Πέμπτη 15 Σεπτεμβρίου 2022

Γ. ΧΑΛΕΠΑΣ & ΚΟΙΜΩΜΕΝΗ

Η ΚΟΙΜΩΜΕΝΗ

 Γ. ΧΑΛΕΠΑΣ ( 14 Αυγούστου 1851 – Αθήνα, 15 Σεπτεμβρίου 1938)

Μορφή γοητευτική και καταραμένη, αγιοποιημένη και μυθοποιημένη, με μια πορεία ζωής οδυνηρή σκληρή και μυθιστορηματική, ο Χαλεπάς είναι από τους πιο σημαντικούς δημιουργούς της νεοελληνικής τέχνης.

Γεννημένος στον Πύργο της Τήνου από οικογένεια μαρμαράδων, θα ξεκινήσει την πορεία του στις αρχές τις δεκαετίας του 1870 με σπουδές στο Πολυτεχνείο της Αθήνας και έπειτα στην περίφημη Βασιλική Ακαδημία των Ωραίων Τεχνών του Μονάχου. Στην συνέχεια η εξέλιξη της ζωής και του έργου του είναι τα στοιχεία εκείνα που θα εδραιώσουν την φήμη και τον μύθο του, καταξιώνοντας τον όσο κανέναν άλλο καλλιτέχνη στη συλλογική συνείδηση.

Θα περιπλανηθεί στους δρόμους της τρέλας, θα γνωρίσει τα σκοτάδια του εγκλεισμού και της απομόνωσης, θα βιώσει την απαγόρευση και την καταπίεση, θα βυθιστεί στη σιωπή, τη μοναξιά και την «ανυπαρξία».

Το έργο του «Η Κοιμωμένη» αποτελεί το πιο αναγνωρίσιμο έργο της νεοελληνικής τέχνης. Ξαπλωμένη σε αρχαιοπρεπές ανάκλιντρο, με το επάνω μέρος του σώματος ανασηκωμένο να ακουμπά σε μαξιλάρι, η νεαρή γυναίκα βυθίζεται σε γαλήνιο ύπνο - για τους αρχαίους ο Ύπνος είναι ο δίδυμος αδελφός του Θανάτου, για τους κλασικιστές ο θάνατος θεωρείται ο δίχως όνειρα ύπνος. Ο Χαλεπάς αξιοποιεί καθιερωμένους τύπους, προσφιλείς και διαδεδομένους στην επιτύμβια ευρωπαϊκή γλυπτική των αρχών του 19ου αιώνα (ξαπλωμένη γυναίκα που κοιμάται πάνω σε σαρκοφάγο, παρθενική μορφή που κρατά σταυρό ως σύμβολο θανάτου και λύτρωσης).

Αν και ξεκινάει με βάση τα αρχαία πρότυπα που είχαν περάσει στη γλυπτική του μπαρόκ και του κλασικισμού, σχεδιάζει και πλάθει ένα έργο πνοής, ξεχωριστό για την οικονομία των εκφραστικών του μέσων, στο οποίο η κλασικιστική χάρη υποχωρεί στη φυσιοκρατική απόδοση της νεαρής γυναίκας, στο όμορφο πρόσωπο με τα μισάνοιχτα χείλη, στην ελεγειακή αποτύπωση της θλίψης.

Η επεξεργασία του υλικού ενεργοποιεί την στιλπνότητα των γυμνών μερών, τις καλοσχηματισμένες καμπύλες του σώματος που διαγράφονται κάτω από το ρούχο και το σεντόνι, τη ρυθμική οργάνωση και τις διακοσμητικές λεπτομέρειες, τον συνδυασμό σχεδιαστικών και πλαστικών αξιών, την αμεσότητα της στιγμιαίας σύλληψης, την αίσθηση ηρεμίας και απόκοσμης σιωπής. «Καθαρά μπορεί να λεχθεί - σημειώνει το 1934 ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου - ότι το έργο αυτό είναι από τα πιο σπάνια που έδωσε η εποχή Χαλεπά σ' όλον τον κόσμο».

Η τεράστια φήμη της Κοιμωμένης δεν θα πρέπει να αναζητηθεί μόνο στην πρωτότυπη σύλληψη και απόδοση του θέματος αλλά, κατά κύριο λόγο, στο προσωπικό του δράμα. Η λαϊκή φαντασία θα συνδέσει αναπόσπαστα με τα δεσμά του έρωτα τον θάνατο της νεαρής Σοφίας με την «τρέλα» του, σε μια αναπάντεχη γοητευτική μυθοπλασία : ο νεαρός καλλιτέχνης που βάζει όλη την φλόγα της ψυχής του, την ένταση της δημιουργίας για να αποδώσει την νεκρή αγαπημένη του και στη συνέχεια χάνει τα λογικά του.

Από τον ιστορικό τέχνης Δημήτρη Παυλόπουλο έχει υποστηριχθεί ότι την Κοιμωμένη δεν τη δούλεψε σε μάρμαρο ο Χαλεπάς, αλλά ο Αλεξάκης Λάβδας, ένας ικανότατος μαρμαρογλύπτης, στενός φίλος και παλιός συμμαθητής του στο Σχολείο των Τεχνών, βοηθός του πατέρα του και για ένα διάστημα αρραβωνιασμένος με την αδελφή του Αικατερίνη. Την ίδια άποψη είχε διατυπώσει και ο Μιχάλης Τόμπρος σε άρθρο του στο περιοδικό Νέα Εστία (1954) και σε ομιλία του στην Ακαδημία Αθηνών (1971). Πάντως σε συνάντηση των δύο γλυπτών στην Αθήνα το 1930, ο Χαλεπάς απευθύνεται στον Λάβδα λέγοντας του : « Α!, ναι, εσύ μου την ξεχόντρισες», αναγνωρίζοντας δηλαδή τη συμβολή του στο πρώτο στάδιο της κατεργασίας του μαρμάρου.

Το μνημείο (Μάρμαρο, 77x178x76 εκ.) εκτίθεται στο Α' Νεκροταφείο Αθηνών, ενώ στην Εθνική Πινακοθήκη Αλέξανδρου Σούτσου υπάρχει το γύψινο εκμαγείο του μνημείου.

