Πάμπλο Νερούδα Χιλιανός ποιητής
Γειά σας και χαρά σας! ......... Λίγο πολύ όλοι την έχουμε την δόση μας και εγώ λίγο παραπάνω και επιπλέον μια δόση αυτοσαρκασμού ......... Ελπίζω να σας αρέσει το περιεχόμενο που δημιουργώ εδώ κάθε μέρα ...... Σας ευχαριστώ!
Πάμπλο Νερούδα Χιλιανός ποιητής
Πάμπλο Νερούδα
Ο Πάμπλο Νερούδα, φιλολογικό ψευδώνυμο του Νεφταλί Ρικάρντο Ρέγιες
Μπασοάλτο (12 Ιουλίου 1904-23 Σεπτεμβρίου 1973) ήταν Χιλιανός συγγραφέας
και ποιητής. Θεωρείται ο σημαντικότερος ποιητής του 20ού αιώνα στη
Λατινική Αμερική]. Του απονεμήθηκε το 1971 το Νόμπελ Λογοτεχνίας,
γεγονός που προκάλεσε αντιδράσεις λόγω της πολιτικής του δραστηριότητας.
Εξέδωσε ποιητικές συλλογές ποικίλου ύφους, όπως ερωτικά ποιήματα, έργα
που διέπονται από τις αρχές του σουρεαλισμού, ακόμα και κάποια που θα
μπορούσαν να θεωρηθούν πολιτικό μανιφέστο.
Γεννήθηκε στις 12
Ιουλίου του 1904, στην πόλη Παράλ της Χιλής. Η μητέρα του πέθανε από
φυματίωση ένα μήνα μετά τη γέννησή του κι έτσι ο πατέρας του, Χοσέ,
σιδηροδρομικός υπάλληλος, μετακόμισε στην πόλη Τεμούκο, όπου
ξαναπαντρεύτηκε.
Ξεκίνησε να γράφει ποίηση σε ηλικία 10 ετών,
αλλά ο πατέρας του τον αποθάρρυνε κι έτσι άρχισε να υπογράφει τα έργα
του το 1946 με το ψευδώνυμο Πάμπλο Νερούντα, υιοθετώντας το επώνυμο του
γνωστού Τσέχου συγγραφέα και ποιητή Γιαν Νερούντα. Το μικρό του όνομα
εικάζεται ότι το πήρε από το Γάλλο ποιητή Πωλ Βερλαίν.
Το 1921
μετακόμισε στην πρωτεύουσα, Σαντιάγο, για να σπουδάσει Γαλλική
Φιλολογία. Κατά το διάστημα των σπουδών του, εξέδωσε δυο ποιητικές
συλλογές: Crepusculario (1923) και Veinte poemas de amor y una cancion
desesperada (Είκοσι ερωτικά ποιήματα και ένα απελπισμένο άσμα, 1924),
συλλογή για την οποία έγινε περισσότερο γνωστός. Διαπιστώνοντας ότι τα
έσοδά του από τα εκδιδόμενα έργα του δεν του αρκούσαν, αποφάσισε να μπει
στο Διπλωματικό Σώμα, κάνοντας έτσι πολυάριθμα ταξίδια ανά τον κόσμο
από το 1927 ως το 1935, ως πρόξενος στη Βιρμανία, στην Κεϋλάνη, στην
Ιάβα, στη Σιγκαπούρη, στο Μπουένος Άιρες, στη Βαρκελώνη και τη Μαδρίτη.
Στην Ιάβα γνώρισε και παντρεύτηκε την Ολλανδέζα Μαρύκα Αντονιέτα
Χάγκενααρ Βόγκελζανγκ, με την οποία χώρισε μετά από έξι χρόνια, κατά τη
θητεία του στην Ισπανία. Εκεί, ερωτική του σύντροφος και μετέπειτα
δεύτερη σύζυγός του υπήρξε επί δεκαέξι χρόνια η Αργεντίνα Δέλια ντελ
Καρρίλ, είκοσι χρόνια μεγαλύτερή του.
