Δευτέρα 8 Αυγούστου 2022

ΤΑ ΕΞΙ ΣΠΙΤΙΑ της Δέσποινας Σωτηρίου

το σπίτι με τα ροζ ρόδα (φ.Μ.Κυμάκη)
το σπίτι με τα ροζ ρόδα (φ.Μ.Κυμάκη)

πηγή : http://www.onestory.gr/post/27436756805

ΤΑ ΕΞΙ ΣΠΙΤΙΑ
της Δέσποινας Σωτηρίου 
.
Μεγάλωσε σε εκείνο το δρόμο. Στο σπίτι με τον αριθμό 35 και την εσωτερική αυλή που η μάνα της φύτευε βασιλικό και γεράνια στους μεταλλικούς ντενεκέδες. Το σπίτι επεκτεινόταν πέρα από τα κλειστά όρια των τοίχων, έξω στο πεζοδρόμιο, στο προαύλιο της εκκλησίας και στην αυλή του γείτονα.
Την εποχή της «εργολαβικής άνοιξης» έδωσαν το σπίτι «αντιπαροχή», για δύο διαμερίσματα ρετιρέ, στον 5ο και τον 6ο όροφο. Ένα για κάθε κορίτσι. Αφού ο πατέρας προίκισε τις κόρες του, πέθανε ήσυχος με ένα χαμόγελο στο στόμα που είχε μείνει μόνιμο μετά από ένα εγκεφαλικό.
Στα τελευταία της, η μάνα της έβλεπε γυμνές γυναίκες στο απέναντι χωράφι να χαριεντίζονται με άντρες. Την καλούσαν και αυτή, μα η ηθική της αστικής ανατροφής της, της επέτρεπε μόνο να κοιτά από το μπαλκόνι.
Μετά έφυγε κι εκείνη, με τον καημό ότι οι κόρες της θα έμεναν στο ράφι. «Μεγαλοκοπέλες είστε πια, βρείτε ένα καλό παλικάρι. Πότε θα κάνετε επιτέλους παιδιά;» Στην κηδεία της παραβρέθηκαν λίγοι. Εκείνη, η αδερφή της και κάτι θειάδες που έδιναν και την ψυχή τους για κηδείες. Θα νόμιζες ότι περιμένουν πάνω από το τηλέφωνο να ακούσουν για τον επόμενο θάνατο και να φρεσκάρουν το μαύρο τους ταγιέρ. Εκτός βέβαια εάν ο θάνατος ήταν ο δικός τους, οπότε κάποιος άλλος θα πήγαινε το ταγιέρ στο καθαριστήριο.
Έπειτα από μερικά χρόνια παντρεύτηκε η αδερφή της ένα καλό παλικάρι με μεγάλη περιουσία στην Εκάλη και πήγε στα βόρεια προάστια να μεγαλώσει τα δύο στρουμπουλά μωρά της που έμοιαζαν στο καλό παλικάρι και να περνάει τις ημέρες της με έντονες ημικρανίες μέσα σε μια μεζονέτα 550 τετραγωνικών.
Το ένα ρετιρέ πουλήθηκε και στο δικό της μπαινόβγαιναν άγνωστοι άντρες, αρχικά σε συχνά διαστήματα, αλλά μετά αραίωσαν ώσπου την ξέχασαν και αυτοί. Βαρέθηκε κι εκείνη να τους περιμένει και η ησυχία γύρω της μεγάλωσε.
Κλείδωσε λοιπόν την πόρτα και άρχισε να μετακινεί τα έπιπλα μέσα στο σπίτι, για χρόνια. Ξεκίνησε από απλές μετακινήσεις και κατέληξε να μεταφέρει ολόκληρη την τραπεζαρία στο μπάνιο, την κουζίνα στο υπνοδωμάτιο και κοιμόταν κάτω από τον απορροφητήρα.
Αφού εξάντλησε όλους τους συνδυασμούς επίπλων και δωματίων συνέχισε αλλάζοντας θέση στα κουφώματα, κλείνοντας τις παλιές τρύπες και ανοίγοντας νέες. Και αφού έστρεψε ολόκληρο το άνοιγμα του σπιτιού προς τη μεσοτοιχία με τη διπλανή πολυκατοικία, με προσανατολισμό δυτικο μεσημβρινό μετακόμισε στο μπαλκόνι, παίρνοντας τα απαραίτητα αναμνηστικά και άφησε το σπίτι σύξυλο.
Κατοίκησε στο μπαλκόνι για μερικά χρόνια, μπολιάζοντας τα γεράνια με τις λεμονιές μέσα στις γλάστρες που της είχε αφήσει η μάνα της και στόλιζε τη θέα των απέναντι πολυκατοικιών με κάτι κάδρα με φουρτουνιασμένες θάλασσες και εργόχειρα πλεκτά με τριαντάφυλλα, λουλουδάκια της άνοιξης και χαριτωμένα σκυλάκια.
Και μετά μπούχτισε και με το μπαλκόνι και μετοίκησε με μια βαλίτσα ενθύμια και τον πολυέλαιο της τραπεζαρίας στο ασανσέρ που ήταν ευρύχωρο και είχαν πληρώσει και τόσα λεφτά για να το αλλάξουν. Κρέμασε τον πολυέλαιο στην οροφή και πατούσε τα κουμπιά των ορόφων για να νανουρίζεται τα βράδια με τον ήχο από τα διαμαντάκια του πολυελαίου που συγκρούονταν μεταξύ τους. Προσπάθησε για χρόνια να αποφασίσει σε ποιον όροφο θα ήταν προτιμότερο να εγκατασταθεί, μα τελικά βαρέθηκε και το ασανσέρ και κατέβηκε στο ισόγειο, κάνοντας κατάληψη στη μαρμάρινη σκάλα της εισόδου.
Αρχικά η χαρά της ήταν απερίγραπτη που το καινούργιο της σπίτι είχε 5 επίπεδα. Μαρμάρινα και καλογυαλισμένα. Και μάρμαρο βεροίας, «κατάλευκο, χωρίς νερά και ανθεκτικό», που έλεγε και ο εργολάβος που είχε αναλάβει την κατασκευή της πολυκατοικίας. Κάθε μέρα κοιμόταν και σε διαφορετικό σκαλί και κρέμασε τα ασημένια μαχαιροπίρουνα της προίκας της στους ξύλινους χειρολισθήρες. Και βρήκαν και τα μαχαιροπίρουνα και οι χειρολισθήρες επιτέλους κάποια χρησιμότητα.
Μερικά χρόνια αργότερα όμως αποφάσισε την οριστική της μετακόμιση στο υπαίθριο σπίτι που είχε ζήσει μικρή και εγκαταστάθηκε στο πεζοδρόμιο, δίπλα σε μια νεραντζιά, που μοσχοβολούσε κάθε άνοιξη. Για αρχή μέτρησε όλα τα τετραγωνάκια των τσιμεντένιων πλακών του πεζοδρομίου γύρω της. Τα βρήκε 85. Μετά στόλισε τα σεμεδάκια που είχε πλέξει στα μαθήματα της ΧΑΝ το πάλαι ποτέ στα παρκαρισμένα μηχανάκια. Όταν τελείωσαν τα σεμεδάκια έβγαλε από τη βαλίτσα της το εικόνισμα κάποιου άγνωστου αγίου στο οποίο είχε χαράξει ο πατέρας της τις ημερομηνίες από τα μεγάλα γεγονότα της ζωής του, τον γάμο του, τις γεννήσεις των κοριτσιών, την αποφοίτηση τους από το Πανεπιστήμιο και το προσκυνούσε κάθε πρωί.
Και η βαλίτσα, που κουβαλούσε από σπίτι σε σπίτι με τα ενθύμια της ζωής της, κειμήλια πολύτιμα και ανούσια που στόλιζε γύρω της, είχε πια αδειάσει. Μόνο στον πάτο είχε μείνει μια αφίσσα κορνιζαρισμένη σαν να επρόκειτο για κάποιο έργο τέχνης πολύ σημαντικό. Μα ήταν απλά μια φωτογραφία ενός κτιρίου γραφείων με μια τεράστια επιγραφή «TSANTALIS» στην ταράτσα του.
Το ενθύμιο αυτό δεν ήταν δικό της. Δεν ανήκε στην οικογένεια της, ούτε στο σπίτι της. Κοίταξε ολόγυρα να βρει τον ιδιοκτήτη αυτής της ανάμνησης. Κι αφού κανέναν άλλο δεν είδε, παρά μόνο τον μπλε κάδο ανακύκλωσης, σηκώθηκε και άφησε την αφίσσα εκεί δίπλα, να στολίσει το δικό του σπίτι.
Έπειτα πήρε την άδεια της βαλίτσα, αναζητώντας για νέα στέγη.
.
Η Δέσποινα Σωτηρίου γεννήθηκε στην Αθήνα μια μέρα με καύσωνα. Σπούδασε Αρχιτεκτονική γιατί πίστεψε ότι τα κτίρια είναι πιο ρεαλιστικά από τις σκέψεις της. Δεν έχει βγάλει κάποιο συμπέρασμα μέχρι σήμερα. Διαβάζει και γράφει παραμύθια. Δημοσιεύει μικρά διηγήματα της στο blog www.paramesos.gr. [ facebook ] [ e-mail ]