ΑΠΟ http://boulaki.pblogs.gr/

Τρίτη 13 Σεπτεμβρίου 2022

Βάλτερ Μπονάττι

 

22 Ιουνίου 1930 (91 χρόνια πριν) γεννήθηκε:

Βάλτερ Μπονάττι Ιταλός ορειβάτης

Βάλτερ Μπονάττι
Ιταλός ορειβάτης και συγγραφέας, σημαντική μορφή του αλπινισμού


Ο Βάλτερ Μπονάτι (Walter Bonatti, Μπέργκαμο, Ιταλία, 22 Ιουνίου 1930 - Ρώμη, 13 Σεπτεμβρίου 2011) ήταν Ιταλός ορειβάτης και συγγραφέας, σημαντική μορφή του Αλπινισμού και γνωστός για το αλπικό στιλ που χρησιμοποιούσε

Η πρώτη μεγάλη ανάβασή του πραγματοποιήθηκε στην ηλικία των 18 ετών και ήταν η βόρεια όψη των Γκραντ Γιοράς, κορυφή Γουόκερ, στην οροσειρά των Λευκών ορέων. Σε ηλικία 19 ετών αποφάσισε να γίνει οδηγός βουνού.
Βάλτερ Μπονάττι
Ο Βάλτερ Μπονάττι το 1954 (αριστερά)
Προσωπικές πληροφορίες
Όνομα Βάλτερ Μπονάττι
Εθνικότητα Ιταλός
Γέννηση 22 Ιουνίου 1930
Μπέργκαμο
Θάνατος 13 Σεπτεμβρίου 2011
Ρώμη, Ιταλία
Ορειβατική σταδιοδρομία
Γνωστός/ή για μοναχική Aiguille du Dru
Πρώτες ανάβασεις Γκάσερμπρουμ Δ΄
Μείζονες αναβάσεις Κατάλογος ορειβατικών επιτευγμάτων
Ενημέρωση 18 Μαρτίου 2013.

Αλπινισμός

Οι αναβάσεις του Βάλτερ Μπονάτι σημάδεψαν μια ολόκληρη εποχή του αλπινισμού, καθώς διάλεγε συχνά να σκαρφαλώνει με απαγορευτικές συνθήκες. Ανάμεσά τους ξεχωρίζουν:Η βόρεια όψη των Γκραντ Γιοράς (Grandes Jorasses) (1949).
Πρώτη ανάβαση της ανατολικής όψης του Γκραν Καπουκίν (Grand Capucin), το 1951
Χειμερινές αναβάσεις στις βόρειες όψεις των Τριων Κορυφών του Λαβαρέντο (Tre Cime di Lavaredo) στους Δολομίτες (1953).
Τέσσερα χρόνια αργότερα η διάσημη μοναχική ανάβαση στο Πετί Ντρι (Petit Dru), (Πιλιέ Μπονάτι) που κράτησε 6 ημέρες και 5 νύκτες. Η συγκεκριμένη ανάβαση φέρεται ότι άλλαξε το πρόσωπο του αλπινισμού.
Βόρειο Ροντόι (Rondoy) - Παταγονία (1961).
Πρώτη χειμερινή ανάβαση στις Γκραντ Γιοράς το 1963.
Πρώτη μοναχική ανάβαση στη βόρεια όψη του Μάτερχορν το 1965.
Πρώτη ανάβαση του Γκασερμπρούμ Δ΄ (Ghasherbrum IV) το 1958 μαζί με τον Κάρλο Μάουρι (Carlo Mauri), κατά τη διάρκεια της ιστορικής αποστολής, της οποίας ηγείτο ο Ρικάρντο Κασίν (Riccardo Cassin).
Η αποστολή Κ2

Ιδιαίτερη επίδραση στη ζωή του Μπονάτι είχε η αποστολή του Κ2. Όντας 24 ετών, ο νεότερος της ομάδας, επιλέχθηκε για την ιταλική αποστολή στο Κ2 το 1954. Ο Μπονάτι δεν ανήκε στους ορειβάτες κορυφής, αλλά τους βοήθησε να μεταφέρουν το οξυγόνο σε υψόμετρο 8.100 μ. Εκείνος και ο σύντροφός του Αμίρ Μεχντί (Amir Mehdi) υποχρεώθηκαν να περάσουν τη νύχτα τους χωρίς κατάλυμα και χωρίς εξοπλισμό για μπιβουάκ. Ο Μπονάτι ισχυριζόταν εξ αρχής ότι οι ορειβάτες κορυφής, Ακίλλε Κομπανιόνι και Λίνο Λατσεντέλλι, δεν θέλησαν να τον βοηθήσουν και τον άφησαν να πεθάνει. Αν και τα υπόλοιπα μέλη της αποστολής το αρνήθηκαν αυτό, θυσιάζοντας την υπόληψη του Μπονάτι στον βωμό της πολιτικής που αναζητούσε την εξύψωση του ηθικού των Ιταλών μετά τον Β' Π.Π., η ιστορία του Μπονάτι και ο ρόλος του στην πρώτη αυτή ανάβαση επιβεβαιώθηκε μετά από 30 χρόνια.
Ορειβατική ηθική

Ο γνωστός ορειβάτης Νταγκ Σκοτ (Doug Scott) αποκάλεσε τον Μπονάτι «πιθανώς τον καλύτερο αλπινιστή που υπήρξε ποτέ». Ο Μπονάτι έγινε γνωστός για την ορειβατική του ηθική και την απαξίωση της σύγχρονης τεχνολογίας της εποχής του. Χρησιμοποιούσε παραδοσιακές μεθόδους και θεωρούσε το τρυπάνισμα και τις βίδες ανήθικες μεθόδους. Η άποψή του για τον σύγχρονο εξοπλισμό ήταν πως μείωνε τα επιτεύγματα των ορειβατών: «Το "αδύνατο" χάνει διαρκώς έδαφος, και τα μεγάλα επιτεύγματα έγιναν λιγότερο μεγάλα».
Συγγραφέας

Ο Μπονάτι είναι συγγραφέας αρκετών βιβλίων για την αναρρίχηση και την ορειβασία, τα οποία μεταφράστηκαν σε αρκετές γλώσσες. Εργάστηκε επίσης ως φωτορεπόρτερ και στην περίοδο 1965 - 1979 εργάστηκε ως δημοσιογράφος των περιοδικών Epoca και Bild der Zeit.