Η εμπειρία του από τις
άθλιες συνθήκες επιβίωσης των ανθρώπων στην Ασία, τα καταπιεστικά
καθεστώτα και η φιλία του με το Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα τον οδήγησαν
ακόμη πιο κοντά στον κομμουνισμό. Τα έργα του άρχισαν να γίνονται πιο
πολιτικοποιημένα, με αποκορύφωμα το Κάντο Χενεράλ, το οποίο έχει
μελοποιηθεί από το συνθέτη Μίκη Θεοδωράκη. Όταν ο Πρόεδρος Γκονζάλες
Βιντέλα απαγόρευσε τον κομουνισμό στη Χιλή, βγήκε ένταλμα σύλληψης εις
βάρος του. Για τέσσερις μήνες κρυβόταν στο υπόγειο κατοικίας στην πόλη
Βαλπαραΐσο, αλλά κατάφερε να διαφύγει στην Αργεντινή και από εκεί στην
Ευρώπη, όπου έζησε εξόριστος από το 1948 ως το 1952. Ανάμεσα στα μέρη
που έζησε ήταν και το νησί Κάπρι της νότιας Ιταλίας, γεγονός από το
οποίο είναι εμπνευσμένη η ταινία «Ο ταχυδρόμος»[2].
Κατά την
εξορία του, γνώρισε και ανέπτυξε ερωτική σχέση με τη Χιλιανή
τραγουδίστρια Ματίλντε Ουρούτια, η οποία αποτέλεσε τη "μούσα" του για τα
έργα του. Μετά το τέλος της δικτατορίας επέστρεψε στη Χιλή, αφού είχε
γίνει πλέον διάσημος παγκοσμίως από τα ποιήματά του. Μετά το δεύτερο
διαζύγιό του, παντρεύτηκε τελικά με την Ουρούτια το 1966.
Το
1971, του απονεμήθηκε το Νόμπελ Λογοτεχνίας, το οποίο παρέλαβε όντας
άρρωστος από καρκίνο. Βοήθησε το Σαλβαντόρ Αλιέντε στην προεκλογική του
εκστρατεία, αλλά πέθανε στις 23 Σεπτεμβρίου 1973, λίγο μετά τη δολοφονία
του Αλιέντε από τους πραξικοπηματίες του Πινοσέτ. Ο Πινοσέτ απαγόρευσε
να γίνει δημόσιο γεγονός η κηδεία του Νερούντα, ωστόσο το πλήθος αψήφησε
τη φρουρά και κατέκλυσε τους δρόμους, μετατρέποντας την κηδεία στην
πρώτη δημόσια διαμαρτυρία ενάντια στη στρατιωτική δικτατορία της Χιλής.
Το στρατιωτικό καθεστώς μέχρι το 1990 είχε απαγορεύσει τα έργα του
ποιητή.
Από το ποιητικό του έργο ξεχωρίζουν:
«Crepusculario»
«Veinte poemas de amor y una canciσn desesperada»
«Residencia en la tierra»
«Tercera residencia»
«Canto general»
«Los versos del capitαn»
«Odas elementales»
«Extravagario»
«Memorial de Isla Negra» και
«Confieso que he vivido»
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Στη διάρκεια της Ιστορίας του νησιού, η Ιερά Μονή υπέστη αρκετές δοκιμασίες, καταστροφές και λεηλασίες από διάφορους εχθρούς. Η Ιερά Μονή της Κοιμήσεως της Υπεραγίας Θεοτόκου της Παληανής βρίσκεται έξω από το Βενεράτο, όπου λίγο πριν το τέλος του χωριού βρίσκεται η παράκαμψη για τη Μονή.
Η Ιερά Μονή Παληανής είναι μια από της αρχαιοτερες Μονές της Μεγαλονήσου. Η αρχη της κατασκευής της έγινε τον τέταρτο αιωνα σε σημείο όπου στους αρχαίους χρόνους υπήρχε ένας ναός της Αθηνάς. Σε γραπτές πηγές όμως εμφανίζετε από το έτος 668 και αναφέρεται ως Παλαιά Μονή,
Στο σημείο το οποίο βρίσκεται υπήρχε δύσβατο και πυκνότατο δάσος το οποίο κάηκε μετά από μεγάλη πυρκαγιά. Στη προσπάθεια τους οι χωρικοί να σβήσουν τη φωτιά άκουσαν κάποιες φωνές.