THE SIX HOUSES of Despina Sotiriou . He grew up on that street. In the house number 35 and the inner courtyard where her mother used to plant basil and geraniums in the metal sheds. The house extended beyond the closed confines of the walls, out onto the sidewalk, into the churchyard, and into the neighbor's yard. At the time of the "contracting spring" they gave the house a "compensation", for two penthouse apartments, on the 5th and 6th floors. One for each girl. After the father endowed his daughters, he died peacefully with a smile on his face that had remained permanent after a stroke. In her later years, her mother would see naked women in the opposite field having sex with men. She was also invited, but the ethics of her urban upbringing only allowed her to look from the balcony. Then she left too, regretting that her daughters would be left on the shelf. "You're big girls now, find a good boy. When will you finally have children?' Few people attended her funeral. She, her sister and some aunts who gave their souls for funerals. You'd think they're waiting over the phone to hear about the next death and refresh their black tayer. Unless of course the death was theirs, in which case someone else would take the tayer to the dry cleaners. After a few years her sister married a nice guy with a lot of property in Ekali and went to the northern suburbs to raise her two squirmy babies who looked like the nice guy and spend her days with intense migraines in a 550 square meter maisonette. One of the penthouses was sold, and unknown men came in and out of hers, at first at frequent intervals, but then they thinned out until they forgot her too. She also got tired of waiting for them and the silence around her grew. So he locked the door and started moving the furniture around the house, for years. It started with simple moves and ended up moving the entire dining room into the bathroom, the kitchen into the bedroom and sleeping under the hood. After exhausting all combinations of furniture and rooms, he continued by changing the position of the frames, closing the old holes and opening new ones. And after turning the entire opening of the house towards the partition wall with the adjacent apartment building, with a west meridian orientation, he moved to the balcony, taking the necessary souvenirs and left the house in a state of flux. She lived on the balcony for a few years, grafting geraniums with lemon trees in the pots her mother had left her and decorating the view of the apartment buildings across the street with some frames of stormy seas and hand-knitted roses, spring flowers and cute dogs. And then he got carried away with the balcony and moved in with a suitcase of souvenirs and the dining room chandelier in the elevator that was spacious and they had paid so much money to change it. He hung the chandelier from the ceiling and pressed the floor buttons to be lulled at night to the sound of the chandelier's diamonds colliding with each other. He tried for years to decide which floor would be preferable to settle on, but finally he got tired of the elevator and went down to the ground floor, occupying the marble staircase of the entrance. Initially her joy was indescribable that her new house had 5 levels. Marble and well polished. And veroia marble, "pure white, waterproof and durable", as the contractor who had undertaken the construction of the apartment building said. Each day she also slept on a different step and hung her dowry's silver cutlery on the wooden handrails. And the cutlery and handrails finally found some use. A few years later, however, she decided to permanently move to the open-air house she had lived in as a child and settled on the sidewalk, next to an orange tree, which grew musky every spring. To begin with, she counted all the squares of the concrete pavement around her. She found 85 of them. Then she decorated the little things she had knitted in the HAN classes a long time ago on the parked motorbikes. When the snacks were finished, she took out of her suitcase the icon of some unknown saint on which her father had engraved the dates of the major events of his life, his marriage, the births of his daughters, their graduation from the University, and he worshiped it every morning. And the suitcase, which she carried from house to house with the mementos of her life, precious and meaningless heirlooms that she adorned around her, was now empty. Only at the bottom was a poster framed as if it were some very important work of art. But it was just a picture of an office building with a huge 'TSANTALIS' sign on its roof. This memento was not hers. He did not belong to her family, nor to her home. He looked around to find the owner of this memory. And since he saw no one else but himself the blue recycling bin, got up and left the poster next to it, to decorate his own house. Then she took her empty suitcase, looking for a new roof. . Despina Sotiriou was born in Athens on a hot day. She studied Architecture because she believed that buildings are more realistic than her thoughts. He has not reached a conclusion to date. He reads and writes fairy tales. She publishes her short stories on the blog

NA SÉ THITHE de Despina Sotiriou . D’fhás sé suas ar an tsráid sin. Sa teach uimhir 35 agus sa chlós inmheánach áit a mbíodh a máthair ag cur basil agus geraniums sna botháin miotail. Shín an teach thar theorainneacha dúnta na mballaí, amach ar an gcosán, isteach sa reilig, agus isteach i gclós na comharsan. Ag am an "earrach conarthach" thug siad an teach "cúiteamh", le haghaidh dhá árasán penthouse, ar an 5ú agus 6ú hurlár. Ceann do gach cailín. Tar éis don athair a iníonacha a bhronnadh, fuair sé bás go síochánta le gáire ar a aghaidh a d'fhan buan tar éis stróc. Sna blianta ina dhiaidh sin, d'fheicfeadh a máthair mná naked sa réimse eile ag gnéas le fir. Tugadh cuireadh di freisin, ach níor thug an eitic a bhain lena tógáil uirbeach ach cead di breathnú ón mbalcóin. Ansin d'fhág sí freisin, aiféala go mbeadh a hiníonacha a fhágáil ar an seilf. “Is cailíní móra sibh anois, faigh buachaill maith. Cathain a bheidh leanaí agat faoi dheireadh?' Is beag duine a d’fhreastail ar a sochraide. Sí féin, a deirfiúr agus roinnt aintíní a thug a n-anamacha le haghaidh sochraidí. Shílfeá go bhfuil siad ag fanacht ar an nguthán le cloisteáil faoin gcéad bhás eile agus lena n-athnuachan a dhéanamh. Murab ar ndóigh ba leo féin an bás, agus sa chás sin thabharfadh duine éigin eile an tíogair chuig na tirimghlantóirí. Tar éis cúpla bliain phós a deirfiúr fear deas le go leor maoine in Ekali agus chuaigh sí go dtí na bruachbhailte thuaidh chun a beirt leanbh squirmy a bhí cosúil leis an Guy deas a thógáil agus a laethanta a chaitheamh le migraines dian i maisonette 550 méadar cearnach. Díoladh ceann de na penthouses, agus tháinig fir anaithnide isteach agus amach as a cuid, ar dtús go minic, ach ansin tanaigh siad amach go ndearna siad dearmad uirthi freisin. D'éirigh sí tuirseach freisin ag fanacht leo agus d'fhás an ciúnas timpeall uirthi. Mar sin ghlas sé an doras agus thosaigh sé ag bogadh an troscáin timpeall an tí, ar feadh na mblianta. Thosaigh sé le bogann simplí agus chríochnaigh sé ag bogadh an seomra bia ar fad isteach sa seomra folctha, an chistin isteach sa seomra leapa agus codlata faoi na cochall. Tar éis dó gach teaglaim de throscán agus de sheomraí a ídiú, lean sé ar aghaidh ag athrú seasamh na bhfrámaí, ag dúnadh na sean-phoill agus ag oscailt cinn nua. Agus tar éis oscailt iomlán an tí a iompú i dtreo an bhalla deighilte leis an bhfoirgneamh árasán in aice láimhe, le treoshuíomh siar-fhadlíne, bhog sé go dtí an mbalcóin, ag tógáil na cuimhneacháin riachtanacha agus d'fhág sé an teach i stát flux. Bhí cónaí uirthi ar an mbalcóin ar feadh cúpla bliain, ag grafáil geraniums le crainn líomóide sna potaí a d'fhág a máthair í agus ag maisiú radharc na bhfoirgneamh árasán trasna na sráide le roinnt frámaí de fharraigí stoirmeacha agus rósanna lámh-chniotáilte, bláthanna earraigh agus gleoite. madraí. Agus ansin d’éirigh sé leis an mbalcóin agus bhog sé isteach le culaith cuimhneacháin agus an chandelier seomra bia san ardaitheoir a bhí fairsing agus d’íoc siad an oiread sin airgid chun é a athrú. Chroch sé an chandelier ón tsíleáil agus bhrúigh sé na cnaipí urláir le lulled san oíche le fuaim diamaint an chandelier ag bualadh lena chéile. Rinne sé iarracht ar feadh na mblianta cinneadh a dhéanamh ar an urlár ab fhearr socrú air, ach ar deireadh d'éirigh sé tuirseach den ardaitheoir agus chuaigh sé síos go dtí an urlár talún, ag áitiú staighre marmair an bhealaigh isteach. Ar dtús bhí an t-áthas do-thuairiscithe uirthi go raibh 5 leibhéal ag a teach nua. Marmar agus dea-snasta. Agus marmair veroia, "íon bán, uiscedhíonach agus durable", mar a dúirt an conraitheoir a thug faoi thógáil an fhoirgnimh árasán. Gach lá chodail sí freisin ar chéim eile agus crochadh sceanra airgid a spré ar na ráillí láimhe adhmaid. Agus baineadh úsáid as na sceanra agus na ráillí láimhe ar deireadh. Cúpla bliain ina dhiaidh sin, áfach, chinn sí bogadh go buan go dtí an teach faoin aer ina raibh cónaí uirthi mar leanbh agus shocraigh sí ar an gcosán, in aice le crann oráiste, a d'fhás musky gach earrach. Ar dtús, chomhaireamh sí na cearnóga go léir den chosán coincréite timpeall uirthi. D’aimsigh sí 85 acu.Ansin mhaisigh sí na rudaí beaga a bhí cniotáilte aici sna ranganna HAN i bhfad ó shin ar na gluaisrothair pháirceáilte. Nuair a bhí an sneaiceanna críochnaithe, thóg sí amach as a mála íocón naomh éigin anaithnid ar a raibh dátaí imeachtaí móra a shaoil ​​greanta ag a hathair, a phósadh, breitheanna a iníonacha, a gcéimeanna ón Ollscoil, agus adhradh sé é gach maidin. Agus bhí an mhála taistil, a d’iompair sí ó theach go teach le cuimhní cinn a saoil, heirlooms luachmhara gan bhrí a mhaisigh sí timpeall uirthi, folamh anois. Ní raibh ach póstaer frámaithe ag an mbun amhail is dá mba shaothar ealaíne an-tábhachtach é. Ach ní raibh ann ach pictiúr d’fhoirgneamh oifige le comhartha ollmhór ‘TSANTALIS’ ar a dhíon. Ní raibh an memento seo léi. Níor bhain sé lena teaghlach, ná lena baile. D'fhéach sé timpeall chun úinéir an chuimhne seo a fháil. Agus mar ní fhaca sé éinne eile ach é féin an bosca gorm athchúrsála, d’éirigh sé agus d’fhág sé an póstaer in aice leis chun a theach féin a mhaisiú. Ansin thóg sí a culaith folamh, ag lorg díon nua. . Rugadh Despina Sotiriou san Aithin ar lá te. Rinne sí staidéar ar an Ailtireacht mar gur chreid sí go bhfuil foirgnimh níos réadúla ná mar a shíl sí. Níl aon chonclúid bainte amach aige go dtí seo. Léann agus scríobhann sé scéalta fairy. Foilsíonn sí a cuid gearrscéalta ar an mblag 