Παρασκευή 2 Σεπτεμβρίου 2022

Γουίλιαμ Ρόουαν Χάμιλτον

William Rowan Hamilton painting.jpg

4 Αυγούστου 1805 γεννήθηκε:
Γουίλιαμ Ρόουαν Χάμιλτον Ιρλανδός φυσικός, αστρονόμος και μαθηματικός

Ο Σερ Γουίλιαμ Ρόουαν Χάμιλτον (αγγλ.: William Rowan Hamilton, Δουβλίνο, μεσάνυχτα 3ης προς 4η Αυγούστου 1805 – Δουβλίνο, 2 Σεπτεμβρίου 1865) ήταν Ιρλανδός φυσικός, αστρονόμος και μαθηματικός, ο οποίος έκανε σημαντικές συνεισφορές στην κλασική μηχανική, την οπτική και την άλγεβρα. Οι μελέτες του πάνω στα μηχανικά και οπτικά συστήματα οδήγησαν στο να ανακαλυφθούν νέες μαθηματικές έννοιες και τεχνικές. Η μεγαλύτερη συμβολή του είναι ίσως η αναδιατύπωση της Νευτώνειας μηχανικής, που σήμερα ονομάζεται Χαμιλτονιανή μηχανική. Η εργασία του αυτή έχει αποδειχθεί κεντρικής σημασίας για την σύγχρονη μελέτη των θεωριών των κλασικών πεδίων όπως του ηλεκτρομαγνητισμού, καθώς και για την ανάπτυξη της κβαντομηχανικής. Στα μαθηματικά, είναι ίσως πιο γνωστός ως ο εφευρέτης των «τετραδόνιων».

Ο Χάμιλτον λέγεται ότι είχε δείξει το τεράστιο ταλέντο του σε πολύ νεαρή ηλικία. Ο αστρονόμος επίσκοπος δρ. Τζων Μπρίνκλυ (John Brinkley) είπε για τον τότε 18 ετών Χάμιλτον: «Αυτός ο νεαρός άνδρας, δεν λέω ότι θα γίνει, αλλά ότι είναι, ο πρώτος μαθηματικός της εποχής του».

Στην επιστημονική σταδιοδρομία του Γουίλιαμ Ρόουαν Χάμιλτον περιλαμβάνεται η μελέτη της γεωμετρικής οπτικής, της κλασικής μηχανικής, η προσαρμογή των δυναμικών μεθόδων στον τομέα των οπτικών συστημάτων, η εφαρμογή των τετραδονίων και των διαδυσματικών μεθόδων στα προβλήματα της μηχανικής και της γεωμετρίας, την ανάπτυξη των θεωριών της συζυγίας αλγεβρικών ζευγών συναρτήσεων (στην οποία οι μιγαδικοί αριθμοί κατασκευάζονται ως διατεταγμένα ζεύγη των πραγματικών αριθμών), την φερεγγυότητα των πολυωνυμικών εξισώσεων και γενικά quintic πολυώνυμα επιλύσιμα με ρίζες, η ανάλυση των κυμαινόμενων συναρτήσεων (και οι ιδέες από την Ανάλυση Φουριέ), γραμμικών φορέων για quaternions και η απόδειξη της λύσης για τους γραμμικούς φορείς στο χώρο των τετραδόνιων (η οποία είναι μια ειδική περίπτωση του γενικού θεωρήματος που σήμερα είναι γνωστό ως το Θεώρημα Κέιλι-Χάμιλτον). Ο Χάμιλτον επίσης εφηύρε τον λογισμό που είναι γνωστός ως icosian calculus, και τον οποίο χρησιμοποίησε για να διερευνήσει κλειστές διαδρομές άκρων σε ένα δωδεκάεδρο που διέρχονται από την κάθε κορυφή ακριβώς μια φορά.

Ο Χάμιλτον διατήρησε τις ικανότητές του αναλλοίωτες μέχρι την τελευταία στιγμή, και συνέχισε σταθερά το έργο της τελικής επεξεργασίας των Στοιχείων των Τετραδόνιων, στην οποία είχε αφιερώσει τα τελευταία έξι χρόνια της ζωής του. Πέθανε στις 2 Σεπτεμβρίου 1865 όπου, μετά από μια σοβαρή προσβολή ουρικής αρθρίτιδας, κατακρημνίζεται από υπερβολική πόση και υπερκατανάλωση τροφής. Είναι θαμμένος στο κοιμητήριο του όρους Τζερόμ στο Δουβλίνο.

Αντώνης Βαρδής

 Αντώνης Βαρδής - Βιογραφία - Σαν Σήμερα .gr

7 Αυγούστου 1948 γεννήθηκε: Αντώνης Βαρδής Έλληνας τραγουδοποιός

Ο Αντώνης Βαρδής (7 Αυγούστου 19482 Σεπτεμβρίου 2014) ήταν Έλληνας συνθέτης, τραγουδιστής, στιχουργός και κιθαρίστας. Είχε δύο παιδιά, τον επίσης τραγουδιστή Γιάννη Βαρδή και την Καλλιστώ. Ο Αντώνης Βαρδής είναι επίσης θείος των τραγουδιστών Κώστα Δόξα και Άκη Δείξιμου.

Τα πρώτα χρόνια - Vikings

Ο Αντώνης Βαρδής γεννήθηκε στις 7 Αυγούστου του 1948, στο Μοσχάτο στην οδό Κανάρη. Λόγω της δύσκολης οικονομικής κατάστασης της οικογένειας του δεν πήγε στο γυμνάσιο αλλά ξεκίνησε να εργάζεται από μικρός, εργαζόμενος κατά περιόδους σε ψιλικατζίδικο, χρωματοπωλείο, βενζινάδικο, σε οικοδομή σαν βοηθός υδραυλικού και ως ναυτικός.

Στο τέλος του 1965 σε ηλικία 17 ετών γνώρισε τους Γιάννη Πανταζή, Γιώργο Μυλωνά οι οποίοι είχαν σχηματίσει συγκρότημα και έκαναν πρόβες δίπλα από το βενζινάδικο όπου εργαζόταν. Ξεκίνησε να παίζει ερασιτεχνικά μαζί τους κιθάρα και δημιούργησαν το ροκ συγκρότημα Vikings. Το συγκρότημα είχε πολλές αλλαγές μελών στην σύνθεση του με τον Βαρδή και τον Μυλωνά να είναι τα μόνα σταθερά μέλη. Σταδιακά η δραστηριότητα τους έγινε επαγγελματική με τακτικές εμφανίσεις, ενώ κυκλοφόρησαν και τέσσερα 45ρια. Ο Βαρδής έγραψε και κυκλοφόρησε τη μεγαλύτερη ίσως επιτυχία τους, την αγγλόφωνη μπαλάντα Catherine, την οποία υπέγραψε ως Toni Vardis. Οι Vikings διαλύθηκαν το 1970.
Προσωπική καριέρα

Από το 1969, κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής του θητείας, ξεκίνησε να εργάζεται ως κιθαρίστας σε μπουάτ στην Πλάκα, αρχικά με τον Δήμο Μούτση και τον Μανώλη Μητσιά[1]. Εμφανιζόταν στις μπουάτ μέχρι το 1981 ενώ παράλληλα συμμετείχε ως μουσικός σε ηχογραφήσεις, συνεργαζόμενος με σημαντικούς συνθέτες τόσο του έντεχνου όπως ο Μούτσης, ο Γιάννης Σπανός και ο Μάνος Λοΐζος, όσο και του λαϊκού όπως ο Χρήστος Νικολόπουλος και ο Θανάσης Πολυκανδριώτης .