Αφού κατάφεραν να σβήσουν τις φλόγες έτρεξαν στο σημείο που ακούστηκαν οι φωνές και βρήκαν στο εσωτερικό μιας βάτου την εικόνα της Θεοτόκου. Ιδιαίτερη ευλογία για την Ιστορική Μονή αποτελεί η "Αγία Μυρτιά", το ιερό αυτό δέντρο, όπου ενθρονίστηκε η θαυματουργός εικόνα της Θεοτόκου.
Σύμφωνα με την παραδοση η Αγια Εικόνα κλείστηκε μέσα στο κορμό του δέντρου που όσο και εάν την μετακινούσαν αυτή επέστρεφε στο ίδιο μέρος αγιάζοντας έτσι όπως λένε οι μοναχές το δέντρο αυτό. Αρκετοί είναι οι πιστοί οι οποίοι μέχρι και σημερα προσέρχονται για να προσευχηθούν και να προσκυνήσουν στο σημείο αυτό έχοντας αφήσει εκατοντάδες αφιερωματα. Άλλο ένα παράδοξο που θα συναπισετε είναι ότι θα δείτε διάφορα πουλιά να είναι στα γύρω δέντρα όμως στο συγκεκριμένο, στην «Αγία Μυρτιά" κανένα δε φωλιάζει.
Το μόνο σίγουρο, πηγαίνοντας στη Μονη θα ικανοποιηθείτε από τις προσπάθειες που έχουν κάνει εκεί οι μοναχές έτσι ώστε να είναι το Μοναστήρι όοο γίνετε πιο όμορφο όπως, σίγουρο είναι ακόμη πως δεν πρόκειται να φύγετε απο εκεί με άδεια χέρια, χωρίς να σας έχουν κεράσει μια καραμελίτσα ή ένα κομποσκοίνι από μια γιαγιούλα μοναχή που θα συναντήσετε στην είσοδο του Μοναστηριού.
Το Μοναστήρι μπορείτε να το επισκεφτείτε καθημερινά πρωί και απόγευμα και φυσικά την 24η Σεπτεμβρίου όταν πανηγυρίζει.
15 Αυγούστου 1771 γεννήθηκε: Γουόλτερ Σκοτ Σκωτσέζος συγγραφέας
Ο Σερ Γουόλτερ Σκοτ (Sir Walter Scott, 15 Αυγούστου 1771 - 21 Σεπτεμβρίου 1832) ήταν Σκωτσέζος
μυθιστοριογράφος, θεατρικός συγγραφέας και ποιητής, ο οποίος θεωρείται
ένας από τους σημαντικότερους συγγραφείς όλων των εποχών. Έμεινε γνωστός
ως κυρίαρχη προσωπικότητα των σκωτικών γραμμάτων, καθώς με τα ποιήματα
και τα μυθιστορήματά του (ιδίως με τις σειρές Γουέιβερλι) δημιούργησε
διαχρονικές εικόνες μίας ηρωικής άγριας περιοχής, όπου ξεχειλίζει ο
ρομαντισμός των κλαν.
Ο Σκοτ ήταν ο πρώτος συγγραφέας που έγραφε
στην αγγλική γλώσσα και γνώρισε μία πραγματικά διεθνή καριέρα κατά τη
διάρκεια της ζωής του[7],
έχοντας πολλούς αναγνώστες στην Ευρώπη, την Αυστραλία και τη Βόρεια
Αμερική. Τα μυθιστορήματα και τα ποιήματά του διαβάζονται ακόμα και
σήμερα, και πολλά από τα έργα του παραμένουν κλασικά έργα της
Σκωτσέζικης και της Αγγλόφωνης λογοτεχνίας. Μεταξύ των διάσημων έργων
του περιλαμβάνονται τα Ιβανόης, Ριχάρδος ο Λεοντόκαρδος, Ρομπ Ρόυ, Η Κυρά της Λίμνης, Γουέιβερλι, Η Καρδιά του Μιντλόθιαν κ.α.
