Σελίδες

Πέμπτη 22 Ιουνίου 2023

Η σημαία της Σουηδίας

 

Λόγος Σημαίας: 5:8

22 Ιουνίου 1906
Υιοθετείται η σημαία της Σουηδίας.

Η σημαία της Σουηδίας (στα σουηδικά Sveriges flagga) είναι μπλε με έναν κίτρινο σταυρό της Σκανδιναβίας που προεκτείνεται ως τις άκρες της σημαίας.

Το σχέδιο και τα χρώματα της σουηδικής σημαίας πιστεύεται ότι βασίστηκαν σε κάποια ιδέα προερχόμενη από το εθνόσημο της Σουηδίας του 1442, η οποία είναι γαλάζια και διαιρείται σε τέσσερα μέρη από έναν χρυσό σταυρό, στη μορφή της σημαίας της Δανίας. Το μπλε και το κίτρινο είναι σε χρήση ως σουηδικά χρώματα τουλάχιστον από την εποχή του Βασιλέα Μάγκνους Γ΄ της Σουηδίας (βασιλικό οικόσημο, 1275).
Κρατική σημαία και σημαία των πολιτών

Οι αναλογίες της σημαίας είναι 5:2:9 οριζόντια και 4:2:4 κάθετα. Οι διαστάσεις της σουηδικής σημαίας με την τριπλή ουρά είνα 5:2:5:8 οριζόντια και 4:2:4 κάθετα. Η τετράγωνη κρατική σημαία είναι πανομοιότυπη με τη σημαία των πολιτών.

Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι η σημερινή σημαία συνιστάται να υποστέλλεται όχι αργότερα από τις 9 το βράδυ. Μόνο όταν η χώρα είναι σε εμπόλεμη κατάσταση επιτρέπεται να υψώνεται και τη νύχτα.
Στρατιωτική σημαία

Η σημαία με την τριπλή ουρά (tretungad flagga) χρησιμοποιείται ως στρατιωτική σημαία (örloggsflaggan) στις συνολικές της διαστάσεις, που είναι μαζί με τις ουρές 1:2. Η εν λόγω σημαία χρησιμοποιείται επίσης ως ναυτικό έμβλημα (örloggsgösen). Τα ναυτικά εμβλήματα είναι μικρότερα από τις στρατιωτικές σημαίες, όμως έχουν τις ίδιες διαστάσεις. Στην αρχή είχε δύο ουρές, όμως στα μέσα του 17ου αιώνα εμφανίστηκε η σημαία με την τριπλή ουρά.

Ίδια με τη σημαία με την τριπλή ουρά είναι η σουηδική βασιλική σημαία (Kungl. flaggan) , ωστόσο η τελευταία περιέχει ένα λευκό φόντο με το μεγαλύτερο ή μικρότερο εθνόσημο του Τάγματος του Σεραφείμ.Σήμερα, το Μεγάλο Εθνόσημο χρησιμοποιείται μόνο από το Βασιλιά.
Ιστορικά στοιχεία

Σύμφωνα με την τοπική παράδοση, το 12ο αιώνα, ο Βασιλιάς και άγιος Ερρίκος Θ΄ είδε έναν κίτρινο σταυρό στον ουρανό ενώ είχε φτάσει στη Φινλανδία στη διάρκεια της Πρώτης Σουηδικής Σταυροφορίας, το 1157. Το σημάδι αυτό το θεώρησε σημείο από το Θεό και υιοθέτησε τον κίτρινο σταυρό σε μπλε φόντο ως τη σημαία.

Πιστεύεται επίσης ότι η σουηδική σημαία μπορεί να είχε χρησιμοποιηθεί ως σημαία αντίστασης σε απάντηση στη σημαία της Δανίας, η οποία είναι κόκκινη με λευκό σταυρό και που ήταν γνωστή από το 1219. Σύμφωνα με αυτήν την εκδοχή, η σημαία δημιουργήθηκε από το Βασιλιά Κάρολο Η΄, ο οποίος επίσης εισήγαγε το εθνόσημο της Σουηδίας το 1442. Άλλοι ιστορικοί υποστηρίζουν ότι η σημαία πρώτα ήταν μπλε με λευκό σταυρό πριν από το 1420 και ότι έγινε γαλάζια με χρυσό σταυρό μόνο στα πρώτα χρόνια της βασιλείας του Γουσταύου Βάζα, ο οποίος απελευθέρωσε επιτυχώς τη Σουηδία από την προσωρινή τυραννική κυριαρχία του Δανού Βασιλέα Χριστιανού Β΄ το 1521.

Δεν είναι γνωστό ιστορικά πότε άρχισε να χρησιμοποιείται η σημερινή σημαία. Η σημαία με την διπλή ουρά άρχισε να χρησιμοποιείται επίσημα από το 1562, με βασιλικό διάταγμα. Ως τα μέσα του 17ου αιώνα η σημαία αντικαταστάθηκε από τη σημαία με τις τρεις ουρές (με βασιλικό διάταγμα του 1663).