Παράλληλα ξεκίνησε να γράφει τραγούδια, τα οποία όμως δεν ηχογραφούσε. Το 1973 πήρε μέρος σε διαγωνισμό τραγουδιού και κέρδισε το δεύτερο βραβείο σύνθεσης. Το τραγούδι, Πόσο πολύ σε αγάπησα σε στίχους του Κώστα Νεστορίδη το ερμήνευσε ο Γιώργος Νταλάρας και από εκεί ξεκίνησε η σοβαρή επαγγελματική ενασχόληση του Βαρδή με τη σύνθεση. Ακολούθησαν το λαϊκό τραγούδι Έτσι που το πας για τη Χαρούλα Αλεξίου και το Οι Κυκλάδες για τον πρώτο προσωπικό δίσκο της Άννας Βίσση, με το οποίο εγκαινίασε τη συνεργασία του με τον στιχουργό Πάνο Φαλάρα ενώ το 1976 συνέθεσε και ερμήνευσε τον πρώτο του προσωπικό δίσκο με τίτλο Οραματίζομαι σε στίχους του Γιάννη Αθανασιάδη. Ο δίσκος δεν γνώρισε επιτυχία και ο Βαρδής για ένα διάστημα αποτραβήχτηκε από τη σύνθεση απογοητευμένος.[1] Επέστρεψε το 1978 με τραγούδια με πιο εμπορικό προσανατολισμό, γράφοντας το Θέλω να μ`αγαπάς το οποίο έγινε επιτυχία από τον Γιάννη Πουλόπουλο, ενώ ακολούθησαν συνεργασίες του με τη Δήμητρα Γαλάνη,για άλλη μια φορά τον Γιώργο Νταλάρα και τον Γιάννη Πάριο. Σημαντική ήταν η συνεισφορά του στον πρώτο δίσκο του Βασίλη Παπακωνσταντίνου, που φέρει το όνομα του τραγουδιστή, για τον οποίο έγραψε 7 τραγούδια σε στίχους του Φαλάρα.

Η δεκαετία του 1980 ξεκίνησε με το Βαρδή να συνεργάζεται για άλλη μια φορά με τη Χαρούλα Αλεξίου στον δίσκο της Ξημερώνει, που περιείχε επιτυχίες όπως το ομώνυμο τραγούδι και το Φεύγω. Ακολούθησαν περισσότερες συνεργασίες με γνωστούς καλλιτέχνες όπως η Βίσση, ο Μανώλης Λιδάκης και η Πίτσα Παπαδοπούλου που δεν απέδωσαν σημαντικές επιτυχίες.. Το 1986 κυκλοφόρησε τον δεύτερο προσωπικό του δίσκο, Συγκάτοικοι είμαστε όλοι στην τρέλα. Από το δίσκο ακούστηκαν πολλά κομμάτια του ευρέως, όπως το Σχήμα λόγου με συμμετοχές των αδελφών Κατσιμίχα και του Λαυρέντη Μαχαιρίτσα και στίχους του Κώστα Τριπολίτη και το Δεν είχα δύναμη σε στίχους του τακτικού συνεργάτη του Φαλάρα. Στον δίσκο τραγουδούσε επίσης και η μετέπειτα σύζυγος του Χριστίνα Μαραγκόζη. Με τη Χριστίνα Μαραγκόζη συνεργάστηκε και στον πρώτο της προσωπικό δίσκο, το Σ' ακολουθώ του 1987, το οποίο περιελάμβανε το ντουέτο τους Θα προχωράμε μαζί σε στίχους του Γιάννη Πάριου, καθώς και στην κοινή τους δουλειά Τραγουδάμε μαζί του 1988, το οποίο περιείχε και την επιτυχία Θα εκραγώ σε στίχους του Αντώνη Ανδρικάκη.

Πολύ σημαντικός στάθηκε για τον Βαρδή ο προσωπικός δίσκος του Στην Ελλάς του 2000 (1995). Στο ομώνυμο τραγούδι συνεργάστηκε ξανά με τους αδελφούς Κατσιμίχα και για μία μοναδική φορά με τον μεγάλο λαϊκό τραγουδιστή Στέλιο Καζαντζίδη, συνεργασία που ο Βαρδής θεωρούσε σημαντική στιγμή στην καριέρα του. Στον ίδιο δίσκο έκανε το ντεμπούτο του ως τραγουδιστής και ο γιος του, Γιάννης, με τον οποίο τραγούδησαν το ντουέτο Θα σε περιμένω. Με τον γιο του συνεργάστηκαν και στην Οικογενειακή υπόθεση του 1997.

Στα επόμενα χρόνια ο Βαρδής συνεργάστηκε με πολλούς παλιούς και νεώτερους τραγουδιστές όπως η Καίτη Γαρμπή, ο Αντώνης Ρέμος ο Στέλιος Ρόκκος, η Μελίνα Ασλανίδου, ο Γιάννης Πλούταρχος, η Γλυκερία, η Νατάσα Θεοδωρίδου, η Πέγκυ Ζήνα, ο Νίκος Βέρτης και πολλοί άλλοι. Οι τελευταίες του προσωπικές δισκογραφικές κυκλοφορίες ήταν το CD single "Στην άκρη του ονείρου" του 2010 και το άλμπουμ "Θα ζωγραφίσω τη ζωή μου με μπογιές" του 2012 που τελικά, κυκλοφόρησε μετά τον θάνατό του, τον Απρίλιο του 2015.
Προσωπική ζωή

Ο Βαρδής είχε παντρευτεί δύο φορές. Από τον πρώτο του γάμο απέκτησε τον γιo του, τον τραγουδιστή Γιάννη και μια κόρη την Καλλιστώ. Ο δεύτερος γάμος του ήταν με την τραγουδίστρια και συνεργάτρια του Χριστίνα Μαραγκόζη, αλλά κατέληξε επίσης σε διαζύγιο.