Πίνακας περιεχομένων
1 Βιογραφία
1.1 Τα πρώτα χρόνια
1.2 Η συνάντηση του Σκοτ με τους Μπλάκλοκ και Μπερνς
1.3 Η αρχή της λογοτεχνικής καριέρας
1.4 Ποίηση
1.5 Μυθιστορήματα
1.6 Η εύρεση των κοσμημάτων του στέμματος
1.7 Οικονομικά προβλήματα και θάνατος
2 Άμποτσφορντ
3 Η κληρονομιά του Γουόλτερ Σκοτ
3.1 Μνημεία και εορτασμοί
3.2 Εμφανίσεις σε χαρτονομίσματα
3.3 Ο Σκοτ και η Εκπαίδευση στις Ηνωμένες Πολιτείες
3.4 Έργα του Σκότ στην όπερα
3.5 Αναφορές στον Σκοτ σε έργα άλλων συγγραφέων
4 Έργα
5 Σημειώσεις
6 Αναφορές
7 Εξωτερικοί σύνδεσμοι
Βιογραφία
Τα πρώτα χρόνια
Γιος ενός δικηγόρου, ο Γουόλτερ Σκοτ γεννήθηκε στην Παλιά Πόλη[8] του Εδιμβούργου το 1771. Όταν ήταν 2 ετών έπαθε πολιομυελίτιδα,
γεγονός που του προκάλεσε παράλυση στο δεξί του χέρι και μία έντονη
χωλότητα για όλη του τη ζωή. Ο πατέρας του, με την ελπίδα πως ο γιος του
θα ξαναβρεί τις δυνάμεις του, τον έστειλε στη φάρμα του παππού του,
στην αγροτική περιοχή Μπόρντερς. Παρά την αναπηρία του, ο μικρός Σκοτ
έτρεχε διαρκώς έξω και έτσι ανάκτησε σιγά-σιγά όλη του την σωματική
υγεία. Η θεία του, Τζέννυ, του έμαθε να διαβάζει και από αυτήν ο Σκοτ
έμαθε επίσης ιστορίες και θρύλους που χαρακτήρισαν μεγάλο μέρος του
έργου του. Τον Ιανουάριο του 1775 επέστρεψε στο Εδιμβούργο και το
καλοκαίρι της ίδιας χρονιάς πήγε με τη θεία του, Τζέννυ, στο Μπαθ της Αγγλίας για να κάνει λουτροθεραπεία. Το χειμώνα του 1776 επέστρεψε στη φάρμα του παππού του.
Το 1778
ο Σκοτ επέστρεψε και πάλι στο Εδιμβούργο για να λάβει ιδιωτική
εκπαίδευση ώστε να προετοιμαστεί για το σχολείο, και τον Οκτώβριο του 1779
γράφτηκε στο Βασιλικό Γυμνάσιο του Εδιμβούργου. Ο Σκοτ ήταν πλέον σε
θέση να περπατήσει και να εξερευνήσει την πόλη και τη γύρω περιοχή.