Μακροβούτια και χλαμύδες

http://www.tovima.gr/culture/article/?aid=466697 Θερμού Μαρία

Μακροβούτια και χλαμύδες
Η λατρεία των αρχαίων Ελλήνων για το νερό και την κολύμβηση. Οι «κολυμβήθρες» (πισίνες), οι «ύφυδροι» Σπαρτιάτες και τα μεικτά λουτρά

Ψηφιδωτό με δελφίνια και τολμηρό αναβάτη από την Οικία των Δελφινιών στη Δήλο (μέσα 2ου αιώνα π.Χ.)

Στην ινδική πόλη Μοχέντζο-Ντάρο, που θάφτηκε περί το 1800 π.Χ. κάτω από τις προσχώσεις του Ινδού ποταμού για να αποκαλυφθεί μόλις το 1922, οι αρχαιολόγοι εντόπισαν ανάμεσα στα κατάλοιπά της μια δεξαμενή μήκους 17 μ., πλάτους 7 μ. και βάθους 2,5 μ. Πρόκειται για την αρχαιότερη πισίνα της Ιστορίας. Στην Ελλάδα όμως, και συγκεκριμένα στην Αρχαία Ολυμπία, μια άλλη δεξαμενή, που κατασκευάστηκε τον 5ο αιώνα π.Χ. πλησίον του Κλαδέου ποταμού - αποκαλύφθηκε τον 19ο αιώνα από τις ανασκαφές - πλησιάζει με τις διαστάσεις της (μήκος 24 μ., πλάτος 16 μ. και βάθος 1,60 μ.) αυτές μιας σύγχρονης ολυμπιακής πισίνας προπονήσεων.
Αλλωστε όλα τα μεγάλα ελληνικά Γυμνάσια και οι παλαίστρες είχαν τέτοιες δεξαμενές για την άσκηση των νέων, στα Ασκληπιεία υπήρχαν για θεραπευτικούς σκοπούς, ενώ περισσότερες ήταν εκείνες που λειτουργούσαν ως λουτρά. Εκαναν όμως οι αρχαίοι το μικρό βήμα για να περάσουν από την αναγκαιότητα στην ψυχαγωγία ή και στην επίδειξη; Δεδομένου ότι η ανθρώπινη ματαιοδοξία δεν είναι σημερινό φαινόμενο, συνέβη και αυτό.
Σε υψηλή απόλαυση είχαν αναγάγει τα λουτρά οι Ρωμαίοι, οι οποίοι κατασκεύασαν βαλανεία, δημόσια και ιδιωτικά, με πισίνες θερμού και ψυχρού νερού, κόσμησαν τις πόλεις με έργα που τις περισσότερες φορές είχαν να κάνουν με το νερό - τεχνητές λίμνες, πισίνες, σιντριβάνια, κρηναία οικοδομήματα -, ενώ οι επαύλεις τους μπορεί να τα περιελάμβαναν όλα μαζί. Γιατί η χλιδή τους με την παράλληλη συγκέντρωση έργων γλυπτικής και τον περίτεχνο ψηφιδωτό διάκοσμο είναι βέβαιον ότι υπερέβαινε κατά πολύ και τις πλέον υπερβολικές χολιγουντιανές κατασκευές. Μπορεί λοιπόν στην Αρχαιότητα να μην υπήρχαν πισίνες ακριβώς με τη σημερινή έννοια, υπήρχαν όμως για άσκηση και για ψυχοσωματική απόλαυση.

Η κολύμβηση
Ως «κολυμβήθρες» αναφέρονται στις γραπτές πηγές οι πισίνες στην αρχαία Ελλάδα. Γιατί ο προφανής ρόλος τους ήταν η κολύμβηση - αν και οι αρχαίοι προτιμούσαν τις θάλασσες, όπως είναι φυσικό, και δευτερευόντως τα ποτάμια (οι Σπαρτιάτες ιδίως, που κολυμπούσαν στον Ευρώτα). Εκεί έπρεπε να ασκούνται για να σκληραγωγηθούν και να αποκτήσουν ταχύτητα και αντοχή. Εξαιρετικά χρήσιμα και τα δύο, προκειμένου να αντεπεξέλθουν στη δύσκολη ζωή εκείνης της εποχής.
Ο ναυτικός είχε να αντιμετωπίσει την αρκετά συχνή πιθανότητα ενός ναυαγίου, οπότε έπρεπε να έχει την αντοχή να κολυμπήσει ως την ξηρά. Το ίδιο και περισσότερο σθένος εκαλείτο να επιδείξει ο στρατιώτης σε μια ναυμαχία, αν το πλοίο του εμβολιζόταν από ένα εχθρικό και εκείνος έπρεπε να κολυμπήσει για να σωθεί αλλά και να πολεμήσει μέσα στο νερό.
Στη Ναυμαχία της Σαλαμίνας οι Πέρσες που έπεφταν στο νερό πνίγονταν καθώς δεν γνώριζαν καλά κολύμπι, όπως μας μεταφέρει ο Ηρόδοτος. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει και η μαρτυρία του Θουκυδίδη, ο οποίος αναφερόμενος στα γεγονότα του Πελοποννησιακού Πολέμου κάνει λόγο για «ύφυδρους» κολυμβητές, δύτες δηλαδή των Σπαρτιατών, που μεταφέροντας ασκούς με νερό και σακίδια με τρόφιμα κολύμπησαν υποβρυχίως προκειμένου να τροφοδοτήσουν τους αποκλεισμένους συμπολεμιστές τους.
Μέρος λοιπόν της βασικής εκπαίδευσης των νέων, αλλά και της στρατιωτικής, ήταν στην αρχαία Ελλάδα η κολύμβηση. «Ο μη επισταμένος μήτε νειν μήτε γράμματα απαίδευτος εστί και βάρβαρος» (αυτός που δεν γνωρίζει κολύμπι και γράμματα είναι απαίδευτος και βάρβαρος) έλεγαν εξάλλου οι αρχαίοι Ελληνες. Γραπτές πηγές μάλιστα αναφέρουν ότι κολυμβητές δεν ήταν μόνο άνδρες αλλά και γυναίκες.

Αμιλλα κολύμβου
Από το 1600 π.Χ. χρονολογούνται οι παλαιότερες παραστάσεις κολύμβησης στην Ελλάδα, η οποία όμως δεν νοούνταν ως άθλημα και δεν περιλαμβανόταν στα επίσημα αγωνίσματα των Ολυμπιακών ή άλλων πανελλήνιων αγώνων. Πληροφορίες υπάρχουν - από τον Παυσανία συγκεκριμένα, τον 2ο αιώνα μ.Χ. - για μία και μόνη περίπτωση κολυμβητικών αγώνων, στην Ερμιόνη της Αργολίδας, προς τιμήν του Διονύσου του Μελαναίγιδος (από το κατσικίσιο δέρμα που φορούσε ο θεός). Οι αγώνες αυτοί, που ονομάζονταν «άμιλλα κολύμβου», τελούνταν στη θάλασσα. Αγώνες κολύμβησης όμως διοργανώνονταν και στον ποταμό Τίβερη με τη συμμετοχή αξιωματούχων της Ρώμης - άλλωστε και ο ίδιος ο Ιούλιος Καίσαρας ήταν δεινός κολυμβητής.
Στο Δίον οι δεξαμενές των λουτρών διαθέτουν εκπληκτικά ψηφιδωτά και στο βαλανείο της Αρχαίας Αγοράς της Θεσσαλονίκης έχουν αποκαλυφθεί μία θερμαινόμενη πισίνα και μία ψυχρού νερού. Κυκλική πισίνα με διάμετρο 10 μ. και βάθος περί τα 2 μ. βρίσκεται στον αρχαιολογικό χώρο των Δελφών. Και τα λουτρά της Αιδηψού αναφέρονται από την Αρχαιότητα ακόμη, αφού τα προτίμησε και ο ρωμαίος στρατηγός Σύλλας. Αλλά δεν είναι τα μόνα, καθώς ο ελληνορωμαϊκός κόσμος είχε πραγματική λατρεία για το νερό.