Το 2013 ο Αντώνης Βαρδής διαγνώστηκε με καρκινικό όγκο στο κεφάλι και ξεκίνησε αγώνα για να κρατηθεί στη ζωή. Παρά τις θεραπείες που ακολούθησε, χρειάστηκε να υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση στη Γερμανία, μετά την οποία υπήρξαν ενδείξεις βελτίωσης της υγείας του. Παρ' όλα αυτά η υγεία του γρήγορα επιδεινώθηκε καθώς η δεξιά πλευρά του παρέλυσε και δεν ήταν σε θέση να περπατήσει, ενώ παράλληλα αντιμετώπιζε προβλήματα με τον οισοφάγο του. Έπειτα ακολούθησε ειδικές θεραπείες και νοσηλεύτηκε σε κρίσιμη κατάσταση σε ιδιωτικό νοσοκομείο της Αθήνας έχοντας στο πλευρό του την οικογένεια του και άτομα από το στενό του περιβάλλον. Απεβίωσε στις 2 Σεπτεμβρίου του 2014 σε ηλικία 66 ετών στο Νοσοκομείο Υγεία.

Μάνος Κατράκης

Μάνος Κατράκης.png

14 Αυγούστου 1908 γεννήθηκε: Μάνος Κατράκης Έλληνας ηθοποιός

Ο Μάνος Κατράκης (Καστέλι Κισσάμου, 14 Αυγούστου 1908 – 2 Σεπτεμβρίου 1984) ήταν Έλληνας ηθοποιός του θεάτρου και του κινηματογράφου.

Πίνακας περιεχομένων
1 Πρώιμα χρόνια
2 Καριέρα
3 Πόλεμος-Κατοχή-Αντίσταση-Εξορία
4 Επαγγελματική καταξίωση
5 Προσωπική ζωή
6 Θάνατος
7 Φιλμογραφία
7.1 Κινηματογραφικές ταινίες
7.2 Τηλεοπτικό θέατρο
7.3 Τηλεοπτικές σειρές
8 Θεατρικές παραστάσεις
9 Παραπομπές
10 Πηγές
11 Βιβλιογραφία
12 Εξωτερικοί σύνδεσμοι
Πρώιμα χρόνια

Ήταν το μικρότερο από τα πέντε παιδιά του εμπόρου Χαράλαμπου Κατράκη και της Ειρήνης. Πριν συμπληρώσει τα 10 του χρόνια η οικογένειά του μετακόμισε στην Αθήνα καθώς οι δουλειές του πατέρα δεν πήγαιναν και τόσο καλά και θεώρησαν πως η πρωτεύουσα θα προσέφερε περισσότερες επαγγελματικές ευκαιρίες από τη Μεγαλόνησο. Κάποια στιγμή σε νεαρή ηλικία αναγκάζεται να γίνει ο προστάτης της οικογένειας, καθώς ο πατέρας του λείπει πια συνεχώς και ο μεγαλύτερος αδελφός του Γιάννης κατοικεί στην Αμερική.

Ο Κατράκης στα νεανικά του χρόνια έπαιξε ποδόσφαιρο και αγωνιζόταν στην θέση του σέντερ Μπακ. Έπαιζε αρχικά στην ανεξάρτητη ομάδα του «Κεραυνού Πολυγώνου» και το 1925 μεταπήδησε στον Αθηναϊκό. Με τον Αθηναϊκό αγωνίστηκε στα πρωταθλήματα της Ε.Π.Σ.Α το 1924-25 όπου τερμάτισε τρίτος στον όμιλο του και την περίοδο 1925-26 όπου τερμάτισε έκτος.

Κυριακή 28 Αυγούστου 2022

Τζον Χιούστον

 John Huston - publicity.JPG

Ο Τζον Χιούστον (αγγλ.: John Marcellus Huston, 5 Αυγούστου 1906 - 28 Αυγούστου 1987) ήταν Αμερικανός σκηνοθέτης, σεναριογράφος και ηθοποιός του κινηματογράφου βραβευμένος με Όσκαρ Σκηνοθεσίας και διασκευασμένου σεναρίου για την ταινία του 1948 Ο Θησαυρός της Σιέρα Μάντρε (The Treasure of the Sierra Madre). Ο Χιούστον έγραψε το σενάριο στις περισσότερες από τις 37 ταινίες που σκηνοθέτησε στην καριέρα του, αρκετές από τις οποίες θεωρούνται κλασσικές μέχρι και σήμερα (Το Γεράκι της Μάλτας (The Maltese Falcon, 1941), Η ύαινα (In this our Life, 1942), Ο Θησαυρός της Σιέρα Μάντρε (The Treasure of the Sierra Madre, 1948), Στη βοή της καταιγίδος (Key Largo, 1948), Η Ζούγκλα της Ασφάλτου (The Asphalt Jungle, 1950), Η Βασίλισσα της Αφρικής (The African Queen, 1951), Μουλέν Ρουζ (Moulin Rouge, 1952), Οι Αταίριαστοι (The Misfits, 1961), Ο Άνθρωπος που θα Γινόταν Βασιλιάς (The Man Who Would Be King, 1975) και Η Τιμή των Πρίτσι (Prizzi's Honor, 1985). Κατά την διάρκεια της καριέρας του έλαβε 15 υποψηφιότητες για Όσκαρ, είτε για τη σκηνοθεσία είτε για τη συγγραφή σεναρίου. Σκηνοθέτησε τόσο τον πατέρα του ηθοποιό Γουόλτερ Χιούστον στην ταινία Ο Θησαυρός της Σιέρα Μάντρε, όσο και την κόρη του Αντζέλικα Χιούστον στην ταινία Η Τιμή των Πρίτσι σε ρόλους που τους απέφεραν Όσκαρ Β' Ανδρικού και Β' Γυναικείου Ρόλου αντίστοιχα.

Έχοντας σπουδάσει Καλές Τέχνες στο Παρίσι, ο Χιούστον ήταν γνωστός για το γεγονός ότι σκηνοθετούσε έχοντας το όραμα του καλλιτέχνη. Εξερευνούσε την οπτική προοπτική των ταινιών του σε όλη τη διάρκεια της καριέρας του, σχεδιάζοντας την κάθε σκηνή σε χαρτί πριν τη γυρίσει κι έπειτα απαθανάτιζε τους ηθοποιούς του με το φακό του. Σε αντίθεση με τους περισσότερους σκηνοθέτες της περιόδου, που βασίζονταν στο τελικό μοντάζ του έργου τους για να του δώσουν μορφή, ο Χιούστον δημιουργούσε τις ταινίες του ενώ γυρίζονταν, καθιστώντας τις περισσότερο οικονομικές κι εγκεφαλικές κι ελαττώνοντας το χρόνο του τελικού τους μοντάζ.