Μεγαλώνοντας απέκτησε καλοδεμένο σώμα και έγινε ένας εξαιρετικά γερός
και δραστήριος νέος. Όλοι τον θεωρούσαν ατρόμητο καβαλλάρη και καλό
παλαιστή. Οι βαθμοί του στο σχολείο άλλοτε ήταν από τους υψηλότερους και
άλλοτε από τους χαμηλότερους κι αυτό γιατί, αν και είχε εξαιρετική
μνήμη, θυμόταν μονάχα όσα τον ενδιέφεραν. Ο Σκοτ στράφηκε από νωρίς στη
μελέτη της ιστορίας και της λαογραφίας ενώ στα αναγνώσματά του περιλαμβάνονταν ιπποτικά μυθιστορήματα, ποιήματα και ταξιδιωτικά βιβλία. Επίσης έμαθε να μιλά γερμανικά, γαλλικά και ιταλικά,
για να μπορεί να διαβάζει τις ιστορίες των άλλων χωρών, ενώ έλαβε και
ιδιαίτερα μαθήματα από τον Τζέιμς Μίτσελ στην αριθμητική και τη γραφή
και από αυτόν έμαθε την ιστορία της Εκκλησίας της Σκωτίας. Αφού τελείωσε
το σχολείο, στάλθηκε για έξι μήνες στη θεία του, Τζέννυ, στο Κέλσο
προκειμένου να παρακολουθήσει το τοπικό σχολείο, όπου συνάντησε τους
Τζέιμς και Τζον Μπαλαντάιν, οι οποίοι αργότερα έγιναν συνεργάτες του και
τύπωσαν τα βιβλία του.
16 Αυγούστου 1744 γεννήθηκε: Πιερ Μεσαίν Γάλλος αστρονόμος
Ο Πιερ Φρανσουά Αντρέ Μεσαίν (Pierre François André Méchain, 16 Αυγούστου 1744 – 20 Σεπτεμβρίου 1804) ήταν Γάλλος αστρονόμος, γεωδαίτης και χαρτογράφος, ο οποίος, μαζί με τον Σαρλ Μεσιέ, είχε σημαντική συνεισφορά στην πρωτογενή τηλεσκοπική μελέτη των ουράνιων σωμάτων πέρα από το Ηλιακό Σύστημα καθώς και των κομητών.
Πίνακας περιεχομένων
1 Βιογραφικά στοιχεία
2 Ανακαλύψεις
2.1 Ονομάσθηκαν προς τιμή του
3 Περαιτέρω ανάγνωση
4 Εξωτερικοί σύνδεσμοι
Βιογραφικά στοιχεία
Ο Πιερ Μεσαίν γεννήθηκε στο Λαόν της Γαλλίας και επέδειξε ξεχωριστές ικανότητες στα Μαθηματικά και τη Φυσική, αλλά υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει τις σπουδές του εξαιτίας της φτώχειας. Ωστόσο, το ταλέντο του στην Αστρονομία έτυχε της προσοχής του Ζερόμ Λαλάντ,
που έγινε φίλος του και του έδινε να ξαναδιαβάζει τα κείμενά του για
έλεγχο. Ο Λαλάντ εξασφάλισε μια θέση για τον Μεσαίν στο Ναυτικό Κέντρο
Χαρτών στις Βερσαλλίες, όπου ο Μεσαίν εργάσθηκε τη δεκαετία του 1770 στην Υδρογραφία και τη χαρτογράφηση των ακτών. Τότε, περί το 1774, συνάντησε τον Σαρλ Μεσιέ και έγιναν φίλοι. Το 1774 ο Μεσαίν δημοσίευσε την πρώτη αστρονομική του μελέτη, πάνω σε μία επιπρόσθηση του Αλντεμπαράν από τη Σελήνη.
Το 1777 ο Μεσαίν νυμφεύτηκε την Barbe-Thérèse Marjou, με την οποία απέκτησαν δύο γιους και μία θυγατέρα. Το 1782 έγινε δεκτός στη Γαλλική Ακαδημία Επιστημών
και υπήρξε ο συντάκτης του περιοδικού της Connaissance des Temps από το
1785 μέχρι το 1792. Αυτό είναι το περιοδικό που μεταξύ άλλων δημοσίευσε
για πρώτη φορά τον Κατάλογο του Μεσιέ.