Μπεν μιξτ... με ή χωρίς όργια
Γυμνοί κολυμπούσαν οι αρχαίοι Ελληνες, αν και μερικές φορές μπορεί να φορούσαν τη «λουτρίδα», ένα λεπτό χιτώνιο που χρησίμευε ως μαγιό. Οσον αφορά τον τρόπο κολύμβησης, άνδρες και γυναίκες θα πρέπει να ασκούσαν τη λεγόμενη ελεύθερη κολύμβηση της εποχής μας. Τα χέρια κινούνταν εναλλάξ ακολουθώντας διαδρομή παρόμοια με των κουπιών, ο κορμός ακολουθούσε με στροφές προς τη μία ή την άλλη πλευρά και τα πόδια κτυπούσαν με μικρές κινήσεις το νερό - ή μπορεί και να ήταν ενωμένα. Το κεφάλι όμως ήταν οπωσδήποτε έξω από το νερό.
Τα bains mixed εξάλλου είναι αρχαιοελληνική συνήθεια, την οποία μάλιστα, αφού κατ' αρχάς τους σοκάρισε, εν συνεχεία οι Ρωμαίοι ασπάστηκαν μέχρι υπερβολής. Ετσι, τον 1ο αιώνα μ.Χ. καθιέρωσαν τα mixta ή communia balnea συνοδευόμενα σε κάποιες περιπτώσεις από όργια. (Ακόμη και σήμερα η φράση «ρωμαϊκό μπάνιο» παραπέμπει σε όργιo.) Η συνήθεια πάντως κατόρθωσε να διατηρηθεί και στα πρώτα χρόνια του χριστιανισμού, για να ατονήσει από τον 7ο αιώνα με διάταγμα του Ιουστινιανού.

Macropodia and chlamydia The worship of the ancient Greeks for water and swimming. The "swimming pools" (pools), the "lean" Spartans and the mixed baths Mosaic with dolphins and bold rider from the House of the Dolphins at Delos (mid-2nd century BC) In the Indian city of Mohenjo-Daro, buried around 1800 BC. under the alluvium of the Indus River to be uncovered only in 1922, archaeologists identified among its remains a tank 17 m long, 7 m wide and 2.5 m deep. It is the oldest pool in history. But in Greece, and specifically in Ancient Olympia, another reservoir, built in the 5th century BC. near the Kladeos river - revealed in the 19th century by excavations - it approaches with its dimensions (length 24 m, width 16 m and depth 1.60 m) those of a modern Olympic training pool. Besides, all the large Greek gymnasiums and palaistres had such tanks for the exercise of young people, in Asklepiia they existed for therapeutic purposes, while more were those that functioned as baths. But did the ancients take the small step to go from necessity to entertainment or even display? Since human vanity is not a modern phenomenon, this also happened. Baths had been reduced to high pleasure by the Romans, who built public and private baths with pools of hot and cold water, adorned the cities with works that most often had to do with water - artificial lakes, pools, fountains, fountains edifices -, while their mansions may have included them all together. Because their opulence with the parallel gathering of works of sculpture and the elaborate mosaic decoration is sure to have far exceeded even the most extravagant Hollywood constructions. So it may be that in Antiquity there were no swimming pools exactly in today's sense, but they were there for exercise and for psychosomatic enjoyment. Swimming Swimming pools in ancient Greece are referred to in written sources as "swimming pools". Because their obvious role was swimming - although the ancients preferred the seas, naturally, and secondarily the rivers (the Spartans in particular, who swam in the Eurotas). There they had to train to toughen up and gain speed and endurance. Both extremely useful, in order to cope with the difficult life of that time. The sailor had to deal with the fairly frequent possibility of a shipwreck, so he had to have the stamina to swim to land. The same and more valor was exhorted to be displayed by the soldier in a naval battle, if his ship was rammed by an enemy's and he had to swim to save himself and fight in the water. In the Battle of Salamis, the Persians who fell into the water drowned as they did not know how to swim well, as Herodotus tells us. Of particular interest is the testimony of Thucydides, who, referring to the events of the Peloponnesian War, speaks of "skinny" swimmers, i.e. divers of the Spartans, who, carrying bags of water and backpacks of food, swam underwater in order to feed their stranded comrades. Swimming was therefore part of the basic training of young people, as well as of the military, in ancient Greece. "He who does not know how to swim or write is uneducated and barbaric," the ancient Greeks used to say. Written sources even state that swimmers were not only men but also women. Amilla swimming From 1600 BC dates back to the oldest swimming performances in Greece, which, however, was not understood as a sport and was not included in the official competitions of the Olympics or other Panhellenic competitions. Information exists - from Pausanias in particular, in the 2nd century AD. - for a single instance of swimming competitions, in Ermioni of Argolis, in honor of Dionysus of Melanegidos (from the goat skin worn by the god). These competitions, called "swimming matches", were held in the sea. But swimming competitions were also organized in the Tiber River with the participation of Roman officials - after all, Julius Caesar himself was a keen swimmer. In Dion, the pools of the baths have amazing mosaics and in the balcony of the Ancient Agora of Thessaloniki, a heated pool and a cold water pool have been revealed. A circular pool with a diameter of 10 m and a depth of about 2 m is located in the archaeological site of Delphi. And the baths of Edipsos have been mentioned since Antiquity, since the Roman general Sulla preferred them. But they are not the only ones, as the Greco-Roman world had a real cult of water. Ben mixed... with or without orgies The ancient Greeks swam naked, although sometimes they may have worn the "lutrida", a thin tunic that served as a bathing suit. Regarding Mr while swimming, men and women should have practiced the so-called free swimming of our time. The arms moved alternately in a path similar to oars, the torso followed with turns to one side or the other, and the legs beat the water with small movements - or they may have been joined. But the head was definitely out of the water. After all, mixed baths are an ancient Greek custom, which, in fact, after it shocked them at first, then the Romans embraced it to the point of exaggeration. Thus, in the 1st century AD they established the mixta or communia balnea accompanied in some cases by orgies. (Even today the phrase "Roman bath" refers to an orgy.) However, the habit managed to be preserved in the early years of Christianity, only to fade from the 7th century with a decree of Justinian.

Παραδοσιακή Καρυδόπιτα

 

Παραδοσιακή Καρυδόπιτα

Τι χρειαζόμαστε:
1 κούπα ζαχάρη
1 κούπα γάλα
1/2 κούπα βούτυρο
2 κούπες καρύδια χοντροκοπανισμένα
1 κ.γ κανέλα
1/2 κ.γ γαρύφαλο τριμμένο
1 1/2 κούπα γαλέτα
1 1/2 κούπα αλεύρι
5 αυγά
1 κ.γ σόδα
3 κ.γ μπέικιν
2 κ.σ κονιάκ για το σιρόπι:
3 κούπες ζάχαρη
2 κούπες νερό
1 κ.σ χυμό λεμονιού

Πως το κάνουμε:

 
 Geleneksel Cevizli Turta İhtiyacımız olan: 1 su bardağı şeker 1 su bardağı süt 1/2 su bardağı tereyağı 2 su bardağı iri çekilmiş ceviz 1 tatlı kaşığı tarçın 1/2 çay kaşığı rendelenmiş karanfil 1 1/2 bardak galet 1 1/2 su bardağı un 5 yumurta 1 çay kaşığı soda 3 yemek kaşığı kabartma tozu Şurup için 2 yemek kaşığı konyak: 3 su bardağı şeker 2 su bardağı su 1 yemek kaşığı limon suyu Bunu nasıl yaparız: Devamını oku:www.sintagespareas.gr/sintages/paradosiaki-karidopita.html#ixzz22PVd2a9j
 
Tarte Aux Noix Traditionnelle Ce dont nous avons besoin: 1 tasse de sucre 1 tasse de lait 1/2 tasse de beurre 2 tasses de noix grossièrement moulues 1 cuillère à café de cannelle 1/2 cuillère à café de clous de girofle râpés 1 1/2 tasse de galettes 1 1/2 tasse de farine 5 oeufs 1 cuillère à café de soda 3 cuillères à soupe de levure chimique 2 cuillères à soupe de cognac pour le sirop : 3 tasses de sucre 2 tasses d'eau 1 cuillère à soupe de jus de citron Comment faisons-nous ça: Lire la suite:www.sintagespareas.gr/sintages/paradosiaki-karidopita.html#ixzz22PVd2a9j

Ένωση Χωρών της Νοτιοανατολικής Ασίας (ASEAN). 8 Αυγούστου 1967

Association of Southeast Asian Nations (orthographic projection).svg

8 Αυγούστου 1967 Η Ινδονησία η Μαλαισία οι Φιλιππίνες η Σιγκαπούρη και η Ταϊλάνδη ιδρύουν την Ένωση Χωρών της Νοτιοανατολικής Ασίας (ASEAN).