Η θεματολογία του σκηνοθέτη είναι ποικίλη. Πολλές από τις ταινίες του ήταν βασισμένες σε σημαντικά μυθιστορήματα με έντονο το ηρωικό στοιχείο, ενώ άλλες ανήκουν στην κατηγορία των Φιλμ Νουάρ. Τα θέματα τα οποία απασχόλησαν σε μεγαλύτερο βαθμό το σκηνοθέτη ήταν η θρησκεία, η ελευθερία, η αλήθεια, η ψυχολογία, η αποικιοκρατία και ο πόλεμος.

Πριν γίνει δημιουργός ταινιών του Χόλιγουντ, ο Χιούστον υπήρξε ερασιτέχνης πυγμάχος, δημοσιογράφος, συγγραφέας διηγημάτων, ζωγράφος στο Παρίσι και στρατιώτης του ιππικού στο Μεξικό. Στους κύκλους του Χόλιγουντ συχνά αναφερόταν ως Τιτάνας, Επαναστάτης κι Άνδρας της Αναγέννησης. Ο συγγραφέας Ίαν Φριρ τον περιγράφει, ως τον Έρνεστ Χέμινγουεϊ του Χόλιγουντ, καθώς δεν φοβήθηκε ποτέ να πραγματευτεί θέματα ταμπού για την εποχή τους.

Σάββατο 27 Αυγούστου 2022

Γιώργος Μουζάκης

Γιώργος Μουζάκης - Βιογραφία - Σαν Σήμερα .gr

Ο Γιώργος Μουζάκης (Αθήνα, 15 Αυγούστου 192227 Αυγούστου 2005) ήταν Έλληνας συνθέτης, κυρίως του ελαφρού ελληνικού τραγουδιού.
Βιογραφία

Έκανε την πρώτη του εμφάνιση ως τρομπετίστας το 1938 και ο πρώτος του δίσκος κυκλοφόρησε το 1946.

Σπούδασε στο Ωδείο Αθηνών (1939-1947) και συνέχισε εκπαίδευση στην Αυστρία και Γερμανία (1952-1954). Έγραφε μουσική κυρίως για το θέατρο και για χορό. Διατηρούσε δική του ορχήστρα από το 1940. Ο ίδιος έπαιζε τρομπέττα, πιάνο, φλίκορν και τρομπόν.

Τη δική του σφραγίδα φέρουν περίπου 2.500 μουσικές μελωδίες, επενδύσεις και τραγούδια (ελαφρά και κλασσικά), μουσική για πάνω από 200 θεατρικά έργα (ελαφρά), 20 μουσικές κωμωδίες και περίπου 60 κινηματογραφικές ταινίες, καθώς και μια συμφωνία (πρώτη), μια σουίτα (αρχαϊκή) και τη λαϊκή όπερα «Ο Μηνάς ο ρέμπελος». Επίσης έγραψε μουσική για βαριετέ (1940-1948). Από τα πιο γνωστά του τραγούδια είναι «Η Σκλάβα», «Θέλω κοντά σου να μείνω», «Κάποιο δειλινό», «Έλα μου κοπέλα μου», «Εγώ θα σ' αγαπώ και μη σε νοιάζει», «Αδυναμία μου»,«Ένας φίλος ήρθε από τα παλιά», «Σου σφυρίζω», «Όμορφη που ήτανε η παλιοπαρέα μας», «Έχω απόψε ραντεβού», «Καλωσόρισες έρωτα», «Θέλω ρούμπα να χορεύω», «Σ' αγαπώ σ' όλες τις γλώσσες» αλλά και ο Ύμνος του Παναθηναϊκού.

Υπήρξε μέλος της Εταιρίας Ελλήνων Μουσουργών και του Πανελλήνιου Μουσικού Συλλόγου. Είχε δώσει πολλές συναυλίες ακόμη και εκτός Ελλάδος, όπως στην Αμερική, Αυστραλία, Βουλγαρία, Καναδά, Πολωνία, Ρουμανία και αλλού.

Επονομάστηκε «βασιλιάς της επιθεώρησης». Ήταν ο δημιουργός των τηλεοπτικών εκπομπών «Από τον παππού στον εγγονό» και «Μελωδίες και ρυθμοί». Ειδικότερα, το τραγούδι του Mambo Brazilero από την ταινία Ωραία των Αθηνών, 1954, είναι πάντα επίκαιρο και ενθουσιάζει γέρους, νέους και παιδιά.

Είχε τιμηθεί με το Α' Βραβείο ενορχήστρωσης ΣΟΠΟΤ (Πολωνία 1966), Α' Βραβείο τραγουδιού Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης (1967). Επίσης, για τρεις συνεχόμενες χρονιές, με το Ξενοπούλειο Έπαθλο (1952, 1953 και 1954) και το 1973 με το Βραβείο Ελλήνων Λογοτεχνών. Τέλος, το 2003 τιμήθηκε από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας για την 68χρονη προσφορά του.

Ήταν κάτοικος Αθηνών (Παπάγου) και μιλούσε Ιταλικά και Αγγλικά

 Giorgos Mouzakis (Athen, 15. August 1922 – 27. August 2005) war ein griechischer Komponist, hauptsächlich von leichten griechischen Liedern. Biografie Sein Debüt als Trompeter gab er 1938 und seine erste Schallplatte wurde 1946 veröffentlicht. Er studierte am Athener Konservatorium (1939-1947) und setzte seine Ausbildung in Österreich und Deutschland fort (1952-1954). Er schrieb Musik hauptsächlich für Theater und Tanz. Seit 1940 hatte er ein eigenes Orchester. Er selbst spielte Trompete, Klavier, Kornett und Posaune. Sein eigener Stempel ist auf etwa 2.500 musikalischen Melodien, Covers und Liedern (leicht und klassisch), Musik für über 200 Theaterstücke (leicht), 20 musikalische Komödien und etwa 60 Spielfilme, sowie eine Symphonie (erstes), eine Suite (archaic ) und die Volksoper „Minas der Rebell“. Er schrieb auch Musik für Varietés (1940-1948). Zu seinen bekanntesten Liedern zählen „The Slave“, „I want to stay close to you“, „Some Evening“, „Come my girl“, „I will love you and don’t care“, „My Weakness“, A Freund kam aus alten Zeiten", "Ich pfeife dir nach", "Schön war das unser alter Freund", "Ich habe heute Abend ein Date", "Willkommen Liebling", "Ich will Rumba tanzen", "Ich hab dich lieb". aller Sprachen“, sondern auch die Hymne des Panathinaikos. Er war Mitglied der Society of Greek Musicians und der Panhellenic Music Association. Er hatte viele Konzerte auch außerhalb Griechenlands gegeben, wie in Amerika, Australien, Bulgarien, Kanada, Polen, Rumänien und anderswo. Er wurde der „König der Inspektion“ genannt. Er war der Schöpfer der Fernsehsendungen „From Grandfather to Grandson“ und „Melodies and Rhythms“. Besonders das Lied von Mambo Brazilero aus dem Film Beautiful Athens, 1954, ist immer aktuell und begeistert Alt, Jung und Kinder. Er wurde mit dem 1. SOPOT-Orchestrierungspreis (Polen 1966) und dem 1. Gesangspreis des Thessaloniki-Festivals (1967) geehrt. Außerdem wurde er drei Jahre in Folge mit dem Xenopouleio-Preis (1952, 1953 und 1954) und 1973 mit dem griechischen Schriftstellerpreis ausgezeichnet. Schließlich wurde er 2003 vom Präsidenten der Republik für seine 68-jährige Verdienste geehrt. Er lebte in Athen (Papagou) und sprach Italienisch und Englisch.

