισχυρή μπαταρία με 90 κύτταρα Μπούνσεν, η οποία του επέτρεψε να παρατηρήσει ένα αέριο που παραγόταν κατά την ηλεκτρόλυση υγρού τριχλωριούχου αρσενικού. Το αέριο απορροφάτο και πάλι από το τριχλωριούχο αρσενικό. Σε μεταγενέστερα πειράματα, η ηλεκτρόλυση υδροφθορίου παρήγαγε φθόριο, στις 26 Ιουνίου 1886. Η Γαλλική Ακαδημία Επιστημών απέστειλε τρεις αντιπροσώπους για να επαληθεύσουν το αποτέλεσμα (τους Μπερτελό, Debray και Φρεμύ), αλλά ο Μουασάν δεν ήταν σε θέση να το αναπαραγάγει, εξαιτίας της ελλείψεως ιχνών φθοριούχου καλίου μέσα στο υδροφθόριο, που ήταν παρόντα κατά τα προηγούμενα πειράματα. Αφού έλυσε το πρόβλημα και απέδειξε την παραγωγή φθορίου αρκετές φορές, ο Μουασάν βραβεύθηκε με 10.000 φράγκα.

Προσωπογραφία του Α. Μουασάν από τον Paul Saïn

Τα επόμενα χρόνια, μέχρι το 1891, οι έρευνές του επικεντρώθηκαν στη μελέτη της χημείας του φθορίου και ανεκάλυψε πολλές χημικές ενώσεις του, όπως το SF6 (μαζί με τον Πωλ Λεμπώ) το 1901. Ακολούθησαν, ως το 1900, οι έρευνές του στην παραγωγή του βορίου και συνθετικών διαμαντιών, καθώς και η εφεύρεση ενός ηλεκτρικού κλιβάνου ικανού να φθάσει θερμοκρασία 3500°C με ηλεκτρικό ρεύμα 2200 αμπέρ στα 80 βολτ. Αυτός ο κλίβανος του επέτρεψε να συνθέσει βορίδια και καρβίδια πολλών στοιχείων, όπως π.χ. το βορίδιο του πυριτίου.

Ο Ανρί Μουασάν υπήρξε καθηγητής της τοξικολογίας στην Ανώτατη Σχολή Φαρμακολογίας (École supérieure de pharmacie), ενώ δίδαξε και στη Σχολή Χημείας των Παρισίων (τη σημερινή «Chimie ParisTech»), καθώς και στη Σχολή Θετικών Επιστημών της Σορβόννης.
ΘάνατοςΟ Ανρί Μουασάν πέθανε αιφνίδια στο Παρίσι σε ηλικία 55 ετών, λίγους μήνες μετά την επιστροφή του από την απονομή του Βραβείου Νόμπελ στη Στοκχόλμη. Ο θάνατός του αποδόθηκε σε οξύ περιστατικό σκωληκοειδίτιδας. Η σορός του αναπαύεται στο Κοιμητήριο Περ Λασαίζ, στο Παρίσι.