Η Ένωση των Χωρών της Νοτιοανατολικής Ασίας (ΕΧΝΑ,[1] αγγλικά: Association of Southeast Asian Nations, ASEAN) είναι διεθνής πολιτικός και οικονομικός οργανισμός χωρών της Νοτιοανατολικής Ασίας. Δημιουργήθηκε στις 8 Αυγούστου 1967, με πρωτοβουλία της Ινδονησίας, της Σιγκαπούρης, της Μαλαισίας, της Ταϊλάνδης και των Φιλιππινών. Γενικός Γραμματέας του Οργανισμού είναι, από την 1η Ιανουαρίου του 2018, ο Λιμ Γιοκ Χόι από το Μπρουνέι. Ο ASEAN περιλαμβάνει συνολικά 10 κράτη μέλη. Έδρα του ASEAN είναι η Τζακάρτα της Ινδονησίας.

Ιστορικό
31 Ιανουαρίου 1961 - 1963 Δημιουργία του Οργανισμού Association of Southeast Asia (ASA) (Μαλαισία, Φιλιππίνες και Ταϊλάνδη).
8 Αυγούστου 1967 Δημιουργία του ASEAN.

Agosto 8, 1967 Ang Indonesia, Malaysia, Pilipinas, Singapore, at Thailand ay bumubuo ng Association of Southeast Asian Nations (ASEAN). Ang Association of Southeast Asian Nations (ASEAN, [1] English: Association of Southeast Asian Nations, ASEAN) ay isang pandaigdigang organisasyong pampulitika at pang-ekonomiya ng mga bansa sa Timog Silangang Asya. Ito ay nilikha noong Agosto 8, 1967, sa inisyatiba ng Indonesia, Singapore, Malaysia, Thailand at Pilipinas. Ang Secretary General ng Organisasyon ay, mula noong Enero 1, 2018, si Lim Yok Hoi mula sa Brunei. Kasama sa ASEAN ang kabuuang 10 miyembrong estado. Ang upuan ng ASEAN ay Jakarta, Indonesia. Itala 31 Enero 1961 - 1963 Pagtatatag ng Association of Southeast Asia (ASA) (Malaysia, Philippines at Thailand). 8 Agosto 1967 Paglikha ng ASEAN.

8 अगस्त 1967 इंडोनेशिया, मलेशिया, फिलीपींस, सिंगापुर और थाईलैंड ने दक्षिण पूर्व एशियाई राष्ट्र संघ (आसियान) का गठन किया। दक्षिण पूर्व एशियाई राष्ट्रों का संघ (आसियान, [1] अंग्रेजी: दक्षिण पूर्व एशियाई राष्ट्रों का संघ, आसियान) दक्षिण पूर्व एशियाई देशों का एक अंतरराष्ट्रीय राजनीतिक और आर्थिक संगठन है। इसे 8 अगस्त 1967 को इंडोनेशिया, सिंगापुर, मलेशिया, थाईलैंड और फिलीपींस की पहल पर बनाया गया था। संगठन के महासचिव, 1 जनवरी 2018 से, ब्रुनेई से लिम योक होई हैं। आसियान में कुल 10 सदस्य देश शामिल हैं। आसियान की सीट जकार्ता, इंडोनेशिया है। अभिलेख 31 जनवरी 1961 - 1963 दक्षिण पूर्व एशिया संघ (एएसए) (मलेशिया, फिलीपींस और थाईलैंड) की स्थापना। 8 अगस्त 1967 आसियान का निर्माण। 

 

Η Κασσάνδρα και ο Λύκος / Μαργαρίτα Καραπάνου




Η Κασσάνδρα και ο Λύκος / Μαργαρίτα Καραπάνου

Γράφει: The Fotomaton
 
Το πρώτο βιβλίο της Μαργαρίτας Καραπάνου, «Η Κασσάνδρα και ο Λύκος» πρωτοεκδόθηκε το 1975 και αποτελεί ένα από τα πιο αποκαλυπτικά ταξίδια στην παιδική ηλικία και στην περιπέτεια ενηλικίωσής της μικρής Κασσάνδρας.
Παρότι το θέμα του είναι η παιδική ηλικία μιας κοπέλας, και θα μπορούσε να αποτελεί ένα συνηθισμένο μυθιστόρημα, μας εκπλήσσει ιδιαίτερα με το αντίθετο: Μικρές στιγμές από την ζωή της Κασσάνδρας, ξετυλίγουν την ιδιαίτερη σχέση μάνας και κόρης, σαν μικρό ημερολόγιο που καταγράφει σε ανύποπτο χρόνο ότι συμβαίνει.
Η μικρή Κασσάνδρα είναι μια κοπέλα διαφορετική από αυτές που υπάρχουν τριγύρω μας, που καθ' όλη την αφήγηση κινείται και συμπεριφέρεται με τον ιδιαίτερό της χαρακτήρα. Μερικές φορές γίνεται τόσο σκληρή και γκροτέσκα που μοιάζει σαν μια ενήλικας, αλλά αυτή είναι η άμυνά της. Στην πραγματικότητα πρόκειται για μια κοπέλα με βαθιά ευαισθησία. Μεγαλώνει σε έναν κόσμο που έχει εμμονή με τους σωστούς τρόπους και που δεν της αφιερώνει σχεδόν καθόλου χρόνο.
Το βιβλίο αντιμετωπίζει το θέμα της κρυφής σκληρότητας της παιδικής ηλικίας σαν κανένα άλλο, καθώς και το μείγμα μεταξύ φαντασίας και πραγματικότητας με έναν τρόπο ανοικτό και ανέλπιστο.
Χαρακτηριστικά, μία μέρα η γιαγιά της Κασσάνδρας, της λέει ότι της έχει ένα δώρο, ένα γατάκι, αλλά θα μπορέσει να το κρατήσει μόνο μια βδομάδα και ότι την Κυριακή θα πρέπει να το επιστρέψει. Η Κασσάνδρα το λάτρεψε από την πρώτη στιγμή και την παρακαλούσε να το κρατήσει μόνιμα αλλά η γιαγιά της δεν της έδωσε σημασία. Έτσι λοιπόν το έπνιξε από αγάπη για να μην το χάσει και την Κυριακή το επέστρεψε όπως έπρεπε να κάνει.
Μάνα και κόρη, βιαιότητα και στοργή, η αγάπη και ο φόβος είναι ένα στο μυαλό της μικρής Κασσάνδρας. Ένα βιβλίο με αρκετά αυτοβιογραφικά στοιχεία (άλλωστε όπως και τα περισσότερα της Καραπάνου), μητέρα και κόρη, μοιράζονται το ίδιο όνομα όπως και η Καραπάνου με τη μητέρα της, Μαργαρίτα Λυμπεράκη, και κατά κάποιον τρόπο η ζωή της μικρής Κασσάνδρας αντικατοπτρίζεται στη ιδιαίτερα προβληματική σχέση της ίδιας της Καραπάνου με την μητέρα της. Η Μαργαρίτα Καραπάνου αποτελεί μια από τις πιο σημαντικές σύγχρονες Ελληνικές φωνές.
«Η Κασσάνδρα και ο Λύκος» μπορεί να σας θυμίσει το σκοτεινό ημερολόγιο της Σίλβια Πλαθ.
Για να δείτε μια απο τις πιο ενδιαφέρουσες συνεντέυξεις της Καραπάνου κάντε κλικ εδώ.
Κυκλοφορεί απο τις εκδόσεις Καστανιώτη. 192 Σελίδες / 10 Ευρώ.

8 Αυγούστου 1918

 

8 Αυγούστου 1918 : Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος: Αρχίζει η μάχη της Αμιένης.

Με την ονομασία Μάχη της Αμιένης παρέμεινε στη νεότερη παγκόσμια ιστορία η μεγάλη πολεμική προσπάθεια την οποία ανέλαβαν στις 8 Αυγούστου 1918 η 4η Βρετανική Στρατιά και η 1η Γαλλική Στρατιά ως Σύμμαχες Δυνάμεις υπό την γενική αρχηγία του Άγγλου Στρατάρχη Σερ Ντάγκλας Χέιγκ. Η μάχη που επακολούθησε την επίσης μεγάλη επίθεση που είχαν αναλάβει οι Γερμανοί τον Μάρτιο του ίδιου έτους και η οποία είχε ανακοπεί σε απόσταση μόλις 14 χλμ. περίπου από την Αμιένη, εξ ου και το όνομά της, και που εξελίχθηκε μετά από σφοδρούς και αδιάκοπους αγώνες σε γενική προέλαση των συμμαχικών δυνάμεων η οποία και τελικά εξανάγκασε τους Γερμανούς να συνθηκολογήσουν στις 11 Νοεμβρίου του 1918.