Πέμπτη 25 Αυγούστου 2022

Νηλ Όλντεν Άρμστρονγκ

Neil Armstrong pose.jpg

Ο Νηλ Όλντεν Άρμστρονγκ (Neil Alden Armstrong, 5 Αυγούστου 1930 – 25 Αυγούστου 2012) ήταν Αμερικανός αστροναύτης, πιλότος και καθηγητής πανεπιστημίου, ο πρώτος άνθρωπος στην Ιστορία που πάτησε στη Σελήνη.
Βιογραφία

Γεννήθηκε κοντά στο Wapakoneta του Οχάιο (ΗΠΑ). Ως χειριστής αεροσκάφους στην αεροπορία ναυτικού (1949-1952), συμμετείχε στον Πόλεμο της Κορέας πετώντας σε 78 αποστολές με ένα αεροπλάνο Grumman F9F-2 Panther. Αφού σπούδασε αεροναυπηγός, το 1955 μπήκε στην Εθνική Συμβουλευτική Επιτροπή Αεροναυτικής (NACA) — τη μετέπειτα NASA — και εξελίχθηκε σε έναν από τους καλύτερους δοκιμαστές αεροσκαφών του κόσμου, πραγματοποιώντας 7 πτήσεις με ταχύτητα άνω των 5,74 Mach (6.000 χιλιόμ./ώρα), σε ύψος άνω των 207.500 ποδών (60.000 μέτρων) με το πυραυλοκίνητο αεροσκάφος Χ-15.

Το 1962 επιλέχθηκε για το σώμα αστροναυτών και το 1966 ήταν κυβερνήτης της αποστολής Τζέμινι 8, κατά την οποία πραγματοποιήθηκε η πρώτη σύνδεση δύο διαστημοπλοίων στο διάστημα. Η αποστολή παραλίγο να καταλήξει σε τραγωδία, όταν ο πύραυλος Agena με συνδεδεμένο πάνω του το Τζέμινι άρχισε να περιστρέφεται ανεξέλεγκτα γύρω από τον εγκάρσιο άξονά του, όμως παρά τη ζάλη λόγω της περιστροφής ο Άρμστρονγκ κατάφερε με ψύχραιμους χειρισμούς να αποσυνδέσει το Τζέμινι.

Η δεύτερη διαστημική του πτήση ως κυβερνήτης της αποστολής Απόλλων 11, τον έφερε στη Σελήνη, όπου στις 21 Ιουλίου 1969 πάτησε πρώτος το πόδι του, λέγοντας: "That's one small step for [a] man, one giant leap for mankind.""Ένα μικρό βήμα για έναν άνθρωπο, ένα μεγάλο άλμα για την ανθρωπότητα." Το 1970 διορίστηκε υπεύθυνος των αεροπορικών δραστηριοτήτων στη NASA, αλλά τον επόμενο χρόνο παραιτήθηκε για να γίνει καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Σινσινάτι. Σε αντίθεση με τον Μπαζ Ώλντριν, δεν έκανε πολλές δημόσιες εμφανίσεις, και παρά τις προσφορές που είχε, δεν φαίνεται να αποκόμισε κάποιο σημαντικό οικονομικό κέρδος. Ζούσε στο Ίντιαν Χιλλ του Οχάιο, και ένας μικρός κρατήρας κοντά στο σημείο όπου πάτησε στη Σελήνη έχει το όνομά του. Την Ελλάδα έχει επισκεφθεί λίγα χρόνια πριν πεθάνει, τον Φεβρουάριο του 2006.

Ο Νιλ Άρμστρονγκ πέθανε στις 25 Αυγούστου 2012 σε ηλικία 82 ετών στο Σινσινάτι των Ηνωμένων Πολιτειών λίγες μέρες αφότου υποβλήθηκε σε εγχείρηση καρδιάς.

Τετάρτη 24 Αυγούστου 2022

Χόρχε Λουίς Μπόρχε

Jorge Luis Borges 1951, by Grete Stern.jpg

Ο Χόρχε Λουίς Μπόρχες (ισπανικά: Jorge Francisco Isidoro Luis Borges Acevedo, ( audio) [ΔΦΑ: ˈxorxe ˈlwis ˈβorxes], Μπουένος Άιρες, Αργεντινή, 24 Αυγούστου 1899 - Γενεύη, Ελβετία, 14 Ιουνίου 1986) ήταν Αργεντινός συγγραφέας και θεωρείται μία από τις σημαντικότερες λογοτεχνικές μορφές του 20ού αιώνα. Παρόλο που είναι πιο γνωστός για τα διηγήματά του (όπου κυριαρχεί το στοιχείο του φανταστικού), ο Μπόρχες ήταν επίσης δοκιμιογράφος, ποιητής και κριτικός.

Πίνακας περιεχομένων
1 Η ζωή του
1.1 Παιδικά χρόνια
1.2 Πρώτα συγγραφικά χρόνια
1.3 Τα χρόνια της ωριμότητας
1.4 Διεθνής αναγνώριση
1.5 Τα τελευταία χρόνια
2 Το έργο του
2.1 Ο Μπόρχες ως Αργεντίνος και ως πολίτης του κόσμου
2.2 Πολυ-πολιτισμικές επιρροές στα κείμενα του Μπόρχες
2.3 Ο Μπόρχες ως ειδικός στην ιστορία, την κουλτούρα και τη λογοτεχνία της Αργεντινής
3 Εργογραφία στα ελληνικά
4 Βιβλιογραφία
4.1 Αγγλική
4.2 Γαλλική
5 Παραπομπές
6 Εξωτερικοί σύνδεσμοι
Η ζωή του
Παιδικά χρόνια