Το 18ο αιώνα το Ναυτικό άρχισε να χρησιμοποιεί τη γαλάζια σημαία. Το 1815 άρχισε να χρησιμοποιείται κοινή σημαία για τη Σουηδία και για τη Νορβηγία, καθώς τα δύο Βασίλεια ενοποιήθηκαν. Η σημαία αυτή ήταν πανομοιότυπη με την πρώην σημαία με τις τρεις ουρές, που χρησιμοποιούσε ο στρατός, με κύρια χρώματα το ερυθρό και το λευκό.Η Νορβηγία σύντομα εισήγαγε άλλες σημαίες και αφαίρεσε από τη σημαία των πολιτών το σύμβολο της ένωσης και η ένωση διαλύθηκε το 1905. Μόλις το Νοέμβριο του 1905 η Σουηδία αφαίρεσε από τη σημαία της το έμβλημα της ένωσης.

Η Μάχη της Ραφίας

  

Η Μάχη της Ραφίας, γνωστή και ως Μάχη της Γάζας, ήταν μία μάχη που διεξήχθη στις 22 Ιουνίου του 217 π.Χ. μεταξύ των δυνάμεων του φαραώ της Αιγύπτου, Πτολεμαίου Δ', και του Αντίοχου Γ' της αυτοκρατορίας των Σελευκιδών κατά τη διάρκεια των Συριακών πολέμων.

Τα γεγονότα πριν τη μάχη
Το 221 π.Χ., δολοφονήθηκε ο βασιλιάς Πτολεμαίος Γ' Ευεργέτης και τον διαδέχτηκε ο γιος του Πτολεμαίος Δ'. Τότε το βασίλειο της Αιγύπτου πέρασε από μια περίοδο δυναστικής αστάθειας και εξασθένισης της άμυνάς του. Την κατάσταση θέλησε να εκμεταλλευτεί ο Αντίοχος Γ', παρά τα δικά του εσωτερικά προβλήματα. Έτσι, την άνοιξη του 219 π.Χ., αφού πρώτα κατέλαβε τη γειτονική Σελεύκεια, εισέβαλλε στην Κοίλη (Νότια) Συρία, η οποία ανήκε στην επικράτεια της Αιγύπτου και κατέλαβε μερικές πόλεις τις οποίες του παρέδωσαν στασιαστές αξιωματικοί του Πτολεμαίου.

Με την εξαίρεση μιας ενδιάμεσης 4μηνης ανακωχής, ο πόλεμος συνεχίστηκε και κατά τον επόμενο χρόνο. Στο μεταξύ, ο Πτολεμαίος είχε μεγαλώσει σημαντικά το στρατό του, φέρνοντας μισθοφόρους από την Ελλάδα και στρατολογώντας μεγάλο αριθμό γηγενών Αιγυπτίων (το ένα τρίτο περίπου του Πτολεμαϊκού στρατού αποτελούνταν από Αιγύπτιους και Λίβυους). Ο Αντίοχος νίκησε σε μια μάχη το στρατό του διοικητή της Νότιας Συρίας Νικόλαου, προκαλώντας του μάλιστα μεγάλες απώλειες. Στη συνέχεια κατέλαβε το μεγαλύτερο μέρος της επαρχίας. Όμως το μεγαλύτερο μέρος του στρατού του Πτολεμαίου δεν είχε πάρει μέρος στη μάχη και παρέμεινε ανέπαφο. Ο Πτολεμαίος περίμενε να τελειώσει η εκγύμναση του στρατού του (ειδικά των ντόπιων, από τους Έλληνες μισθοφόρους) και αναχώρησε (13 Ιουνίου του 217 π.Χ.) προς τη Νότια Συρία, για να αντιμετωπίσει τον Αντίοχο.
Οι δυνάμεις των αντιπάλων

Ο Πτολεμαίος διέθετε 70.000 πεζούς (από τους οποίους 20.00 Αιγύπτιοι και 3.000 Λίβυους), 5.000 ιππείς και 73 πολεμικούς ελέφαντες. Ο Αντίοχος παρέταξε 62.000 πεζούς, 6.000 ιππείς και 102 ινδικούς ελέφαντες. Ο στρατός του Πτολεμαίου υστερούσε αριθμητικά σε ιππικό, ελαφρά οπλισμένους στρατιώτες και ελέφαντες, υπερτερούσε όμως στο βαριά οπλισμένο πεζικό της φάλαγγας.

Η μάχηΟι δύο στρατοί συναντήθηκαν 22 Ιουνίου του 217 π.Χ., κοντά στη μικρή πόλη Ραφία (σημερινή Ράφα, στη Λωρίδα της Γάζας).