Με τις χαρτογραφικές του ικανότητες, ο Μεσαίν εργάσθηκε σε χάρτες της βόρειας Ιταλίας και της Γερμανίας, αλλά σημαντικότερο ήταν το γεωδαιτικό έργο του: μέτρησε το νότιο τμήμα ενός τόξου μεσημβρινού της Γης ανάμεσα στη Δουνκέρκη και τη Βαρκελώνη, αρχίζοντας το 1791. Αυτή η μέτρηση έγινε η βάση της μονάδας μήκους (ένα από τα θεμελιώδη μεγέθη) του Μετρικού Συστήματος, του μέτρου. Ο Μεσαίν και ο Ζαν-Μπατίστ Ντελάμπρ συνάντησαν πολλές δυσκολίες στα ταξίδια τους, κυρίως επειδή αυτά πραγματοποιήθηκαν στην πιο ταραγμένη περίοδο της Γαλλικής Επαναστάσεως. Συνέλαβαν τον Μεσαίν γιατί υποπτεύθηκαν ότι τα επιστημονικά του όργανα ήταν όπλα, αργότερα τον φυλάκισαν στη Βαρκελώνη μετά την κήρυξη πολέμου μεταξύ Γαλλίας και Ισπανίας, και η περιουσία του στο Παρίσι δημεύθηκε κατά την εποχή της Τρομοκρατίας. Μετά την απελευθέρωσή του από την Ισπανία, ο Μεσαίν έζησε στην Ιταλία και επέστρεψε στην πατρίδα του το 1795.
Από το 1799 ήταν διευθυντής του Αστεροσκοπείου των Παρισίων.
Προσωπικές
του αμφιβολίες σχετικά με τις μετρήσεις του μεσημβρινού
Δουνκέρκης-Βαρκελώνης οδήγησαν τον Μεσαίν να επιστρέψει στο έργο αυτό
και να ξαναταξιδέψει στην Ισπανία το 1804, όπου κόλλησε κίτρινο πυρετό και πέθανε στο Castellon de la Plana.
Η ΚΟΙΜΩΜΕΝΗ |
22 Ιουνίου 1930 (91 χρόνια πριν) γεννήθηκε:
Βάλτερ Μπονάττι Ιταλός ορειβάτης
Βάλτερ Μπονάττι
Ιταλός ορειβάτης και συγγραφέας, σημαντική μορφή του αλπινισμού
Ο
Βάλτερ Μπονάτι (Walter Bonatti, Μπέργκαμο, Ιταλία, 22 Ιουνίου 1930 -
Ρώμη, 13 Σεπτεμβρίου 2011) ήταν Ιταλός ορειβάτης και συγγραφέας,
σημαντική μορφή του Αλπινισμού και γνωστός για το αλπικό στιλ που
χρησιμοποιούσε
Η πρώτη μεγάλη ανάβασή του πραγματοποιήθηκε στην
ηλικία των 18 ετών και ήταν η βόρεια όψη των Γκραντ Γιοράς, κορυφή
Γουόκερ, στην οροσειρά των Λευκών ορέων. Σε ηλικία 19 ετών αποφάσισε να
γίνει οδηγός βουνού.
Βάλτερ Μπονάττι
Ο Βάλτερ Μπονάττι το 1954 (αριστερά)
Προσωπικές πληροφορίες
Όνομα Βάλτερ Μπονάττι
Εθνικότητα Ιταλός
Γέννηση 22 Ιουνίου 1930
Μπέργκαμο
Θάνατος 13 Σεπτεμβρίου 2011
Ρώμη, Ιταλία
Ορειβατική σταδιοδρομία
Γνωστός/ή για μοναχική Aiguille du Dru
Πρώτες ανάβασεις Γκάσερμπρουμ Δ΄
Μείζονες αναβάσεις Κατάλογος ορειβατικών επιτευγμάτων
Ενημέρωση 18 Μαρτίου 2013.
Αλπινισμός
Οι
αναβάσεις του Βάλτερ Μπονάτι σημάδεψαν μια ολόκληρη εποχή του
αλπινισμού, καθώς διάλεγε συχνά να σκαρφαλώνει με απαγορευτικές
συνθήκες. Ανάμεσά τους ξεχωρίζουν:Η βόρεια όψη των Γκραντ Γιοράς
(Grandes Jorasses) (1949).