Η κυρίως μάχη της Αμιένης διήρκεσε από της 8ης μέχρι της 21ης Αυγούστου, δηλαδή 13 ολόκληρα 24ωρα. Σ΄ αυτήν δε ενεπλάκησαν 32 συμμαχικές και 42 γερμανικές Μεραρχίες. Οι σύμμαχες δυνάμεις πέτυχαν κατ΄ αυτήν προέλαση σε βάθος 10 - 20 χλμ. με συνολικό μήκος μετώπου περίπου 75 χλμ. όπου και συνέλαβαν άνω των 40.000 Γερμανών αιχμαλώτων ενώ κυρίευσαν περί τα 600 πυροβόλα.
Το σημαντικότερο όμως αποτέλεσμα της έκβασης αυτής ήταν ότι είχε δημιουργηθεί τέτοιας έκτασης ρήγμα του γερμανικού μετώπου που συνέπειά του ήταν η συνθηκολόγηση. Δεν ήταν όμως και μικρότερης αξίας ο αντίκτυπος της έκβασης της μάχης αυτής επί του ηθικού των αντιμαχομένων στρατευμάτων. Όλες οι προσπάθειες του γερμανικού Ανωτάτου Αρχηγείου όπως αποκαταστήσει το κλονισμένο ηθικό των Γερμανών στρατιωτών απέβησαν άκαρπες, ενώ αντίθετα οι συμμαχικές δυνάμεις καταχωρούσαν την επιτυχία τους αυτή στη πρώτη σελίδα στην ιστορία της συμμαχικής νίκης του 1918. 

8 août 1918 : Première Guerre mondiale : début de la bataille d'Amiens. Sous le nom de bataille d'Amiens, le grand effort de guerre entrepris le 8 août 1918 par la 4e armée britannique et la 1re armée française en tant que forces alliées sous le commandement général du maréchal anglais Sir Douglas Haig est resté dans l'histoire du monde moderne. La bataille qui suivit l'attaque tout aussi importante entreprise par les Allemands en mars de la même année et qui avait été stoppée à seulement 14 km environ d'Amiens, d'où son nom, et qui se développa après des combats acharnés et continus dans une avancée générale des forces alliées qui forcent finalement les Allemands à capituler le 11 novembre 1918. La bataille principale d'Amiens dura du 8 au 21 août, soit 13 heures entières de 24 heures. 32 divisions alliées et 42 divisions allemandes y participent. Selon cela, les forces alliées ont réalisé une avance à une profondeur de 10 à 20 km avec une longueur totale de front d'environ 75 km où elles ont capturé plus de 40 000 prisonniers allemands et capturé environ 600 canons. Mais le résultat le plus important de ce dénouement était qu'un fossé s'était créé sur le front allemand d'une telle ampleur que la capitulation en était la conséquence. Cependant, l'impact de l'issue de cette bataille sur le moral des troupes adverses n'en fut pas moins précieux. Tous les efforts du haut commandement allemand pour restaurer le moral ébranlé des soldats allemands furent vains, tandis que les forces alliées inscrivirent leur succès sur la première page de l'histoire de la victoire alliée de 1918.

Σίρλεϊ Τζάκσον

Jackson shirley.jpg

8 Αυγούστου 1965  πέθανε: Σίρλεϊ Τζάκσον Αμερικανίδα συγγραφέας

Η Σίρλεϊ Χ. Τζάκσον (Shirley Hardie Jackson, 14 Δεκεμβρίου 19168 Αυγούστου 1965) ήταν Αμερικανίδα συγγραφέας.

Είναι γνωστή για το διήγημα «Το Λαχείο» (1948), το οποίο αποκαλύπτει ένα σκοτεινό μυστικό σε ένα αμερικανικό χωριό, και για Το Haunting of Hill House (1959), το οποίο θεωρείται ως μία από τις καλύτερες ιστορίες φαντασμάτων που γράφτηκαν ποτέ.

Βιογραφία

Αν και η Τζάκσον ισχυριζόταν ότι είχε γεννηθεί το 1919, ώστε να εμφανίζεται νεότερη από τον σύζυγό της, τα έγγραφα φανερώνουν ότι γεννήθηκε στο Σαν Φρανσίσκο τον Δεκέμβριο του 1916.[16] Γονείς της ήταν οι Λέσλι και Τζεραλντίν Τζάκσον, που ζούσαν στο καλό προάστιο Μπέρλινγκεϊμ, το οποίο η συγγραφέας αναφέρει στο πρώτο της μυθιστόρημα, το The Road Through the Wall (1948). Η σχέση της με τη μητέρα της, η οποία μπορούσε να ανιχνεύσει στους προγόνους της τον ήρωα της Επαναστάσεως στρατηγό Ναθαναήλ Γκρην[17], ήταν δύσκολη και από παιδί περνούσε πολύ χρόνο γράφοντας, προς μεγάλη στενοχώρια της μητέρας της. Το βάρος της ως έφηβης παρουσίαζε αυξομειώσεις, γεγονός που της προκαλούσε έλλειψη αυτοπεποίθησης. Μετά τη μετακόμιση της οικογένειας στο Ρότσεστερ (Νέα Υόρκη), η Σίρλεϊ φοίτησε στο Πανεπιστήμιο του Ρότσεστερ.[18] Δεν ήταν ευχαριστημένη από τα μαθήματά της εκεί και οι καθηγητές της συχνά έκριναν αυστηρά τα γραπτά της. Μετεγγράφηκε έτσι στο Πανεπιστήμιο του Σύρακιουζ, όπου ευδοκίμησε δημιουργικά και κοινωνικά.[19] Ως φοιτήτρια εκεί, ασχολήθηκε με το φοιτητικό λογοτεχνικό περιοδικό, κάτι που έφερε και τη γνωριμία με τον μελλοντικό της σύζυγο, τον Στάνλεϋ Έντγκαρ Χάυμαν(Stanley Edgar Hyman, 1919-1970), μετέπειτα αξιόλογο κριτικό της λογοτεχνίας.

Μετά τον γάμο τους και σύντομες διαμονές στη Νέα Υόρκη και το Γουέστπορτ του Κονέκτικατ, εγκαταστάθηκαν στο χωριό Νορθ Μπένινγκτον του Βερμόντ, όπου ο Χάυμαν έγινε καθηγητής στο τοπικό κολέγιο, ενώ η Τζάκσον συνέχισε να εκδίδει μυθιστορήματα και διηγήματα. Για τον τόμο των Stanley J. Kunitz και Howard Haycraft Twentieth Century Authors (1954), έγραψε:

Αντιπαθώ πολύ το να γράφω για τον εαυτό μου ή για το έργο μου, και όταν πιέζομαι για αυτοβιογραφικό υλικό μπορώ να δώσω μόνο μια γυμνή χρονολογική παράθεση... ...Πέρασα το μεγαλύτερο μέρος της ζωής μου μέχρι την ενηλικίωση στην Καλιφόρνια. Παντρεύτηκα το 1940 τον Στάνλεϋ Έντγκαρ Χάυμαν, κριτικό και νομισματολόγο, και ζούμε στο Βερμόντ, σε μια ήσυχη αγροτική κοινότητα με ωραίο τοπίο και επαρκώς μακριά από τη ζωή της πόλης. Οι κυριότερες εξαγωγές μας είναι βιβλία και παιδιά, τα οποία παράγουμε σε αφθονία. Τα παιδιά μας είναι ο Λώρενς, η Τζοάν, η Σάρα και ο Μπάρυ. Τα βιβλία μου περιλαμβάνουν τρία μυθιστορήματα, τα The Road Through the Wall, Hangsaman, The Bird's Nest, και μία συλλογή διηγημάτων, την The Lottery. Το Life Among the Savages είναι ένα ασεβές υπόμνημα των παιδιών μου.

Η Τζάκσον και ο σύζυγός της ήταν γνωστοί ως φιλόξενοι και καθόλου βαρετοί οικοδεσπότες, που συναναστρέφονταν με λογοτεχνικά ταλέντα, όπως ο Ραλφ Έλισον.[20] Αμφότεροι ήταν ενθουσιώδεις αναγνώστες και η βιβλιοθήκη τους είχε περισσότερα από 100.000 τόμους. Τα 4 παιδιά τους θα ακολουθούσαν τη δική τους πορεία προς τη λογοτεχνική αναγνώριση, ως ήρωες στα διηγήματα της μητέρας τους.
Θάνατος

Το 1965 η Τζάκσον πέθανε στον ύπνο της, στο σπίτι της στο Νορθ Μπένινγκτον, από καρδιακή ανεπάρκεια σε ηλικία 48 ετών. Την εποχή του θανάτου της ήταν υπέρβαρη και βαριά καπνίστρια. Είχε υποφέρει σε όλη τη ζωή της από διάφορες νευρώσεις και ψυχοσωματικές ασθένειες, που μαζί με τα διάφορα συνταγογραφούμενα φάρμακα για την αντιμετώπισή τους, ίσως συνετέλεσαν στα καρδιακά της προβλήματα και στον πρόωρο θάνατό της.
Ελληνικές μεταφράσεις
Ζούσαμε πάντα σ' ένα κάστρο (We Have Always Lived in the Castle), μετάφρ. Βάσια Τζανακάρη, εκδ. «Μεταίχμιο», Αθήνα 2016, 248 σελ.,