Ο Αντίοχος ηγήθηκε του δεξιού κέρατος (άκρου) της παράταξής του, με το μεγαλύτερο μέρος του ιππικού (4.000 άνδρες) και 60 ελέφαντες. Απέναντί του, η αριστερή πτέρυγα του αιγυπτιακού στρατού, με επικεφαλής τον Πτολεμαίο, διέθετε μόλις 3.000 ιππείς και 40 ελέφαντες. Χάρις στην τοπική αριθμητική του υπεροχή, ο Αντίοχος άρχισε με νίκη στην αρχή της μάχης, αναγκάζοντας το ιππικό του αντιπάλου του να υποχωρήσει και τον ίδιο τον Πτολεμαίο να μετακινηθεί στο κέντρο της παράταξής του, όπου μάχονταν οι φάλαγγες του πεζικού. Την ίδια στιγμή, ο Θεσσαλός Εχεκράτης, επικεφαλής του αιγυπτιακού ιππικού στο δεξιό άκρο της παράταξης, νικούσε τους ιππείς του Αντιόχου και τους εξανάγκαζε σε υποχώρηση. Έτσι λοιπόν, το δεξιό κέρας κάθε στρατού νικούσε το αριστερό του άλλου και το απωθούσε από το πεδίο της μάχης.

Η αποφασιστική στιγμή, η οποία έκρινε όλη τη μάχη, ήρθε όταν ο Πτολεμαίος, επικεφαλής του πεζικού του στο κέντρο της παράταξης, επιτέθηκε κατά του αντίπαλου πεζικού. Εκεί, η μεγάλη αριθμητική υπεροχή του (45.000 έναντι 30.000), σε συνδυασμό με την καλύτερη εκπαίδευση των Ελλήνων και γηγενών πεζικάριων του Πτολεμαίου, έκριναν τη σύγκρουση. Ο στρατός του Αντιόχου τράπηκε σε φυγή, πριν ο βασιλιάς προλάβει να επιστρέψει από την καταδίωξη του αιγυπτιακού αριστερού κέρατος. Οι απώλειες του σελευκιδικού στρατού έφτασαν τις 10.000 άνδρες και 4.000 αιχμαλώτους, ενώ ο πτολεμαϊκός στρατός έχασε μόνο 2.000 άνδρες.

Μετά την ήττα του και τις μεγάλες απώλειες του στρατού του, ο Αντίοχος Γ' δεν μπορούσε πια να συνεχίσει τον πόλεμο και αποσύρθηκε από τη Νότια Συρία. Στις διαπραγματεύσεις ειρήνης που ακολούθησαν, ο Πτολεμαίος Δ' έδειξε μετριοπάθεια και αρκέστηκε στην αναγνώριση της πτολεμαϊκής κυριαρχίας στη Νότια Συρία. Μέχρι το θάνατό του (204 π.Χ.), η επαρχία αυτή παρέμεινε υπό αιγυπτιακό έλεγχο.

Ιννοκέντιος Ε΄

 Ο Ιννοκέντιος Ε΄ (Papa Innocenzo V, 1225 - 22 Ιουνίου 1276) ήταν Πάπας της Ρώμης κατά το έτος 1276.
Ευλογημένος Πάπας
Ιννοκέντιος Ε΄

Από 21 Ιανουαρίου 1276
Έως 22 Ιουνίου 1276
Προκάτοχος Γρηγόριος Ι΄
Διάδοχος Αδριανός Ε΄

Προσφωνήσεις του
Πάπα Ιννοκέντιου Ε΄

Προσφώνηση αναφοράς Αγιότατος
Προφορική προσφώνηση Αγιότατε
Θρησκευτική προσφώνηση Άγιος Πατέρας
Μεταθανάτια προσφώνηση Ευλογημένος


Γεννήθηκε γύρω στο 1225 σε ένα μικρό χωριό της Σαβοΐας, στη νοτιοανατολική Γαλλία. Σε μικρή ηλικία προσχώρησε στο Τάγμα Δομινικανών, στο οποίο απέκτησε μεγάλη φήμη. Ήταν το πρώτο μέλος του τάγματος που έγινε Πάπας.

Το πιο αξιοσημείωτο γεγονός της μικρής και χωρίς σπουδαία γεγονότα Παποσύνης, ήταν η επιθυμία του για επανένωση με την Ορθόδοξη Εκκλησία. Σύμφωνα με τις αποφάσεις της Δεύτερης Συνόδου της Λυών, ξεκίνησε τη διαδικασία να στείλει για το λόγο αυτό απεσταλμένους στον Αυτοκράτορα Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγο, αλλά δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει την προσπάθειά του, καθώς πέθανε στη Ρώμη στις 22 Ιουνίου 1276.

Είναι βέβαια αμφίβολο αν θα κατόρθωνε κάτι, εάν ολοκληρωνόταν η αποστολή, κυρίως λόγω της επιρροής που φαίνεται ότι ασκούσε επάνω του ο Κάρολος ο Ανδεγαυός. Διαβάζοντας την αλληλογραφία μεταξύ Ιννοκέντιου και Μιχαήλ, διαπιστώνουμε ότι ο Κάρολος κατόρθωσε να εισαγάγει όρους και ύφους που δύσκολα θα γίνονταν ανεκτά από τον Βυζαντινό Αυτοκράτορα.

Ο Πάπας Ιννοκέντιος Ε΄ συνέγραψε αρκετά βιβλία σχετικά με τη φιλοσοφία, τη θεολογία και το δίκαιο, καθώς και ερμηνεία των επιστολών του Αποστόλου Παύλου.