Πρώτη ανάβαση της ανατολικής όψης του Γκραν Καπουκίν (Grand Capucin), το 1951
Χειμερινές αναβάσεις στις βόρειες όψεις των Τριων Κορυφών του Λαβαρέντο (Tre Cime di Lavaredo) στους Δολομίτες (1953).
Τέσσερα
χρόνια αργότερα η διάσημη μοναχική ανάβαση στο Πετί Ντρι (Petit Dru),
(Πιλιέ Μπονάτι) που κράτησε 6 ημέρες και 5 νύκτες. Η συγκεκριμένη
ανάβαση φέρεται ότι άλλαξε το πρόσωπο του αλπινισμού.
Βόρειο Ροντόι (Rondoy) - Παταγονία (1961).
Πρώτη χειμερινή ανάβαση στις Γκραντ Γιοράς το 1963.
Πρώτη μοναχική ανάβαση στη βόρεια όψη του Μάτερχορν το 1965.
Πρώτη
ανάβαση του Γκασερμπρούμ Δ΄ (Ghasherbrum IV) το 1958 μαζί με τον Κάρλο
Μάουρι (Carlo Mauri), κατά τη διάρκεια της ιστορικής αποστολής, της
οποίας ηγείτο ο Ρικάρντο Κασίν (Riccardo Cassin).
Η αποστολή Κ2
Ιδιαίτερη επίδραση στη ζωή του Μπονάτι είχε η αποστολή του Κ2.
Όντας 24 ετών, ο νεότερος της ομάδας, επιλέχθηκε για την ιταλική
αποστολή στο Κ2 το 1954. Ο Μπονάτι δεν ανήκε στους ορειβάτες κορυφής,
αλλά τους βοήθησε να μεταφέρουν το οξυγόνο σε υψόμετρο 8.100 μ. Εκείνος
και ο σύντροφός του Αμίρ Μεχντί (Amir Mehdi) υποχρεώθηκαν να περάσουν τη
νύχτα τους χωρίς κατάλυμα και χωρίς εξοπλισμό για μπιβουάκ. Ο Μπονάτι
ισχυριζόταν εξ αρχής ότι οι ορειβάτες κορυφής, Ακίλλε Κομπανιόνι και
Λίνο Λατσεντέλλι, δεν θέλησαν να τον βοηθήσουν και τον άφησαν να
πεθάνει. Αν και τα υπόλοιπα μέλη της αποστολής το αρνήθηκαν αυτό,
θυσιάζοντας την υπόληψη του Μπονάτι στον βωμό της πολιτικής που
αναζητούσε την εξύψωση του ηθικού των Ιταλών μετά τον Β' Π.Π., η ιστορία
του Μπονάτι και ο ρόλος του στην πρώτη αυτή ανάβαση επιβεβαιώθηκε μετά
από 30 χρόνια.
Ορειβατική ηθική
Ο γνωστός ορειβάτης Νταγκ Σκοτ
(Doug Scott) αποκάλεσε τον Μπονάτι «πιθανώς τον καλύτερο αλπινιστή που
υπήρξε ποτέ». Ο Μπονάτι έγινε γνωστός για την ορειβατική του ηθική και
την απαξίωση της σύγχρονης τεχνολογίας της εποχής του. Χρησιμοποιούσε
παραδοσιακές μεθόδους και θεωρούσε το τρυπάνισμα και τις βίδες ανήθικες
μεθόδους. Η άποψή του για τον σύγχρονο εξοπλισμό ήταν πως μείωνε τα
επιτεύγματα των ορειβατών: «Το "αδύνατο" χάνει διαρκώς έδαφος, και τα
μεγάλα επιτεύγματα έγιναν λιγότερο μεγάλα».
Συγγραφέας
Ο
Μπονάτι είναι συγγραφέας αρκετών βιβλίων για την αναρρίχηση και την
ορειβασία, τα οποία μεταφράστηκαν σε αρκετές γλώσσες. Εργάστηκε επίσης
ως φωτορεπόρτερ και στην περίοδο 1965 - 1979 εργάστηκε ως δημοσιογράφος
των περιοδικών Epoca και Bild der Zeit.