August 8, 1965 Died: Shirley Jackson American writer Shirley H. Jackson (Shirley Hardie Jackson, December 14, 1916 – August 8, 1965) was an American writer. She is known for the short story The Lottery (1948), which reveals a dark secret in an American village, and The Haunting of Hill House (1959), which is considered one of the best ghost stories ever written. Biography Although Jackson claimed to have been born in 1919 to appear younger than her husband, the documents show that she was born in San Francisco in December 1916.[16] Her parents were Leslie and Geraldine Jackson, who lived in the well-to-do suburb of Burlingame, which the author mentions in her first novel, The Road Through the Wall (1948). Her relationship with her mother, who could trace her ancestry to Revolutionary hero General Nathanael Greene,[17] was difficult, and as a child she spent much time writing, much to her mother's chagrin. Her weight fluctuated as a teenager, causing her to lack self-confidence. After the family moved to Rochester, New York, Shirley attended the University of Rochester.[18] She was unhappy with her lessons there and her teachers often judged her writing harshly. He thus enrolled at Syracuse University, where he flourished creatively and socially.[19] As a student there, she was involved with the student literary magazine, which also brought the acquaintance of her future husband, Stanley Edgar Hyman (Stanley Edgar Hyman, 1919-1970), later a notable literary critic. After their marriage and brief stays in New York and Westport, Connecticut, they settled in the village of North Bennington, Vermont, where Hyman became a professor at the local college while Jackson continued to publish novels and short stories. For Stanley J. Kunitz and Howard Haycraft's volume Twentieth Century Authors (1954), he wrote: I really dislike writing about myself or my work, and when pressed for autobiographical material I can only give a bare chronology... ...I spent most of my adult life in California. I married Stanley Edgar Hyman, a critic and numismatist, in 1940, and we live in Vermont, in a quiet rural community with beautiful scenery and far enough away from city life. Our chief exports are books and children, which we produce in abundance. Our children are Lawrence, Joan, Sarah and Barry. My books include three novels, The Road Through the Wall, Hangsaman, The Bird's Nest, and a collection of short stories, The Lottery. Life Among the Savages is an irreverent memoir of my children. Jackson and her husband were known as welcoming and no-nonsense hosts, associating with literary talents such as Ralph Ellison.[20] Both were avid readers and their library had more than 100,000 volumes. Their 4 children would follow their own path to literary recognition, as heroes in their mother's short stories. Death In 1965, Jackson died in her sleep at her North Bennington home of heart failure at the age of 48. At the time of her death she was overweight and a heavy smoker. She had suffered throughout her life from various neuroses and psychosomatic illnesses, which, along with the various prescribed medications to treat them, may have contributed to her heart problems and early death. Greek translations We Have Always Lived in the Castle, trans. Vasia Tzanakari, "Metaihmio" publisher, Athens 2016, 248 pp.

Στήβεν Χώκινγκ

  

Ο Στήβεν Χώκινγκ το 1988 έγραψε το βιβλίο "Σύντομη ιστορία του χρόνου" Το βιβλίο αυτό έγινε μπέστ σέλερ, μεταφράστηκε σε 35 γλώσσες, πούλησε περισσότερα από 10 εκατομμύρια αντίτυπα σε όλο τον κόσμο και έγινε τηλεοπτική σειρά. Το πρόβλημα με το βιβλίο αυτό που έμεινε 4 χρόνια στον κατάλογο μπέστ σέλερ, ήταν ότι ενώ το αγόρασαν πολλοί, λίγοι το διάβασαν και ακόμη λιγότεροι το κατάλαβαν σύμφωνα με τον αστρονόμο Πήτερ Κόουλς. ΄Ετσι ο Χώκινγκ αποφάσισε να το ξαναγράψει με τρόπο ώστε να είναι κατανοητό σε όλους. Έτσι εκδόθηκε πάλι το 2005 .

Stephen Hawking in 1988 wrote the book "A Brief History of Time" This book became a bestseller, translated into 35 languages, sold more than 10 million copies worldwide and became a television series. The problem with this book, which stayed on the bestseller list for 4 years, was that while many bought it, few read it and even fewer understood it according to astronomer Peter Coles. So Hawking decided to rewrite it in a way that would be understandable to everyone. So it was issued again in 2005.

Τζωρτζ Κάνινγκ




8 Αυγούστου 1827  πέθανε: Τζωρτζ Κάνινγκ Άγγλος πολιτικός

Ο Τζωρτζ Κάνινγκ (Georges Canning, 11 Απριλίου1770 - 8 Αυγούστου1827) ήταν Άγγλος φιλέλληνας πολιτικός, που διετέλεσε Υπουργός Εξωτερικών της Μεγάλης Βρετανίας και πρωθυπουργός κατά την περίοδο 10 Απριλίου-8 Αυγούστου του 1827.

Φοίτησε στο Hyde-Abbey του Γουίντσεστερ και το 1788 συνέχισε τις σπουδές του στο πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Εξέδιδε, από την ηλικία των 16 ετών, τη λογοτεχνική εφημερίδα Μικρόκοσμος. Το 1793 έγινε βουλευτής και διακρίθηκε για την ευγλωττία του, ενώ έγινε και ιδιαίτερος του πρωθυπουργού Ουίλιαμ Πιτ του νεότερου. Στα 1799 υποστήριξε με τον Πιτ την κατάργηση του δουλεμπορίου ενώ τάχθηκε υπέρ του αγώνα θρησκευτικής ελευθερίας των Ιρλανδών καθολικών. Αυτό το ακανθώδες πρόβλημα ήταν ταυτόχρονα το όπλο του Τζωρτζ Κάνινγκ, που το χρησιμοποίησε ως μέσο εκβιασμού για να παραμείνει στο υπουργείο διατηρώντας την ελπίδα του εκλογικού σώματος των Ιρλανδών για ένωση. Στις 8 Ιουλίου 1800 παντρεύτηκε την κόρη του στρατηγού John Scott Balcomie, ο οποίος είχε αποκτήσει περιουσία στην Ινδία, τότε αποικία της Βρετανίας. Το 1801 ακολούθησε τον Πιτ στην αντιπολίτευση ενώ όταν ανέλαβε ξανά την εξουσία, το Μάιο του 1804, ανέλαβε την οικονομική διαχείριση του Πολεμικού Ναυτικού.

Το άγαλμα του Κάνινγκ στην πλατεία που φέρει σήμερα το όνομά του στην Αθήνα

Το 1814 διορίστηκε πρέσβης στην Πορτογαλία θέση από την οποία παραιτήθηκε τον επόμενο χρόνο. Τον Ιούλιο του 1817 επέστρεψε στο Ηνωμένο Βασίλειο και το 1821 διορίστηκε κυβερνήτης της Ινδίας. Μετά την αυτοκτονία του υπουργού Εξωτερικών της Μεγάλης Βρετανίας, Κάσλρεϊ, στις 12 Αυγούστου1822, ο Κάνινγκ τον διαδέχτηκε εφαρμόζοντας πιο φιλελεύθερη πολιτική στο ελληνικό ζήτημα[19]. Το 1824 η Βρετανική κυβέρνηση υποστήριξε τον αγώνα των Ελλήνων για ανεξαρτησία από την Οθωμανική αυτοκρατορία και το 1826 ο Κάνινγκ υπέγραψε με τη Γαλλία και τη Ρωσία συνθήκη ειρήνης ανάμεσα στην Τουρκία και την Ελλάδα. Τον Απρίλιο του 1827 ο Κάνινγκ σχημάτισε κυβέρνηση και προώθησε την ανεξαρτησία της Ελλάδας αλλά και τα αιτήματα των καθολικών Ιρλανδών, χωρίς να προλάβει να ολοκληρώσει το έργο του καθώς πέθανε τρεις μήνες αργότερα από πνευμονία.
 
 
8 Lúnasa, 1827 D’éag: George Canning polaiteoir Sasanach Polaiteoir Angla-Heilléanach a bhí in Georges Canning ( 11 Aibreán , 1770 – 8 Lúnasa , 1827 ), a d'fheidhmigh mar Rúnaí Gnóthaí Eachtracha na Breataine Móire agus Príomh-Aire ó 10 Aibreán go 8 Lúnasa 1827 . Rinne sé staidéar ag Hyde-Abbey, Winchester, agus i 1788 lean dá chuid staidéir ag Ollscoil Oxford. D'fhoilsigh sé, ó aois a 16, an nuachtán liteartha Mikrokosmos. Sa bhliain 1793 rinneadh Feisire Parlaiminte de agus rinne sé clú agus cáil air as a chuid deasghnátha, agus é ina phearsa pearsanta den Phríomh-Aire William Pitt the Younger freisin. I 1799 thacaigh sé le Pitt le deireadh a chur le trádáil na sclábhaithe agus thacaigh sé leis an streachailt ar son saoirse creidimh do Chaitlicigh na hÉireann. Ba í an fhadhb dhian seo freisin arm George Canning, a d’úsáid í mar mhodh dúmhál chun fanacht san Aireacht agus dóchas na n-aontas ag toghthóirí na hÉireann a choinneáil beo. Ar 8 Iúil 1800 phós sé iníon an Ghinearáil John Scott Balcomie, a raibh maoin faighte aige san India, coilíneacht Briotanach ag an am sin. In 1801 lean sé Pitt ina fhreasúra agus nuair a tháinig sé i gcumhacht arís i mBealtaine 1804, ghlac sé seilbh ar bhainistíocht airgeadais an Chabhlaigh. An dealbh de Canning sa chearnóg a bhfuil a ainm san Aithin inniu In 1814 ceapadh é ina ambasadóir don Phortaingéil, post a d’éirigh sé as an bhliain dár gcionn. I mí Iúil 1817 d’fhill sé ar an Ríocht Aontaithe agus in 1821 ceapadh é ina ghobharnóir ar an India. Tar éis féinmharú aire gnóthaí eachtracha na Breataine Móire, An Caisleán Riabhach, ar 12 Lúnasa 1822, tháinig Canning i gcomharbacht air, ag cur beartas níos liobrálaí i bhfeidhm ar cheist na Gréige[19]. Sa bhliain 1824 thacaigh rialtas na Breataine le streachailt na nGréagach ar son neamhspleáchas ón Impireacht Ottomanach agus in 1826 shínigh Canning leis an bhFrainc agus leis an Rúis conradh síochána idir an Tuirc agus an Ghréig. In Aibreán 1827 bhunaigh Canning rialtas agus chuir sé neamhspleáchas na Gréige agus éilimh na nÉireannach Caitliceach chun cinn, sula bhféadfadh sé a chuid oibre a chríochnú mar go bhfuair sé bás trí mhí ina dhiaidh sin den niúmóine.
 