Ο Χόρχε Λουίς Μπόρχες γεννήθηκε στο Μπουένος Άιρες. Ο πατέρας του, Χόρχε Γκιγέρμο Μπόρχες Ασλάμ, ήταν δικηγόρος και δάσκαλος ψυχολογίας και επίσης είχε λογοτεχνικές φιλοδοξίες ("προσπάθησε να γίνει συγγραφέας και δεν τα κατάφερε"), είπε κάποτε ο Μπόρχες. "Έγραψε μερικά πολύ καλά σονέτα"). Η μητέρα του Μπόρχες, Λεονόρ Ασεβέδο Σουάρες, ήταν από παλιά οικογένεια της Ουρουγουάης. Ο πατέρας του ήταν εν μέρει Ισπανός, εν μέρει Πορτογάλος και μισός Βρετανός. Η μητέρα του Ισπανίδα και πιθανόν Πορτογαλίδα. Στο σπίτι μιλούσαν τόσο ισπανικά όσο και αγγλικά και από πολύ νωρίς ο Μπόρχες ήταν ουσιαστικά δίγλωσσος. Λέγεται ότι διάβαζε Σαίξπηρ στα αγγλικά στα δώδεκά του χρόνια. Μεγάλωσε στην τότε μακρινή και όχι πολύ ευημερούσα συνοικία του Παλέρμο, σε μεγάλο σπίτι με μεγάλη βιβλιοθήκη.

Το πλήρες όνομα του Μπόρχες ήταν Χόρχε Φρανσίσκο Ισιδόρο Λουίς Μπόρχες Ασεβέδο (ισπ.: Jorge Francisco Isidoro Luis Borges Acevedo), αλλά, ακολουθώντας την αργεντίνικη παράδοση, δεν το χρησιμοποιούσε ποτέ ολόκληρο.

Ο Χόρχε Γκιγέρμο Μπόρχες αναγκάστηκε να εγκαταλείψει πολύ νωρίς το επάγγελμα του δικηγόρου εξαιτίας τη σταδιακής τύφλωσης, η οποία αργότερα θα επηρέαζε και τον γιο του, και το 1914 η οικογένεια μετακόμισε στη Γενεύη, όπου ο πατέρας Μπόρχες έτυχε περίθαλψης από ειδικό οφθαλμίατρο, ενώ ο Μπόρχες και η αδελφή του Νόρα (γενν. 1902) πήγαιναν σχολείο. Εκεί ο Μπόρχες έμαθε γαλλικά, με τα οποία προφανώς δυσκολεύτηκε αρχικά, μελέτησε μόνος του γερμανικά, και πήρε το μπακαλορεά από το Κολέγιο της Γενεύης το 1918.

Αφού τέλειωσε ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, η οικογένεια Μπόρχες έζησε τρία χρόνια σε διάφορα μέρη: το Λουγκάνο, τη Βαρκελώνη, τη Μαγιόρκα, τη Σεβίλλη και τη Μαδρίτη. Στην Ισπανία ο Μπόρχες έγινε μέλος του αβάν-γκαρντ ουλτραϊστικού λογοτεχνικού κινήματος. Το πρώτο του ποίημα, "Ύμνος στη Θάλασσα", γραμμένο στο στυλ του Γουόλτ Γουίτμαν, εκδόθηκε στο περιοδικό Grecia ("Ελλάδα"). Εκεί συναναστράφηκε αξιόλογους Ισπανούς συγγραφείς, όπως τον Ραφαέλ Κασίνος Ασένς και τον Ραμόν Γκόμεθ ντε λα Σέρνα.

Κέντζι Μιζογκούτσι



Ο Κέντζι Μιζογκούτσι ήταν Ιάπωνας σκηνοθέτης και σεναριογράφος.

Το έργο του Μιζογκούτσι είναι γνωστό για τα μονοπλάνα και τη μιζανσέν του. Σύμφωνα με τον συγγραφέα Μαρκ Λε Φανού, «Οι ταινίες του έχουν μια εξαιρετική δύναμη και αγνότητα. Ταρακουνούν και μετατοπίζουν τον θεατή με τη δύναμη, τη φινέτσα και τη συμπόνια με την οποία αντιμετωπίζουν τον ανθρώπινο πόνο».

Η ταινία του Ουγκέτσου Μονογκατάρι (1953) έστρεψε πάνω του τη διεθνή προσοχή και εμφανίστηκε στο Top Ten Poll των κριτικών του Sight & Sound, το 1962 και το 1972. Άλλες επιτυχημένες ταινίες του περιλαμβάνουν την Ιστορία του τελευταίου χρυσάνθεμου (1939), τη Ζωή της Οχάρου (1952) και τον Επιστάτη Σάνσο (1954). Σήμερα, ο Μιζογκούτσι θεωρείται ένας από τους κορυφαίους κινηματογραφιστές στην ιστορία του κινηματογράφου.

Πίνακας περιεχομένων
1 Βιογραφία
1.1 Τα πρώτα χρόνια
1.2 Καριέρα στον κινηματογράφο
2 Σημειώσεις
3 Bιβλιογραφικές Aναφορές
4 Εξωτερικοί Σύνδεσμοι 

Βιογραφία
Τα πρώτα χρόνια

Ο Μιζογκούτσι γεννήθηκε στο Χόνγκο του Τόκιο, όντας ένα από τα τρία παιδιά της οικογένειας. Ο πατέρας του ήταν ξυλουργός στεγών. Η οικογένειά του ανήκε στη μεσαία τάξη, έως ότου ο πατέρας του στράφηκε στην πώληση αδιάβροχων στους στρατιώτες κατά τη διάρκεια του ρωσο-ιαπωνικού πολέμου, προκειμένου να βγάλει τα προς το ζην. Ο πόλεμος τέλειωσε πολύ γρήγορα, προτού προλάβει να κάνει απόσβεση της επένδυσής του. Οι συνθήκες διαβίωσης της οικογένειας επιδεινώθηκαν δραματικά και έδωσαν τη μεγαλύτερη αδελφή του Κέντζι "για υιοθεσία", στη συνέχεια μετακομίζοντας από το Χόνγκο στην Ασακούσα, κοντά στο θέατρο και τη γειτονιά των οίκων ανοχής. Στην πραγματικότητα, η αδελφή του Σούζουκο, ή Σούζου, πωλήθηκε ως γκέισα - γεγονός που επηρέασε βαθιά την αντίληψη του Μιζογκούτσι για τη ζωή. Μεταξύ αυτού του γεγονότος και της βάναυσης μεταχείρισης του πατέρα του προς τη μητέρα και την αδελφή του, επιδόθηκε σε μια σθεναρή αντίσταση εναντίον του πατέρα του, καθ 'όλη τη διάρκεια της ζωής του.