August 8, 1827 Died: George Canning English politician Georges Canning (April 11, 1770 - August 8, 1827) was an Anglo-Hellenic politician, who served as Foreign Secretary of Great Britain and Prime Minister from April 10 to August 8, 1827. He studied at Hyde-Abbey, Winchester, and in 1788 continued his studies at Oxford University. He published, from the age of 16, the literary newspaper Mikrokosmos. In 1793 he became a Member of Parliament and distinguished himself for his eloquence, while he also became a personal of Prime Minister William Pitt the Younger. In 1799 he supported with Pitt the abolition of the slave trade while he supported the struggle for religious freedom of the Irish Catholics. This thorny problem was also the weapon of George Canning, who used it as a means of blackmail to remain in the ministry while keeping the Irish electorate's hope of union alive. On 8 July 1800 he married the daughter of General John Scott Balcomie, who had acquired property in India, then a British colony. In 1801 he followed Pitt in opposition and when he regained power in May 1804, he took over the financial management of the Navy. The statue of Canning in the square that bears his name today in Athens In 1814 he was appointed ambassador to Portugal, a post he resigned the following year. In July 1817 he returned to the United Kingdom and in 1821 was appointed governor of India. After the suicide of the foreign minister of Great Britain, Castlereagh, on August 12, 1822, Canning succeeded him, applying a more liberal policy on the Greek issue[19]. In 1824 the British government supported the struggle of the Greeks for independence from the Ottoman Empire and in 1826 Canning signed with France and Russia a peace treaty between Turkey and Greece. In April 1827 Canning formed a government and promoted the independence of Greece and the demands of the Catholic Irish, before he could complete his work as he died three months later of pneumonia.
 
8 août 1827 Mort : George Canning Homme politique anglais Georges Canning (11 avril 1770 - 8 août 1827) était un homme politique anglo-hellénique, qui a été ministre des Affaires étrangères de Grande-Bretagne et Premier ministre du 10 avril au 8 août 1827. Il a étudié à Hyde-Abbey, Winchester, et en 1788 a poursuivi ses études à l'Université d'Oxford. Il publie, dès l'âge de 16 ans, le journal littéraire Mikrokosmos. En 1793, il devint membre du Parlement et se distingua par son éloquence, tout en devenant également un personnel du premier ministre William Pitt le Jeune. En 1799, il soutient avec Pitt l'abolition de la traite des esclaves tandis qu'il soutient la lutte pour la liberté religieuse des catholiques irlandais. Cet épineux problème fut aussi l'arme de George Canning, qui s'en servit comme moyen de chantage pour rester au ministère tout en entretenant l'espoir d'union de l'électorat irlandais. Le 8 juillet 1800, il épousa la fille du général John Scott Balcomie, qui avait acquis une propriété en Inde, alors colonie britannique. En 1801, il suit Pitt dans l'opposition et lorsqu'il reprend le pouvoir en mai 1804, il prend en charge la gestion financière de la Marine. La statue de Canning sur la place qui porte aujourd'hui son nom à Athènes En 1814, il est nommé ambassadeur au Portugal, poste qu'il démissionne l'année suivante. En juillet 1817, il retourna au Royaume-Uni et en 1821 fut nommé gouverneur de l'Inde. Après le suicide du ministre des Affaires étrangères de Grande-Bretagne, Castlereagh, le 12 août 1822, Canning lui succède, appliquant une politique plus libérale sur la question grecque[19]. En 1824, le gouvernement britannique a soutenu la lutte des Grecs pour l'indépendance de l'Empire ottoman et en 1826, Canning a signé avec la France et la Russie un traité de paix entre la Turquie et la Grèce. En avril 1827, Canning forma un gouvernement et promut l'indépendance de la Grèce et les revendications des Irlandais catholiques, avant de pouvoir terminer son travail car il mourut trois mois plus tard d'une pneumonie.  

Τούρτα παγωτό toffee - μόκα

 

Τούρτα παγωτό toffee - μόκα

Περιγραφή Απίθανη τούρτα για κάθε περίσταση με υπέροχο δέσιμο καραμέλας και καφέ.

Τι χρειαζόμαστε:
Για την βάση:

24 μπισκότα digestive
150 γρ. λιωμένο βούτυρο Για την καραμέλα:

1 κουτί γάλα ζαχαρούχο, συμπυκνωμένο Για το παγωτό:

3 αβγά
1 ερμόλ
1/2 ποτήρι ζάχαρη
1 κουταλάκι στιγμιαίο καφέ λιωμένο σε ένα κουταλάκι ζεστό νερό
2 βανίλιες
1 μικρό κουτί νουνού Για την γαρνιτούρα:

250 ml κρέμα γάλακτος ειδική για σαντιγί, χτυπημένη

Πως το κάνουμε:
Διαβάστε περισότερο:Τούρτα παγωτό toffee - μόκαhttp://www.sintagespareas.gr/sintages/tourta-pagoto-toffee-moka.html#ixzz22cVs5non
 
Toffee - mocha ice cream cake Description Amazing cake for every occasion with a wonderful combination of caramel and coffee. What we need: For the base: 24 digestive biscuits 150 gr. melted butter For the caramel: 1 can sweetened condensed milk For the ice cream: 3 eggs 1 ermol 1/2 cup of sugar 1 teaspoon of instant coffee dissolved in a teaspoon of hot water 2 vanilla 1 small box of Noonu For the garnish: 250 ml special cream for whipped cream, whipped How do we do it:
 
 Şekerleme - moka dondurmalı kek Tanım Karamel ve kahvenin harika kombinasyonuyla her durum için harika bir pasta. İhtiyacımız olan: Baz için: 24 sindirim bisküvi 150 gr. Eritilmiş tereyağı Karamel için: 1 kutu şekerli yoğunlaştırılmış süt Dondurma için: 3 yumurta 1 ermol 1/2 su bardağı şeker 1 tatlı kaşığı sıcak suda eritilmiş 1 tatlı kaşığı hazır kahve 2 vanilya 1 küçük kutu Noonu Garnitür için: 250 ml krem ​​şanti için özel krema, çırpılmış Bunu nasıl yaparız:
 
 Kola - mockaglasstårta Beskrivning Fantastisk tårta för alla tillfällen med en underbar kombination av kola och kaffe. Vad vi behöver: För basen: 24 digestivekex 150 gr. smält smör Till karamellen: 1 burk sötad kondenserad mjölk Till glassen: 3 ägg 1 ermol 1/2 kopp socker 1 tesked snabbkaffe löst i en tesked varmt vatten 2 vanilj 1 liten ask Noonu Till garnering: 250 ml specialgrädde för vispgrädde, vispad Hur gör vi det:
 
Toffee - gâteau à la crème glacée au moka Description Gâteau incroyable pour chaque occasion avec une merveilleuse combinaison de caramel et de café. Ce dont nous avons besoin: Pour le socle : 24 biscuits digestifs 150 gr. beurre fondu Pour le caramel : 1 boîte de lait concentré sucré Pour la glace : 3 oeufs 1 ermol 1/2 tasse de sucre 1 cuillère à café de café instantané dissous dans une cuillère à café d'eau chaude 2 vanille 1 petite boite de Noonu Pour la garniture : 250 ml de crème spéciale pour chantilly, fouettée Comment faisons-nous ça:
 
Taifí - císte uachtar reoite mocha Cur síos Císte iontach do gach ócáid ​​le meascán iontach de charamal agus caife. Cad is gá dúinn: Don bhonn: 24 brioscaí díleácha 150 gr. im leáite Don charamal: Is féidir le 1 bainne comhdhlúite milsithe Don uachtar reoite: 3 uibheacha 1 earmoil 1/2 cupán siúcra 1 teaspoon caife toirt tuaslagtha i teaspoon uisce te 2 fanaile 1 bhosca beag de Noonu Don gharnish: 250 ml uachtar speisialta le haghaidh uachtar bhuailtí, bhuailtí Conas a dhéanaimid é: